ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Η ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΞΑΔΕΛΦΙΑ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Την άσκηση κακουργηματικών ποινικών διώξεων σε βάρος των πρώην προϊσταμένων του ΣΔΟΕ κ.κ. Ιωάννη Διώτη και Ιωάννη Καπελέρη, παραγγέλνει ο οικονομικός εισαγγελέας Παναγιώτης Αθανασίου, σχετικά με την υπόθεση της περιβόητης λίστας Λαγκάρντ.
Παράλληλα, ο εισαγγελικός λειτουργός αποφάσισε τη συνέχιση των ερευνών για τους συγγενείς του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου.
Ποινικές διώξεις σε Διώτη-Καπελέρη για τη λίστα Λαγκάρντ
Ειδικότερα, για τον κ. Διώτη ζητείται η άσκηση ποινικής δίωξης για απιστία στην υπηρεσία και υπεξαγωγή εγγράφου ενώ σε ό,τι αφορά την συνεργάτιδα του δικηγόρο Γαλάτεια Μανέ, έκρινε ότι το σκέλος αυτό της υπόθεσης θα πρέπει να τεθεί στο αρχείο.
Ποινική δίωξη για απιστία ζητείται για τον κ. Ιωάννη Καπελέρη.
Οι διώξεις από τον οικονομικό εισαγγελέα, έρχονται την ώρα που η Ολομέλεια της Βουλής ξεκινά τη συζήτηση για την παραπομπή του κ. Παπακωνσταντίνου για δυο κακουργήματα και ένα πλημμέλημα που αφορούν την πολύκροτη υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Πιο συγκεκριμένα το πόρισμα της επιτροπής ζητά την παραπομπή του για τα κακουργήματα της απιστίας στην υπηρεσία και της νόθευσης εγγράφου και για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος.
Οι πρώην προϊστάμενοι του ΣΔΟΕ
Με γραπτό υπόμνημα που είχε καταθέσει στις εισαγγελικές αρχές, ο κ. Διώτης είχε κάψει τον Γ. Παπακωνσταντίνου. Παραδέχθηκε ότι αντέγραψε ηλεκτρονικό το αρχείο της λίστας, είχε ζητήσει όμως πραγματογνωμοσύνη από ειδικούς, προκειμένου να διαπιστωθεί ποιος αλλοίωσε το usb της λίστας Λαγκάρντ, κάτι που όπως είχε αναφέρει, ο ίδιος δεν έπραξε σε καμία περίπτωση (και) γιατί δεν είχε κανένα κίνητρο ούτε και ανέμενε οποιαδήποτε όφελος για να προβεί στη νόθευση του.
«Ο κ. Παπακωνσταντίνου ποτέ δεν μου ανέφερε: α) ότι υπήρχε cd, β) ότι αυτό είχε παραληφθεί με συνοδευτικά έγγραφα και γ) ότι είχε αποσταλεί απ' το υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας. Εάν αυτό είχε συμβεί, αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι εγώ θα το χειριζόμουν ως έγγραφο και δεν θα είχα κανένα λόγο να το αντιμετωπίσω ως ένα παράνομο αποδεικτικό μέσο», ανέφερε στο υπόμνημά του ο Διώτης και σημείωνε: «Ο τρόπος παράδοσης αυτός του αρχείου καθιστούσε επιβεβλημένο να λάβω πολιτικές οδηγίες για τον τρόπο χειρισμού του από το νέο πολιτικό προϊστάμενό μου, δηλαδή τον κ. Βενιζέλο» ενώ προσθέτει: «Έτσι όπως έλαβα το αρχείο κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μπορεί και να είναι προϊόν δράσης μυστικών υπηρεσιών».
Από την πλευρά του, ο κ. Καπελέρης – είχε κληθεί ως ύποπτος νόθευσης εγγράφου από τους εισαγγελείς - είχε καταθέσει στους οικονομικούς εισαγγελείς ότι ο τότε πολιτικός προϊστάμενος του, δηλαδή ο Γ. Παπακωνσταντινου, δεν του έδωσε ποτέ εντολή να ελέγξει τη λίστα Λαγκάρντ. Ο ίδιος εξέφρασε μάλιστα την απορία του πως είναι δυνατόν να καλείται ως ύποπτος νόθευσης εγγράφου από τη στιγμή που δεν πήρε στα χέρια του τη λίστα.
Συνεχίζεται η έρευνα για τους συγγενείς Παπακωνσταντίνου
Ανοιχτή παραμένει η έρευενα των οικονομικών εισαγγελέων για τους συγγενείς του πρώην υπουργού, οι οποίοι είχαν κληθεί και εξεταστεί ως ύποπτοι τέλεσης τεσσάρων κακουργημάτων από τους κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη.
Η Ελένη Παπακωνσταντίνου και ο Σ. Σικιαρίδης, έχουν υποστηρίξει ότι ο λογαριασμός ύψους 1,222 εκατ. δολαρίων που εξαφανίστηκε από την αρχική λίστα Λαγκάρντ, περιλαμβάνει χρήματα από νόμιμες πηγές που είναι φορολογημένα.
Ανέφεραν χαρακτηριστικά στο υπόμνημα που είχαν καταθέσει στους εισαγγελείς: «Όπως προκύπτει από τα προσαγόμενα εκκαθαριστικά της φορολογικής αρχής, από το έτος 1987, που υποβάλλουμε κοινή δήλωση, τα εισοδήματά μας ανέρχονται μέχρι την 31.12.2011 σε 5.725.441 ευρώ συνολικά και μέχρι τη χρήση του έτους 2007 σε 4.172.816 ευρώ συνολικά. Υπερκαλύπτουν, δηλαδή, το ποσό του λογαριασμού που έδωσε λαβή στην έρευνα. Διευκρινίζεται ότι στα πιο πάνω περιλαμβάνεται και ποσό 70.946.300 δραχμών που εισεπράχθη από τον πρώτο εξ ημών, από την πώληση της Rex. Τονίζεται εδώ ότι εμείς, πρωτογενώς, δεν είχαμε λογαριασμό στην τράπεζα HSBC Γενεύης. Μάλιστα, δε ούτε στη Γενεύη. Διατηρούσαμε λογαριασμό στην National Repuplic Bank στον Λουγκάνο της Ελβετίας» η οποία όπως λένε, συγχωνεύτηκε με την HSBC».
Από την πλευρά του ο Ανδρέας Ρωσσώνης έχει υποστηρίξει ότι ο λογαριασμός που τηρούσε στην HSBC δεν άνοιξε και έκλεισε αυθημερόν, όπως είχε ειπωθεί αρχικά. Ο ίδιος προσκόμισε παραστατικά ελληνικής τράπεζας με ημερομηνία 1.2.05 από τα οποία αποδεικνύεται ότι τότε μετέφερε τα ποσά που είχε στην HSBC στην Ελβετία «και δη 715.112,47 και 113.531,94 δολάρια ΗΠΑ αντίστοιχα» στην ελληνική τράπεζα. Όπως αναφέρει: «Από τότε ο λογαριασμός μου στην τράπεζα HSBC έκλεισε. Άρα, το θρυλούμενο, ως περίεργο, ότι ο λογαριασμός αυτός άνοιξε και έκλεισε αυθημερόν, δεν είναι αληθές. Την μεταφορά αυτή την πραγματοποίησα δυνάμει του άρθρου 38 του νόμου 3259/2004, καταβάλλοντας τον αντιστοιχούντα φόρο και εξαντλώντας την φορολογική μου υποχρέωση για τα κεφάλαια αυτά».
http://www.ethnos.gr/
Την άσκηση κακουργηματικών ποινικών διώξεων σε βάρος των πρώην προϊσταμένων του ΣΔΟΕ κ.κ. Ιωάννη Διώτη και Ιωάννη Καπελέρη, παραγγέλνει ο οικονομικός εισαγγελέας Παναγιώτης Αθανασίου, σχετικά με την υπόθεση της περιβόητης λίστας Λαγκάρντ.
Παράλληλα, ο εισαγγελικός λειτουργός αποφάσισε τη συνέχιση των ερευνών για τους συγγενείς του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου.
Ποινικές διώξεις σε Διώτη-Καπελέρη για τη λίστα Λαγκάρντ
Ειδικότερα, για τον κ. Διώτη ζητείται η άσκηση ποινικής δίωξης για απιστία στην υπηρεσία και υπεξαγωγή εγγράφου ενώ σε ό,τι αφορά την συνεργάτιδα του δικηγόρο Γαλάτεια Μανέ, έκρινε ότι το σκέλος αυτό της υπόθεσης θα πρέπει να τεθεί στο αρχείο.
Ποινική δίωξη για απιστία ζητείται για τον κ. Ιωάννη Καπελέρη.
Οι διώξεις από τον οικονομικό εισαγγελέα, έρχονται την ώρα που η Ολομέλεια της Βουλής ξεκινά τη συζήτηση για την παραπομπή του κ. Παπακωνσταντίνου για δυο κακουργήματα και ένα πλημμέλημα που αφορούν την πολύκροτη υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Πιο συγκεκριμένα το πόρισμα της επιτροπής ζητά την παραπομπή του για τα κακουργήματα της απιστίας στην υπηρεσία και της νόθευσης εγγράφου και για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος.
Οι πρώην προϊστάμενοι του ΣΔΟΕ
Με γραπτό υπόμνημα που είχε καταθέσει στις εισαγγελικές αρχές, ο κ. Διώτης είχε κάψει τον Γ. Παπακωνσταντίνου. Παραδέχθηκε ότι αντέγραψε ηλεκτρονικό το αρχείο της λίστας, είχε ζητήσει όμως πραγματογνωμοσύνη από ειδικούς, προκειμένου να διαπιστωθεί ποιος αλλοίωσε το usb της λίστας Λαγκάρντ, κάτι που όπως είχε αναφέρει, ο ίδιος δεν έπραξε σε καμία περίπτωση (και) γιατί δεν είχε κανένα κίνητρο ούτε και ανέμενε οποιαδήποτε όφελος για να προβεί στη νόθευση του.
«Ο κ. Παπακωνσταντίνου ποτέ δεν μου ανέφερε: α) ότι υπήρχε cd, β) ότι αυτό είχε παραληφθεί με συνοδευτικά έγγραφα και γ) ότι είχε αποσταλεί απ' το υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας. Εάν αυτό είχε συμβεί, αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι εγώ θα το χειριζόμουν ως έγγραφο και δεν θα είχα κανένα λόγο να το αντιμετωπίσω ως ένα παράνομο αποδεικτικό μέσο», ανέφερε στο υπόμνημά του ο Διώτης και σημείωνε: «Ο τρόπος παράδοσης αυτός του αρχείου καθιστούσε επιβεβλημένο να λάβω πολιτικές οδηγίες για τον τρόπο χειρισμού του από το νέο πολιτικό προϊστάμενό μου, δηλαδή τον κ. Βενιζέλο» ενώ προσθέτει: «Έτσι όπως έλαβα το αρχείο κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μπορεί και να είναι προϊόν δράσης μυστικών υπηρεσιών».
Από την πλευρά του, ο κ. Καπελέρης – είχε κληθεί ως ύποπτος νόθευσης εγγράφου από τους εισαγγελείς - είχε καταθέσει στους οικονομικούς εισαγγελείς ότι ο τότε πολιτικός προϊστάμενος του, δηλαδή ο Γ. Παπακωνσταντινου, δεν του έδωσε ποτέ εντολή να ελέγξει τη λίστα Λαγκάρντ. Ο ίδιος εξέφρασε μάλιστα την απορία του πως είναι δυνατόν να καλείται ως ύποπτος νόθευσης εγγράφου από τη στιγμή που δεν πήρε στα χέρια του τη λίστα.
Συνεχίζεται η έρευνα για τους συγγενείς Παπακωνσταντίνου
Ανοιχτή παραμένει η έρευενα των οικονομικών εισαγγελέων για τους συγγενείς του πρώην υπουργού, οι οποίοι είχαν κληθεί και εξεταστεί ως ύποπτοι τέλεσης τεσσάρων κακουργημάτων από τους κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη.
Η Ελένη Παπακωνσταντίνου και ο Σ. Σικιαρίδης, έχουν υποστηρίξει ότι ο λογαριασμός ύψους 1,222 εκατ. δολαρίων που εξαφανίστηκε από την αρχική λίστα Λαγκάρντ, περιλαμβάνει χρήματα από νόμιμες πηγές που είναι φορολογημένα.
Ανέφεραν χαρακτηριστικά στο υπόμνημα που είχαν καταθέσει στους εισαγγελείς: «Όπως προκύπτει από τα προσαγόμενα εκκαθαριστικά της φορολογικής αρχής, από το έτος 1987, που υποβάλλουμε κοινή δήλωση, τα εισοδήματά μας ανέρχονται μέχρι την 31.12.2011 σε 5.725.441 ευρώ συνολικά και μέχρι τη χρήση του έτους 2007 σε 4.172.816 ευρώ συνολικά. Υπερκαλύπτουν, δηλαδή, το ποσό του λογαριασμού που έδωσε λαβή στην έρευνα. Διευκρινίζεται ότι στα πιο πάνω περιλαμβάνεται και ποσό 70.946.300 δραχμών που εισεπράχθη από τον πρώτο εξ ημών, από την πώληση της Rex. Τονίζεται εδώ ότι εμείς, πρωτογενώς, δεν είχαμε λογαριασμό στην τράπεζα HSBC Γενεύης. Μάλιστα, δε ούτε στη Γενεύη. Διατηρούσαμε λογαριασμό στην National Repuplic Bank στον Λουγκάνο της Ελβετίας» η οποία όπως λένε, συγχωνεύτηκε με την HSBC».
Από την πλευρά του ο Ανδρέας Ρωσσώνης έχει υποστηρίξει ότι ο λογαριασμός που τηρούσε στην HSBC δεν άνοιξε και έκλεισε αυθημερόν, όπως είχε ειπωθεί αρχικά. Ο ίδιος προσκόμισε παραστατικά ελληνικής τράπεζας με ημερομηνία 1.2.05 από τα οποία αποδεικνύεται ότι τότε μετέφερε τα ποσά που είχε στην HSBC στην Ελβετία «και δη 715.112,47 και 113.531,94 δολάρια ΗΠΑ αντίστοιχα» στην ελληνική τράπεζα. Όπως αναφέρει: «Από τότε ο λογαριασμός μου στην τράπεζα HSBC έκλεισε. Άρα, το θρυλούμενο, ως περίεργο, ότι ο λογαριασμός αυτός άνοιξε και έκλεισε αυθημερόν, δεν είναι αληθές. Την μεταφορά αυτή την πραγματοποίησα δυνάμει του άρθρου 38 του νόμου 3259/2004, καταβάλλοντας τον αντιστοιχούντα φόρο και εξαντλώντας την φορολογική μου υποχρέωση για τα κεφάλαια αυτά».
http://www.ethnos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου