της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΜΥΡΙΛΛΑ
Το κράτος ως νέος ιδιοκτήτης το «καθαρίζει» από τα οικονομικά βαρίδια που δημιούργησε η ιδιωτικοοικονομική του «αίγλη», αφαιρεί βάρη από το εργασιακό κόστος, καταστρώνει μοντέλα ευέλικτης εργασίας και ταυτόχρονα το απαξιώνει.
Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα;
Δεν έχει περάσει ένας μήνας από την ημέρα όπου κλιμάκιο της Επιθεώρησης Εργασίας επισκέφθηκε το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και διαπίστωσε αυτό που περίπου τις ίδιες ημέρες κατήγγειλε με ανακοίνωσή του και το Σωματείο των εργαζομένων του Μεγάρου, δηλαδή καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών μέχρι και τρεις μήνες.
Οι εργαζόμενοι, οι οποίοι είχαν δεχθεί μειώσεις μισθών πριν ακόμα το Μέγαρο περάσει στην κυριότητα του κράτους το Φεβρουάριο του 2016, οπότε εντάχθηκαν στο Ενιαίο Μισθολόγιο, είναι εκείνοι που σηκώνουν το βάρος και της διάσωσής του και ουσιαστικά «ξεχρεώνουν» ό,τι άφησε πίσω της η ιδιωτική διαχείριση, είναι εκείνοι που καλούνται να θυσιαστούν στο όνομα της μείωσης του κόστους λειτουργίας. Είναι όμως και εκείνοι που θα μπουν στο δοκιμαστικό σωλήνα των «νέων» και «ευέλικτων» εργασιακών σχέσεων και μάλιστα μέσα σε ένα πλαίσιο υποτιθέμενης «συνεννόησης» και «συνεργασίας» με τη Διοίκηση υπό το μότο «όλοι μαζί για να σώσουμε το Μέγαρο».
Συντάχτηκε, λοιπόν, από τη Διοίκηση του οργανισμού, επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση με την οποία «διευθετείται» το ωράριο εργασίας ως εξής: καταργούνται η πενθήμερη εργασία και οι υπερωρίες και εφαρμόζεται 6ήμερη εργασία με 10ωρη βάρδια. Ως αντάλλαγμα στην αύξηση των ημερών και ωρών εργασίας χωρίς την αντίστοιχη αμοιβή προβλέπεται να δίνονται ρεπό ή περισσότερες ημέρες άδειας στις περιόδους μειωμένης απασχόλησης κατά τις οποίες δεν υπάρχουν πολλές εκδηλώσεις. Οσοι εργαζόμενοι δεν επιθυμούν να ενταχθούν σε αυτή τη ρύθμιση θα πρέπει να το δηλώσουν με υπεύθυνη δήλωση. Ετσι, όχι μόνο επιχειρείται να καταστρατηγηθεί το ωράριο, όχι μόνο επιχειρείται να καταργηθεί η αμοιβή για την εργασία, αλλά δημιουργείται και το έδαφος για να καλλιεργηθεί η συνθήκη του «διαίρει και βασίλευε» με εργαζόμενους πολλών ταχυτήτων.
Το παραπάνω δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά συνέχεια και προδιαγεγραμμένη εξέλιξη της συνολικής πορείας του Μεγάρου Μουσικής από τη στιγμή που δημιουργήθηκε μέχρι και τη στιγμή που πέρασε στα χέρια του κράτους. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και ένα ακόμα επεισόδιο στα όσα δυσμενή συμβαίνουν στο χώρο του πολιτισμού. Στην περίπτωση του Μεγάρου συμπυκνώνεται με αποκαλυπτικό τρόπο η στρατηγική επιλογή των ελληνικών κυβερνήσεων και φυσικά της Ε. Ε. της πλήρους εμπορευματοποίησης του πολιτιστικού προϊόντος και μάλιστα με τις χρηματοδοτικές «πλάτες» του δημοσίου.
Επιβλήθηκε ως κτηριακός όγκος και πολιτιστικός οργανισμός με τη στήριξη του κράτους τόσο την οικονομική όσο και τη νομοθετική. Οι επιχορηγήσεις που δεχόταν ήταν τόσο γαλαντόμες που ξεπερνούσαν σκανδαλωδώς κάθε άλλη οικονομική συνδρομή εκ μέρους του κράτους σε θεσμούς με ιστορία και παράδοση χρόνων. Όταν το 2003 τα Μέγαρα Αθηνών και Θεσσαλονίκης έπαιρναν από τον κρατικό προϋπολογισμό περίπου 12 εκ. ευρώ, για όλα τα ΔΗΠΕΘΕ της χώρας προβλέποντας μόλις 3 εκ. ευρώ! Την ίδια χρονιά, το 2003, ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλος έλεγε ότι για την επέκταση του Μεγάρου στο Πάρκο Ελευθερίας το δημόσιο κατέβαλε 60 δις. δραχμές. Αλλά δεν έκανε μόνο αυτό. Αλλεπάλληλες υπουργικές αποφάσεις και Προεδρικά Διατάγματα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ κατοχύρωναν την παραχώρηση του Πάρκου Ελευθερίας, δηλαδή μιας δημόσιας έκτασης.
Επιπλέον το Μέγαρο έπαιρνε δάνεια (95 εκ. από την Εθνική Τράπεζα το 2007) με εγγυητή το Δημόσιο, ενώ το 2011, δηλαδή όταν η χώρα ρημαζόταν ήδη από τα μνημόνια η τότε κυβέρνηση φρόντισε να ρυθμίσει το θέμα της απρόσκοπτης δανειοδότησής του μην τυχόν και εμφανιστούν εμπλοκές στη λειτουργία του. Το γεγονός ότι φυτοζωούσαν οι άλλοι επιχορηγούμενοι πολιτιστικοί φορείς και το διαρκώς υποχρηματοδοτούμενο Υπουργείο Πολιτισμού προφανώς και δεν συγκινούσε κανέναν. Στο μεταξύ τα χρέη συσσωρεύονταν, τα δάνεια δεν πληρώνονταν, άρα εξοφλούνταν από το δημόσιο που ήταν ο εγγυητής, σημειώνονταν καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών στους εργαζόμενους οι οποίοι ήδη είχαν υποστεί μειώσεις αποδοχών στο όνομα της διάσωσης του Μεγάρου και γενικότερα η παλιά αίγλη είχε αρχίσει να καταρρακώνεται. Εννοείται πως όσο συνέβαιναν όλα αυτά, δια του Μεγάρου Μουσικής αποθεωνόταν η με ιδιωτικοοικονομικούς όρους λειτουργία του πολιτιστικού προϊόντος, παρά το γεγονός πως αυτή η λειτουργία επιτυγχανόταν με κρατικό χρήμα και στήριξη.
Βέβαια, ούτε η στήριξη του κράτους, ούτε η «θαυματουργή» ιδιωτικοοικονομική λειτουργία το απέτρεψαν από το να καταλήξει με χρέη 400 εκ. ευρώ. Και εδώ έρχεται πάλι το κράτος… Διότι η περίφημη ιδιωτική πρωτοβουλία είναι θαυματουργή όταν έχει κέρδη. Στα κεσάτια νίπτει τας χείρας της και προστρέχει στο αστικό κράτος το οποίο είναι πάντα πρόθυμο. Κι έτσι πρόθυμα πήρε υπό κράτικο έλεγχο το Μέγαρο, δηλαδή πήρε στην κυριότητά του τις κτηριακές εγκαταστάσεις και μαζί όλα τα χρέη που αυτό είχε δημιουργήσει! Φυσικά, μόνο αφελείς θα πίστευαν ότι αυτό που συνέβη είναι μια κρατικοποίηση προς όφελος του πολιτισμού και κυρίως προς όφελος του λαού και της ελεύθερης πρόσβασής του στο πολιτιστικό προϊόν.
Το πάλαι ποτέ κραταιό Μέγαρο «εξυγιαίνεται» από τα χρέη του, απαλλάσσεται από τα πολλά «βαρίδια» του εργασιακού κόστους, εδραιώνει ελαστικές και ευέλικτες εργασιακές σχέσεις και ταυτόχρονα απαξιώνεται ως φορέας πολιτισμού με επιχορηγήσεις και προγράμματα που ούτε στο ελάχιστο δεν θυμίζουν το παλαιότερο απαστράπτον κοσμοπολίτικο «στέκι» της αστικής ελίτ. Με αυτό τον τρόπο το δημόσιο ως διαχειριστής παραμένει «κακό», «ανίκανο», «γραφειοκρατικό» και άρα απομειώνεται η «αξία», συμβολική και οικονομική, αυτού που διαχειρίζεται. Και γιατί όχι, λοιπόν, έτσι απαξιωμένο μεν, «καθαρό» δε, να μη βρεθεί κάποιος να «επενδύσει» και να το «σώσει»;
Αλλώστε η κρίση και κατ’ επέκταση η υποχρηματοδότηση του πολιτισμού – κάτι που δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της κρίσης αλλά στρατηγική ταξική επιλογή – είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ολοκληρωθεί η μετατροπή των πολιτιστικών υποδομών σε «καταστήματα» με ευέλικτους «υπαλλήλους» και «καταναλωτές».
Διαβάστε εδώ την ανακοίνωση της παράταξης Δημοκρατική Αγωνιστική Συνεργασία (ΔΑΣ) στο Σωματείο Εργαζομένων του Μεγάρου Μουσικής.
http://www.imerodromos.gr/
Το κράτος ως νέος ιδιοκτήτης το «καθαρίζει» από τα οικονομικά βαρίδια που δημιούργησε η ιδιωτικοοικονομική του «αίγλη», αφαιρεί βάρη από το εργασιακό κόστος, καταστρώνει μοντέλα ευέλικτης εργασίας και ταυτόχρονα το απαξιώνει.
Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα;
Δεν έχει περάσει ένας μήνας από την ημέρα όπου κλιμάκιο της Επιθεώρησης Εργασίας επισκέφθηκε το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και διαπίστωσε αυτό που περίπου τις ίδιες ημέρες κατήγγειλε με ανακοίνωσή του και το Σωματείο των εργαζομένων του Μεγάρου, δηλαδή καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών μέχρι και τρεις μήνες.
Οι εργαζόμενοι, οι οποίοι είχαν δεχθεί μειώσεις μισθών πριν ακόμα το Μέγαρο περάσει στην κυριότητα του κράτους το Φεβρουάριο του 2016, οπότε εντάχθηκαν στο Ενιαίο Μισθολόγιο, είναι εκείνοι που σηκώνουν το βάρος και της διάσωσής του και ουσιαστικά «ξεχρεώνουν» ό,τι άφησε πίσω της η ιδιωτική διαχείριση, είναι εκείνοι που καλούνται να θυσιαστούν στο όνομα της μείωσης του κόστους λειτουργίας. Είναι όμως και εκείνοι που θα μπουν στο δοκιμαστικό σωλήνα των «νέων» και «ευέλικτων» εργασιακών σχέσεων και μάλιστα μέσα σε ένα πλαίσιο υποτιθέμενης «συνεννόησης» και «συνεργασίας» με τη Διοίκηση υπό το μότο «όλοι μαζί για να σώσουμε το Μέγαρο».
Συντάχτηκε, λοιπόν, από τη Διοίκηση του οργανισμού, επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση με την οποία «διευθετείται» το ωράριο εργασίας ως εξής: καταργούνται η πενθήμερη εργασία και οι υπερωρίες και εφαρμόζεται 6ήμερη εργασία με 10ωρη βάρδια. Ως αντάλλαγμα στην αύξηση των ημερών και ωρών εργασίας χωρίς την αντίστοιχη αμοιβή προβλέπεται να δίνονται ρεπό ή περισσότερες ημέρες άδειας στις περιόδους μειωμένης απασχόλησης κατά τις οποίες δεν υπάρχουν πολλές εκδηλώσεις. Οσοι εργαζόμενοι δεν επιθυμούν να ενταχθούν σε αυτή τη ρύθμιση θα πρέπει να το δηλώσουν με υπεύθυνη δήλωση. Ετσι, όχι μόνο επιχειρείται να καταστρατηγηθεί το ωράριο, όχι μόνο επιχειρείται να καταργηθεί η αμοιβή για την εργασία, αλλά δημιουργείται και το έδαφος για να καλλιεργηθεί η συνθήκη του «διαίρει και βασίλευε» με εργαζόμενους πολλών ταχυτήτων.
Το παραπάνω δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά συνέχεια και προδιαγεγραμμένη εξέλιξη της συνολικής πορείας του Μεγάρου Μουσικής από τη στιγμή που δημιουργήθηκε μέχρι και τη στιγμή που πέρασε στα χέρια του κράτους. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και ένα ακόμα επεισόδιο στα όσα δυσμενή συμβαίνουν στο χώρο του πολιτισμού. Στην περίπτωση του Μεγάρου συμπυκνώνεται με αποκαλυπτικό τρόπο η στρατηγική επιλογή των ελληνικών κυβερνήσεων και φυσικά της Ε. Ε. της πλήρους εμπορευματοποίησης του πολιτιστικού προϊόντος και μάλιστα με τις χρηματοδοτικές «πλάτες» του δημοσίου.
Επιβλήθηκε ως κτηριακός όγκος και πολιτιστικός οργανισμός με τη στήριξη του κράτους τόσο την οικονομική όσο και τη νομοθετική. Οι επιχορηγήσεις που δεχόταν ήταν τόσο γαλαντόμες που ξεπερνούσαν σκανδαλωδώς κάθε άλλη οικονομική συνδρομή εκ μέρους του κράτους σε θεσμούς με ιστορία και παράδοση χρόνων. Όταν το 2003 τα Μέγαρα Αθηνών και Θεσσαλονίκης έπαιρναν από τον κρατικό προϋπολογισμό περίπου 12 εκ. ευρώ, για όλα τα ΔΗΠΕΘΕ της χώρας προβλέποντας μόλις 3 εκ. ευρώ! Την ίδια χρονιά, το 2003, ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλος έλεγε ότι για την επέκταση του Μεγάρου στο Πάρκο Ελευθερίας το δημόσιο κατέβαλε 60 δις. δραχμές. Αλλά δεν έκανε μόνο αυτό. Αλλεπάλληλες υπουργικές αποφάσεις και Προεδρικά Διατάγματα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ κατοχύρωναν την παραχώρηση του Πάρκου Ελευθερίας, δηλαδή μιας δημόσιας έκτασης.
Επιπλέον το Μέγαρο έπαιρνε δάνεια (95 εκ. από την Εθνική Τράπεζα το 2007) με εγγυητή το Δημόσιο, ενώ το 2011, δηλαδή όταν η χώρα ρημαζόταν ήδη από τα μνημόνια η τότε κυβέρνηση φρόντισε να ρυθμίσει το θέμα της απρόσκοπτης δανειοδότησής του μην τυχόν και εμφανιστούν εμπλοκές στη λειτουργία του. Το γεγονός ότι φυτοζωούσαν οι άλλοι επιχορηγούμενοι πολιτιστικοί φορείς και το διαρκώς υποχρηματοδοτούμενο Υπουργείο Πολιτισμού προφανώς και δεν συγκινούσε κανέναν. Στο μεταξύ τα χρέη συσσωρεύονταν, τα δάνεια δεν πληρώνονταν, άρα εξοφλούνταν από το δημόσιο που ήταν ο εγγυητής, σημειώνονταν καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών στους εργαζόμενους οι οποίοι ήδη είχαν υποστεί μειώσεις αποδοχών στο όνομα της διάσωσης του Μεγάρου και γενικότερα η παλιά αίγλη είχε αρχίσει να καταρρακώνεται. Εννοείται πως όσο συνέβαιναν όλα αυτά, δια του Μεγάρου Μουσικής αποθεωνόταν η με ιδιωτικοοικονομικούς όρους λειτουργία του πολιτιστικού προϊόντος, παρά το γεγονός πως αυτή η λειτουργία επιτυγχανόταν με κρατικό χρήμα και στήριξη.
Βέβαια, ούτε η στήριξη του κράτους, ούτε η «θαυματουργή» ιδιωτικοοικονομική λειτουργία το απέτρεψαν από το να καταλήξει με χρέη 400 εκ. ευρώ. Και εδώ έρχεται πάλι το κράτος… Διότι η περίφημη ιδιωτική πρωτοβουλία είναι θαυματουργή όταν έχει κέρδη. Στα κεσάτια νίπτει τας χείρας της και προστρέχει στο αστικό κράτος το οποίο είναι πάντα πρόθυμο. Κι έτσι πρόθυμα πήρε υπό κράτικο έλεγχο το Μέγαρο, δηλαδή πήρε στην κυριότητά του τις κτηριακές εγκαταστάσεις και μαζί όλα τα χρέη που αυτό είχε δημιουργήσει! Φυσικά, μόνο αφελείς θα πίστευαν ότι αυτό που συνέβη είναι μια κρατικοποίηση προς όφελος του πολιτισμού και κυρίως προς όφελος του λαού και της ελεύθερης πρόσβασής του στο πολιτιστικό προϊόν.
Το πάλαι ποτέ κραταιό Μέγαρο «εξυγιαίνεται» από τα χρέη του, απαλλάσσεται από τα πολλά «βαρίδια» του εργασιακού κόστους, εδραιώνει ελαστικές και ευέλικτες εργασιακές σχέσεις και ταυτόχρονα απαξιώνεται ως φορέας πολιτισμού με επιχορηγήσεις και προγράμματα που ούτε στο ελάχιστο δεν θυμίζουν το παλαιότερο απαστράπτον κοσμοπολίτικο «στέκι» της αστικής ελίτ. Με αυτό τον τρόπο το δημόσιο ως διαχειριστής παραμένει «κακό», «ανίκανο», «γραφειοκρατικό» και άρα απομειώνεται η «αξία», συμβολική και οικονομική, αυτού που διαχειρίζεται. Και γιατί όχι, λοιπόν, έτσι απαξιωμένο μεν, «καθαρό» δε, να μη βρεθεί κάποιος να «επενδύσει» και να το «σώσει»;
Αλλώστε η κρίση και κατ’ επέκταση η υποχρηματοδότηση του πολιτισμού – κάτι που δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της κρίσης αλλά στρατηγική ταξική επιλογή – είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ολοκληρωθεί η μετατροπή των πολιτιστικών υποδομών σε «καταστήματα» με ευέλικτους «υπαλλήλους» και «καταναλωτές».
Διαβάστε εδώ την ανακοίνωση της παράταξης Δημοκρατική Αγωνιστική Συνεργασία (ΔΑΣ) στο Σωματείο Εργαζομένων του Μεγάρου Μουσικής.
http://www.imerodromos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου