Η Ζήμενς ζει.
Η Μερσεντομπεμβέ (η επί ελληνικού εδάφους) φοροδιαφεύγει.
Η Μπάγερ λαδώνει.
Ο Ελληνας δουλεύει παραπάνω απ’ τον Γερμανό, αλλά είναι «τεμπέλης».
«Η ομίχλη» -η παλιά εκείνη ταινία του Κάρπεντερ- κανείς δεν ξέρει τι περιέχει μέσα της η ομίχλη, ώσπου σκεπάζει τα πάντα κι από το βάθος της
ξεπροβάλλουν οι πειρατές, φαντάσματα πειρατών, παλιά χρέη που πρέπει να ξεπληρωθούν, αιματοπότες πειρατές, αιματοπότες τόκοι, αιματοπότες όροι
ξανά και ξανά.
Ο Σόιμπλε κάνει δηλώσεις, λέξη προς λέξη στο ταμ-ταμ των συλλαβών χορεύει ο Σαμαράς, ο Ντάισελμπλουμ ουρλιάζει διαταγές με τη χάρη μιας μπαλαρίνας, 61% έχουν μειωθεί οι συντάξεις, το 45% των συνταξιούχων ζει κάτω απ’ το όριο της φτώχειας,
Ελληνας συνταξιούχος, ένα βρόμικο ανέκδοτο.
Κανονιοφόροι κουκουλοφόροι. Βόμβες οι δηλώσεις της Λαγκάρντ, χορεύει τον χορό της Σαλώμης και σε κάθε πέπλο που απεκδύεται, 170.000.000 ανήλικα παιδάκια πιάνουν δουλειά σε όλον τον κόσμο, μικρά δάχτυλα, τόσα δα νυχάκια
στους αργαλειούς, στα λατομεία, στις φάμπρικες, στα γράσα, στα ορυχεία,
να κάτι ματάρες, πεθαίνουν κι αυτές σαν τα καναρίνια που φυλάνε τις στοές...
Χορεύει η Λαγκάρντ κι ο Γιούνκερ κατηγορεί τις ψευτιές του, αθώος, ένας άσπιλος λεχρίτης, θεσμικός πρόμαχος των φοροφυγάδων
αλλά με γραβάτα. Ο Σουλτς σιχαίνεται τους Ελληνες αλλά αγαπάει τον Σταύρο - τρέχα, παιδί μου, πες του Τσίπρα να κάτσει καλά,
να πάψει να εξαπατά τους Ελληνες.
Βρομάει μπαρούτι, 600 εκατομμύρια ευρώ έβγαλαν οι Ελληνες προχθές, 700 χθες, κοντά στο 1,5 δισ. μέσα σε τρεις μέρες, άλλα πέταξαν στο εξωτερικό, άλλα πήγαν στα σεντούκια,
ωραίοι! «ωραίοι σαν Ελληνες».
Κανένα εμπόρευμα δεν γεννάει εμπόρευμα. Εκτός από το χρήμα. Τα φασόλια δεν γεννούν φασόλια, ούτε τα τρακτέρ, τρακτέρ. Το χρήμα όμως γεννάει τόκους
και ιδού οι αρχιερείς και ιδού οι πραίτορες να το φυλάξουν, να το αναθρέψουν, να το αυγατίσουν, να το πάρουν μαζί τους στον τάφο,
κι ώσπου να φθάσουν εκεί, να έχουν κάνει στο μεταξύ κρανίου τόπο τις εστίες και τα περιβολάκια, τίποτα να μη φυτρώνει πίσω απ’ την πατημασιά τους
ότι αυτοί εισίν η Κομισιόν και η Μπούντεσμπανκ, ο νόμος, η τάξις και τα μνημόνια: εσύ τόσο θα φας,
εσένα δεν σε αντέχει η οικονομία,
εσύ λιβανιές μυρίζεις,
εσύ θα αυτοκτονήσεις
κι εσύ θα αναθρέψεις το παιδί σου για μετανάστη ή δούλο. Διότι «οι ήρωες πολεμούσαν σαν Ελληνες».
Σκύβω να προσευχηθώ και πετάγομαι όρθιος, μη νομίσει ο διάολος ότι γονάτισα.
Εικόνισμα έχω τους αριθμούς, 1.500.000 άνεργοι, που αριθμοί δεν είναι. Κι όσον κρατάει η ανεργία τους
τα ονόματά τους γράφονται σε μεγάλα -τεράστια- μνημεία πεσόντων, ονόματα που δεν θα διαβάσει ποτέ κανείς, αόρατα στον θαυμαστό γενναίο μας κόσμο, τον μεγαλομαλάκα...
Εξακόσιες χιλιάδες μαγαζιά κλειστά, προσκυνώ. Τεσσεράμισι με πέντε εκατομμύρια Ελληνες μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, επί ξυρού ακμής, στα τάρταρα της φτώχειας, προσκυνώ, με τη ζωή τους
να φεύγει και να χάνεται, από πενταετία σε πενταετία, προσκυνώ, με τα ίδια κοράκια πάνω απ’ το εθνικό ξόδι
να κρώζουν και να λένε ότι θαυμαστά ήταν τα έργα τους, ότι το ΔΝΤ τους ηπάτησε με τα λάθη του, ότι οι ίδιοι μας θυσίασαν για να μην πάνε οι θυσίες μας χαμένες, δεν προσκυνώ, θα τους κόψω τον λαιμό...
Βογγάει ο Τσίπρας «χωρίς ρύθμιση χρέους συμφωνία δεν κάνω», σαν τον κάβουρα πάει η κυβέρνηση, στραβά στον γιαλό ο ΣΥΡΙΖΑ, μην κάνετε πίσω στις διαπραγματεύσεις για τον ΦΠΑ φωνάζει το 89%, προς θεού μην κάνετε πίσω για το ρεύμα φωνάζει το 88%, όχι άλλη μείωση συντάξεων φωνάζει το 83%, αντισταθείτε, κρατηθείτε, μη σπάτε τις γραμμές σας
φωνάζει το δημοκρατικό καρκατσουλιό και συνωθείται πίσω απ’ τις φωνές του
και τα λιγοστά πανώ του. Ηταν υπό σκιάν η συγκέντρωση, οι ασπίδες σκόρπιες και λιγοστές, τα λάβαρα από νάυλον σημαίες και παλιές ιστορίες δόξας. Σπίθες. Μια σπίθα εδώ,
μια σπίθα στις Βρυξέλλες, θα διαδηλώσουν την Κυριακή υπέρ της Ελλάδας οι Βέλγοι, avec les Grecs, μια σπίθα μέσα στην ίδια τη γερμανική Βουλή, με τους βουλευτές της Linke να σηκώνουν πλακάτ «αλληλεγγύη στην Ελλάδα», μια σπίθα στην «Daily Telegraph»,
και στην πρώτη σελίδα του «Guardian» σπίθες οι αριθμοί: στο 28,5% η μείωση του φαγητού στην Ελλάδα, κατά 3 έτη μέσα σε πέντε χρόνια μειώθηκε το προσδόκιμο της ζωής
στη χώρα των ατιμασμένων βετεράνων της δουλειάς, των παιδιών που γεννιούνται (όλο και λιγότερα) με το στίγμα του μετανάστη χαραγμένο στο μέτωπο, ανάβω σπίθες, ανάβω κεράκια, γράφω λεξούλες. Ελάχιστα
παράγει η χώρα μου. Και πλείστα όσα εισάγει.
Και τα κεριά που ανάβω εισαγωγής είναι...
Και η Ευρώπη με τρώει. Με θέλει σαντζάκι, με θέλει Ειδική Οικονομική Ζώνη, με θέλει πάλι μιαρόν σχισμαστικόν, Εβραίο, γύφτο για τους φούρνους των τόκων,
των τόκων! διότι το χρήμα γεννάει χρήμα ενώ τα φασόλια δεν γεννούν φασόλια. Και γίνομαι η απόγνωση της Γαλλίας για τον εκγερμανισμό της στο Ρουρ, στην Αλσατία, στο Βερντέν, ακόμα και στη Νορμανδία, στο ίδιο το Παρίσι, τρέμει η Ιταλία με το χρέος της στο 135% του ΑΕΠ της, στα
τριάντα πέντε δισ. δολάρια το παγκόσμιο ΑΕΠ, στα εκατόν τριάντα πέντε δισ. δολάρια το παγκόσμιο χρέος, βόηθα, Θεούλη μου, να μην κόψουν κι άλλο τη σύνταξη της γιαγιάς, ώστε να μην καταστραφεί η παγκόσμια οικονομία. Βοηθάτε
και σεις, παπαγαλάκια μου, να μην αποκτήσουν ξανά σημασία οι λέξεις κι ακούσουν έτσι οι άνθρωποι τις ουρανομήκεις μαλακίες που λέει ο νάνος Σόιμπλε και ο φονιάς Ομπάμα. Φονιάς στην Ουκρανία, φονιάς και στην Οκλαχόμα, οπλαρχηγός στο ISIS, σώσον μας, Κύριε, απ’ την τύφλα μας
που δεν βλέπουμε ποιοι και πώς μας γαμάνε τη ζωή, τη σκέψη και την ψυχή. Και συ, Ιστορία, βάλε δυο-τρεις στίχους στις σημαίες μας να τις ακούσει πάλι ο Προμηθέας να τραγουδάνε για τη φωτιά που μας πρόσφερε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου