Όσο περνάει ο καιρός αποκτούμε όλο και περισσότερη γνώση για τον νέο κοροναϊό – COVID-19 αλλά και τον τρόπο που εξελίσσεται η πανδημία. Είναι αλήθεια ότι πολλές πλευρές δεν έχουν ακόμη πλήρως διερευνηθεί και θα εξαρτηθεί από το επιδημιολογικό, κλινικό και εργαστηριακό υλικό που διαρκώς διευρύνεται, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους εικόνας της μεταδοτικότητας, του πραγματικού ποσοστού των ασυμπτωματικών ή ελαφρών περιστατικών και της πραγματικής θνησιμότητας.
Ωστόσο, ήδη έχουμε τη βασική εικόνα. Ένα ιδιαίτερα μεταδοτικό παθογόνο, που ακόμη και με χαμηλή θνησιμότητα έχει τη δυνατότητα να δώσει ξεσπάσματα ικανά να φέρουν στο όριό τους ακόμη και αναπτυγμένα συστήματα υγείας και γι’ αυτό απαιτεί έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπισή τους.
Έχουμε επίσης μια γενική εικόνα για το ποια ήταν μέχρι τώρα η σχετική αποτελεσματικότητα των μέτρων που έλαβαν οι διάφορες χώρες. Σε χώρες που ενεργοποιήθηκαν σε πρώιμη στάδια της πανδημίας τα μέτρα εκτεταμένων ελέγχων, εντοπισμού και απομόνωσης κρουσμάτων και ιχνηλάτησης των επαφών τους φάνηκε να δίνουν, τουλάχιστον αρχικά, αποτελέσματα σημαντικού περιορισμού.
Σε χώρες που κυρίως προσανατολίστηκαν στην επιβολή μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης με τη μορφή απαγορεύσεων περιττών μετακινήσεων και πολιτικών «μένουμε» σπίτι υπήρξε ανακοπή της διασποράς, όμως εκεί όπου είχε προηγηθεί εκτεταμένη διασπορά στην κοινότητα ή / και υπήρχαν τμήματα των κοινωνιών που έπρεπε να συνεχίσουν να εργάζονται το συνολικό τίμημα είναι μεγάλο, όπως φάνηκε στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Σε χώρες όπως η Ελλάδα η επιβολή των μέτρων νωρίς και πριν υπάρξει μεγάλη διασπορά κράτησε πολύ χαμηλά την καμπύλη των κρουσμάτων και των θανάτων.
Γνωρίζουμε ακόμη – και από την εμπειρία μας από προηγούμενες επιδημίες – ότι μια τέτοια πανδημία συνεχίζει να διασπείρεται μέχρις ότου διαμορφωθεί στον πληθυσμό ένα επίπεδο ανοσίας που θα καθιστά αδύνατη την παραπέρα διασπορά της. Αυτό μπορεί να γίνει είτε μέσα από την ανακάλυψη και παραγωγή ενός εμβολίου είτε μέσα από το γεγονός ότι αργά ή γρήγορα μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα έχει μολυνθεί, είτε μέσα από ένα συνδυασμό των δύο διαδικασιών.
Με το εμβόλιο να αργεί και την εκτίμηση να είναι ότι ακόμη δεν υπάρχει τέτοιο επίπεδο ανοσίας, ιδίως όπου εφαρμόστηκαν εκτεταμένα περιοριστικά μέτρα, εύλογη η εκτίμηση ότι οι χώρες θα συνεχίσουν να πρέπει να αναμετρώνται με τον νέο κοροναϊό.
Οι «αδύναμοι κρίκοι» της μάχης
Ταυτόχρονα, όμως, γνωρίζουμε και ποιοι είναι «αδύναμοι κρίκοι», τα ασθενή σημεία στη μάχη, εκεί όπου τα πράγματα γίνονται χειρότερα και το τίμημα σε ζωές μεγαλύτερο.
Καταρχάς έχουμε την παγκόσμια τραγωδία με τα γηροκομεία. Ξέρουμε πολύ καλά ότι ο κοροναϊός μπορεί να μεταδοθεί πάρα πολύ γρήγορα εκεί όπου υπάρχουν κλειστοί πληθυσμοί (φυλακές, χώροι φιλοξενίας προσφύγων και αιτούντων άσυλο, γηροκομεία και μεγάλες δομές προνοιακές δομές φιλοξενίας, στρατώνες) και ξέρουμε ότι οι ηλικιωμένοι είναι ιδιαίτερα ευπαθής κατηγορία.
Η προστασία της συγκεκριμένης κατηγορίας απαιτούσε ένα οργανωμένο σχέδιο αραίωσης χώρων όπως τα γηροκομεία και αναζήτησης εναλλακτικών μορφών αναδοχής τους ώστε να περιοριστεί η έκθεσή τους σε κίνδυνο. Δυστυχώς αυτό δεν υπήρξε και το αποτέλεσμα ήταν ένας μεγάλος αριθμός θυμάτων σε τέτοιους χώρους, παρότι η προστασία των ηλικιωμένων ήταν η πρώτη προτεραιότητα.
Έπειτα, υπάρχει το θέμα ότι σε όσες χώρες τα νοσοκομεία αντιμετωπίστηκαν ως η βασική γραμμή άμυνας, υπήρξε το πρόβλημα της υπερφόρτωσης τους από τη μεγάλη προσέλευση ασθενών και υπόπτων κρουσμάτων στοιχείο που διαμόρφωσε και συνθήκη για παραπέρα διασπορά, ενώ επέτεινε και το πρόβλημα του μεγάλου αριθμού κρουσμάτων ανάμεσα στο νοσηλευτικό προσωπικό. Επιπλέον, φάνηκε ότι όπου δεν ακολουθήθηκαν προβλεπόμενες διαδικασίες σε νοσηλευτικά ιδρύματα, ή όπου δεν υπήρχε επαρκής αναγκαίος προστατευτικός εξοπλισμός, η αύξηση των κρουσμάτων ήταν μεγάλη.
Παράγοντες που επιβαρύνουν
Παράλληλα, γνωρίζουμε τη σημασία των υποκείμενων νοσημάτων και πώς είναι επιβαρυντικοί παράγοντες. Μόνο που αυτά έχουν να κάνουν και με τη γενική κατάσταση της υγείας των ανθρώπων σε συνάρτηση και με τις κοινωνικές συνθήκες και ανισότητες.
Ειδικότερα, σε ορισμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, παρατηρήθηκε το φαινόμενο αυξημένων θανάτων σε ανθρώπους κάτω των 65 οι οποίοι είχαν υποκείμενα προβλήματα υγείας (υπέρταση, διαβήτη, καρδιαγγειακά προβλήματα, άσθμα κ.λπ.) τα οποία ήταν συστηματικά παραμελημένα.
Αυτό έχει να κάνει τόσο με τις ευρύτερες κακές συνθήκες διαβίωσης (ξεκινώντας από το ότι η έννοια του σπιτιού έχει διαφορετική έννοια ανάλογα με το εισοδηματικό επίπεδο) όσο και με το ότι μεγάλο μέρος των φτωχότερων στρωμάτων σε αρκετές χώρες δεν έχουν πλήρη πρόσβαση στην φροντίδα υγείας και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, με αποτέλεσμα προβλήματα υγείας να μην αντιμετωπίζονται έγκαιρα.
Ας μην ξεχνάμε ότι και επιβαρυντικοί παράγοντες όπως η παχυσαρκία συχνά έχουν στοιχεία κοινωνικού καθορισμού. Τα φτωχότερα στρώματα δεν έχουν πάντα τη δυνατότητα σωστής διατροφής.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για την επόμενη μέρα και τη συνέχιση της μάχης
Όλα αυτά θέτουν συγκεκριμένες απαιτήσεις και για την επόμενη μέρα και την προετοιμασία για τυχόν επόμενο κύμα και στη χώρα μας
Οι παραπάνω απαιτήσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία γιατί δεν μπορούμε απλώς να πούμε ότι θα περιμένουμε το επόμενο ξέσπασμα για να εφαρμόσουμε τα ίδια μέτρα που εφαρμόζονται αυτή τη στιγμή.
Ακόμη και εάν χρειαστούν και τέτοιου είδους «οριζόντιοι» περιορισμοί, είναι σαφές ότι η μέχρι τώρα εμπειρία υποδεικνύει την ανάγκη όχι απλώς ετοιμότητας αλλά και αντιμετώπισης των «αδύναμων κρίκων» και των «τυφλών σημείων» που αναδείχτηκαν στην μέχρι τώρα μάχη με την πανδημία.
Παναγιώτης Σωτήρης
https://www.in.gr/
Ωστόσο, ήδη έχουμε τη βασική εικόνα. Ένα ιδιαίτερα μεταδοτικό παθογόνο, που ακόμη και με χαμηλή θνησιμότητα έχει τη δυνατότητα να δώσει ξεσπάσματα ικανά να φέρουν στο όριό τους ακόμη και αναπτυγμένα συστήματα υγείας και γι’ αυτό απαιτεί έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπισή τους.
Έχουμε επίσης μια γενική εικόνα για το ποια ήταν μέχρι τώρα η σχετική αποτελεσματικότητα των μέτρων που έλαβαν οι διάφορες χώρες. Σε χώρες που ενεργοποιήθηκαν σε πρώιμη στάδια της πανδημίας τα μέτρα εκτεταμένων ελέγχων, εντοπισμού και απομόνωσης κρουσμάτων και ιχνηλάτησης των επαφών τους φάνηκε να δίνουν, τουλάχιστον αρχικά, αποτελέσματα σημαντικού περιορισμού.
Σε χώρες που κυρίως προσανατολίστηκαν στην επιβολή μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης με τη μορφή απαγορεύσεων περιττών μετακινήσεων και πολιτικών «μένουμε» σπίτι υπήρξε ανακοπή της διασποράς, όμως εκεί όπου είχε προηγηθεί εκτεταμένη διασπορά στην κοινότητα ή / και υπήρχαν τμήματα των κοινωνιών που έπρεπε να συνεχίσουν να εργάζονται το συνολικό τίμημα είναι μεγάλο, όπως φάνηκε στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Σε χώρες όπως η Ελλάδα η επιβολή των μέτρων νωρίς και πριν υπάρξει μεγάλη διασπορά κράτησε πολύ χαμηλά την καμπύλη των κρουσμάτων και των θανάτων.
Γνωρίζουμε ακόμη – και από την εμπειρία μας από προηγούμενες επιδημίες – ότι μια τέτοια πανδημία συνεχίζει να διασπείρεται μέχρις ότου διαμορφωθεί στον πληθυσμό ένα επίπεδο ανοσίας που θα καθιστά αδύνατη την παραπέρα διασπορά της. Αυτό μπορεί να γίνει είτε μέσα από την ανακάλυψη και παραγωγή ενός εμβολίου είτε μέσα από το γεγονός ότι αργά ή γρήγορα μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα έχει μολυνθεί, είτε μέσα από ένα συνδυασμό των δύο διαδικασιών.
Με το εμβόλιο να αργεί και την εκτίμηση να είναι ότι ακόμη δεν υπάρχει τέτοιο επίπεδο ανοσίας, ιδίως όπου εφαρμόστηκαν εκτεταμένα περιοριστικά μέτρα, εύλογη η εκτίμηση ότι οι χώρες θα συνεχίσουν να πρέπει να αναμετρώνται με τον νέο κοροναϊό.
Οι «αδύναμοι κρίκοι» της μάχης
Ταυτόχρονα, όμως, γνωρίζουμε και ποιοι είναι «αδύναμοι κρίκοι», τα ασθενή σημεία στη μάχη, εκεί όπου τα πράγματα γίνονται χειρότερα και το τίμημα σε ζωές μεγαλύτερο.
Καταρχάς έχουμε την παγκόσμια τραγωδία με τα γηροκομεία. Ξέρουμε πολύ καλά ότι ο κοροναϊός μπορεί να μεταδοθεί πάρα πολύ γρήγορα εκεί όπου υπάρχουν κλειστοί πληθυσμοί (φυλακές, χώροι φιλοξενίας προσφύγων και αιτούντων άσυλο, γηροκομεία και μεγάλες δομές προνοιακές δομές φιλοξενίας, στρατώνες) και ξέρουμε ότι οι ηλικιωμένοι είναι ιδιαίτερα ευπαθής κατηγορία.
Η προστασία της συγκεκριμένης κατηγορίας απαιτούσε ένα οργανωμένο σχέδιο αραίωσης χώρων όπως τα γηροκομεία και αναζήτησης εναλλακτικών μορφών αναδοχής τους ώστε να περιοριστεί η έκθεσή τους σε κίνδυνο. Δυστυχώς αυτό δεν υπήρξε και το αποτέλεσμα ήταν ένας μεγάλος αριθμός θυμάτων σε τέτοιους χώρους, παρότι η προστασία των ηλικιωμένων ήταν η πρώτη προτεραιότητα.
Έπειτα, υπάρχει το θέμα ότι σε όσες χώρες τα νοσοκομεία αντιμετωπίστηκαν ως η βασική γραμμή άμυνας, υπήρξε το πρόβλημα της υπερφόρτωσης τους από τη μεγάλη προσέλευση ασθενών και υπόπτων κρουσμάτων στοιχείο που διαμόρφωσε και συνθήκη για παραπέρα διασπορά, ενώ επέτεινε και το πρόβλημα του μεγάλου αριθμού κρουσμάτων ανάμεσα στο νοσηλευτικό προσωπικό. Επιπλέον, φάνηκε ότι όπου δεν ακολουθήθηκαν προβλεπόμενες διαδικασίες σε νοσηλευτικά ιδρύματα, ή όπου δεν υπήρχε επαρκής αναγκαίος προστατευτικός εξοπλισμός, η αύξηση των κρουσμάτων ήταν μεγάλη.
Παράγοντες που επιβαρύνουν
Παράλληλα, γνωρίζουμε τη σημασία των υποκείμενων νοσημάτων και πώς είναι επιβαρυντικοί παράγοντες. Μόνο που αυτά έχουν να κάνουν και με τη γενική κατάσταση της υγείας των ανθρώπων σε συνάρτηση και με τις κοινωνικές συνθήκες και ανισότητες.
Ειδικότερα, σε ορισμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, παρατηρήθηκε το φαινόμενο αυξημένων θανάτων σε ανθρώπους κάτω των 65 οι οποίοι είχαν υποκείμενα προβλήματα υγείας (υπέρταση, διαβήτη, καρδιαγγειακά προβλήματα, άσθμα κ.λπ.) τα οποία ήταν συστηματικά παραμελημένα.
Αυτό έχει να κάνει τόσο με τις ευρύτερες κακές συνθήκες διαβίωσης (ξεκινώντας από το ότι η έννοια του σπιτιού έχει διαφορετική έννοια ανάλογα με το εισοδηματικό επίπεδο) όσο και με το ότι μεγάλο μέρος των φτωχότερων στρωμάτων σε αρκετές χώρες δεν έχουν πλήρη πρόσβαση στην φροντίδα υγείας και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, με αποτέλεσμα προβλήματα υγείας να μην αντιμετωπίζονται έγκαιρα.
Ας μην ξεχνάμε ότι και επιβαρυντικοί παράγοντες όπως η παχυσαρκία συχνά έχουν στοιχεία κοινωνικού καθορισμού. Τα φτωχότερα στρώματα δεν έχουν πάντα τη δυνατότητα σωστής διατροφής.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για την επόμενη μέρα και τη συνέχιση της μάχης
Όλα αυτά θέτουν συγκεκριμένες απαιτήσεις και για την επόμενη μέρα και την προετοιμασία για τυχόν επόμενο κύμα και στη χώρα μας
- Η πρώτη απαίτηση αφορά το συνδυασμό ανάμεσα στην επιτήρηση και τον έγκαιρο εντοπισμό τυχόν νέων κρουσμάτων, την απομόνωση και την ιχνηλάτηση των επαφών τους. Είναι μία πλευρά για την οποία τώρα υπάρχει ένα περιθώριο καλύτερης προετοιμασίας και οργάνωσης, συμπεριλαμβανομένης και της προόδου που υπάρχει ως προς τα διαγνωστικά τεστ και τη μαζική διενέργειά τους.
- Η δεύτερη απαίτηση είναι ότι πρέπει να υπάρξει ένα οργανωμένο σχέδιο για την προστασία των ευπαθών ομάδων που βρίσκονται σε συνθήκη «κλειστού πληθυσμού». Η τραγική εμπειρία ιδίως με τα γηροκομεία σε άλλες χώρες αναδεικνύει το πρόβλημα, την ώρα που τα προβλήματα που εμφανίστηκαν σε ιδιωτικές νοσηλευτικές μονάδες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για όλο το φάσμα των προνοιακών ιδρυμάτων που λειτουργούν στη χώρα μας. Αντίστοιχα, πρέπει να επιταχυνθεί ακόμη περισσότερο η προσπάθεια για αποσυμφόρηση των κέντρων φιλοξενίας προσφύγων και αιτούντων άσυλο. Μπορεί να αποφύγαμε μέχρι τώρα μεγάλα ξεσπάσματα, αλλά είναι σαφές ότι χρειάζεται αποσυμφόρηση και μεταφορά αυτών των ανθρώπων σε συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης που δεν θα διευκολύνουν τη διασπορά. Μιλάμε για ζωές ανθρώπων και άρα δεν χωρούν πολιτικές ή ιδεολογικές εμμονές μιας προηγούμενης περιόδου που θεωρούσαν τις κλειστές δομές βασική προτεραιότητα.
- Η τρίτη απαίτηση είναι να αξιοποιηθεί ο χρόνος που κερδήθηκε στην πρώτη φάση της μάχης για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας σε όλα τα επίπεδα. Ιδιαίτερη έμφαση χρειάζεται η πρωτοβάθμιας φροντίδα υγείας και η ικανότητα να ενεργοποιηθεί ακόμη περισσότερο και ενόψει τυχόν νέου κύματος ακριβώς γιατί αυτό θα αποτρέψει την υπερφόρτωση του των νοσοκομειακών δομών. Υπάρχει περιθώριο και για διορισμούς και για οργάνωση επιπλέον δομών και προφανώς και για την εξασφάλιση όλου του αναγκαίου προστατευτικού εξοπλισμού.
- Η τέταρτη απαίτηση ούτως ή άλλως προϋπήρχε της πανδημίας και θα υπάρχει και μετά. Έχει τεράστια σημασία η έμφαση στη γενική βελτίωση της υγείας του πληθυσμού. Αυτό έχει να κάνει με τις κοινωνικές συνθήκες, έχει να κάνει με τη μείωση της επισφάλειας και του κοινωνικοοικονομικού στρες που επιφέρει η ανισότητα, έχει να κάνει με την πρόσβαση όλων σε αξιοπρεπή διαβίωση και καλή διατροφή, έχει να κάνει με την καθολική ασφαλιστική και ιατροφαρμακευτική κάλυψη του πληθυσμού και την πλήρη πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας. Παρότι συχνά τα αποτελέσματα τέτοιων ουσιαστικών κοινωνικών βελτιώσεων δεν φαντάζουν άμεσα, εντούτοις αποτελούν πραγματική επένδυση στη δημόσια υγεία.
Οι παραπάνω απαιτήσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία γιατί δεν μπορούμε απλώς να πούμε ότι θα περιμένουμε το επόμενο ξέσπασμα για να εφαρμόσουμε τα ίδια μέτρα που εφαρμόζονται αυτή τη στιγμή.
Ακόμη και εάν χρειαστούν και τέτοιου είδους «οριζόντιοι» περιορισμοί, είναι σαφές ότι η μέχρι τώρα εμπειρία υποδεικνύει την ανάγκη όχι απλώς ετοιμότητας αλλά και αντιμετώπισης των «αδύναμων κρίκων» και των «τυφλών σημείων» που αναδείχτηκαν στην μέχρι τώρα μάχη με την πανδημία.
Παναγιώτης Σωτήρης
https://www.in.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου