Χρειάστηκε να περάσουν 2,5 ολόκληρα χρόνια για να καταφέρει να βγάλει από πάνω της τη “ρετσινιά” της υπόπτου για τη δολοφονία του συζύγου της Δημήτρη Γραικού. Λοιδορήθηκε, αμφισβητήθηκε, πόνεσε, έχασε φίλους αλλά άντεξε. Άντεξε να σταθεί στο δικαστήριο απέναντι στον άνθρωπο που όχι μόνο σκότωσε τον σύζυγό της αλλά, επί χρόνια, στιγμάτισε και τη δική της ζωή. της Ντίνας Σύρπου
Ίσως γι αυτό η συζήτηση με τη Δέσποινα Τσακαλίδου, λίγες ώρες πριν από την έκδοση της απόφασης στην πολύκροτη δίκη Γραικού, έχει ιδιαίτερη σημασία. Στα λόγια της διακρίνει κανείς την προσμονή της τιμωρίας του πραγματικού ενόχου αλλά και την ανακούφιση για την προσωπική δικαίωση απέναντι σε μία κοινωνία που, από την πρώτη στιγμή, την αντιμετώπισε απόλυτα ρατσιστικά.
“Φαντάζεσαι να μην μαθαίναμε ποτέ την αλήθεια; Να ήμουν πάντα δακτυλοδεικτούμενη;” αναρωτιέται. “Τώρα περιμένω από το δικαστήριο να αποδώσει δικαιοσύνη. Να τον καταδικάσει για φόνο εκ προμελέτης. Αυτό είναι το σωστό. Το θέμα όμως είναι ότι, όποια ποινή κι αν του επιβληθεί, σε μερικά χρόνια αυτός θα είναι και πάλι ελεύθερος. Ο δικός μας άνθρωπος όμως δεν θα ξαναδεί τον ήλιο”.
Το ξεσκαρτάρισμα των “φίλων”
Η Δέσποινα Τσακαλίδου από τη μιά στιγμή στην άλλη, βρέθηκε στη μέση ενός απίστευτου κυκεώνα. Πριν καλά – καλά καταλάβει τι συνέβη, έχασε το σύζυγό της, έπρεπε να στηρίξει τα παιδιά της, να διαχειρισθεί την κτηνοτροφική μονάδα, να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα της επιχείρησης αλλά κυρίως να αντιμετωπίσει την καχυποψία των γύρω της ότι μπορεί να ευθύνεται για τον χαμό του Δημήτρη Γραικού.
Ήταν τότε που όλοι προσπαθούσαν να ξετυλίξουν την άκρη του νήματος σε μία εξαφάνιση που “φώναζε” από μακριά ότι ήταν έγκλημα. Δυστυχώς για εκείνη, η πλειονότητα “είδε” στο πρόσωπό της την “ιδανική” ύποπτο. Γιατί για την κοινωνία μας μία ξανθιά, εμφανίσιμη γυναίκα δεν είναι δυνατόν να είναι αθώα.
“Επί 2,5 χρόνια δεν τολμούσα να βγω από το σπίτι μου” υπογραμμίζει στο Thesstoday.gr η Δέσποινα Τσακαλίδου. “Με αντιμετώπισαν ρατσιστικά. Έπεσαν πάνω μου να με φάνε. Με “σταύρωσαν”. Από παντού με βαρούσαν. Ακόμη και το χρώμα των μαλλιών μου φαινόταν να τους προκαλεί. Και να σκεφτεί κανείς ότι εγώ δεν βάφω καν τα μαλλιά μου. Έχουν απλά ασπρίσει και τα έχω αφήσει φυσικά”.
Αυτό βέβαια που, όπως λέει, την πλήγωσε περισσότερο ήταν όταν διαπίστωσε ότι άρχισαν να την εγκαταλείπουν ακόμη και άνθρωποι που θεωρούσε φίλους της.
“Έκανα ένα ξεσκαρτάρισμα σε φίλους και γνωστούς” λέει χαρακτηριστικά. “Ξέρεις πόσοι υποτιθέμενοι φίλοι μου με διέγραψαν από το facebook; Και τώρα τι θέλουν να μου πουν; Να μου ζητήσουν συγνώμη; Οι πραγματικοί φίλοι που στάθηκαν στο πλευρό μου και δεν με άφησαν λεπτό, είναι μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού. Αυτούς θέλω να κρατήσω. Δεν χρειάζομαι άλλους”.
Βέβαια το πιο σκληρό για εκείνη ήταν το γεγονός ότι ακόμη και οι άρρωστοι ηλικιωμένοι γονείς της γνώρισαν την σκληρότητα του περίγυρου.
“Μιά μέρα “ θυμάται η ίδια “ήρθε ο μπαμπάς μου από το ΚΑΠΗ– τότε που έβγαινε γιατί τώρα είναι άρρωστος- και ήταν φοβερά ταραγμένος. Τρόμαξα. Τον ρώτησα “τι έχεις”, στην αρχή δεν ήθελε να μου πει και μετά από μεγάλη πίεση, μου αποκάλυψε ότι ένας γνωστός του είπε: “Η κόρη σου σκότωσε τον άνδρα της, να δες το λέει και η εφημερίδα”.
Η εικόνα του πατέρα της εκείνη την ημέρα τη συγκλόνισε. Συνειδητοποίησε ότι η καχυποψία προς το πρόσωπό της είχε αντίκτυπο και στους ανθρώπους που αγαπούσε.
“Ακόμη και τώρα που νιώθω ότι δικαιώθηκα, παρακαλάω το Θεό να ζήσουν οι γονείς μου λίγο ακόμη για να δουν ότι είμαι καλά και να μην φύγουν με τον πόνο ότι υποφέρω” λέει με παράπονο.
Βέβαια η ίδια κατάλαβε από την πρώτη στιγμή πως ό, τι κι αν περνάει, έπρεπε να κάνει κουράγιο και να σταθεί όρθια. Δεν ήταν εύκολο, αλλά τα κατάφερε.
“Νομίζω ότι ο Θεός δίνει δύναμη” υπογραμμίζει η Δέσποινα Τσακαλίδου. “Δεν μπορούσα να εγκαταλείψω τα παιδιά μου. Δεν ήθελα να πουν ότι τα παράτησα. Τουλάχιστον τώρα ξέρουν ότι έκανα τα πάντα”.
«Τον σκότωσε και μετά μιλούσε για…τρακτέρ»
Η μακρά ακροαματική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα επώδυνη για την οικογένειά της. Επί 1,5 μήνα, η Δέσποινα Τσακαλίδου έφθανε στην αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου μαζί με τα παιδιά της, τον Αρχιμήδη και την Ελένη. Αυτό που ήθελαν να μάθουν ήταν το “γιατί”. Γιατί ο άνθρωπος αυτός τους στέρησε τον πατέρα τους. Τι ακριβώς συνέβη. Ακριβείς απαντήσεις, όμως, όπως σημειώνει, δεν πήραν ποτέ.
“Σκέψου ότι μέχρι τώρα ο άνθρωπος αυτός έδωσε συνολικά 5 καταθέσεις, απολογήθηκε στο δικαστήριο κι όμως δεν μάθαμε ακόμη πραγματικά γιατί σκότωσε τον Δημήτρη” τονίζει η ίδια στο Thesstoday.gr. “Περάσαμε 1,5 μήνα ακροαματικής διαδικασίας και ο κατηγορούμενος, ακόμη και τώρα, δεν μετανιώνει αλλά αντίθετα διαπιστώνουμε ότι επιδεικνύει ένα μοναδικό θράσος. Αντί να σκύψει το κεφάλι για όλα αυτά που έκανε, έχει το θράσος να σηκώνεται και να υποβάλει ερωτήσεις”.
Η ίδια παρακολουθούσε τις αντιδράσεις του σ’ όλη τη διάρκεια της δίκης και έφερνε συνεχώς στο μυαλό της τη φρικιαστική στιγμή της δολοφονίας.
“Αυτό που δεν μπορώ να πιστέψω ακόμη είναι πόσο φρικτό θάνατο είχε ο Δημήτρης” μας αποκαλύπτει. “Και το πιο τραγικό, το αδιανόητο, είναι ο τρόπος που συμπεριφέρθηκε ο άνθρωπος αυτός αμέσως μετά. Ελάχιστα λεπτά μετά το φόνο, όταν έφθασε ο οδηγός για να φέρει χώμα στην κτηνοτροφική μονάδα, πέταξε το σώμα του Δημήτρη στο αρμεκτήριο και, επί μισή ώρα, απόλυτα ήρεμος και φυσιολογικός, μιλούσε με τον οδηγό για… τρακτέρ. Επαναλαμβάνω, λίγα λεπτά αφού είχε σκοτώσει άνθρωπο.”
Η οικογένεια του Δημήτρη Γραικού περίμενε, όσο κι αν δεν είχε ουσιαστικό νόημα, μία συγνώμη. Έστω τώρα, την τελευταία στιγμή.
“Στην απολογία του ζήτησε συγνώμη μόνο από την οικογένειά του ενώ μας ενημέρωσε πόσο αδυνάτισε από το άγχος του» τονίζει η Δέσποινα Τσακαλίδου. “Τον άκουγα και δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. Μου ήρθε να ουρλιάξω. Να του πω: μόνο η οικογένειά σου είναι; Η Ελένη, η κόρη μου που από τον πόνο της έμεινε 40 κιλά, δεν έχει ψυχή; Τη σκέφτηκε κανείς;”
Το μόνο ευχάριστο είναι ότι έχουν αποκατασταθεί πλήρως οι σχέσεις της με τα αδέλφια του Δημήτρη Γραικού.
«Ήρθε ο κουνιάδος μου, ο Νίκος με έπιασε από το χέρι και μου είπε «όλοι σου οφείλουμε μία συγνώμη. Ο γλυκός μου, το καταλαβαίνω πόσο πονούσε και πόσο αγωνιούσε για τον αδελφό του. Αυτό που ήθελε ήταν να αποκαλυφθεί η αλήθεια».
Κάποιοι ακόμη και τώρα φοβούνται να μιλήσουν
Εκείνο, όμως, που της έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν οι αντιδράσεις ορισμένων ανθρώπων οι οποίοι, ενώ γνώριζαν κάποια στοιχεία που θα βοηθούσαν στην εκδίκαση της υπόθεσης, επέλεξαν να σιωπήσουν.
“Αυτό που με τρελαίνει είναι ότι, ακόμη και τώρα, κάποιοι που γνώριζαν για το ποιόν του κατηγορουμένου δεν τολμούν να μιλήσουν. Ξέρεις πόσα άτομα με πήραν τηλέφωνο λίγο πριν από τη δίκη και μου είπαν τι έχουν πάθει από τον κατηγορούμενο και όταν τους έλεγα ελάτε να τα πείτε στο δικαστήριο, μου έλεγαν ότι δεν ήθελαν γιατί φοβούνται;”
Τώρα, αυτό που περιμένει η Δέσποινα Τσακαλίδου είναι να ακούσει την απόφαση του δικαστηρίου για να υπάρξει η τελική δικαίωση. Την αγχώνει βέβαια η ιδέα της ενδεχόμενης έφεσης και το γεγονός ότι θα χρειασθεί να ξαναπεράσουν τη δοκιμασία ενός δικαστηρίου. Δεν είναι εύκολο αλλά, όπως λέει και η ίδια «με τον καιρό μαθαίνεις να ανακυκλώνεις τον πόνο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου