Ψάχνουν ακόμη απαντήσεις για τον θάνατό του
της ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ
«Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, το κλίμα για εμάς είναι βαρύ. Υπάρχει μια νευρικότητα». Ο Παναγιώτης Τσαλικίδης μου μιλούσε με παύσεις, ψάχνοντας να βρει τις σωστές λέξεις.
Στις 9 Μαρτίου του 2005, βρήκε τον αδελφό του Κώστα νεκρό, κρεμασμένο στο διαμέρισμά του στον Κολωνό, και 13 χρόνια τώρα, η οικογένειά του προσπαθεί να βρει απαντήσεις για το τι ακριβώς του είχε συμβεί. «Για κακή μας τύχη ήμασταν μια οικογένεια ιδιαίτερα δεμένη. Ισως για αυτό η απώλειά του ήταν για εμάς απλά μη διαχειρίσιμη. Μας διέλυσε», εξηγεί στην «Κ».
Ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια έχει αναγκαστεί να εντρυφήσει σε όρους ιατροδικαστικούς, νομικούς, να μάθει για τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό για να συναντήσει ειδικούς, ακόμα και εν δυνάμει πληροφοριοδότες, και έχει κληθεί αμέτρητες φορές να καταθέσει στην ελληνική Δικαιοσύνη για τον θάνατο του αδελφού του.
«Δεν υπήρχε τίποτα στην προσωπική του ζωή που μπορεί να τον οδηγούσε στην αυτοκτονία», εξηγεί. «Ηταν ερωτευμένος, έψαχνε με την αρραβωνιαστικιά του για σπίτι, προγραμμάτιζε ταξίδι».
Ως προϊστάμενος του τμήματος σχεδίασης του Τομέα Δικτύου Μεταγωγής στη Vodafone είχε αναλάβει τον επανασχεδιασμό του δικτύου ενόψει Ολυμπιακών, αλλά και τη μετάβασή του στη γενιά 3G. Τις εβδομάδες πριν από τον θάνατό του ήταν υπό μεγάλη πίεση στη δουλειά του. Ολα συνηγορούν ότι ο θάνατός του ήταν συνδεδεμένος με τις υποκλοπές. Η οικογένειά του συνεχίζει μέχρι σήμερα να πιστεύει πως επήλθε από την επέμβαση κάποιου τρίτου.
Η απόφαση
Φέτος είναι ίσως η πρώτη χρονιά που νιώθουν συγκρατημένη αισιοδοξία για την υπόθεση. Χάρη στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που καταδίκασε το ελληνικό κράτος για τον τρόπο που τη χειρίστηκε, ο φάκελος της υπόθεσης άνοιξε ξανά και τους τελευταίους μήνες οι συνθήκες του θανάτου του Κώστα Τσαλικίδη ερευνώνται εκ νέου από τον εισαγγελέα Εφετών Γρηγόρη Πεπόνη.
Η διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών ξεκινάει θεωρητικά την επομένη του θανάτου του Τσαλικίδη. Τότε, στις 10 Μαρτίου, ο πρώην επικεφαλής της Vodafone Γιώργος Κορωνιάς ζητάει συνάντηση από την πολιτική ηγεσία. Μπορεί όλοι να θεωρούσαν πως το θέμα είχε κλείσει με την τελετή λήξης των Αγώνων, αλλά στα τέλη Ιανουαρίου του 2005 κάποιος είχε επιχειρήσει να εισαγάγει ένα πρόσθετο παράνομο λογισμικό σε κέντρο της Vodafone στην Παιανία. Ο κ. Κορωνιάς τους ενημερώνει μεταξύ άλλων πως στις αρχές Μαρτίου είχε εντοπιστεί το λογισμικό και πως στις 8 Μαρτίου είχε δώσει εντολή να αφαιρεθεί.
Μετά την ενημέρωση αυτή, οι παρακολουθήσεις των τηλεφώνων παραπέμπονται σε άκρως μυστική προκαταρκτική εξέταση αλλά και στην ΕΥΠ. Η ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών), που αποτελεί την αρμόδια ανεξάρτητη αρχή, δεν ειδοποιείται, ενώ ο θάνατος του Τσαλικίδη αντιμετωπίζεται ως απλή σύμπτωση: η υπόθεση αφήνεται στην ΕΛ.ΑΣ. χωρίς να συσχετιστεί ή να ενημερωθεί η οικογένεια, η οποία όλο εκείνο το διάστημα ήταν στο σκοτάδι.
Οταν 11 μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2006, ο Παναγιώτης ακούει από το ραδιόφωνο ότι σε συνέντευξη Τύπου ανακοινώθηκε το θέμα των υποκλοπών, παγώνει. «Μόλις άκουσα τις ημερομηνίες, κατάλαβα ότι ήταν άρρηκτα δεμένες με τον θάνατο του Κώστα», εξηγεί. Τις αμέσως επόμενες ημέρες ζητάει από την Εισαγγελία τον φάκελο της υπόθεσης και τον βρίσκει κενό.
Πόρισμα και υποσχέσεις
Την υπόθεση αναλαμβάνει ο κ. Διώτης. Είναι ο πρώτος που θα ζητήσει να συσχετιστούν οι δύο υποθέσεις –αυτή των υποκλοπών και του θανάτου– και θα ζητήσει την περαιτέρω διερεύνησή τους.
Η έρευνα που ακολουθεί όμως καταλήγει σε ένα πόρισμα χωρίς ούτε μία αναφορά στον θάνατο. Η οικογένεια δεν το βάζει κάτω, με δύο τεχνικούς συμβούλους (οι οποίοι θεωρούν πως δεν επρόκειτο για αυτοκτονία) αναδεικνύουν σειρά από παραλείψεις στον τρόπο που χειρίστηκε το κράτος το ιατροδικαστικό κομμάτι και έτσι καταφέρνουν την ανάσυρση της υπόθεσης αλλά και την εκταφή του νεκρού τους (αίτημα που τους είχαν απορρίψει πολλές φορές τα προηγούμενα χρόνια).
Οι ιατροδικαστές που ορίζει η Εισαγγελία συμφωνούν πως κάποια ευρήματα πράγματι δεν συνάδουν με αυτοκτονία. Είχαν περάσει όμως επτά χρόνια και έτσι δεν μπορούν να πιστοποιήσουν με βεβαιότητα εάν τα ευρήματα αυτά είχαν αλλοιωθεί πριν ή μετά τον θάνατο.
«Θα τους πιάσουμε αυτούς που ευθύνονται για τον χαμό του αδελφού σου», του είχε πει χαρακτηριστικά εισαγγελέας που είχε χειριστεί την υπόθεση. Ολα αυτά τα χρόνια είναι πολλοί αυτοί που τους είχαν δώσει ελπίδες, χωρίς ποτέ να υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα.
Εν τω μεταξύ, το 2012 η υπόθεση των υποκλοπών πέρασε στον εισαγγελέα Φούκα. Εκείνος τη συγχώνευσε με διάφορες άλλες υποθέσεις που αφορούν στελέχη της ΕΥΠ, ακόμη και με την υπόθεση απόπειρας δολοφονίας Καραμανλή, όχι όμως με τον θάνατο Τσαλικίδη. Η οικογένειά του δεν καλείται καν να καταθέσει.
Τα ερωτήματα
«Το πώς ξεκίνησαν οι παρακολουθήσεις ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων και η εμπλοκή των αμερικανικών υπηρεσιών σε εκείνη τη φάση είναι λίγο-πολύ γνωστά», εξηγεί ο Παν. Τσαλικίδης.
«Αυτό που δεν διερευνήθηκε ποτέ από την ελληνική Δικαιοσύνη ήταν αφενός το ποια ήταν η συνδρομή από το εσωτερικό της εταιρείας και της τότε κυβέρνησης και το κυριότερο τι συνέβη μετά τους Αγώνες: το ποιος σκόπευε να συνεχίσει τις παρακολουθήσεις, το γιατί η εταιρεία αφαίρεσε το λογισμικό – χάνοντας έτσι τη μοναδική ευκαιρία να εντοπιστεί ο υπεύθυνος».
Οσον αφορά την υπόθεση του αδελφού του, ουδέποτε ενημερώθηκε από την εταιρεία για το πώς είχαν διαχειριστεί την κρίση που είχε ξεσπάσει τις εβδομάδες πριν από τον θάνατό του, ουδέποτε έγινε δεκτό το αίτημα για πρόσβαση στα αρχεία του.
Ολες οι μηνύσεις που έκανε η οικογένεια κατά της εταιρείας μπήκαν στο αρχείο. Η απόφαση που θα βγάλει το επόμενο διάστημα ο κ. Πεπόνης είναι για αυτούς η ευκαιρία να λάβουν κάποιες απαντήσεις. «Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι κάποια στιγμή θα μιλήσουν για το τι συνέβη», καταλήγει.
http://www.kathimerini.gr/
της ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ
«Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, το κλίμα για εμάς είναι βαρύ. Υπάρχει μια νευρικότητα». Ο Παναγιώτης Τσαλικίδης μου μιλούσε με παύσεις, ψάχνοντας να βρει τις σωστές λέξεις.
Στις 9 Μαρτίου του 2005, βρήκε τον αδελφό του Κώστα νεκρό, κρεμασμένο στο διαμέρισμά του στον Κολωνό, και 13 χρόνια τώρα, η οικογένειά του προσπαθεί να βρει απαντήσεις για το τι ακριβώς του είχε συμβεί. «Για κακή μας τύχη ήμασταν μια οικογένεια ιδιαίτερα δεμένη. Ισως για αυτό η απώλειά του ήταν για εμάς απλά μη διαχειρίσιμη. Μας διέλυσε», εξηγεί στην «Κ».
Ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια έχει αναγκαστεί να εντρυφήσει σε όρους ιατροδικαστικούς, νομικούς, να μάθει για τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό για να συναντήσει ειδικούς, ακόμα και εν δυνάμει πληροφοριοδότες, και έχει κληθεί αμέτρητες φορές να καταθέσει στην ελληνική Δικαιοσύνη για τον θάνατο του αδελφού του.
«Δεν υπήρχε τίποτα στην προσωπική του ζωή που μπορεί να τον οδηγούσε στην αυτοκτονία», εξηγεί. «Ηταν ερωτευμένος, έψαχνε με την αρραβωνιαστικιά του για σπίτι, προγραμμάτιζε ταξίδι».
Ως προϊστάμενος του τμήματος σχεδίασης του Τομέα Δικτύου Μεταγωγής στη Vodafone είχε αναλάβει τον επανασχεδιασμό του δικτύου ενόψει Ολυμπιακών, αλλά και τη μετάβασή του στη γενιά 3G. Τις εβδομάδες πριν από τον θάνατό του ήταν υπό μεγάλη πίεση στη δουλειά του. Ολα συνηγορούν ότι ο θάνατός του ήταν συνδεδεμένος με τις υποκλοπές. Η οικογένειά του συνεχίζει μέχρι σήμερα να πιστεύει πως επήλθε από την επέμβαση κάποιου τρίτου.
Η απόφαση
Φέτος είναι ίσως η πρώτη χρονιά που νιώθουν συγκρατημένη αισιοδοξία για την υπόθεση. Χάρη στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που καταδίκασε το ελληνικό κράτος για τον τρόπο που τη χειρίστηκε, ο φάκελος της υπόθεσης άνοιξε ξανά και τους τελευταίους μήνες οι συνθήκες του θανάτου του Κώστα Τσαλικίδη ερευνώνται εκ νέου από τον εισαγγελέα Εφετών Γρηγόρη Πεπόνη.
Η διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών ξεκινάει θεωρητικά την επομένη του θανάτου του Τσαλικίδη. Τότε, στις 10 Μαρτίου, ο πρώην επικεφαλής της Vodafone Γιώργος Κορωνιάς ζητάει συνάντηση από την πολιτική ηγεσία. Μπορεί όλοι να θεωρούσαν πως το θέμα είχε κλείσει με την τελετή λήξης των Αγώνων, αλλά στα τέλη Ιανουαρίου του 2005 κάποιος είχε επιχειρήσει να εισαγάγει ένα πρόσθετο παράνομο λογισμικό σε κέντρο της Vodafone στην Παιανία. Ο κ. Κορωνιάς τους ενημερώνει μεταξύ άλλων πως στις αρχές Μαρτίου είχε εντοπιστεί το λογισμικό και πως στις 8 Μαρτίου είχε δώσει εντολή να αφαιρεθεί.
Μετά την ενημέρωση αυτή, οι παρακολουθήσεις των τηλεφώνων παραπέμπονται σε άκρως μυστική προκαταρκτική εξέταση αλλά και στην ΕΥΠ. Η ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών), που αποτελεί την αρμόδια ανεξάρτητη αρχή, δεν ειδοποιείται, ενώ ο θάνατος του Τσαλικίδη αντιμετωπίζεται ως απλή σύμπτωση: η υπόθεση αφήνεται στην ΕΛ.ΑΣ. χωρίς να συσχετιστεί ή να ενημερωθεί η οικογένεια, η οποία όλο εκείνο το διάστημα ήταν στο σκοτάδι.
Οταν 11 μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2006, ο Παναγιώτης ακούει από το ραδιόφωνο ότι σε συνέντευξη Τύπου ανακοινώθηκε το θέμα των υποκλοπών, παγώνει. «Μόλις άκουσα τις ημερομηνίες, κατάλαβα ότι ήταν άρρηκτα δεμένες με τον θάνατο του Κώστα», εξηγεί. Τις αμέσως επόμενες ημέρες ζητάει από την Εισαγγελία τον φάκελο της υπόθεσης και τον βρίσκει κενό.
Πόρισμα και υποσχέσεις
Την υπόθεση αναλαμβάνει ο κ. Διώτης. Είναι ο πρώτος που θα ζητήσει να συσχετιστούν οι δύο υποθέσεις –αυτή των υποκλοπών και του θανάτου– και θα ζητήσει την περαιτέρω διερεύνησή τους.
Η έρευνα που ακολουθεί όμως καταλήγει σε ένα πόρισμα χωρίς ούτε μία αναφορά στον θάνατο. Η οικογένεια δεν το βάζει κάτω, με δύο τεχνικούς συμβούλους (οι οποίοι θεωρούν πως δεν επρόκειτο για αυτοκτονία) αναδεικνύουν σειρά από παραλείψεις στον τρόπο που χειρίστηκε το κράτος το ιατροδικαστικό κομμάτι και έτσι καταφέρνουν την ανάσυρση της υπόθεσης αλλά και την εκταφή του νεκρού τους (αίτημα που τους είχαν απορρίψει πολλές φορές τα προηγούμενα χρόνια).
Οι ιατροδικαστές που ορίζει η Εισαγγελία συμφωνούν πως κάποια ευρήματα πράγματι δεν συνάδουν με αυτοκτονία. Είχαν περάσει όμως επτά χρόνια και έτσι δεν μπορούν να πιστοποιήσουν με βεβαιότητα εάν τα ευρήματα αυτά είχαν αλλοιωθεί πριν ή μετά τον θάνατο.
«Θα τους πιάσουμε αυτούς που ευθύνονται για τον χαμό του αδελφού σου», του είχε πει χαρακτηριστικά εισαγγελέας που είχε χειριστεί την υπόθεση. Ολα αυτά τα χρόνια είναι πολλοί αυτοί που τους είχαν δώσει ελπίδες, χωρίς ποτέ να υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα.
Εν τω μεταξύ, το 2012 η υπόθεση των υποκλοπών πέρασε στον εισαγγελέα Φούκα. Εκείνος τη συγχώνευσε με διάφορες άλλες υποθέσεις που αφορούν στελέχη της ΕΥΠ, ακόμη και με την υπόθεση απόπειρας δολοφονίας Καραμανλή, όχι όμως με τον θάνατο Τσαλικίδη. Η οικογένειά του δεν καλείται καν να καταθέσει.
Τα ερωτήματα
«Το πώς ξεκίνησαν οι παρακολουθήσεις ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων και η εμπλοκή των αμερικανικών υπηρεσιών σε εκείνη τη φάση είναι λίγο-πολύ γνωστά», εξηγεί ο Παν. Τσαλικίδης.
«Αυτό που δεν διερευνήθηκε ποτέ από την ελληνική Δικαιοσύνη ήταν αφενός το ποια ήταν η συνδρομή από το εσωτερικό της εταιρείας και της τότε κυβέρνησης και το κυριότερο τι συνέβη μετά τους Αγώνες: το ποιος σκόπευε να συνεχίσει τις παρακολουθήσεις, το γιατί η εταιρεία αφαίρεσε το λογισμικό – χάνοντας έτσι τη μοναδική ευκαιρία να εντοπιστεί ο υπεύθυνος».
Οσον αφορά την υπόθεση του αδελφού του, ουδέποτε ενημερώθηκε από την εταιρεία για το πώς είχαν διαχειριστεί την κρίση που είχε ξεσπάσει τις εβδομάδες πριν από τον θάνατό του, ουδέποτε έγινε δεκτό το αίτημα για πρόσβαση στα αρχεία του.
Ολες οι μηνύσεις που έκανε η οικογένεια κατά της εταιρείας μπήκαν στο αρχείο. Η απόφαση που θα βγάλει το επόμενο διάστημα ο κ. Πεπόνης είναι για αυτούς η ευκαιρία να λάβουν κάποιες απαντήσεις. «Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι κάποια στιγμή θα μιλήσουν για το τι συνέβη», καταλήγει.
http://www.kathimerini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου