Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Ο λαγός, το (έγ)κλιμα και η τιμωρία


Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΛΑΛΗΣ
Ακόμη δεν έχει καθίσει η σκόνη που σήκωσαν τα τουρκικά στρατιωτικά οχήματα κατά την εισβολή τους (3η από το 2016) στο βόρειο τμήμα της αιματοβαμμένης και πολύπαθης Συρίας, την ίδια ώρα που ένα δίχως
κανόνες διπλωματικό πόκερ ξετυλίγεται μπροστά στις οθόνες μας με κινηματογραφική μαεστρία που θα ζήλευε κι ο Όλιβερ Στόουν. Δηλώσεις επί δηλώσεων, “tweets” και αίμα, σε ένα πολιτικό και στρατιωτικό θρίλερ που μπορεί να αποδοθεί –χοντρικά- στο σχήμα: Όλοι εναντίον όλων.

Όμως, μέσα σ’ αυτόν τον καταιγισμό εξελίξεων υπήρξε μία είδηση που, μάλλον, θάφτηκε σε κάποιο μονόστηλο των τελευταίων σελίδων απ’ την πλειοψηφία του εγχώριου και διεθνούς Τύπου.
Μήπως αναφέρεστε στις ταραχές στο Εκουαδόρ, μ’ αφορμή τα νέα- υπαγορευμένα απ’ το ΔΝΤ- οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης Μορένο; Στην αγριότητα της ισπανικής αστυνομίας απέναντι στους Καταλανούς διαδηλωτές στους δρόμους της Βαρκελώνης; Στη συμφωνία για το Brexit ή μήπως στην πενθήμερη «εκεχειρία» που ανακοίνωσαν HΠΑ και Τουρκία σε μια τρίτη χώρα, τη Συρία;
Θα μπορούσε. Μα, ο δημοσιογραφικός μας φακός εστίασε αλλού αυτή τη φορά. Μιλάμε φυσικά, για την προ ημερών αποκάλυψη του βρετανικού “Guardian” σχετικά με τη χρηματοδότηση απ’ την κατά τα άλλα ευαίσθητη σε ζητήματα οικολογίας Google σε οργανώσεις, όπως το νεοφιλελεύθερο και άκρως συντηρητικό think tank Competitive Enterprise Institute, (CEI), που απορρίπτουν την κλιματική κρίση. Να σημειωθεί εδώ ότι ο διευθυντής ενεργειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής τού Ινστιτούτου, Myron Ebell έχει διατελέσει σύμβουλος του Ντ. Τράμπ για περιβαλλοντικά ζητήματα και ήταν αυτός που πίεσε -με επιτυχία όπως φάνηκε- για την απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το κλίμα του 2015.
Κλείνει η παρένθεση.
Εκτός, όμως, από το CEI, λεφτά φαίνεται να δόθηκαν και στο American Conservative Union, την Ένωση της οποίας πρόεδρος είναι ένας τύπος που για μια δεκαετία πρόσφερε τις ακριβές του υπηρεσίες στον βιομηχανικό όμιλο Κοχ, γνωστό για τις ακραίες αντιπεριβαλλοντικές πολιτικές του· αλλά, και στο American Enteprise Institute, στο Cato Institute, στο Heritage Foundation & Heritage Action κ.λπ.
Η είδηση βέβαια εδώ, δεν είναι ότι η Google «σπρώχνει» χρήμα σε αρνητές της οικολογικής κρίσης, ενώ παράλληλα διαρρηγνύει τα ιμάτιά της για τις εταιρείες- ρυπαντές (that’s business, διάβολε, όλοι πρέπει να είναι ικανοποιημένοι), αλλά ότι το όψιμο ενδιαφέρον της για το περιβάλλον, ίσως, αντικατοπτρίζει μια νέα τάση εντός της κυρίαρχης οικονομικά τάξης σε διεθνή κλίμακα.
Μιας τάσης που χρησιμοποιεί την τεχνική του «Greenwishing», του φτιασιδώματος, δηλαδή της εικόνας των επιχειρήσεων, προκειμένου εκείνες να συνεχίσουν, φορώντας το οικολογικό τους κουστούμι αυτή τη φορά, να βυσσοδομούν πάνω στη φύση, αδιαφορώντας για την καταστροφή της και τις συνεπακόλουθες συνέπειες στην ποιότητα ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων.
Μ’ αυτή την κατηγορία ή, για να είμαστε ακριβείς, με την κατηγορία ότι- ενδεχομένως, εν αγνοία της- εξυπηρετεί τον στόχο των επιχειρήσεων, του κοινωνικού τους «ξεπλύματος», δηλαδή, μέσα από διάφορες «πράσινου τύπου» νέες επενδύσεις, οι επικριτές της 16χρονης ακτιβίστριας Γκρέτα Τούνμπεργκ έκαναν λόγο για άλλο ένα «καλοφτιαγμένο παραμύθι», για μια «φούσκα» που έρχεται να καλύψει με την άρτια επικοινωνιακά πολιτική της παρέμβαση την κεφαλαιοκρατική αναλγησία.
Στον αντίποδα, οι υποστηρικτές της Σουηδής έφηβης βρίσκουν στο πρόσωπό της -σε συμβολικό επίπεδο- το αντίπαλο δέος της νέας άκρας Δεξιάς στην Εσπερία και των κλιματοσκεπτικιστικών think tanks που αυτή ελέγχει.
Όπως ανέφερε σε πρόσφατο άρθρο του ο Γ. Μητραλιάς, ενάντια στην Τούνμπεργκ βρίσκεται το Rassemblement National της Λεπέν, το γερμανικό AfD και το βρετανικό UKIP, ενισχυμένα από δεξαμενές σκέψεις στις οποίες ήδη αναφερθήκαμε, όπως το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για το Κλίμα και την Ενέργεια [ΕΙΚΕ]). Σύμφωνα με τον Μητραλιά, αντιπρόεδρος του ΕΙΚΕ είναι ο Michael Limburg, ο οποίος αν και αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το AfD πρόσφατα συμμετείχε στην εκλογική μάχη ως υποψήφιος του νεοφασιστικού μορφώματος.
Ακόμη, ο Γερμανός πολιτικός φαίνεται να έχει αναγορευτεί σε ετήσιο διοργανωτή της Συνδιάσκεψης για το Κλίμα. Μιας συνδιάσκεψης με ισχυρή επιρροή στις αποφάσεις της ΕΕ για το περιβάλλον. Διοργανωτές επίσης είναι οι οργανώσεις CRACT-US και το Ινστιτούτο Heartland που κατά τον Economist «είναι το παγκοσμίως σημαντικότερο think tank που υποστηρίζει το σκεπτικισμό σχετικά με την οφειλόμενη στον άνθρωπο κλιματική αλλαγή». Πίσω απ’ το Heartland βρίσκονται επιχειρηματικά μεγαθήρια όπως η Exxonmobil, η οικογένεια Κοχ, η Μicrosoft και η RJR Tobacco, ενώ πρόεδρος του είναι η ηγετική μορφή του ακροδεξιού Τea Party και της συντηρητικής πτέρυγας των Ρεπουμπλικανών μέχρι το 2017 Tim Huelscamp [Guardian, 15/2/2012, “Leak exposes how Heartland Institute works to undermine climate science”].
Θα μας επιτρέψετε να μην πάρουμε θέση στο ζήτημα. Όχι, γιατί ως άλλοι Πόντιοι Πιλάτοι της αρθογραφίας νίπτουμε τας χείρας μας συνιστώντας «αυτοσυγκράτηση», μα, γιατί το πρόβλημα στην περίπτωσή μας δεν είναι η «Γκρέτα», ο «λαγός» των πολυεθνικών του πετρελαίου κι όχι μόνο, για πολλούς, αλλά η μάσκα θανάτου των εχόντων που σαν άλλοι «Τζόκερ» κρύβουν την εκμεταλλευτική τους βλοσυρότητα κάτω από πράσινα χαμόγελα και υποσχέσεις.
Εν ολίγοις, ποιος και γιατί, αλήθεια, κόπτεται για την κλιματική κατάρρευση;
Το (έγ)κλιμα
Πρόσφατα, δημοσιεύματα αποκάλυπταν τις παρασκηνιακές διεργασίες εντός των κέντρων λήψης αποφάσεων σχετικά με την υλοποίηση σχεδιασμών που θα μετατρέψουν την οικολογική βόμβα πάνω στην οποία κάθεται ο πλανήτης σε επενδυτικό πεδίο ευκαιρίας, το οποίο – εν αναμονή μάλιστα της επερχόμενης μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης, την οποία παραδέχεται και το ΔΝΤ- θα μπορούσε να λειτουργήσει ως διέξοδος για τα συσσωρευμένα κεφάλαια [Εφ. Συν, 16/10/2019, «Καμπανάκι από το ΔΝΤ»].  Δεν είναι τυχαία άλλωστε η αναφορά της Έκθεσης που συντάχθηκε στη Διάσκεψη για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη του ΟΗΕ, αναφορικά με τη σύναψη μιας νέας παγκόσμιας «πράσινης Συμφωνίας», η οποία υπολόγισε τις απαραίτητες επενδυτικές δαπάνες στην «πράσινη οικονομία», μόνο για τον αναπτυσσόμενο κόσμο σε $2,5 τρισ./ χρόνο. Όπως τυχαία δεν είναι η αναφορά του επίτιμου καθηγητή στο ΑΠΘ, Χρ. Τζερεφού κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής με αντικείμενο την κλιματική αλλαγή, στην πρόσφατη ανακοίνωση της Διεθνούς Ενώσεως Ασφαλιστικών Εταιρειών, η οποία υπολογίζει το κόστος από τα καιρικά φαινόμενα σε παγκόσμια κλίμακα αυξημένο κατά 100 φορές σε σχέση με τη δεκαετία του 1950  ($10δισ, 1950 < $1000δισ, 2019) [1)Ριζοσπάστης, 5-6/10/2019, «Περιβαλλοντική υποκρισία και πεδίο νέων ανταγωνισμών», 2)  Ημεροδρόμος, 25/9/2019, «Πολυεθνικές με «πράσινες» ευαισθησίες…»].
Ε, και, τι θέλετε να γίνει; Αν είναι να σωθεί ο κόσμος, ας είναι η ’’πράσινη’’ ιδιωτική πρωτοβουλία που θα δώσει τη λύσηακόμη κι αν πίσω απ’ τις οικολογικές ευαισθησίες των «τσέο» κρύβεται άλλο ένα  ποντάρισμα στο καπιταλιστικό «μπαρμπούτι», θα πουν κάποιοι.
Θα μας επιτρέψουν όμως να διαφωνήσουμε. Κι αυτό, γιατί είμαστε της άποψης πως όταν κάποιος τοποθετεί έναν επιθετικό προσδιορισμό μπροστά απ’ τη λέξη «καπιταλισμός», τότε, είναι έτοιμος να συμφιλιωθεί με τη βαρβαρότητα· με το έγκλημα απέναντι στους ανθρώπους· απέναντι στη φύση.
«Οι βασισμένες στην αγορά πολιτικές για την κλιματική αλλαγή», έγραφε παλαιότερα η βραβευμένη δημοσιογράφος και συγγραφέας Ναόμι Κλάιν «τις οποίες ευνοούν πολλά και μεγάλα ιδρύματα και έχουν υιοθετήσει πολλές μεγάλες οικολογικές οργανώσεις, έχουν προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στον τομέα των ορυκτών καυσίμων». Κι όχι μόνο, θα συμπληρώσουμε εμείς.
Η περίπτωση, ωστόσο, στην οποία αναφέρεται η Κλάιν είναι χαρακτηριστική. Όχι, μόνο, γιατί έρχεται να επιβεβαιώσει εκείνη την παλιά «χολιγουντιανή» ατάκα that’s the way that system works· μα, γιατί αποδεικνύει πως η οικολογική καταστροφή είναι σύμφυτη με την κεφαλαιοκρατική κερδοσκοπία, όποια προβιά κι αν αυτή φορά.
«Οι ηγέτες των μεγαλύτερων οικολογικών οργανώσεων(…) συναναστρέφονται με (…) επιλεγμένα μέλη διευθυντικών συμβουλίων εταιρειών- γι’ αυτό- εκθειάζουν κάθε τους ημίμετρο»,
Κριστίν Μακντόναλντ, πρώην υπάλληλος της Διεθνούς Περιβαλλοντικής Προστασίας
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, η περιβαλλοντική οργάνωση The Nature Conservancy (TNC) αγόρασε μια τοποθεσία στις ακτές του Κόλπου του Γκάλβεστον στο νοτιοανατολικό Τέξας, έκτασης 9,3 τ. χλμ. ως μέρος αναπαραγωγής και προστασίας των αγριόκουρκων. Η περιοχή ανήκε στην ExxonMobil, με τα εν ενεργεία φρεάτια πετρελαίου και φυσικού αερίου να βρίσκονται κοντά στον τόπο εγκατάστασης των απειλούμενων με εξαφάνιση πουλιών. Λίγο αργότερα η ExxonMobil δώρισε την περιοχή στην οργάνωση ως ύστατο μέτρο διάσωσης- όπως έλεγε- ενός εκ των πλέον «απειλουμένων ειδών στον κόσμο». Έτσι, η ΤNC μετέτρεψε την περιοχή σε προστατευόμενο βιότοπο-καταφύγιο για τους αγριόκουρκους του Τέξας Σίτι.
Μέχρι εδώ, όλα καλά. Μόνο που τα φρεάτια άντλησης δεν έκλεισαν ούτε τότε. Αυτή τη φορά, όμως, την εξόρυξη δεν είχε αναλάβει ένας από τους γνωστούς οικολογικούς εγκληματίες, αλλά η ίδια η περιβαλλοντική οργάνωση, με σκοπό, τι άλλο, να γεμίσει τις τραπεζικές της καταθέσεις με εκατομμύρια δολάρια για να μπορούν μετά τα στελέχη της να κοκορεύονται για τα αξίας 6 δισεκατομμυρίων περιουσιακά της στοιχεία. Η υπόθεση ήρθε στο φως της δημοσιότητας το 2002, με άρθρο των Los Angeles Times, ενώ, έναν χρόνο αργότερα η Washington Post αυτή τη φορά, με μια εξονυχιστική έρευνά της αποκάλυπτε τον τρόπο με τον οποίο μία απ’ τις μεγαλύτερες οικολογικές οργανώσεις στις ΗΠΑ είχε μετατραπεί σε λαθρέμπορο φυσικού αερίου[1) LATimes, 20/8/2002, «Wildlife Shares Nest With Profit», 2)TWPost, 5/5/2003, «How a Bid to Save a Species Came to Grief»].
Το σκάνδαλο προκάλεσε τη δημόσια κατακραυγή του Ιδρύματος, με συνέπεια οι επικεφαλής του να αναγκαστούν να δεσμευτούν για τον τερματισμό των εξορυκτικών τους δραστηριοτήτων. «Δεν θα πραγματοποιήσουμε καμία νέα γεώτρηση, ούτε θα διανοίξουμε ορυχεία για μεταλλεύματα στους προστατευόμενους βιότοπους που έχουμε», τόνιζαν χαρακτηριστικά [Νational Conservancy ChangesLiving on EarthPRI, 20/6/2003].
Η υπογράμμιση δεν είναι τυχαία, καθώς πάνω σ’ αυτή την προσεκτική διατύπωση στηρίχθηκαν τα οικολογικά λαμόγια του τυχοδιωκτικού πλουτισμού για να συνεχίσουν να τιμούν τις μέχρι τότε «υφιστάμενες συμβατικές υποχρεώσεις» τους. Μπορεί, βέβαια, να μην κατάφεραν να διασώσουν ένα απειλούμενο είδος σε μία από τις τελευταίες τοποθεσίες αναπαραγωγής του, μπόρεσαν, ωστόσο, με το ταμείο τους γεμάτο με πετρελαιοδόλαρα να κομπάζουν για τις βέλτιστες «τεχνικές διαχείρισης της γης στον προστατευμένο- αυτό- βιότοπο» (!)…
Η τιμωρία
Η περίπτωση του The Nature Conservancy δεν είναι η μοναδική. Άλλες οργανώσεις, όπως η Conservation International και η Consevation Fund έχουν δεχθεί κατά καιρούς γενναία φιλοδωρήματα από τη Shell, τη ΒΡ, την American Electric Power. Ενώ άλλοι, επίσης δραστηριοποιούμενοι στον χώρο της οικολογίας, φορείς, σαν το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Φυσικών πόρων διατηρούν μια «μακροχρόνια στενή στρατηγική σχέση με το Shell Foundation». Τέλος, γνωστή είναι η συνεργασία της Διεθνούς Περιβαλλοντικής προστασίας με τη Walmart, τη Μοnsanto, τη ΒΡ, τη Chevron, την Τοyota, τη Shell και τη McDonald’s· μα, και η γενναιόδωρη ενίσχυση του Ταμείου Περιβαλλοντικής Άμυνας και του Συμβουλίου για την Προστασία των Φυσικών Πόρων από το Ίδρυμα Φορντ.
Φαίνεται ότι κανένα έργο δημοσίου συμφέροντος δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς χρηματοδότηση ύποπτης προέλευσης, καταλήγει στο βιβλίο της «Αυτό αλλάζει τα πάντα» (Λιβάνης) η Ναόμι Κλάιν.
Χωρίς αυτό να μειώνει την τεράστια, ανιδιοτελή προσφορά των απλών μελών- ακτιβιστών αυτών των οργανώσεων στην προσπάθεια προστασίας του περιβάλλοντος κι εν τέλει της ποιότητας ζωής μας.
Κι ίσως εδώ να βρίσκεται η λύση, η δική μας λύση στο «και πέντε» της κλιματικής κατάρρευσης. Με ένα μαζικό κίνημα που δεν θα διεκδικεί απλά το οικολογικό «σουλούπωμα» του καπιταλισμού, αλλά την αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης με την παρεμβολή στο περιβάλλον κι εν τέλει την ανατροπή των υφιστάμενων σχέσεων παραγωγής.
Πάλι εναποθέτετε όλες σας τις ελπίδες στο σοσιαλιστικό επέκεινα; Πάλι αφήνετε τα προβλήματα που καίνε στη δική σας λαοκρατική Δευτέρα Παρουσία;
Απαντούμε: Όχι! Γι’ αυτό στεκόμαστε αταλάντευτα στο πλευρό όσων σήμερα, με τον υπάρχοντα αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, παλεύουν για ένα μέλλον που πιθανότατα να μη ζήσουν οι ίδιοι. Από το Κερατσίνι και τις Σκουριές, μέχρι τον Αμαζόνιο κι από ‘κει στον Βόλο, το αιματοβαμμένο Δέλτα του Νίγηρα και τη Βόρεια Ντακότα. Ένα μωσαϊκό ανθρώπων που δεν βολεύτηκαν με τα τριάντα αργύρια των χορτάτων. Δε σώπασαν. Μίλησαν. Κυνηγήθηκαν. Χτυπήθηκαν. Λοιδορήθηκαν. Διεκδίκησαν όμως το δικαίωμά τους στη ζωή.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Read more: Go to TOP and Bottom