Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *
Εξομολογούμαι ότι αντιπαθώ τους εορτασμούς των ηρωποιημένων εξεγέρσεων, γενικώς.
Με ενοχλεί η πολιτικοποίηση μέσω ηρωικών, συμβολικών αναπαραστάσεων, τις οποίες επιχειρεί να νοηματοδοτήσει ένα καθεστώς ή περισσότερα ανταγωνιστικά ή ψευδο-ανταγωνιστικά ηγεμονικά μοντέλα.
Ανατριχιάζω με την γνώση πώς ο πολιτικός ανταγωνισμός διασκεδάζει τις πραγματικές σχέσεις εξουσίας που τον ορίζουν στη συγκυρία, λαμβάνοντας χώρα πάνω σε ιστορικά μνημεία αντίστασης και αγώνα για χειραφέτηση.
Με προβληματίζει, διαχρονικά, η ιστορική μετατόπιση της εξέγερσης του πολυτεχνείου στη βάση ενός λόγου θυσίας, ηρωισμού και αυταπάρνησης, «για να ζούμε σήμερα όλοι εμείς ελεύθεροι». Αφήστε το πολυτεχνείο στη θέση του! Τοποθετήστε εκείνη την εξέγερση στο ιστορικοπολιτικό πλαίσιο που ανήκει, και αφήστε τις ηθικοπλαστικές προβολές στο σήμερα! Το πολιτικό ζήτημα είναι η στρατηγική αυτών καθ’ εαυτών των προβολών και αναπαραστάσεων και όχι το μήνυμα που δήθεν προκύπτει αυτονόητα από το «μνημόσυνο» για την 38η επέτειο από την συγκεκριμένη εξέγερση.
Το μήνυμα είναι προϊόν της πολιτικής διάρθρωσης του λόγου: του τρόπου δηλαδή που το σημαίνον «πολυτεχνείο» μέσω μιας συγκεκριμένης στρατηγικής, επικράτησης πολιτικών δυνάμεων, ή τάσης ηγεμονικής κυριαρχίας, μετατρέπεται σε σημαινόμενο, συναισθηματικά φορτισμένο. Τούτο, με τη σειρά του, καθορίζει τη μορφή της δράσης ή μη δράσης. Η στρατηγική του μηνύματος, με άλλα λόγια, είναι εκείνη που σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει πολιτικό μήνυμα στη συγκυρία, πάνω σε ένα στόχο και ένα πρόγραμμα που έντεχνα αποκρύπτονται από εκείνους που ανταγωνίζονται για την ηγεμονική σηματοδότηση αυτού του ιστορικού συμβάντος. Το «πολυτεχνείο» μετατρέπεται σε γεγονός αποκλειστικά μέσω αυτής της διαδικασίας σημασιοδότησης. Το μήνυμα που αρθρώνουν οι ηγεσίες, υποκρύπτει ή και διασκεδάζει το μήνυμα που πλάθεται μέσω της στρατηγικής που αποσκοπεί στην προσαρμογή της δράσης του αποδέκτη-πολίτη στις συγκυριακές, δικές τους μικροπολιτικές επιδιώξεις. Άρα, το μήνυμα για χειραφέτηση, προκαλείται από μια συγκεκριμένη στρατηγική χειραγώγησης και έτσι ακυρώνεται σε σημαντικό βαθμό η δημοκρατική και φιλελεύθερη δυναμική του.
Αυτή η στρατηγική, στην περίπτωσή μας συνδέεται με την θυματοποίηση του ελληνικού λαού. Αυτό είναι το κρίσιμο στοιχείο του μηνύματος της κυρίαρχης στρατηγικής που ακολουθείται και όχι του μηνύματος που αυτή η στρατηγική τείνει να αναπαραστήσει λεκτικά (με τη γενική έννοια, εικόνα, ομιλία κλπ). Το μήνυμα, δηλαδή, της κυρίαρχης γλώσσας της εξέγερσης του πολυτεχνείου μέσω της ιεροτελεστίας (εκδρομές στο μνημείο, προσκύνημα ηγεσιών, προσκλητήριο των νεκρών αδερφών μας, φορτισμένες συγκινισιακά ομιλίες, στεφάνια, τραγούδια, λουλούδια, βίντεο, φωτογραφίες, πορεία, συνθήματα με την οσμή σουβλακίων κλπ) που ακολουθείται, δομείται στη βάση της λαϊκής θυματοποίησης.
Τούτη η discourse της «θυματοποίησης του λαού», λοιπόν, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ηγεμονική έκφραση όσων επιχειρούν να χειραγωγήσουν τους πολίτες, αρθρώνοντας παράλληλα μήνυμα χειραφέτησης! Θα πω την αλήθεια, καθώς αυτό θεωρώ ότι είναι το πολιτικό αντίδοτο στην ελληνική κρίση. Την στρατηγική αυτή ακολούθησαν κατά το παρελθόν όλα τα εθνικιστικά ή κομμουνιστικά μορφώματα και σήμερα περισσότερο ύπουλα και πρόστυχα μαζί με τους προηγούμενους οι νεοφιλελεύθεροι και οι δήθεν σοσιαλιστές του τετάρτου δρόμου της παγκοσμιοποίησης. Οι τελευταίοι έχουν προχωρήσει τόσο πολύ που στην «θυματοποίηση», προσδίδουν χαρακτηριστικά σαδομαζοχιστικά. Διδάσκουν, ότι οι Έλληνες είμαστε θύματα της πρακτικής του ίδιου μας του εαυτού ή (σε παραλλαγή) θύματα των άλλων (κακών ευρωπαίων) και θύτες του εαυτού μας, μια και σύμφωνα με τον νεοφιλελεύθερο φονταμενταλισμό (: fundamentalism, από το λατινικό fundamentum: θεμέλιο) ο κυριότερος εχθρός μας είναι ο ίδιος μας ο εαυτός!
Έτσι όμως δεν κάνεις δημοκρατική πολιτική. Όποιος επιχειρεί να ικανοποιήσει πολιτικούς στόχους μέσω μιας στρατηγικής θυματοποίησης του ελληνικού λαού σε οποιαδήποτε μορφή, μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για την παραγωγή γνώσης στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κουλτούρας, κατά την οποία απομυθοποιείται το πολιτικό φαινόμενο. Η σημασία της εξέγερσης του πολυτεχνείου πρέπει να προσδίδεται με ιστορικούς όρους και όχι αντίστροφα, όπως γίνεται στην πραγματικότητα σχεδόν από όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Δεν είναι το σήμερα που δίνει με ένα γραμμικό τρόπο νόημα στο χθες, αλλά ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι είναι, θα πρέπει να αποφεύγουμε τις αναλογίες.
Καμία σχέση δεν έχει η χούντα των συνταγματαρχών με την πραξικοπηματική αντίληψη του κοινοβουλευτισμού, που κυριαρχεί στην πολιτική πρακτική των σημερινών συντηρητικών δυνάμεων του τόπου. Πρόκειται για απολύτως διακριτές μορφές αντιδημοκρατικής έκφρασης της εξουσίας. Η στρατηγική της «θυματοποίησης» τις εξομοιώνει διαλεκτικά και καταστρέφει την πιθανότητα να επιδιωχθεί μια εντελώς διαφορετική πρακτική πολιτικού αγώνα από τους προοδευτικούς Έλληνες πολίτες για ψωμί, παιδεία, ελευθερία, στη συγκυρία της πολιτικοοικονομικής και κοινωνικής κρίσης που βιώνουμε.
Το «πολυτεχνείο» δεν νεκρανασταίνεται, λοιπόν, και μόνον το γενικό νόημα λαϊκής και «διανοητικής» αντίστασης που προκύπτει από την πολιτική αποκρυστάλλωση αυτής της συγκεκριμένης εξέγερσης θα είχε ίσως κάποια αξία στις μέρες μας. Δίχως λαϊκό αγώνα και δίχως πιονέρους αγωνιστές για τα δημοκρατικά δικαιώματα, οι κρίσεις σαν και την σημερινή στην Ελλάδα, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ακόμη πιο απολυταρχικές δομές εξουσίας. Το «πολυτεχνείο» αν πάψει να αντιμετωπίζεται ως «Μνημείο Πεσόντων», αν πάψει να δομείται στο πλαίσιο μιας στρατηγικής θυματοποίησης του λαού, τότε κάτι μπορεί να προσφέρει σήμερα στην επιχείρηση απομυθοποίησης της τεχνολογίας της τρόικας και των διαπλεκομένων δυνάμεων του ελληνικού καθεστώτος της μεταπολίτευσης. Το «πολυτεχνείο», φίλοι, ως σύγχρονο μήνυμα πολιτικής πρακτικής, είναι χρήσιμο στους προοδευτικούς πολίτες στο βαθμό που «αποηρωποιηθεί». Στο κάτω-κάτω η ίδια η μεταπολίτευση ως πολιτική κουλτούρα και πολιτική πρακτική το «αποηρωποίησε».
Ζήτω το πολυτεχνείο της εξέγερσης των δημοκρατών, λοιπόν, ζήτω το πολυτεχνείο της τεχνολογίας που γνωρίζει την πολιτική της καταγωγή, ζήτω το πολυτεχνείο εκείνων που δεν το έχουν ανάγκη για να συστήνουν πολιτική ταυτότητα και για να αυτοσυστήνονται ως αγωνιστές.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
από ΑΚΤΙΒΙΣΤΗΣΕξομολογούμαι ότι αντιπαθώ τους εορτασμούς των ηρωποιημένων εξεγέρσεων, γενικώς.
Με ενοχλεί η πολιτικοποίηση μέσω ηρωικών, συμβολικών αναπαραστάσεων, τις οποίες επιχειρεί να νοηματοδοτήσει ένα καθεστώς ή περισσότερα ανταγωνιστικά ή ψευδο-ανταγωνιστικά ηγεμονικά μοντέλα.
Ανατριχιάζω με την γνώση πώς ο πολιτικός ανταγωνισμός διασκεδάζει τις πραγματικές σχέσεις εξουσίας που τον ορίζουν στη συγκυρία, λαμβάνοντας χώρα πάνω σε ιστορικά μνημεία αντίστασης και αγώνα για χειραφέτηση.
Με προβληματίζει, διαχρονικά, η ιστορική μετατόπιση της εξέγερσης του πολυτεχνείου στη βάση ενός λόγου θυσίας, ηρωισμού και αυταπάρνησης, «για να ζούμε σήμερα όλοι εμείς ελεύθεροι». Αφήστε το πολυτεχνείο στη θέση του! Τοποθετήστε εκείνη την εξέγερση στο ιστορικοπολιτικό πλαίσιο που ανήκει, και αφήστε τις ηθικοπλαστικές προβολές στο σήμερα! Το πολιτικό ζήτημα είναι η στρατηγική αυτών καθ’ εαυτών των προβολών και αναπαραστάσεων και όχι το μήνυμα που δήθεν προκύπτει αυτονόητα από το «μνημόσυνο» για την 38η επέτειο από την συγκεκριμένη εξέγερση.
Το μήνυμα είναι προϊόν της πολιτικής διάρθρωσης του λόγου: του τρόπου δηλαδή που το σημαίνον «πολυτεχνείο» μέσω μιας συγκεκριμένης στρατηγικής, επικράτησης πολιτικών δυνάμεων, ή τάσης ηγεμονικής κυριαρχίας, μετατρέπεται σε σημαινόμενο, συναισθηματικά φορτισμένο. Τούτο, με τη σειρά του, καθορίζει τη μορφή της δράσης ή μη δράσης. Η στρατηγική του μηνύματος, με άλλα λόγια, είναι εκείνη που σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει πολιτικό μήνυμα στη συγκυρία, πάνω σε ένα στόχο και ένα πρόγραμμα που έντεχνα αποκρύπτονται από εκείνους που ανταγωνίζονται για την ηγεμονική σηματοδότηση αυτού του ιστορικού συμβάντος. Το «πολυτεχνείο» μετατρέπεται σε γεγονός αποκλειστικά μέσω αυτής της διαδικασίας σημασιοδότησης. Το μήνυμα που αρθρώνουν οι ηγεσίες, υποκρύπτει ή και διασκεδάζει το μήνυμα που πλάθεται μέσω της στρατηγικής που αποσκοπεί στην προσαρμογή της δράσης του αποδέκτη-πολίτη στις συγκυριακές, δικές τους μικροπολιτικές επιδιώξεις. Άρα, το μήνυμα για χειραφέτηση, προκαλείται από μια συγκεκριμένη στρατηγική χειραγώγησης και έτσι ακυρώνεται σε σημαντικό βαθμό η δημοκρατική και φιλελεύθερη δυναμική του.
Αυτή η στρατηγική, στην περίπτωσή μας συνδέεται με την θυματοποίηση του ελληνικού λαού. Αυτό είναι το κρίσιμο στοιχείο του μηνύματος της κυρίαρχης στρατηγικής που ακολουθείται και όχι του μηνύματος που αυτή η στρατηγική τείνει να αναπαραστήσει λεκτικά (με τη γενική έννοια, εικόνα, ομιλία κλπ). Το μήνυμα, δηλαδή, της κυρίαρχης γλώσσας της εξέγερσης του πολυτεχνείου μέσω της ιεροτελεστίας (εκδρομές στο μνημείο, προσκύνημα ηγεσιών, προσκλητήριο των νεκρών αδερφών μας, φορτισμένες συγκινισιακά ομιλίες, στεφάνια, τραγούδια, λουλούδια, βίντεο, φωτογραφίες, πορεία, συνθήματα με την οσμή σουβλακίων κλπ) που ακολουθείται, δομείται στη βάση της λαϊκής θυματοποίησης.
Τούτη η discourse της «θυματοποίησης του λαού», λοιπόν, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ηγεμονική έκφραση όσων επιχειρούν να χειραγωγήσουν τους πολίτες, αρθρώνοντας παράλληλα μήνυμα χειραφέτησης! Θα πω την αλήθεια, καθώς αυτό θεωρώ ότι είναι το πολιτικό αντίδοτο στην ελληνική κρίση. Την στρατηγική αυτή ακολούθησαν κατά το παρελθόν όλα τα εθνικιστικά ή κομμουνιστικά μορφώματα και σήμερα περισσότερο ύπουλα και πρόστυχα μαζί με τους προηγούμενους οι νεοφιλελεύθεροι και οι δήθεν σοσιαλιστές του τετάρτου δρόμου της παγκοσμιοποίησης. Οι τελευταίοι έχουν προχωρήσει τόσο πολύ που στην «θυματοποίηση», προσδίδουν χαρακτηριστικά σαδομαζοχιστικά. Διδάσκουν, ότι οι Έλληνες είμαστε θύματα της πρακτικής του ίδιου μας του εαυτού ή (σε παραλλαγή) θύματα των άλλων (κακών ευρωπαίων) και θύτες του εαυτού μας, μια και σύμφωνα με τον νεοφιλελεύθερο φονταμενταλισμό (: fundamentalism, από το λατινικό fundamentum: θεμέλιο) ο κυριότερος εχθρός μας είναι ο ίδιος μας ο εαυτός!
Έτσι όμως δεν κάνεις δημοκρατική πολιτική. Όποιος επιχειρεί να ικανοποιήσει πολιτικούς στόχους μέσω μιας στρατηγικής θυματοποίησης του ελληνικού λαού σε οποιαδήποτε μορφή, μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για την παραγωγή γνώσης στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κουλτούρας, κατά την οποία απομυθοποιείται το πολιτικό φαινόμενο. Η σημασία της εξέγερσης του πολυτεχνείου πρέπει να προσδίδεται με ιστορικούς όρους και όχι αντίστροφα, όπως γίνεται στην πραγματικότητα σχεδόν από όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Δεν είναι το σήμερα που δίνει με ένα γραμμικό τρόπο νόημα στο χθες, αλλά ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι είναι, θα πρέπει να αποφεύγουμε τις αναλογίες.
Καμία σχέση δεν έχει η χούντα των συνταγματαρχών με την πραξικοπηματική αντίληψη του κοινοβουλευτισμού, που κυριαρχεί στην πολιτική πρακτική των σημερινών συντηρητικών δυνάμεων του τόπου. Πρόκειται για απολύτως διακριτές μορφές αντιδημοκρατικής έκφρασης της εξουσίας. Η στρατηγική της «θυματοποίησης» τις εξομοιώνει διαλεκτικά και καταστρέφει την πιθανότητα να επιδιωχθεί μια εντελώς διαφορετική πρακτική πολιτικού αγώνα από τους προοδευτικούς Έλληνες πολίτες για ψωμί, παιδεία, ελευθερία, στη συγκυρία της πολιτικοοικονομικής και κοινωνικής κρίσης που βιώνουμε.
Το «πολυτεχνείο» δεν νεκρανασταίνεται, λοιπόν, και μόνον το γενικό νόημα λαϊκής και «διανοητικής» αντίστασης που προκύπτει από την πολιτική αποκρυστάλλωση αυτής της συγκεκριμένης εξέγερσης θα είχε ίσως κάποια αξία στις μέρες μας. Δίχως λαϊκό αγώνα και δίχως πιονέρους αγωνιστές για τα δημοκρατικά δικαιώματα, οι κρίσεις σαν και την σημερινή στην Ελλάδα, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ακόμη πιο απολυταρχικές δομές εξουσίας. Το «πολυτεχνείο» αν πάψει να αντιμετωπίζεται ως «Μνημείο Πεσόντων», αν πάψει να δομείται στο πλαίσιο μιας στρατηγικής θυματοποίησης του λαού, τότε κάτι μπορεί να προσφέρει σήμερα στην επιχείρηση απομυθοποίησης της τεχνολογίας της τρόικας και των διαπλεκομένων δυνάμεων του ελληνικού καθεστώτος της μεταπολίτευσης. Το «πολυτεχνείο», φίλοι, ως σύγχρονο μήνυμα πολιτικής πρακτικής, είναι χρήσιμο στους προοδευτικούς πολίτες στο βαθμό που «αποηρωποιηθεί». Στο κάτω-κάτω η ίδια η μεταπολίτευση ως πολιτική κουλτούρα και πολιτική πρακτική το «αποηρωποίησε».
Ζήτω το πολυτεχνείο της εξέγερσης των δημοκρατών, λοιπόν, ζήτω το πολυτεχνείο της τεχνολογίας που γνωρίζει την πολιτική της καταγωγή, ζήτω το πολυτεχνείο εκείνων που δεν το έχουν ανάγκη για να συστήνουν πολιτική ταυτότητα και για να αυτοσυστήνονται ως αγωνιστές.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου