Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Ενώ ο σκοπός της επίσκεψης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Ελλάδα είναι σαφέστατος και συγκεκριμένος, αυτό το οποίο μένει να διευκρινιστεί είναι ο λόγος της πρόσκλησης.
Κατά μία εκτίμηση η επίσκεψη «εκβιάστηκε» από την τουρκική πλευρά, κατά μια άλλη εντάσσεται στους επικοινωνιακούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης Τσίπρα προκειμένου να μετατοπίσει το κέντρο βάρους της δημόσιας συζήτησης μακριά από τους πλειστηριασμούς και τον προϋπολογισμό.
Ανεξαρτήτως της πολιτικής οπτικής με την οποία το θέμα αντιμετωπίζεται, η τελική επίγευση της επίσκεψης μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά πικρή για την ελληνική διπλωματία και τα εθνικά συμφέροντα καθώς υποπέσαμε σε τρία -ελπίζω όχι θανάσιμα- αμαρτήματα.
Το πρώτο αφορά στην πρόσκληση καθεαυτή και την προετοιμασία -προσυνεννόηση μεταξύ των δύο υπουργείων Εξωτερικών. Από τα χρόνια που έζησα στην Ουάσινγκτον, δεν θυμάμαι ποτέ επίσημη επίσκεψη Αμερικανού προέδρου η οποία να μην είχε εκ προοιμίου προβλέψιμα μετρήσιμο αποτέλεσμα.
Το δεύτερο ήταν η στάση του Προκόπη Παυλόπουλου, ο οποίος προφανώς ζήλεψε τη δόξα του Κωστή Στεφανόπουλου στην ιστορική του προσφώνηση προς τον Μπιλ Κλίντον. Δυστυχώς όμως για εκείνον, ο Ταγίπ Ερντογάν δεν διαθέτει την αντίστοιχη αβρότητα και δεν είχε καμία πρόθεση να ζητήσει συγγνώμη για τίποτε, όπως έκανε ο τότε Αμερικανός πρόεδρος για το θέμα της χούντας.
Στην Ελλάδα τα τελευταία 16 χρόνια που ζω καμία επίσκεψη ηγέτη κράτους δεν έχει οδηγήσει σε μετρήσιμα αποτελέσματα.
Ας υποθέσουμε όμως οτι ο πατριωτικός και επιστημονικός του ζήλος δεν του επέτρεψαν να τηρήσει το πρωτόκολλο. Το ερώτημα είναι γιατί αφού ξεκίνησε μια τέτοια αντιπαράθεση δεν την έφτασε ως το τέλος και στην αντιφώνηση «θυμήθηκε» οτι είναι ανεύθυνος άρχων. Διότι η αναφορά έγινε ενώπιον της ελληνικής κυβέρνησης και του αρμόδιου υπουργού των Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, τον οποίο επικαλέστηκε δύο φορές. Άρα το λογικό συμπέρασμα είναι οτι ο Πρόεδρος εκείνη τη στιγμή εξέφραζε τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Αυτό που δεν είναι σαφές είναι αν ο κ. Παυλόπουλος με την τοποθέτησή του επιχειρούσε να «συμμαζέψει» λάθη και αμαρτίες του κ. Κοτζιά τα οποία πραγματοποιήθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου κατά την επίσκεψη προετοιμασίας του υπ. Εξωτερικών στην Άγκυρα ή απλά παρασύρθηκε επικοινωνιακά.
Το τρίτο αμάρτημα έχει να κάνει με τον γενικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι προκλήσεις Ερντογάν σε σχέση με την μειονότητα στη Θράκη. Διότι ναι μεν ο Αλέξης Τσίπρας απάντησε οτι το θέμα του μουφτή είναι εσωτερικό της Ελλάδας, δεν υπενθύμισε ωστόσο στον συνομιλητή του πως πάνω από 100.000 Έλληνες στην Πόλη την Ίμβρο και την Τένεδο για τους οποίους επίσης έχει ρητές προβλέψεις η Συνθήκη της Λωζάννης, εκδιώχθηκαν βίαια.
Και εν πάση περιπτώσει αν ο Ερντογάν θέλει αναθεώρηση και επικαιροποίηση της Συνθήκης, να ξεκινήσουμε ζητώντας πίσω την… Ανατολική Θράκη. Τρέλα θα μου πείτε. Αν όμως οι γείτονες θέλουν να πουλήσουν τρέλα για θέματα που θεωρούσαμε εδώ και έναν αιώνα ρυθμισμένα τότε να το κάνουμε και εμείς και να το κάνουμε σωστά.
Επειδή λοιπόν ο Ερντογάν του 2017 δεν έχει καμία σχέση με τον Ερντογάν του 2004, απαιτείται ιδαίτερη προσοχή στον χειρισμό ενός ηγέτη που πλέον χαρακτηρίζεται ως μη προβλέψιμος και μη ορθολογικός από τις υπηρεσίες ασφαλείας των μεγάλων δυνάμεων.
Αν όντως λοιπόν η τουρκική πλευρά επιθυμεί μια ολική αναθεώρηση της Συνθήκης Λωζάννης και όχι απλά το αναμάσημα ενός θέματος εσωτερικής κατανάλωσης, δεν καταλαβαίνω γιατί το ελληνικό πολιτικό σύστημα ομονοεί σε μια στάση ηττοπάθειας. Οι ελληνικές θέσεις είναι γνωστές και πολύ επεξεργασμένες για τα ζητήματα του Αιγαίου και της υφαλοκρηπίδας. Αν λοιπόν έχουμε να συζητήσουμε κάτι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εφαρμογή της, είτε διμερώς είτε ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
Δυστυχώς για την Τουρκία η οποιαδήποτε διμερής συζήτηση πρέπει να γίνει με συγκεκριμένους κανόνες και αυτοί είναι οι διεθνείς συνθήκες και η γενικώς εφαρμοσμένες πρακτικές των κρατών που τις συνοδεύουν.
Συνεπώς η ελληνική πλευρά δεν έχει λόγο να παίζει αμυντικά και να ανέχεται τις προκλήσεις.
Από την επίσκεψη αυτή λοιπόν, ας κρατήσουμε μόνο την προφορική διαβεβαίωση του Ερντογάν οτι δεν εποφθαλμιά τα εδάφη της Ελλάδας. Από τη στιγμή που η γεωγραφία δεν αλλάζει, μέσα από την επιπολαιότητα και την κακή προετοιμασία αυτής της επίσκεψης , τουλάχιστον το ελληνικό πολιτικό σύστημα ας διδαχθεί για την επόμενη φορά.
ΥΓ.:Μετά από αυτό το τραγικό διήμερο απορώ ποια ομάδα φωστήρων στο ΥΠ.ΕΞ. και το Μέγαρο Μαξίμου είχαν την φαεινή ιδέα της πρόσκλησης αυτού του ανθρώπου η οποία απλώς μας θύμισε ότι τελικά αυτά που μας χωρίζουν είναι πολύ περισσότερα από όσα μας ενώνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου