Του Δημήτρη Μυ
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, στο πλαίσιο της διαφάνειας και της δημοκρατίας, μας επιτρέπεται να ρίξουμε μια ματιά από την κλειδαρότρυπα στην ευημερία την οποία απολαμβάνει το πολιτικό προσωπικό της χώρας – πλην ελαχίστωνεξαιρέσεων. Στις δηλώσεις «πόθεν έσχες» δηλαδή των 300 βουλευτών, των εξωκοινοβουλευτικών υπουργών και υφυπουργών, των ευρωβουλευτών, καθώς και των... τέως όλων των παραπάνω κατηγοριών.
Έτσι είδαμε και φέτος πώς πρόκοψαν αυτοί που κυβέρνησαν και κυβερνούν αυτόν τον τόπο. Νοικοκύρηδες πραγματικοί! Με τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς τους, τα σπίτια τους, τα εξοχικά τους, τα αυτοκίνητά τους, τα σκάφη και τα φουσκωτά τους, τις μετοχές και τα ομόλογά τους.
Κοιτώντας τις περιουσίες που σχηματίζονται από τους μετόχους της εξουσίας, δημιουργείται σε κάθε καλοπροαίρετο η εύλογη απορία: Πώς είναι δυνατόν η οικονομία της χώρας να έχει τιναχτεί στον αέρα από τη στιγμή που ήταν στα χέρια τόσο άξιων ανθρώπων;
Με άλλα λόγια, αποδεχόμενοι (για την οικονομία της συζήτησης) τη λογική που θέλει το κράτος να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, η απορία διατυπώνεται ως εξής: Πώς γίνεται το κράτος - επιχείρηση να χρεοκοπεί και οι πολιτικοί / Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης - χώρας να τρώνε με χρυσά κουτάλια;
Η απαίτηση απάντησης στο παραπάνω ερώτημα, όσο η χώρα βυθίζεται στην κρίση και εκατομμύρια άνθρωποι στη φτώχεια, θα προβάλλει πιεστικά, καθώς το πολιτικό προσωπικό της χώρας, ειδικά οιμεγαλομέτοχοι της μεταπολιτευτικής εξουσίας, δεν κατηγορούνται απλώς και μόνο για πολιτική ανικανότητα.
Καθώς, λοιπόν, σε δύσκολες εποχές σαν αυτές που ζούμε και τις ακόμη χειρότερες έρχονται, η επίδειξη του πλούτου είναι έτσι κι αλλιώς προκλητική, οι πολιτικοί ταγοί του τόπου καλό είναι να φροντίσουν να ρίξουν άπλετο φως όχι μόνο στο τι και πόσα έχουν, αλλά και στο πώς, πότε και από πού τα βρήκαν.
Και καλό θα είναι να το κάνουν... μόνοι τους, διότι, αν και όταν υποχρεωθούν από την ασυγκράτητη οργή του κόσμου, θα είναι πολύ αργά για δάκρυα – και μάλιστα κροκοδείλια...