Προεκλογική περίοδος ξεκίνησε µε τα εργασιακά να αποτελούν ένα από τα βασικά σηµεία αντιπαράθεσης ανάµεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα ∆ηµοκρατία.
Το κυβερνών κόµµα κατηγορεί την αξιωµατική αντιπολίτευση ότι ετοιµάζεται να ισοπεδώσει σαν «οδοστρωτήρας» τα όποια -τέλος πάντωνεργασιακά δικαιώµατα έµειναν όρθια τα χρόνια των µνηµονίων.
Σε αυτήν την κατεύθυνση οδηγούσαν άλλωστε εκ των πραγµάτων οι δηµόσιες τοποθετήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και άλλων στελεχών της Πειραιώς. Από την πλευρά της η Ν∆ απαντά ότι όλα αυτά είναι «fake news» και δεν ανταποκρίνονται σε καµία περίπτωση στην πραγµατικότητα.
Αρκετοί αναρωτιούνται ποιος έχει δίκιο σε αυτήν τη σύγκρουση. Οι απορίες είναι εύλογες και αναµενόµενες. Ιδιαίτερα από τη στιγµή που η συζήτηση πραγµατοποιείται εντελώς επιφανειακά, χωρίς συγκεκριµένες αναφορές και δεσµεύσεις. Θέλοντας και µη, για να βγάλει κάποιος ασφαλή συµπεράσµατα θα πρέπει να προσεγγίσει το καυτό θέµα διά της ατόπου απαγωγής.
Αρχικά γνωρίζουµε ότι η κυβέρνηση Σαµαρά, µε τον νόµο Βρούτση, κατάργησε επί της ουσίας τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγµατεύσεις ανάµεσα σε εργαζόµενους και εργοδότες. Μέσω αυτού, η κυβέρνηση όριζε διά νόµου τον κατώτατο µισθό, ο οποίος µειώθηκε στα 580 ευρώ, διαχώριζε τους εργαζόµενους σε άνω και κάτω των 25 ετών, µε τους δεύτερους να είναι σαφώς «φθηνότεροι».
Επίσης, οι επιχειρησιακές και ατοµικές συµβάσεις υπερίσχυαν των κλαδικών -που στην πραγµατικότητα καταργήθηκαν-, αυξήθηκε το όριο των οµαδικών απολύσεων, µειώθηκαν οι αποζηµιώσεις και άλλα πολλά. Με αυτόν τον τρόπο δηµιουργήθηκε µια αγορά εργασίας «ζούγκλα».
Προφανώς, πάνω σε αυτό το σχέδιο θα βαδίσει µια κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Τι έκανε, όµως, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Σίγουρα δεν κατάργησε τον νόµο Βρούτση – το µίνιµουµ που θα έπρεπε να κάνει µια κυβέρνηση της Αριστεράς. Η Εφη Αχτσιόγλου αύξησε µεν τον κατώτατο µισθό, ενεργοποιώντας, δε, τον ίδιο νόµο – κάτι που σηµαίνει ότι η επόµενη κυβέρνηση µπορεί πάλι να τον µειώσει, ακριβώς µε τον ίδιο τρόπο.
Επί των ηµερών της είναι αλήθεια ότι υπεγράφησαν ορισµένες κλαδικές συµβάσεις, στις οποίες επέβαλε και την υποχρεωτική επέκτασή τους. Αλήθεια, πόσες είναι αυτές; Ελάχιστες, όπως καταγγέλλουν τα συνδικάτα. Στην αγορά εργασίας συνεχίζουν να κυριαρχούν οι ατοµικές συµβάσεις, οι εκβιασµοί και οι εργοδοτικές απειλές.
Επίσης, ένα «παράσηµο» που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε είναι ότι ψήφισε τον νόµο που δυσκολεύει απίστευτα τις απεργίες στα πρωτοβάθµια σωµατεία – κάτι που δεν τόλµησε να πράξει καµία άλλη κυβέρνηση. Αυτό σηµαίνει ότι Ν∆ και ΣΥΡΙΖΑ είναι ίδιοι; Οχι, σε καµία περίπτωση.
Ανεξάρτητα, όµως, από τις διαφορές των δύο κοµµάτων και από το ποιος θα βρίσκεται αύριο στην κυβέρνηση, οι εργαζόµενοι θα πρέπει να οργανώσουν τον δικό τους αγώνα. Αρχικά για να διεκδικήσουν όσα έχασαν την περίοδο της κρίσης. Στη συνέχεια για να ανοίξουν δρόµους για νέες κατακτήσεις...
Αντώνης Γκιόκας
https://www.ethnos.gr/
Το κυβερνών κόµµα κατηγορεί την αξιωµατική αντιπολίτευση ότι ετοιµάζεται να ισοπεδώσει σαν «οδοστρωτήρας» τα όποια -τέλος πάντωνεργασιακά δικαιώµατα έµειναν όρθια τα χρόνια των µνηµονίων.
Σε αυτήν την κατεύθυνση οδηγούσαν άλλωστε εκ των πραγµάτων οι δηµόσιες τοποθετήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και άλλων στελεχών της Πειραιώς. Από την πλευρά της η Ν∆ απαντά ότι όλα αυτά είναι «fake news» και δεν ανταποκρίνονται σε καµία περίπτωση στην πραγµατικότητα.
Αρκετοί αναρωτιούνται ποιος έχει δίκιο σε αυτήν τη σύγκρουση. Οι απορίες είναι εύλογες και αναµενόµενες. Ιδιαίτερα από τη στιγµή που η συζήτηση πραγµατοποιείται εντελώς επιφανειακά, χωρίς συγκεκριµένες αναφορές και δεσµεύσεις. Θέλοντας και µη, για να βγάλει κάποιος ασφαλή συµπεράσµατα θα πρέπει να προσεγγίσει το καυτό θέµα διά της ατόπου απαγωγής.
Αρχικά γνωρίζουµε ότι η κυβέρνηση Σαµαρά, µε τον νόµο Βρούτση, κατάργησε επί της ουσίας τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγµατεύσεις ανάµεσα σε εργαζόµενους και εργοδότες. Μέσω αυτού, η κυβέρνηση όριζε διά νόµου τον κατώτατο µισθό, ο οποίος µειώθηκε στα 580 ευρώ, διαχώριζε τους εργαζόµενους σε άνω και κάτω των 25 ετών, µε τους δεύτερους να είναι σαφώς «φθηνότεροι».
Επίσης, οι επιχειρησιακές και ατοµικές συµβάσεις υπερίσχυαν των κλαδικών -που στην πραγµατικότητα καταργήθηκαν-, αυξήθηκε το όριο των οµαδικών απολύσεων, µειώθηκαν οι αποζηµιώσεις και άλλα πολλά. Με αυτόν τον τρόπο δηµιουργήθηκε µια αγορά εργασίας «ζούγκλα».
Προφανώς, πάνω σε αυτό το σχέδιο θα βαδίσει µια κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Τι έκανε, όµως, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Σίγουρα δεν κατάργησε τον νόµο Βρούτση – το µίνιµουµ που θα έπρεπε να κάνει µια κυβέρνηση της Αριστεράς. Η Εφη Αχτσιόγλου αύξησε µεν τον κατώτατο µισθό, ενεργοποιώντας, δε, τον ίδιο νόµο – κάτι που σηµαίνει ότι η επόµενη κυβέρνηση µπορεί πάλι να τον µειώσει, ακριβώς µε τον ίδιο τρόπο.
Επί των ηµερών της είναι αλήθεια ότι υπεγράφησαν ορισµένες κλαδικές συµβάσεις, στις οποίες επέβαλε και την υποχρεωτική επέκτασή τους. Αλήθεια, πόσες είναι αυτές; Ελάχιστες, όπως καταγγέλλουν τα συνδικάτα. Στην αγορά εργασίας συνεχίζουν να κυριαρχούν οι ατοµικές συµβάσεις, οι εκβιασµοί και οι εργοδοτικές απειλές.
Επίσης, ένα «παράσηµο» που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε είναι ότι ψήφισε τον νόµο που δυσκολεύει απίστευτα τις απεργίες στα πρωτοβάθµια σωµατεία – κάτι που δεν τόλµησε να πράξει καµία άλλη κυβέρνηση. Αυτό σηµαίνει ότι Ν∆ και ΣΥΡΙΖΑ είναι ίδιοι; Οχι, σε καµία περίπτωση.
Ανεξάρτητα, όµως, από τις διαφορές των δύο κοµµάτων και από το ποιος θα βρίσκεται αύριο στην κυβέρνηση, οι εργαζόµενοι θα πρέπει να οργανώσουν τον δικό τους αγώνα. Αρχικά για να διεκδικήσουν όσα έχασαν την περίοδο της κρίσης. Στη συνέχεια για να ανοίξουν δρόµους για νέες κατακτήσεις...
Αντώνης Γκιόκας
https://www.ethnos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου