Το σώου μιας κηδείας είναι πάντα χρήσιμο, όταν σκοπός της είναι να καθηλώσει τις μάζες μπροστά στο μεγαλείο της εξουσίας,
τι κι αν το μεγαλείο αυτό είναι αιμοσταγές, τι κι αν η εξουσία αυτή είναι ανθρωποφάγος, δηλαδή ελαφρόμυαλη και καταστροφική. Η
κηδεία της Μάργκαρετ Θάτσερ, η κηδεία της Νταϊάνας, όλο αυτό το άψυχο υπερθέαμα που προσφέρει στον λαό της μια εξουσία, η ίδια που τον στέλνει στα πολεμικά μέτωπα, που τον θάβει στις μίνες των ορυχείων και τον σκλαβώνει σε μια ζωή οπαδού, γκρούπι, φαν, ζωή φθηνή, όσον για να φθάνει για ένα μεθύσι με μπύρες το Σαββατοκύριακο.
Ηταν όλοι τους εκεί, η κρυόκωλη αγγλική αριστοκρατία, με
τον Απόστολο Παύλο να γίνεται κούφια κουβέντα στο στόμα του Κάμερον, ο κιλίβαντας, ο Αρχιεπίσκοπος του Κατέρμπουρυ,
ήταν εκεί η Αυτοκρατορία. Περνούσαν τα κόκκινα σακάκια της Σκωτικής Φρουράς κι εγώ έβλεπα τους απαγχονισμένους Κύπριους, τριπόδιζαν τα άλογα του πυροβολικού κι εγώ άκουγα ψιθύρους απ’ τα ΦυλακισμέναΜνήματα, τις τελευταίες κουβέντες των παιδιών στις μανάδες τους γραμμένες πάνω σ’ ένα κίτρινο χαρτί, με μικρά γραμματάκια για να χωρέσουν τα λόγια. Βροντούσαν τα πόδια τους στο παράγγελμα της προσοχής
οι βασιλικοί πεζοναύτες κι εγώ άκουγα την εκπυρσοκρότηση τωνεκτελεστικών αποσπασμάτων.
Ηταν όλοι εκεί, ο κ. Κίσσινγκερ, ο κ. Νετανιάχου, ο Μακ δε Νάιφ, ο πρόθυμος Μπαρόζο κι άλλοι επιφανείς δολοφόνοι, ήταν και οι Γκούρκας, κάποιοι Ινδοί απ’ το πλήθος χειροκροτούσαν πολυπολιτισμικά - πολυπολιτισμικά στο πέρασμα της σορού της τυράννου, κάτι λίγοι, Αγγλοι και αλλοδαποί της
γύρισαν την πλάτη κι άλλοι σταύρωναν τα δάχτυλά τους κι έφτυναν στον κόρφο τους, «μια ασημένια σφαίρα για τον Σιδηρούν Βρυκόλακα», φαντάζομαι ότι θα μπορούσε να έγραφε ένα πλακάτ.
Ομως η κηδεία πέρναγε, οι κάμερες ζούμαραν, ο πλανήτης έβλεπε, οι δημοσιογράφοι με σέβας και δέος (πλην Λακεδαιμονίων) μετέδιδαν, ο πλανήτηςάκουγε, σαράντα μεραρχιών βαρύτητα έχουν κάτι τέτοια σώου,
κορωνίδες στην τέχνη της προπαγάνδας. Ελέγετο βεβαίως και καμμιάκουβέντα - πλην για τη μακαρίτισσα, έτσι για ξεκάρφωμα, αλλά ποταμός ο αίνος και ως τον ουρανό το θυμίαμα
για την πρωθιέρεια της αντεπανάστασης που έκανε τον κόσμοομοσπονδία μνημονίων και τον πάει για στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Μένουν αυτές οι κηδείες (όπως και οι γάμοι σώου) στη συνείδηση του κόσμου, εγγράφονται μέσα του, του δείχνουν τα σύνορα των τάξεων, να γουργουρίζει λιγωμένα για τον πρίγκηπα Χάρυ το κάθε παρακατιανό, όταν τον βλέπει να ασκείται στο κυνήγι της αλεπούς και του Αφγανού. Μετράει
αυτό το λάιφ στάιλ των βαμπίρ. Κι όταν μεταδίδεται γκλομπαλικώς με το καντάρι, ούτε χιλιάδες σελίδες Μαρξισμού μπορούν να του αντισταθούν, ούτε η Ιστορία, οι ήρωες και οι άγιοι, ο Γκάντι και ο Γκορ Βιντάλ, αρέσουν στους πληβείους οι Καίσαρες, ιδίως οι δικοί τους Καίσαρες, αυτοί που επιλέγουν οι ίδιοι, ο γενναιόδωρος αφέντης, ο σκαιός αφέντης, σε καθηλώνει η Κατεντράλ, κάπου ανήκεις κι εσύ, στο 6ο Σύνταγμα Δραγώνων του Εσσεξ, θεός σώζοι τη Βασίλισσα,είναι
το ανθρώπινο μυθιστόρημα πολύ ενδιαφέρον. Σε ποιο έρεβοςσπρώχτηκαν να ζουν οι Εργατικοί που μοίραζαν γάλα στα σχολεία το 1947; Πόσεςπροδοσίες των ηγετών τους χρειάσθηκαν, ώσπου να νομιμοποιηθεί τοΘατσερικό ανάθεμα στην κοινωνία, ώσπου να παλινορθωθεί ο πόλεμος και να επιστρέψει ο εργαζόμενος στην εποχή του Ντίκενς;
Βλέπω την κηδεία της Θάτσερ κι ακούω τους τριγμούς της πτώσης της ΕΣΣΔ. Μέσα σε μια θανατερή σιωπή. Ποιος να την υπερασπισθεί; ηαποπολιτικοποίηση που επέβαλε η γραφειοκρατία ή η εξορισμένη σταγκουλάγκ δημοκρατία; Πού είναι τώρα το πρώτο κράτος των εργατών, αυτό που συνέτριψε τον ναζισμό κι έστειλε τον Γκαγκάριν να ανοίξει τιςπόρτες του μέλλοντος; Βλέπω
την κηδεία της Θάτσερ να δοξάζει τις εξουσίες των τόκων, βλέπωαγήματα της Βέρμαχτ να αποδίδουν τιμές σε εκείνην που άνοιξε τον δρόμο για τις ειδικές οικονομικές ζώνες, τους νέους ζωτικούς χώρους, τοντρίτο πειρασμό της Γερμανίας.
Καλά δούλεψε η Θάτσερ επιτυγχάνοντας την αναθεώρηση των αποτελεσμάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τους ηττημένους ανασταίνοντας, τη βρετανική εργατική τάξη χαντακώνοντας, μεγάλη υπηρεσία στην πατρίδα της προσέφερε η κυρά με το στενό μυαλό. Του «κοινού νου», τόσον
οικείου και κατανοητού όσον ο αταβισμός του φασισμού. Στην κηδεία σου, λοιπόν, κι εγώ, κυρά μου, φωνάζω ζήτω ο Σοσιαλισμός! Η βραχύβια ύπαρξή του, όπου υπήρξε, ήταν σαν την πρώτη πτήση του αεροπλάνου - κράτησε λίγα λεπτά και διήνυσε λίγα μέτρα.
Οι επόμενες πτήσεις θα ’ναι καλύτερες κι ύστερα ακόμα πιο καλές. Κι αν η ανθρωπότητα έχει πάει τώρα εκατό βήματα πίσω, πάλι θα πάει χίλια βήματα μπροστά.
Για την ώρα ζούμε στον κόσμο της νεκρής Μάργκαρετ Θάτσερ. Ενανελεύθερο στη σκλαβιά κόσμο, όπου όλοι είναι ελεύθεροι να πεινάνε, να την κουτσοβολεύουν και να περιμένουν να εξοφλήσουν τα χρέη τους μετά θάνατον.
Διότι όλα σε αυτόν τον κόσμο ρυθμίζονται.
Ρυθμίζεις τα χρέη σου στην εφορία.
Ρυθμίζεις τα χρέη σου στις τράπεζες.
Ρυθμίζεις τα χρέη σου στα ταμεία.
Ρυθμίζεις τα χρέη σου απ’ τα χαράτσια
και μαθαίνεις να ζεις μια ζωή χρεωμένος, να εθίζεσαι στη σκλαβιά σου, να διάγεις φόρου υποτελής, να χρωστάς τη ζωή σου έως θανάτου.
Είλωτας (σκάσε, χρωστάς!), φοβισμένος (σκάσε, χρωστάς), σκυφτός(σκάσε, η χώρα σου χρωστάει), όταν έχεις δουλειά με 350€ να λες «δόξα σοι ο Θεός» - που έχεις να πληρώνεις τα χρέη σου, διότι χρωστάς! σκάσε, χρωστάς
χρωστάς τη ζωή σου στον Σόιμπλε,
χρωστάς χάρη στον Βενιζέλο,
χρωστάς χρέος,
στον (οικονομικό) νεοφιλελευθερισμό που σκότωσε τον (πολιτικό) φιλελευθερισμό κι είσαι τώρα ελεύθερος να λες ό,τι θες χωρίς κανείς να σε ακούει...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου