Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

«Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα»: Στις 22 Ιουνίου 1941 ξεκίνησε η Γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ενωση


Στις 18 Δεκεμβρίου 1940 εκδόθηκε η Οδηγία 21, γνωστή ως «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα», με την οποία ο Χίτλερ διέταξε τον στρατό να ξεκινήσει τις προετοιμασίες για την εισβολή στη Σοβιετική Ενωση. 
Μέχρι το καλοκαίρι του 1941, μετά τη Μάχη της Κρήτης και την πλήρη κατάληψη της Ελλάδας από τις συνδυασμένες δυνάμεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας, ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη βρέθηκε υπό τον έλεγχο του Άξονα.
Μπαρμπαρόσα (Κοκκινογένης στα ιταλικά) ήταν το προσωνύμιο του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Φρειδερίκου Α’, ο οποίος ηγήθηκε των Σταυροφόρων τον 12ο αιώνα. 
Η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου του 1941 και διήρκεσε έως τις 7 Ιανουαρίου 1942, όταν τα γερμανικά στρατεύματα εγκλωβίστηκαν από τον ρωσικό χειμώνα. Ήταν πρελούδιο των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ανατολικό Μέτωπο.
Το Σχέδιο
Την άνοιξη του 1941 η Ναζιστική Γερμανία ήταν κυρίαρχη σχεδόν όλης της Ηπειρωτικής Ευρώπης. Στα ανατολικά της σύνορα με τη Σοβιετική Ένωση επικρατούσε ασυνήθιστη ηρεμία, χάρις στο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ του 1939, που ρύθμιζε τις σχέσεις της με τη μεγάλη γείτονα και ιδεολογική της αντίπαλο. 
Στο μυαλό, όμως, του Χίτλερ, βρισκόταν μια επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης για ιδεολογικούς και πρακτικούς λόγους. Οι Ναζί θεωρούσαν τους Σλάβους κατώτερη φυλή, που άξιζε να είναι υποτελής στους Αρείους, ενώ επιζητούσαν τον ζωτικό χώρο που εξασφάλιζε η αχανής χώρα με το πλούσιο υπέδαφος.
Ο Χίτλερ και οι επιτελείς του πίστευαν ότι θα κάνουν περίπατο στη Ρωσία και μέχρι την έλευση του χειμώνα θα επιτύγχαναν την κατάληψη της Μόσχας και την πτώση του μισητού κομμουνιστικού καθεστώτος. Ο Φύρερ υπολόγιζε στην καλολαδωμένη μηχανή του γερμανικού στρατού, που εκείνη την εποχή δεν είχε αντίπαλο και στην τεχνολογική του υπεροχή. 
Η προετοιμασία της γερμανικής επίθεσης άρχισε από τη Βέρμαχτ το 1940. Η εκπόνηση δύο σχεδίων για την επίθεση, από τους στρατηγούς Έριχ Μαρκς και Φρίντριχ Πάουλους δεν έτυχαν της έγκρισης του Φύρερ. 
Τελικά το οριστικό σχέδιο ενέργειας, υπό την κωδική ονομασία «Μπαρμπαρόσα», αποτέλεσε έμπνευση του ίδιου του Χίτλερ. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, λόγω της τεράστιας απόστασης, προϋπόθεση για την έναρξή του αποτελούσε η κατάκτηση της Κρήτης. 
Τα γερμανικά στρατεύματα θα εφοδιάζονταν πετρέλαιο από τα ρουμανικά διυλιστήρια, τα οποία όμως ήταν εύκολος στόχος από τα συμμαχικά βομβαρδιστικά αν αυτά εφορμούσαν από την Κρήτη. Απαραίτητη λοιπόν προϋπόθεση για της επίθεση στη Ρωσία ήταν πάσει θυσία η κατάληψη της Κρήτης, όπως και έγινε (Μάχη της Κρήτης).
Αφού μελέτησαν την αποτυχημένη εκστρατεία του Μεγάλου Ναπολέοντα στη Ρωσία το 1812, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η εκστρατεία κατά της Ρωσίας θα εκδηλωνόταν από τρία σημεία, με αντικειμενικό στόχο την κατάληψη της Μόσχας. 
Η επίθεση θα ολοκληρωνόταν σε δύο στάδια:
  1. Κατάληψη των πόλεων ΜίνσκΚίεβο (Ουκρανία) και Λένινγκραντ (ΒΔ Ρωσία) πριν την έναρξη του φθινοπώρου και πολιορκία με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις της πρωτεύουσας Μόσχας με στόχο την κατάκτησή της πριν ξεκινήσει ο βαρύς ρωσικός χειμώνας.
  2. Στη συνέχεια, έχοντας τον έλεγχο των σημαντικότερων σοβιετικών πόλεων, οι Γερμανοί θα συνέχιζαν το 1942 να επεκτείνονται στις πλούσιες σε πρώτες ύλες περιοχές του Ντον, του Βόλγα και του Καυκάσου – ιδιαιτέρως του τελευταίου, λόγω των πλούσιων πετρελαιοφόρων κοιτασμάτων του.
Η επίθεση
Ο Χίτλερ κινητοποίησε μια πολεμική μηχανή που όμοιά της δεν είχε δει ο κόσμος μέχρι τότε: πάνω από 3.000.000 στρατιώτες (μεταξύ των οποίων και ρουμάνοι, φινλανδοί, ιταλοί, ούγγροι και Σλοβάκοι), 3.580 άρματα μάχης, 7.000 πυροβόλα και 2.800 αεροπλάνα και 750.000 άλογα. Ο Στάλιν, παρά τις εισηγήσεις των επιτελών του, πίστευε μέχρι το τέλος ότι οι Γερμανοί θα τιμήσουν την υπογραφή τους και δεν θα επιτεθούν.
Η επίθεση της Βέρμαχτ, που αποδείχθηκε σωτήρια για τη Μεγάλη Βρετανία, εκδηλώθηκε με τρεις στρατιές στις 3:15 το πρωί της 22ας Ιουνίου 1941, με τη δικαιολογία ότι ο Κόκκινος Στρατός ετοιμαζόταν να επιτεθεί στη Γερμανία. 
Η Βόρεια Στρατιά υπό τον στρατάρχη Βίλχελμ Ρίτερ φον Λέεμπ εξόρμησε από την Ανατολική Πρωσία προς τα Βαλτικά Κράτη με αντικειμενικό σκοπό το Λένινγκραντ. Η Νότια Στρατιά υπό τον Γκερντ φον Ρούντστεντ εισέδυσε από τη Νότια Πολωνία στην Ουκρανία με στόχο το Κίεβο. Η Κεντρική Στρατιά υπό τον στρατάρχη Φέντορ Φον Μποκ και με τα περίφημα τεθωρακισμένα του Χάιντς Γκουντέριαν θα αναλάμβανε στην επίθεση κατά της Μόσχας. 
Το πλάτος του μετώπου ανερχόταν σε 2.900 χιλιόμετρα. Η εισβολή στη Σοβιετική Ένωση ήταν να εκδηλωθεί στα μέσα Μαΐου, αλλά αναβλήθηκε εξαιτίας της καθυστερημένης άφιξης της άνοιξης στη Ρωσία τη χρονιά εκείνη, αλλά και των στρατιωτικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια. Οι Γερμανοί χρειάστηκαν περίπου δύο μήνες για να καθυποτάξουν την Ελλάδα.
Η Γερμανική εισβολή αιφνιδίασε απόλυτα τη σοβιετική ηγεσία. Ο Κόκκινος Στρατός στα αρχικά στάδια της επίθεσης αποδείχθηκε εύκολη λεία για τους εμπειροπόλεμους άνδρες της Βέρμαχτ, παρότι αντιπαρέταξε περίπου 2.900.000 άνδρες, 12.000 τανκς και 8.000 αεροπλάνα. 
Υπήρχε πρόβλημα ηγεσίας, καθώς πολλοί ανώτατοι αξιωματικοί είχαν πέσει θύματα των σταλινικών εκκαθαρίσεων τη δεκαετία του ’30 και το υλικό ήταν εν πολλοίς απαρχαιωμένο. Όλα αυτά αντισταθμίζονταν από τη γενναιότητα στρατού και λαού, που αγωνιζόταν για την υπεράσπιση της πατρίδας του.
Την πρώτη εβδομάδα των στρατιωτικών επιχειρήσεων τα γερμανικά πάντσερ όχι μόνο είχαν προελάσει σε βάθος 320 χιλιομέτρων και καταλάβει το Μινσκ (σημερινή πρωτεύουσα της Λευκορωσίας), αλλά και είχαν καλύψει το ένα τρίτο του δρόμου για τη Μόσχα. Στο νότιο μέτωπο της Ουκρανίας οι Γερμανοί συνάντησαν μεγαλύτερη αντίσταση και χρειάστηκαν ενισχύσεις από την Κεντρική Στρατιά, γεγονός που καθυστέρησε ακόμη πιο πολύ την επιχείρηση κατάληψη της Μόσχας.
Η Σοβιετική αντίσταση
Η ρωσική αντίσταση ήταν ιδιαίτερα λυσσαλέα κρατώντας ελεύθερες τις δύο μεγαλύτερες πόλεις της ΕΣΣΔ, τη Μόσχα και το Λένινγκραντ, αναπτερώνοντας το ηθικό των κατακτημένων περιοχών που συγκρότησαν αντάρτικες ομάδες καταφέροντας τρομερά χτυπήματα στη ναζιστική μηχανή. Παρόλα αυτά, οι δυνάμεις κατοχής υποστηρίχθηκαν από δωσιλογικά σώματα, αποτελούμενα κυρίως από αντικομμουνιστές ή από μέλη τουρανικών μειονοτήτων του Καυκάσου, που ήλπιζαν ότι ο Χίτλερ θα τους αντάμοιβε με ανεξαρτησία από τη Σοβιετική Ένωση μετά τη λήξη του πολέμου.Ένα μήνα μετά την εισβολή, οι Γερμανοί κατάλαβαν ότι είχαν υποτιμήσει τους Σοβιετικούς και ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις τους δεν εξελισσόταν σε περίπατο.
Πολιορκία Λένινγκραντ
Τον Σεπτέμβριο του 1941, η Βόρεια Στρατιά έφθασε προ των πυλών του Λένινγκραντ. Ο Χίτλερ διέταξε τους στρατηγούς του να μην επιτεθούν στη σημαντική αυτή πόλη, αλλά να την πολιορκήσουν και να την αναγκάσουν να παραδοθεί. Ένα μέρος των δυνάμεών της διατέθηκε στην κεντρική Στρατιά για την τελική επίθεση στη Μόσχα. Το ίδιο διάστημα, η Νότια Στρατιά κατέλαβε με μεγάλες απώλειες το Κίεβο.
Μάχη της Μόσχας
Η τελική επίθεση προς τη Μόσχα υπό την κωδική ονομασία Τυφών ξεκίνησε αρκετά καθυστερημένα, στις 2 Οκτωβρίου 1941, με τον ρωσικό χειμώνα να κάνει δειλά την εμφάνισή του και να προκαλεί εκνευρισμό στους γερμανούς στρατηγούς. Για την υπεράσπιση της πρωτεύουσας ο Στάλιν διέθεσε 800.000 άνδρες, χωρισμένους σε 83 Μεραρχίες. Στις 13 Οκτωβρίου οι Γερμανοί έφθασαν 120 χιλιόμετρα έξω από τη Μόσχα, αλλά η προέλασή τους γινόταν πλέον σε ρυθμούς χελώνας και δεν ξεπερνούσε τα 3 χιλιόμετρα την ημέρα. Στις 7 Νοεμβρίου η εμπροσθοφυλακή του γερμανικού στρατού έφθασε στα περίχωρα της Μόσχας, αντικρίζοντας το οχυρό του Κρεμλίνου.
Οι καιρικές συνθήκες διαρκώς χειροτέρευαν. Βασικός σύμμαχος των αμυνομένων ήταν πλέον ο ρωσικός χειμώνας. Οι γερμανικές δυνάμεις υπέστησαν τεράστιες απώλειες, καθώς δεν ήταν προετοιμασμένες για χειμερινό πόλεμο. Μέσα σε τρεις εβδομάδες 155.000 άνδρες τέθηκαν εκτός μάχης, οι περισσότεροι από κρυοπαγήματα. 
Στις 6 Δεκεμβρίου 1941 ο σοβιετικός στρατηγός Γκεόργκι Ζούκοφ, που υπερασπιζόταν τη Μόσχα, πέρασε στην αντεπίθεση και απώθησε τους Γερμανούς μακριά από τη σοβιετική πρωτεύουσα κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου του 1942.
Η αλλαγή πλάνων
Η αποτυχία της Βέρμαχτ να καταλάβει τη Μόσχα και το Λένινγκραντ πριν το χειμώνα ’41-’42, είχε αρνητικές συνέπειες για την έκβαση της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα. Παρόλο που οι επικεφαλής του πρότειναν στον Χίτλερ να κρατηθεί το Κίεβο και το Μινσκ, ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις να οπισθοχωρήσουν στην Πολωνία μέχρι την άνοιξη, ο Φύρερ τους διέταξε να παραμείνουν. 
Το καλοκαίρι του 1942 ο Χίτλερ ακύρωσε το πρώτο σκέλος του Σχεδίου Μπαρμπαρόσα και έδωσε εντολή να προχωρήσουν στην κατάληψη των πετρελαιοπαραγωγών περιοχών της Κασπίας και του Καυκάσου, σύμφωνα με το δεύτερο σκέλος της επιχείρησης, ώστε να εξασφαλίσει τον εφοδιασμό των μονάδων του για πιθανή μακροχρόνια παραμονή, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για νέα επίθεση κατά της Μόσχας από τα νότια. 
Η απόφαση αυτή αποδείχθηκε εκ των υστέρων μοιραία, διότι ανάγκασε τους στρατηγούς να ανοίξουν ταυτόχρονα δύο καινούρια μέτωπα και να προχωρήσουν πολύ βαθιά στη ρωσική ενδοχώρα, πέρα από τις πραγματικές επιχειρησιακές ικανότητες και τις δυνατότητες ανεφοδιασμού.
Απολογισμός
Η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα στοίχισε στους Γερμανούς 174.000 νεκρούς, 36.000 αγνοουμένους και 604.000 τραυματίες, ενώ ανυπολόγιστος είναι ο αριθμός των Σοβιετικών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Η κατάληψη της Μόσχας και η πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, που ήταν οι στρατηγικοί στόχοι του Χίτλερ, δεν επιτεύχθηκαν. Οι Γερμανοί, όμως, εξακολούθησαν να κατέχουν μεγάλο μέρος της Σοβιετικής Επικράτειας. 
Η ουσιαστική υποχώρηση των Γερμανικών δυνάμεων ξεκίνησε μετά τη Μάχη του Στάλινγκραντ, το Φεβρουάριο του 1943, όπου οι κατοχικές δυνάμεις ηττήθηκαν από τον Κόκκινο Στρατό, στην πλέον αιματηρή συμπλοκή στην ιστορία της ανθρωπότητας, καθώς ο αριθμός των νεκρών εκατέρωθεν υπερέβη το ενάμισι εκατομμύριο. 
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ανατολικό Μέτωπο θα συνεχιστούν, με τον Κόκκινο Στρατό να ανακαταλαμβάνει τη Βαλτική και στη συνέχεια να προελαύνει, τον Απρίλιο 1945, υπό τον Ζούκοφ μέχρι το Βερολίνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Read more: Go to TOP and Bottom