«Ταύτα δε (τα σλαυικά φύλα) ο ημέτερος εν θεία τη λήξει γενόμενος πατήρ και Ρωμαίων αυτοκράτωρ Βασίλειος των αρχαίων ηθών έπεισε μεταστήναι και γραικώσας και άρχουσι κατά τον ρωμαϊκόν τύπον υποτάξας και βαπτίσματι τιμήσας, της τε δουλείας ηλευθέρωσε των εαυτών αρχόντων και στρατεύεσθαι κατά των Ρωμαίοις πολεμούντων εθνών εξεπαίδευσεν...».
Με λίγες μόνον αράδες ο Λέων ο ΣΤ’ ο Σοφός στα «Τακτικά» στερεί από κάθε έδαφος τις θεωρίες για τον εκσλαυισμό των Ελλήνων, καθώς και για τη διακοπή της ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού. Συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Αν
διαβάσετε προσεκτικά αυτές τις λίγες αράδες [οι οποίες με τη σειρά τους αποδεικνύουν επίσης την... ασυνέχεια(!) της ελληνικής γλώσσας], αν λοιπόν διαβάσετε αργά και προσεκτικά, θα εννοήσετε τι λέει ο Λέων ο ΣΤ’ σαν να διαβάζετε εφημερίδα.
Τι λέει λοιπόν ο κατά το προσωνύμιον Σοφός, για τους Σλαύους και τις Σκλαβηνίες που υπήρξαν στη βυζαντινή επικράτεια και τον ελλαδικό χώρο από τον 7ο έως τον 10ο αιώνα; Πρώτον ότι οι βασιλείς (η βυζαντινή διοίκηση) τους έπεισαν «των αρχαίων ηθών» να μετέχουν. Δεύτερον: «Γραικώσας» και «βαπτίσματι τιμήσας» δέχθηκε (πάντα η διοίκηση) Σλαύους αξιωματούχους να άρχουν και να άρχονται «κατά τον ρωμαϊκόν τύπον». Τρίτον (που όμως έκαναν πρώτο-πρώτο) δέχθηκαν και προσέλαβαν Σλαύους στρατιώτες και αξιωματικούς και «εξεπαίδευσαν στρατεύεσθαι κατά των Ρωμαίοις πολεμούντων εθνών» (σ.σ.: πρώτος προσέλαβε όχι φεδεράτους μόνον, αλλά τακτικούς στρατιωτικούς, Σλαύους, ο Ιουστινιανός ο Β’).
Αυτή είναι η δύναμη της Ιστορίας.
Αυτά που λέει εν προκειμένω ο Λέων και ακολούθως επιβεβαιώνουν με την έρευνά τους και επαναλαμβάνουν χιλιάδες βυζαντινολόγοι δεν αφήνουν περιθώρια ερμηνείας (δηλαδή παρερμηνείας) για το εν λόγω ζήτημα με βάση το «φαντασιακό» την πολιτική σκοπιμότητα και την κάθε είδους ιδεοληψία. Αλλά
αν αυτή είναι η δύναμη της ιστορίας, είναι μια δύναμη επικίνδυνη για όσους η γνώση της μπορεί να λειτουργήσει εναντίον τους. Συνεπώς στα ελληνικά σχολεία (και αλλού, αλλά ας μείνουμε στα ελληνικά) η Ιστορία διδάσκεται υποβαθμισμένη κατά τις ώρες διδασκαλίας, αποσπασματικά (για να μη γίνεται αντιληπτό το σώμα της, άρα και το νόημά της) και κατά τον πιο πληκτικό τρόπο. Ωστε: α) οι μαθητές να εξέρχονται απ’ το εκπαιδευτικό
σύστημα άμουσοι, και β) να γίνονται στη συνέχεια, ως πολίτες,ευεπίφοροι στην παραϊστορική προπαγάνδα, που η εκάστοτε εξουσία προκρίνει και χρησιμοποιεί (στη συγκυρία της) για να χειραγωγεί τις μάζες. Χθες με τον Φλαμεράιερ, σήμερα με τους αποδομητές-εθνομηδενιστές (για να μείνουμε στο συγκεκριμένο θέμα). Ετσι, χιλιάδες πολίτες γνωρίζουν μέσες-άκρες τι ήθελε να πει ο Φλαμεράιερ με τις 70 σελίδες του και αγνοούν τις 700.000 σελίδες που τον αντικρούουν.
Σήμερα, ο μεταμοντερνισμός, η πολιτική ορθότης, ο αυτοπροσδιορισμός και ο εθνομηδενισμός έχουν πείσει πολλούς Ελληνες (στα ΑΕΙ γίνεται πανηγύρι) ότι ο Κολοκοτρώνης, φέρ’ ειπείν, μπορεί να νόμιζε ότι ήταν τούρτα. Αν ρωτήσετε τον κ. Μπαλτά, το πολύ να διαφοροποιηθεί και να σας πει ότι ο Κολοκοτρώνης βαπτίσθηκε Ελληνας από τον Βολταίρο, ενώ ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά ότι ήταν κολεόπτερο (ανήκον σε αυτές τις «εθνικές συλλογικότητες» που, κατά τον κ. Φίλη, έκαναν την επανάσταση του 1821).
Είναι αλήθεια ότι στον καιρό της κρίσης οι Ελληνες βρέθηκαν ορφανοί από διανοούμενους και ακαδημαϊκούς δασκάλους (μόνον ελάχιστοι Λακεδαιμόνιοι υπάρχουν και το παλεύουν) - ένα φαινόμενο που οικοδομήθηκε πολύ πριν από την κρίση. Ρωτήστε τον κ. Λιάκο, επιφανή σημιτάνθρωπο τότε, καιπροϊστάμενο του κ. Φίλη σήμερα.
Ολα αυτά τα χρόνια δημιουργήθηκε στην Ελλάδα ένας τύπος διανοούμενου κατά συνθήκην «αριστερού», ο οποίος με τη βυζαντινή περίπολο του Ρίτσου, που απ’ τα ποδήλατά της κατουράει τον κόσμο, έχει τη σχέση που έχει ο καλβινιστής με τις ενοχές του. Για αυτούς τους αποξηραμένους διανοούμενους η απομάγευση του κόσμου είναι προτεραιότητα, ακριβώς όπως για μια εταιρεία κατασκευής όπλων. Για αυτούς τους «λειτουργικούς» διανοουμένους ο Χριστός του κομμουνιστή ποιητή που πλησιάζει τη νύχτα στο φως απ’ το κερί των θλιμμένων, είναι εθνικολαϊκισμός. Μην πούμε για τα τσάμικα που χορεύει η Κομνηνή στα ποιήματα του Γκάτσου, γιατί θα φθάσουμε στον «Διόνυσο» του Μίκη και θα αρχίσει να ξεκοιλιάζει γάτες ο κ. Γιαν Φαμπρ για να ξανάρθουμε στα σωστά μας.
Δεν είναι παράδοξο που οι λειτουργικοί διανοούμενοι, στα χέρια των οποίων βρίσκεται εν πολλοίς και η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση (άλλη μία) σήμερα, είναι άνθρωποι το ιστορικό βάθος των οποίων το πολύ να φθάνει ως τη Γαλλική Επανάσταση. Για αυτούς η ιστορία πριν από τον Διαφωτισμό είναι μάλλον terra incognita. Φοβούνται τον πολιτισμό που δεν γνωρίζουν και τρέμουν(νομίζοντας ότι περιφρονούν) τη λαϊκή παράδοση που βασίζεται σε αυτόν τον πολιτισμό. Οσο για το λόγιο υπόβαθρο αυτής της λαϊκής παράδοσης, ο Θεός να βάλει το χέρι του! Εφόσον οι άνθρωποι του ενός βιβλίου το αγνοούν, αυτό δεν υπήρξε ποτέ, είναι νεκρό.
Αλλά αν η Ιστορία πρέπει να μην είναι τίποτε περισσότερο από «αφήγημα», άλλο τόσο και η γλώσσα πρέπει να είναι και να γίνεται ξένη για τους πολλούς, τους πληβείους, την πλέμπα. Κι έτσι το «γλωσσικό πρόβλημα» παραμένει άλυτο στην Ελλάδα, ενώ εδώ και καιρό πρόβλημα δεν είναι, ή δεν θα έπρεπε να ήταν.
Το άγος πάνω στη γλώσσα, που συστηματικώς χτίζεται από τις εκάστοτε εξαρτημένες στους Επικυρίαρχους των Δυνατών εξουσίες, το απέδωσε ...εύστοχα κατ’ αυτάς ο κ. Φίλης, όταν είπε ότι «είναι παρά φύσιν» (τι αδόκιμη έκφραση!) η διδασκαλία δύο ωρών Αρχαίων και μιας ώρας Νέων στα Γυμνάσια.
Δεν θα επιχειρηματολογήσω για την αξία της αρχαίας και μέσης ελληνικής στη νέα. Η γλώσσα αυτή και μόνον εκ της αρχαιότητάς της παραπέμπει διά της μνήμης των λέξεων στη γέννηση και τη σύνθεση των εννοιών. Πλούτος ανεκτίμητος, που η εκφραστική δεινότης της δημοτικής (ή κοινής μεικτής) τον αποδεικνύει πλήρως. Τα αρχαία ελληνικά (στην Ελλάδα και πλήθος άλλων χωρών) διδάσκονται κυρίως διότι, αν δεν οργανώνουν, βοηθούν πάντως στην οργάνωση της σκέψης. Ομως
στα ελληνικά σχολεία και η αρχαία γλώσσα και τα αρχαία κείμενα, κατά το πνεύμα και το νόημά τους, διδάσκονται όπως και η ιστορία, ξηρά, αποσπασματικώς και ανούσια. Το ίδιο, σε υποκλίμακα, συμβαίνει και με τα νέα ελληνικά - ο τρόπος που συχνά αναλύονται τα κείμενα, πιθανόν θα έκανε τον ή την συγγραφέα τους να μην τα γράψει, αν τον άκουγε.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά κι επί τόσον καιρό; Διότι η χώρα δεν έχει εθνική στρατηγική (στην οποίαν θα μπορούσε να ενταχθεί και η εκπαιδευτική πολιτική). Ετσι, το πολιτικό σύστημα αρκείται να αντιμετωπίζει τα εκπαιδευτικά με τον πολιτικαντισμό της εκάστοτε συγκυρίας (που συνήθως ενδιαφέρεται μόνον για τη χειραγώγηση των πολιτών και την αναπαραγωγή της κυριαρχίας του).
Προς τούτο, οι λειτουργικοί διανοούμενοι που μπορούν να υπηρετούντο ίδιο την κυρία Γιαννάκου (ευχόμαστε, σιδερένια), την κ. Διαμαντοπούλου ή τον κ. Φίλη είναι οι κατάλληλοι άνθρωποι στην κατάλληλη θέση.
Μέσα σ’ αυτόν τον αχταρμά, ακόμα και επιμέρους σωστές προσεγγίσεις της Αριστεράς γίνονται πρόσχημα για αντιδραστικές συμπεριφορές μέρους (ενίοτε μεγάλου) της κοινωνίας. Λόγου χάριν το θέμα της προσευχής στα σχολεία. Βούτυρο (από δηλητήριο) στο ψωμί των εθνικιστών. Πρώτοι απ’ όλους οι χριστιανοί θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι ο πιστός «έχει τον ναό του Θεού μέσα του», ότι μπορεί να προσεύχεται στο σπίτι του, στις εκκλησίες, στη μέση του δρόμου, στους αγρούς και παντού αλλού, αρκεί η προσευχή του να μην καθίσταται υποχρεωτική για τους άλλους ή δημόσια τελετή (αναγκαστικώς πολιτικού χαρακτήρα). Ξεχνούν άλλωστε
οι χριστιανοί ότι οι ίδιοι κατά πρώτον υπέστησαν τους Διωγμούς, όταν αρνούνταν να αποδώσουν θρησκευτικές τιμές στον Καίσαρα και να προσευχηθούν εν Μέση Οδώ στα αγάλματά του; Τι θέλουν λοιπόν σήμερα; να είναι ο Θεός Καίσαρας και να απαιτεί κατ’ εντολήν προσευχές στα σχολεία;
Συνελόντι ειπείν: Ιστορία και γλώσσα, σε λελογισμένη ύλη στα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης (χωρίς... ρήτρες ανωτάτης), που θα έφερναν τους μαθητές σε μια αγαπητική σχέση με τις γνώσεις και την αυτογνωσία, θα ήταν επαναστατική διαδικασία, ίσως και επαναστατική κατάσταση.
Θεσμισμένη όμως επαναστατική κατάσταση στη χώρα τουΠιουριφόυ χθες και του Σόιμπλε σήμερα είναι αδύνατον (να επιτραπεί) να υπάρξει...
ΥΓ.: Κατόπιν τούτων (κι άλλων πολύ περισσότερων) είναι παράξενο που η Ιστορία του Μικρασιατικού Ελληνισμού και η Γενοκτονία των Ποντίων δεν διδάσκονται στα ελληνικά σχολεία; Οπως στο παρελθόν έτσι και τώρα, σ’ αυτό το εξαρτημένο κράτος, η διδασκαλία της Ιστορίας και της γλώσσας επαφίεται στο φιλότιμο των δασκάλων. Οι δάσκαλοι αυτοί, οι μύστες των Μουσών, είναι το «κρυφό σχολειό» της εποχής μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου