«Ο Γράμμος είν’ λίγο τραχύς/οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν/Τους βάρβαρους σκοτώνουμε/μικραίνουμε τη νύχτα…». Σαν σήμερα, 14 Δεκεμβρίου 1895, γεννήθηκε ο ποιητής Πωλ Ελυάρ (1895 – 1952), ο κομμουνιστής ποιητής, ο οποίος στην Ελλάδα είναι γνωστός και για κάτι ακόμα, εκτός από το σπουδαίο έργο του: Επισκέφθηκε τον Μαϊο του 1949 τον Γράμμο, από όπου έφυγε στις 4 Ιούνη.
Αντιγράφουμε από το κείμενο της Αριστούλας Ελληνούδη (Ριζοσπάστης- 27/5/2001), για την παρουσία του Ελυάρ στον Γράμμο και τα ποιήματα για τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας.
«…Έξι από αυτά τα ποιήματα, αμέσως μετά την επιστροφή του Ελυάρ από το Γράμμο, κυκλοφόρησαν το 1949 στο Παρίσι, σε ένα λεύκωμα, με τίτλο «Grece, ma rose de raison», εικονογραφημένο με έξι χαρακτικά της Ζιζής Μακρή, το οποίο τύπωσε στο χέρι, σε 50 μόνον αντίτυπα, ο σύντροφός της, ο αξέχαστος γλύπτης Μέμος Μακρής και τα οποία διακινήθηκαν χέρι – χέρι, για την ενημέρωση των προοδευτικών Γάλλων διανοουμένων σχετικά με τον άνισο, ηρωικό αγώνα του ΔΣΕ». Τα ποιήματα ανατυπώθηκαν στα ελληνικά το 2001*.
Ο Ελυάρ, ήταν επικεφαλής μιας γαλλικής αντιπροσωπείας όπου «συμμετείχαν: Ο Υβ Φαργκ (τέως υπουργός, μέλος της Μόνιμης Επιτροπής του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης), ο Ζαν – Μωρίς Ερμάν(ηγετικό στέλεχος του Αριστερού Σοσιαλιστικού Κόμματος Γαλλίας), ο Ανρί Μπασί (δάσκαλος, μεταφραστής πολλών ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, με τη βοήθεια της Μέλπως Αξιώτη και Γραμματέας της Επιτροπής Βοήθειας του Γαλλικού Λαού για τον αγώνα του Ελληνικού Λαού).
Η γαλλική αντιπροσωπεία ήρθε στην Ελλάδα, μέσω Αλβανίας. Μετά από επίσκεψή της στο Βίτσι, η γαλλική αντιπροσωπεία, συνοδευόμενη από τον Πέτρο Κόκκαλη, έφθασε στο Γράμμο, όπου παρέμεινε περίπου μια βδομάδα. Υπάρχουν μαρτυρίες μαχητών του ΔΣΕ (δημοσιευμένες και στο «Ρ» επώνυμα) για την ακάματη καθημερινή περιήγηση του Ελυάρ παντού. Στην πρώτη γραμμή του μετώπου, όπου με τηλεβόα έστειλε το μήνυμά του στους στρατιώτες της άλλης πλευράς. Σε μικρές και μεγάλες μονάδες του ΔΣΕ. Στη Σχολή Αξιωματικών του ΔΣΕ, σε κορυφογραμμές και πεδιάδες, σε αγροτικούς συνεταιρισμούς, σε χωριά, σχολεία και γλέντια των μαχητών με κατοίκους. Εικόνες συνταρακτικές, που αποτύπωνε η ψυχή του και η πένα του.
Αντικρίζοντας το βουνό, στο ποίημα «Ο Γράμμος» έλεγε:
«Ο Γράμμος είν’ λίγο τραχύς
οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν
Τους βάρβαρους σκοτώνουμε
μικραίνουμε τη νύχτα
Κι απ’ το μπαρούτι πιο κουτοί
μας αγνοούν οι εχθροί μας
Δεν ξέρουν τίποτα απ’ τον άνθρωπο
ούτε απ’ την έξοχη τη δύναμή του
Η καρδιά μας στιλβένει την πέτρα».
Ο ποιητής μαγεμένος από την πανώρια φύση και τον αγώνα του ανθρώπου στο «Παρθένο βουνό» έγραφε:
«Τα χορτάρια και τα λουλούδια
δε με εγκαταλείπουν
Η μυρουδιά τους ακολουθάει τον άνεμο
Τα κατσίκια παίζουν με τη νιότη τους
Ενας αητός ζυγιάζεται
στον ουρανό τον δίχως μυστικά
Ο ήλιος είναι ζωντανός
τα πόδια του πατάνε στη γη
Τα χρώματά του φτιάχνουν τα μάγουλα
που κοκκινίζουν απ’ τον έρωτα.
* * *
Και το ανθρώπινο φως διαστέλλεται από άνεση
Ο άνθρωπος μεγεθυμένος
στην καρδιά ενός άφθαρτου κόσμου
εγγράφει τον ίσκιο του στον ουρανό
και πάνω στη γη τη φλόγα του».
Ο ποιητής στο πρόσωπο των νέων μαχητών του ΔΣΕ είδε την «Αρχαία νεότητα»:
«Μπρος στην πηγή
τη φίλησε στο στόμα
Κάτω απ’ τον άδειον ουρανό της έδωσε
τα δέκα δάχτυλά του και τα μάτια του
Στο κύλισμα του χρόνου της έδωσε
την ίδια τη ζωή του και τα παιδιά του
Πιστή η ηχώ
ατέλειωτα ξανάλεε το τραγούδι
Του ανθρώπινου κορμιού καθάριος
ο καθρέφτης μιαν ανθοδέσμη έφτιασε
Τρόπος ζωής, ύπαρξης τρόπος
κι ο λόγος ο μοναδικός
ν’ αμύνεται κανείς
χωρίς να αμφιβάλλει για την αιωνιότητά του».
Τον Ελυάρ συγκλόνισαν οι μάνες και οι χήρες των αγωνιστών. Αυτές τίμησε στο ποίημα «Προσεύχονται οι χήρες και οι μανάδες»:
«Είχαμε δώσει τα χέρια μας
και τα μάτια μας γελούσαν δίχως λόγο
Με τα όπλα και με το αίμα
λυτρώστε μας από το φασισμό
Νανουρίζαμε ολάκερο το φως
και τα στήθη μας φούσκωναν γάλα
Αφήστε μας να πάρουμε ντουφέκι
να βάλουμε σημάδι τους φασίστες
Ημασταν η πηγή και ο ποταμός
κι ωκεανός να γίνουμε όνειρό μας
Τον τρόπο μόνο δώστε μας
μην πάρουν χάρην οι φασίστες
Από τους νεκρούς μας είν’ λιγότεροι
κανένα δεν είχαν σκοτώσει οι νεκροί μας.
Αγαπιόμαστε δίχως να το σκεφτούμε
Τίποτα δεν καταλαβαίνουμε έξω από τη ζωή
Αφήστε μας να πάρουμε ντουφέκι
κι ενάντια θα πεθάνουμε στο θάνατο».
Ομορφότερο πρόσωπο από της μάνας, της αδελφής, της γυναίκας, της αγαπημένης που πενθεί για τον όλεθρο και το θάνατο που σπέρνει ο πόλεμος δεν υπάρχει. Και ο Ελυάρ το τραγούδησε με το ποίημα «Μάτια που υποφέρουν πολύ στ’ αλήθεια να κοιτάζουν»:
«Ομορφότερο πρόσωπο δεν μπορεί να θρηνεί
πιο δυνατά για του πολέμου τις αγριάδες
Ομορφότερα μάτια μαύρα δεν μπορεί να καλύψει
πιο απαλά νεκρώσιμο πέπλο
κι ακόμα ζωντανά τα ενταφιάζει η λύπη».
Ο Πωλ Ελυάρ (πραγματικό όνομα Eugène Émile Paul Grindel) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους ποιητές του 20ου αιώνα. Με τον Αντρέ Μπρετόν, τον Λουί Αραγκόν και τον Τριστάν Τζαρά, συμμετείχε στο κίνημα του ντανταϊσμού και αργότερα του υπερρεαλισμού. Ο Ελυαρ παρέμεινε στους υπερρεαλιστές του Παρισιού έως το 1938 και ήταν από τους ιδρυτές των επιθεωρήσεων Litterature και La Revolution Surrealiste.
* Όπως καταγράφεται στο κείμενο της Αρ. Ελληνούδη στον «Ριζοσπάστη» το λεύκωμα με τα έξι ποιήματα του Ελυάρ και τα χαρακτικά της Ζιζής Μακρή, ανατυπώθηκαν στα ελληνικά, με τίτλο «Ελλάδα, ρόδο του λογικού μου», σε μετάφραση της καθηγήτριας της Ιστορίας στο Παρίσι, Ελένης Μπιμπίκου -Αντωνιάδου. Στην ελληνική έκδοση (1.000 αριθμημένα αντίτυπα από τα «Ελληνικά Γράμματα»), συμπεριλήφθηκαν τα ποιήματα και στα γαλλικά. Την καλλιτεχνική επιμέλεια είχε ο Διονύσης Βαλάση. Τα γράμματα στην ελληνική γλώσσα σχεδίασε η Μάνια Βασιλάκη, ακολουθώντας τον αισθητικό τρόπο χάραξης των γαλλικών γραμμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου