Εγώ το δρόμο της επιστροφής γι’ Αθήνα πήρα, κι εν μέσω της νυκτός βρέθηκα σε νοσοκομείο της πρωτεύουσας τουτέστι μπροστά στη πόρτα του Άγιου Πέτρου. Τώρα έφταιγε το σάντουιτς μ’ εκείνη τη λιγδιασμένη τη μορταδέλα που πήρα στο δρόμο απ’ την καντίνα, έφταιγε το σουβλάκι απ’ τον ευκαιριακό ψήστη στου Ρέντη το πανηγύρι - που να μην έσωνα - βρέθηκα πάντως στη πόρτα του Άγιου Πέτρου τελευταίος σε μια τεράστια ουρά
-Τι διάολο ζώα είμαστε. διαμαρτυρήθηκα μετά από ώρα. Περιμένουμε στην ουρά κι έρχονται άλλοι και μπαίνουνε μπροστά. Μέσον κι εδώ την καταδίκη μου. Καμιά σημασία! Θα φέρω τον Τριανταφυλλόπουλο … Αμέσως δυό νταβραντισμένοι Άγγελοι με πιάσανε και με έφεραν σηκωτό μπρος στον Άγιο Πέτρο που έπαιζε μπιρίμπα με τον Αρχάγγελο τον Μιχαήλ.
-Γιατί αγανακτείς τέκνο μου; Τι να πω κι εγώ που έχω ένα εικοσιτετράωρο να πάρω παρτίδα;
-Συγγνώμη Άγιε το δίκιο μου;
-Δίκιο λέει χα – χα - χα έσκασε στα γέλια... Για να δούμε τι κουμάσι είσαι, μιας και σε φέρανε. Βγάζει ένα μαραφέτι - τάμπλετ πως τα λένε αυτά τα καινούργια- κι αρχίζει να προβάλλει στην οθόνη τις αμαρτίες μου. Κοκκίνισε ο τόπος.
-Καλά αμαρτωλέ με τέτοιο βεβαρημένο μητρώο και φωνάζεις κι από πάνω. Μπας κι είσαι Έλληνας;
-Κοίτα Πανάγιε θα τη βρούμε τη δουλειά. Τα ’χω καλά με την Εκκλησία. Θα ρίξω ένα τηλέφωνο και θα έχεις πάντα το λαδάκι σου, τις λαμπάδες σου, τα τάματά σου.
-Ρε τρισκατάρατε τι το πέρασες εδώ Ελλάδα; Τέλος πάντων εδώ βλέπω ότι έβριζες όπως όλοι εκεί στον τόπο σου τον Πανάγαθο. Μπα τι βλέπω «μπιλιέτο» απ’ τον Αϊ Χαράλαμπο.
-Πολύ εξήγα Αγιόπαιδο. Έχουμε εικόνα του στο μοναστήρι στο χωριό, του πήγα κάποτε κι ένα καντήλι.
-Πάψε ιερόσυλε. Θα σε στείλω στην κόλαση.
-Να τον στείλουμε, να τον στείλουμε στα καζάνια, πετάχτηκε ο άγριος ο Μιχαήλ ο Αρχάγγελος.
-Θέλω δικηγόρο. Αγρίεψα!
-Τι δικηγόρο τέκνο μου;
-Τον Κούγια είπα! Εκεί έπεσε βουβαμάρα. Αμ πώς κι ο Άγιος φοβέρα θέλει.
- Για να μη λες ότι σ’ αδικούμε, τέλος πάντων, για δυο μήνες θα σου δώσουμε διορία, θα σε στείλουμε στη γη να πας να ξεμπερδέψεις τις υποθέσεις σου.
-Κάν ’τους δυο-τρία χρόνια Άγιε; Τι να μου κάνουνε δυο μήνες. Να πάρω τουλάχιστον τη σύνταξη, να φάω λίγο από δαύτη σε στέκια πονηρά, ξέρεις εσύ.
-Πάρτε τον από δω, Στην κόλαση!
- Και έτσι βρέθηκα στα τάρταρα. Για λίγο όμως, γιατί με βούτηξε ο Αρχιδιάολος απ’ το αυτί και με ξανάφερε μπροστά στον Άγιο Πέτρο.
-Τι μου το στείλατε αυτό το ρεμάλι σ’ εμένα; Έκανε αμέσως σωματείο με συνδικαλιστές, κι έκαναν απεργία στα καζάνια. Δεν θα μου κάνετε την κόλαση εσείς Ελλάδα.
-Ηρέμησε του είπε ο Άγιος να δούμε τι θα πει το αφεντικό.
Πήρε το κινητό στ’ αφτί του σχημάτισε ένα αριθμό και ανήγγειλε με σοβαρότητα σε λίγο .
-Λέει ο Πανάγαθος ότι του στρίψε εκεί κάτω απ’ τα μνημόνια. Κι επειδή όπου και να τον πάμε αφού είναι κι Έλληνας θα φέρει αναταραχή θα κάνουμε ένα καταυλισμό όπως έκανε η κυβέρνησή τους εκεί κάτω για τους λαθρομετανάστες, και θα τον βάλουμε εκεί.
Κι έτσι βρέθηκα έξω από ένα αντίσκηνο σε περιφραγμένο χώρο με επιγραφή ΙΕΡΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΣΑΛΤΑΡΙΣΜΕΝΩΝ. ΠΡΟΣΟΧΗ ΚΙΝΔΥΝΟΣ.
Καλλίτερα γιατί από Δευτέρα έπιανα δουλειά, και η δουλειά και μάλιστα άνευ αποδοχών στη σημερινή Ελλάδα, είναι χειρότερο και απο κάθε είδους κάτεργο.
(βρέθηκα πάντως στη πόρτα του Άγιου Πέτρου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου