Είναι παραμονές Πρωτοχρονιάς του '72.
Το πιο δημοφιλές ελληνικό «μαγαζί» της Κολωνίας, κάτι μεταξύ μπαρ, καφενείου, σκυλάδικου και ντίσκο, είναι γεμάτο.
Είναι ήδη αργά το βράδυ και όπως συμβαίνει τέτοιες μέρες σε όλα τα ελληνικά μαγαζιά της Γερμανίας, ο χώρος έχει μετατραπεί σε χαρτοπαικτική λέσχη. Σε όλα τα τραπέζια έχουν τοποθετηθεί πράσινες τσόχες και το χρήμα, πολύ χρήμα, ρέει άφθονα και αλλάζει κάθε τόσο χέρια.
Ορθιους βλέπεις μόνο τους ρέστους, που πίνουν αβέρτα αφού το ποτό είναι τζάμπα και πώς να μην είναι όταν ο ιδιοκτήτης έχει βγάλει σε μια νύχτα, απ’ το βιδάνιο, ότι έβγαζε σε τρεις μήνες απ’ τα ποτά. Αίφνης, και ενώ οι χαμένοι είναι σιωπηλοί και το μόνο που σκέφτονται είναι πως θα γυρίσουν στο σπίτι απένταροι και οι παίχτες είναι βαθιά προσηλωμένοι στο χαρτί, μπουκάρουν πέντε με πιστόλια πυροβολώντας στην οροφή.