Τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι «ο βασικός μηχανισμός εξυπηρέτησης του χρέους» δήλωσε στην αρμόδια υπο-επιτροπή ο Γ.Σταθάκης. Τα υπόλοιπα εξαρτώνται «από τις πολιτικές άλλων χωρών» και «εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
του ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΥ
Τις εκτιμήσεις όσων θεωρούν ότι το «κυνήγι» της μείωσης του δημόσιου χρέους δεν αποτελεί παρά την εγγύηση για πολιτικές σκληρής λιτότητας όχι απλά για τα επόμενα χρόνια αλλά για δεκαετίες φαίνεται να επιβεβαιώνει η επίσημη εκτίμηση της κυβέρνησης, όπως αυτή εκφράστηκε, από τον υπουργό Οικονομίας, Γιώργο Σταθάκη, στην υποεπιτροπή της Βουλής για το δημόσιο χρέος, που συνεχίζει τις εργασίες της.
Σύμφωνα με την τοποθέτηση του Γιώργου Σταθάκη, τρεις είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για την μείωση του χρέους: Ο πληθωρισμός, οι ρυθμοί ανάπτυξης και τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ας δούμε όμως τι είπε αναλυτικά, για τις τρεις αυτές συνισταμένες ο υπουργός:
Για τον πληθωρισμό: Επισήμανε ότι πρέπει να κινείται σε λογικά επίπεδα της τάξης του 2%. ‘Όπως τόνισε «το θετικό κατά την πολύ πρόσφατη περίοδο, είναι ότι υπάρχει μια ελαφρά έως σημαντική άρση του αποπληθωρισμού στην ελληνική οικονομία. Δηλαδή, υπάρχει μια μικρή τάση προς αύξηση του επιπέδου του πληθωρισμού σε επίπεδα τα οποία είναι πιο λογικά, κοντά στο 1% με 1,5% και κάποιο αντίστοιχο φαινόμενο υπάρχει και στην Ευρώπη, με μία μικρή τάση του πληθωρισμού να αυξάνεται. Προφανώς, αυτό εξαρτάται πάρα πολύ από τις πολιτικές χαλάρωσης και τις νομισματικές πολιτικές, καθώς και τις νομισματικές πολιτικές άλλων χωρών».
Για τους ρυθμούς ανάπτυξης: ‘Όπως τόνισε ο Γ.Σταθάκης «ο δεύτερος παράγοντας είναι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας, ο οποίος έχει μια αντιφατική σχέση με τη δημοσιονομική σταθερότητα, η οποία είναι πάντα προϋπόθεση για να υπάρχει θετικός ρυθμός ανάπτυξης. Από την άλλη πλευρά, η δημοσιονομική σταθερότητα, αν περιβάλλεται από ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα, επηρεάζει αρνητικά το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Το ύψος των πλεονασμάτων, το οποίο είναι ένα δημοσιονομικό δεδομένο, παίζει και θα παίξει και στο μέλλον σημαντικό ρόλο για το πώς θα διευκολυνθεί η ανάκαμψη της οικονομίας. Για αυτό και η συζήτηση για τα πλεονάσματα μετά το 2018 αποτελεί μια τόσο καίρια συζήτηση που γίνεται και από την πλευρά τη δική μας και από την πλευρά της Κεντρικής Τράπεζας και μια συζήτηση που γίνεται και σε ευρωπαϊκό επίπεδο και με τους θεσμούς, προκειμένου να βρούμε την πιο κατάλληλη λύση στο συγκεκριμένο θέμα».
Για τα πλεονάσματα: Εδώ ο υπουργός Οικονομίας ήταν ξεκάθαρος και σαφέστατος: «Τα δημοσιονομικά πλεονάσματα εξυπηρετούν το χρέος. Συνεπώς, υποθετικά η εξυπηρέτηση του χρέους θα γίνεται, ας υποθέσουμε ότι είναι 2% το πλεόνασμα σε μακρά διάρκεια, αυτό θα αποτελεί και το βασικό μηχανισμό εξυπηρέτησης του χρέους. Το ελληνικό χρέος υπό όλους αυτούς τους όρους και υπό όλες αυτές τις συνθήκες, τις οποίες μόλις ανέφερα, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα της μη βιωσιμότητας και υπό αυτούς τους όρους και υπό αυτές τις συνθήκες, τις οποίες μόλις ανέφερα, οι οποίες είναι προβλέψεις λίγο έως πολύ εφικτές, το θέμα υπό αυτούς τους όρους για το αν είναι βιώσιμο ή όχι το χρέος, παραμένει και η γενική ομολογία είναι ότι δεν είναι βιώσιμο, ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από αυτό, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο».
Εν ολίγοις και συμπερασματικά:
Από τους 3 παράγοντες που συναρτώνται με το δημόσιο χρέος, οι δύο πρώτοι (πληθωρισμός, ανάπτυξη) αποτελούν αντικείμενο των εξελίξεων στην Ε.Ε και «τις νομισματικές πολιτικές άλλων χωρών» ή «μιας συζήτησης που γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Ο μόνος ο οποίος εξαρτάται από την ελληνική κυβέρνηση είναι η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων. Δηλαδή πολιτικές λιτότητας, περικοπών, συρρίκνωσης, απολύσεων και αύξησης φόρων. Όλα αυτά χωρίς την παραμικρή εκτίμηση ότι το χρέος θα καταστεί βιώσιμο, τουναντίον.
Ως εκ τούτου, οι Έλληνες εργαζόμενοι και φορολογούμενοι το μόνο που μπορεί να κάνουν είναι να συνεχίσουν αγόγγυστα να υπομένουν μια λιτότητα χωρίς τέλος. Ταυτόχρονα να … «προσεύχονται» να υπάρξουν εξελίξεις «σε ευρωπαϊκό επίπεδο». ‘Εχει ο Θεός…
http://www.imerodromos.gr
του ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΥ
Τις εκτιμήσεις όσων θεωρούν ότι το «κυνήγι» της μείωσης του δημόσιου χρέους δεν αποτελεί παρά την εγγύηση για πολιτικές σκληρής λιτότητας όχι απλά για τα επόμενα χρόνια αλλά για δεκαετίες φαίνεται να επιβεβαιώνει η επίσημη εκτίμηση της κυβέρνησης, όπως αυτή εκφράστηκε, από τον υπουργό Οικονομίας, Γιώργο Σταθάκη, στην υποεπιτροπή της Βουλής για το δημόσιο χρέος, που συνεχίζει τις εργασίες της.
Σύμφωνα με την τοποθέτηση του Γιώργου Σταθάκη, τρεις είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για την μείωση του χρέους: Ο πληθωρισμός, οι ρυθμοί ανάπτυξης και τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ας δούμε όμως τι είπε αναλυτικά, για τις τρεις αυτές συνισταμένες ο υπουργός:
Για τον πληθωρισμό: Επισήμανε ότι πρέπει να κινείται σε λογικά επίπεδα της τάξης του 2%. ‘Όπως τόνισε «το θετικό κατά την πολύ πρόσφατη περίοδο, είναι ότι υπάρχει μια ελαφρά έως σημαντική άρση του αποπληθωρισμού στην ελληνική οικονομία. Δηλαδή, υπάρχει μια μικρή τάση προς αύξηση του επιπέδου του πληθωρισμού σε επίπεδα τα οποία είναι πιο λογικά, κοντά στο 1% με 1,5% και κάποιο αντίστοιχο φαινόμενο υπάρχει και στην Ευρώπη, με μία μικρή τάση του πληθωρισμού να αυξάνεται. Προφανώς, αυτό εξαρτάται πάρα πολύ από τις πολιτικές χαλάρωσης και τις νομισματικές πολιτικές, καθώς και τις νομισματικές πολιτικές άλλων χωρών».
Για τους ρυθμούς ανάπτυξης: ‘Όπως τόνισε ο Γ.Σταθάκης «ο δεύτερος παράγοντας είναι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας, ο οποίος έχει μια αντιφατική σχέση με τη δημοσιονομική σταθερότητα, η οποία είναι πάντα προϋπόθεση για να υπάρχει θετικός ρυθμός ανάπτυξης. Από την άλλη πλευρά, η δημοσιονομική σταθερότητα, αν περιβάλλεται από ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα, επηρεάζει αρνητικά το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Το ύψος των πλεονασμάτων, το οποίο είναι ένα δημοσιονομικό δεδομένο, παίζει και θα παίξει και στο μέλλον σημαντικό ρόλο για το πώς θα διευκολυνθεί η ανάκαμψη της οικονομίας. Για αυτό και η συζήτηση για τα πλεονάσματα μετά το 2018 αποτελεί μια τόσο καίρια συζήτηση που γίνεται και από την πλευρά τη δική μας και από την πλευρά της Κεντρικής Τράπεζας και μια συζήτηση που γίνεται και σε ευρωπαϊκό επίπεδο και με τους θεσμούς, προκειμένου να βρούμε την πιο κατάλληλη λύση στο συγκεκριμένο θέμα».
Για τα πλεονάσματα: Εδώ ο υπουργός Οικονομίας ήταν ξεκάθαρος και σαφέστατος: «Τα δημοσιονομικά πλεονάσματα εξυπηρετούν το χρέος. Συνεπώς, υποθετικά η εξυπηρέτηση του χρέους θα γίνεται, ας υποθέσουμε ότι είναι 2% το πλεόνασμα σε μακρά διάρκεια, αυτό θα αποτελεί και το βασικό μηχανισμό εξυπηρέτησης του χρέους. Το ελληνικό χρέος υπό όλους αυτούς τους όρους και υπό όλες αυτές τις συνθήκες, τις οποίες μόλις ανέφερα, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα της μη βιωσιμότητας και υπό αυτούς τους όρους και υπό αυτές τις συνθήκες, τις οποίες μόλις ανέφερα, οι οποίες είναι προβλέψεις λίγο έως πολύ εφικτές, το θέμα υπό αυτούς τους όρους για το αν είναι βιώσιμο ή όχι το χρέος, παραμένει και η γενική ομολογία είναι ότι δεν είναι βιώσιμο, ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από αυτό, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο».
Εν ολίγοις και συμπερασματικά:
Από τους 3 παράγοντες που συναρτώνται με το δημόσιο χρέος, οι δύο πρώτοι (πληθωρισμός, ανάπτυξη) αποτελούν αντικείμενο των εξελίξεων στην Ε.Ε και «τις νομισματικές πολιτικές άλλων χωρών» ή «μιας συζήτησης που γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Ο μόνος ο οποίος εξαρτάται από την ελληνική κυβέρνηση είναι η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων. Δηλαδή πολιτικές λιτότητας, περικοπών, συρρίκνωσης, απολύσεων και αύξησης φόρων. Όλα αυτά χωρίς την παραμικρή εκτίμηση ότι το χρέος θα καταστεί βιώσιμο, τουναντίον.
Ως εκ τούτου, οι Έλληνες εργαζόμενοι και φορολογούμενοι το μόνο που μπορεί να κάνουν είναι να συνεχίσουν αγόγγυστα να υπομένουν μια λιτότητα χωρίς τέλος. Ταυτόχρονα να … «προσεύχονται» να υπάρξουν εξελίξεις «σε ευρωπαϊκό επίπεδο». ‘Εχει ο Θεός…
http://www.imerodromos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου