του Νίκου Μπογιόπουλου
Παρατήρηση 1η: Όταν παίζει ο Ολυμπιακός με τον Παναθηναϊκό, η ΑΕΚ με τον ΠΑΟΚ, ο Παναθηναϊκός με την ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ με τον Ολυμπιακό, αυτό είναι ποδόσφαιρο.
Όταν, όμως, παίζει ο Μαρινάκης με τον Μελισσανίδη, ο Μελισσανίδης με τον Σαββίδη, ο Σαββίδης με τον Μαρινάκη και ο Μαρινάκης με τον Αλαφούζο, αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο. Αυτό είναι άλλου τύπου παιχνίδι…
Παρατήρηση 2η: Εδώ και 40 χρόνια επαγγελματικού ποδοσφαίρου, η πολιτική που ακολουθείται (και) στο ποδόσφαιρο «παράγει» διάφορα «διαμάντια»: «Χοντρούς» και «Περίεργους», «Αγαπούλες» και «μπάρμπα-Θωμάδες», «Ρίνγκο» και «Κοκαλιάρηδες», «Τίγρεις» και «Κάου-μπέους». Δεν πρόκειται για ονόματα μαφιόζικων συμμοριών στο Σικάγο. Είναι τα προσωνύμια και τα χαριτωμένα παρατσούκλια ευυπόληπτων παραγόντων που κατά καιρούς διοικούν και ελέγχουν το ελληνικό ποδόσφαιρο…
Τι τρέχει λοιπόν; Τι είδους παιχνίδι είναι αυτό που παρακολουθούμε με τους μεν να κατηγορούν τους δε ως «νονούς» και εγκεφάλους «εγκληματικών συμμοριών»; Τι σόι ματς είναι αυτό όταν κυβέρνηση και αντιπολίτευση μοιάζουν να στοιχίζονται πίσω τους και να τσακώνονται για τα «μάτια» τους στη Βουλή, ανταλλάσοντας μύδρους μεταξύ τους ότι η μια εξυπηρετεί τον τάδε εφοπλιστή-ποδοσφαιροπαράγοντα και η άλλη τον δείνα ολιγάρχη-ποδοσφαιροπαράγοντα;
Τι είδους παιχνίδι είναι αυτό που, πίσω από τη βιτρίνα του ποδοσφαίρου, το παρασκήνιο μιλάει για ένα κλωτσοσκούφι εξουσίας που περιλαμβάνει από εξυπηρετήσεις, διευκολύνσεις και αρπαγή χρυσοφόρων δημόσιων οργανισμών μέχρι κρατικό χρήμα, μιντιακά συγκροτήματα και «προσυμφωνημένες αποκρατικοποιήσεις»;
Όλα αυτά συνιστούν τις πολλές όψεις της αθλιότητας, της εξαχρείωσης, της ατομικής και οπαδικής αλλοτρίωσης, της μπίζνας που ονομάζεται «επαγγελματικό ποδόσφαιρο». Και που δεν θα μπορούσε παρά να παίζεται -μέσα και έξω από τα γήπεδα- σύμφωνα με τους κανόνες, τα ήθη και τις μεθόδους που αρμόζουν σε ένα σύστημα που αφού έχει ως ευαγγέλιο τον «ανταγωνισμό» δεν μπορεί παρά όποιος θέλει να πάρει τη θέση του «Θεού» στο Κολοσσαίο να ποζάρει σαν ο «καπετάν γαμάω».
Αυτό το καθεστώς, που στα γήπεδά του παίζεται το επαγγελματικό ποδόσφαιρο των Ανωνύμων Εταιρειών με τα τρανταχτά επώνυμα των VΙΡ και των μεγαλομετόχων, δεν είναι παρά η κοινωνία που ελέγχεται από τους κατά καιρούς ανταγωνιζόμενους πετρελαιάδες-προέδρους. Τους αντιπαρατιθέμενους τραπεζίτες-προέδρους. Τους «εμπόλεμους» εφοπλιστές-προέδρους. Τους βιομηχάνους-προέδρους. Τους μιντιάδες-προέδρους. Ενίοτε από την παρέα δεν λείπουν και οι πρόεδροι-θαμώνες του Κορυδαλλού…
Το ποδόσφαιρο – ειδικά σε μια χώρα όπου η σαπίλα ξεπερνάει τη σαπίλα της Δανιμαρκίας – δεν θα μπορούσε παρά να επιλέγεται ως προνομιούχος αρένα για τα σαρκοφάγα και τα πιράνχας του συστήματος, που μαζί με τα πετρέλαια, τα λιμάνια, τους δρόμους, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια, τα μίντια, ελέγχουν και το ποδόσφαιρο.
Το πρώτο θύμα τούτης της αδυσώπητης αρένας συμφερόντων και ανταγωνισμών είναι η ίδια η μπάλα. Πράγμα απολύτως λογικό, αφ’ ης στιγμής δικό τους είναι το σάπιο αυτό «εμπόρευμα» που παράγεται μέσα και έξω από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Σάρκα από τη σάρκα τους. Γέννημα κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των «αφεντικών» του. Αυτού του ποδοσφαίρου που βρωμάει (και βρωμάει όπως ακριβώς το ψάρι: από το κεφάλι) η «βιτρίνα» κάθε τρεις και λίγο θρυμματίζεται. Αποκαλύπτοντας το θέαμα της χρεοκοπίας -ποιων άλλων;- των «αφεντικών» του.
Η κατάσταση στο εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί όπως περίπου όλα τα πράγματα στην ελληνική κοινωνία: Οι «ισχυροί» και οι «ξύπνιοι» του χρήματος άλωσαν το ποδόσφαιρο, αυτόν τον εξαιρετικά προνομιακό χώρο για τη φιλοτέχνηση του προφίλ τους και την προώθηση της κάθε λογής επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Σ’ αυτό το «παιχνίδι» εξουσίας, κοινωνικής καταξίωσης και επιχειρηματικής διείσδυσης τυγχάνουν εφαρμογής όλοι οι κανόνες της αγοράς και βρίσκουν θέση όλα τα αγοραία μπουμπούκια του συστήματος: επιφανείς λεφτάδες, μαριονέτες, τύποι του υποκόσμου…
Βασικό μέλημα των παραπάνω «παραγόντων» είναι, με εφόδιο τη «θρησκεία» της μπάλας, να εισβάλουν στη συνείδηση της εξέδρας, σαν «θεοί» της εκάστοτε ΠΑΕ και μέσω αυτής να ασκήσουν κοινωνική-πολιτική πίεση. Για το χτίσιμο του βασιλείου τους, στην αρχή έχουν ανάγκη από τους «πιστούς οπαδούς» της ομάδας, που με κατάλληλες κινήσεις τους μετατρέπουν σε «ιδιωτικούς στρατούς».
Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι «ειδικά τάγματα» αυτού του «ιδιωτικού στρατού» δεν χρησιμοποιούνται για «ειδικές αποστολές» έρχεται ενίοτε η στιγμή που λειτουργούν ανεξάρτητα από τη θέληση του «προέδρου – αφεντικού», δημιουργώντας του πρόβλημα. Αλλά ακόμα και τότε, ο εκάστοτε κύριος πρόεδρος, όταν δεν τους προστατεύει («αυτούς τους φιλάθλους έχουμε, δεν θα τους αλλάξουμε» έλεγε παλιότερα ο Κόκκαλης για διάφορα τυπάκια που διασύρουν την ιστορία του Ολυμπιακού), το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να πετάξει από πάνω του το στίγμα του δόκτορα Φρανκενστάιν.
Όση υποκρισία όμως και αν διακινηθεί από τις ΠΑΕ ή τις κυβερνήσεις, είναι πανθομολογούμενο: το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι πια το βασίλειο των Φρανκενστάιν. Σάπιο και αδιόρθωτο, ανεξάρτητα από τις διακηρυγμένες «καλές προθέσεις» όσων θέλουν ή λένε ότι θέλουν να το «εξυγιάνουν».
Μιλούν για «αθλητισμό και πολιτισμό». Μια εικόνα της πορείας που έχει πάρει το ποδόσφαιρο στα χέρια τους είναι τούτη: Παλιά οι μανάδες έστελναν τα παιδιά τους στον αθλητισμό για να τα προφυλάξουν από τις «κακές συνήθειες» και τις «κακές παρέες», για να «μην μπλέξουν». Αλλά στο ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο κάποια στιγμή έφτασαν να ελέγχουν τις τύχες ομάδων άτομα που κατηγορούν ο ένας τον άλλον πως η θέση του είναι στη φυλακή, που ένας αποκαλεί τον άλλον «ναρκέμπορα» και άλλος τον πρώτο «λαθρέμπορα»…
Στο ποδόσφαιρο-εμπόριο φιγουράρουν τύποι που μόνο και να τους κοιτάξεις… λερώνεσαι. Στα τραπέζια παρά τω πλευρώ του εκάστοτε υπουργού Αθλητισμού και μάλιστα στις συνεδριάσεις για την αντιμετώπιση της βίας στα γήπεδα, φτάσαμε να βλέπουμε να συμμετέχουν ακόμα και παράγοντες που (όταν δεν εισβάλουν στα γήπεδα ή δεν παίζουν ξύλο με άλλες «φίρμες» του δημόσιου βίου στις πλατείες και τους δρόμους του Κολωνακίου) γδύνουν διαιτητές και μετατρέπουν συνεδριάσεις της ΕΠΑΕ σε ρινγκ όπου πλακώνονταν με άλλους ποδοσφαιροπαράγοντες. Πόσοι τέτοιοι δεν πέρασαν στα 40 χρόνια επαγγελματικού ποδοσφαίρου από τα πόστα του ποδοσφαιρικού βασιλείου και πόσοι απ’ αυτούς δεν είχαν αναλάβει να «διορθώσουν» την κατάσταση στο χώρο του ποδοσφαίρου;
Ναι, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Όλοι αυτοί που αλληλοκατηγορούνται για φαινόμενα ανυποληψίας, ίντριγκας, παρανομίας, ατιμίας και βίας μέσα και έξω από τα γήπεδα, αποφεύγουν πάντα να μιλούν για την πολύμορφη βία στην οποία πρωταγωνιστούν οι ίδιοι. Μια βία ποιοτικά «ανώτερη» από της εξέδρας, μια βία που λειτουργεί (συνειδητά ή ασυνείδητα) σαν «πρότυπο» για τους αφιονισμένους.
Ιδού μερικά τέτοια «πρότυπα» (σσ: πολύ πριν ο Σαββίδης μπουκάρει στον αγωνιστικό χώρο με το περίστροφο περασμένο στο ζωνάρι του):
- Πιστολιές μέσα στο χώρο των VIP στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, όταν θεωρήθηκε ότι ο πρόεδρος της ΕΠΑΕ Β. Μητρόπουλος αδικούσε την ΑΕΚ…
- Προεδρεύων του Παναθηναϊκού να συμμετέχει στον ξυλοδαρμό διαιτητή στο γήπεδο της Λ.Αλεξάνδρας επειδή στα τελευταία λεπτά του αγώνα έδωσε πέναλτι υπέρ του Ολυμπιακού…
- «Ηρωικές έφοδοι» προέδρου κατά του επόπτη στο ματς Παναθηναϊκός-Εθνικός, με το φακό να αποθανατίζει το κουμπούρι περασμένο στη ζώνη του παντελονιού του…
- «Παράγοντες» που μπαίνουν στα γήπεδα, ξυλοφορτώνουν καμέραμαν και ανοίγουν τις πόρτες για να εισβάλουν μαινόμενοι οπαδοί, όπως τα σχετικά «ανδραγαθήματα» του Σαλιαρέλη στο στάδιο Καραϊσκάκη, στον αγώνα Ολυμπιακός-Αθηναϊκός…
Σ’ αυτό το επαγγελματικό ποδόσφαιρο άνθρωποι δολοφονούνται από κροτίδες στις κερκίδες ή από μαχαίρια στους δρόμους, χουλιγκάνοι στήνουν καρτέρια με σουγιάδες και λοστάρια στα σοκάκια, δημοσιογράφοι μαχαιρώνονταν (Συρίγος, Στέλλας) και άλλοι δέχονται «περιποιήσεις» από φουσκωτούς, σ’ αυτό το επαγγελματικό ποδόσφαιρο γίνονταν υφυπουργοί άτομα σαν εκείνον που τον έμαθε το πανελλήνιο βλέποντάς τον να κυνηγάει τον διαιτητή στο γήπεδο της Καβάλας, εδώ είναι που η «παράγκα» μετατρέπεται σε παρθεναγωγείο όταν μεθοδεύονται οι χαριστικές ρυθμίσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων προς τις ΠΑΕ από εκείνους που με την ίδια ευκολία ξεπαστρεύουν λόγω «χρεών» την περιουσία του λαού, από ΟΠΑΠ μέχρι αυτοκινητόδρομους και από ξενοδοχεία μέχρι λιμάνια και βιομηχανίες…
Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο απ’ όσα μπορεί να μνημονεύσει κανείς προς όσους αναζητούν το άλλοθι να πέφτουν από τα σύννεφα με τα όσα συμβαίνουν σήμερα εντός και πέριξ του ποδοσφαίρου. Η ποδοσφαιρική «παραγκούπολη» (που όλο… ξηλώνεται) δεν προέκυψε από παρθενογένεση. Είναι το νομιμοποιημένο αυθαίρετο της κυρίαρχης πολιτικής. Είναι το μήλον της έριδος μεταξύ χαλίφηδων και επίδοξων χαλίφηδων που έχουν μεταφέρει στο ποδόσφαιρο το σπορ της αρπαχτής, της διαφθοράς, της διαπλοκής, του γκαγκστερικού ανταγωνισμού.
Και πώς μπαίνει τέλος σ’ αυτή την τερατογένεση; Με έναν και μόνο τρόπο: Με την έξωση από το ποδόσφαιρο όλων αυτών των εμπόρων που το καπηλεύονται. Με την απαγόρευση κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας στο ποδόσφαιρο και στον αθλητισμό γενικότερα.
Μα αυτό δεν είναι «ρεαλιστικό», αντιτείνουν πολλοί. Απαντάμε: Να παλεύει κανείς για την έξωση όλων αυτών από το ποδόσφαιρο (και από τη ζωή μας) είναι απείρως ρεαλιστικότερο από το να πιστεύει κανείς ότι το ποδόσφαιρο (και η ζωή μας) θα «εξυγιανθεί» όσο αυτοί και η πολιτική που τους θρέφει θα συνεχίσουν να ελέγχουν το ποδόσφαιρο (και τη ζωή μας).
Σημ:(το σημερινό μας κείμενο είναι επικαιροποιημένο άρθρο που δημοσιεύτηκε πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2014 στο περιοδικό Unfollow)
από ημεροδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου