Όταν έπαιρνες 25 χιλιάδες ευρώ το χρόνο και φέτος πήρες μόλις δέκα, σου έχει παρακρατηθεί όμως ο φόρος για τα περασμένα μεγαλεία των 25 χιλιάδων ευρώ, λογικό δεν είναι το κράτος να σου επιστρέψει μερικά απ’ αυτά;
Να σου επιστρέψει το κράτος λεφτά πίσω θα μου πεις;
Κι όμως μου επέστρεψε κοντά στα χίλια ευρώ, αν και με τρόπο δόλιο, προσπάθησε να μου τα φάει.
Πως δηλαδή… Μπήκα και είδα στον υπολογιστή εδώ και δύο μήνες ότι η εκκαθάριση έχει γίνει απ’ την εφορία, κι ότι το κράτος ως επιστροφή μου οφείλει κάποια χρήματα, για τα οποία όπως έγραφε θα μου έστελνε χαρτί να πάω να τα εισπράξω.
-Θα σου στείλει αγγούρια! Μου είπε ο εναπομένων ένας και μοναδικός συνάδερφος στη δουλειά. Και μου εξήγησε - να ’ναι καλά - πως θα τυπώσω μόνος μου το χαρτί που περίμενα, και θα περίμενα για χρόνια για να πάρω τα λεφτά αφού η ισχύ του - όπως έγραφε επάνω - ήταν μέχρι τις είκοσι του τρέχοντος μηνός. Έτσι έμπηξα μαχαιριά στο «μαλακό υπογάστριο» του Στουρνάρα, και πήγα σήμερα πανευτυχής και εισέπραξα τα χρήματα.
Βγήκα απ’ την Τράπεζα, τραβούσα τζούρες από την αιθάλη που σκέπαζε την πόλη, και που κι ετούτο το χειμώνα θα τραβάμε όλοι μέρα και νύχτα τον καπνό από τα ξύλα, που καίνε μέσα σε σόμπες και μαγγάλια μιας και το πετρέλαιο σ’ αυτή τη χώρα έγινε «αγιασμός».
Δεν με ένοιαζε όμως τίποτα, ήταν η μέρα της μεγάλης πληρωμής. Περπάτησα μέσα στο κρύο και δεν άργησα να βρεθώ μπροστά στο μεγαθήριο. Το «κτήριο της ευτυχίας», έτσι έχουμε βαφτίσει την υπεραγορά, το σούπερ-μάρκετ τροφίμων, που οι τυχεροί κάνουν τα ψώνια τους!
Στην είσοδο δεν ήμουν μόνος, όμως ένιωθα σήμερα να συναγωνίζομαι τους διπλανούς αγοραστές. Έτσι γίνεται, τα γεμάτα πορτοφόλια βγαίνουνε πάντα νικητές. Άρπαξα λοιπόν ένα καρότσι που μόλις το πρόλαβα από τα χέρια ενός αυθάδικου ξετσίπωτου θηλυκού.
Οι διάδρομοι φορτωμένοι χρώματα κι αρώματα, αυτό εξ άλλου θα πει γιορτές, τόσο που φέρνουν ιλίγγους βαθιά μέσα στα μάτια. Τσαλάκωσα και πέταξα το χαρτάκι με τις σημειώσεις, και χασομέρησα αρκετή ώρα, πέρα-δώθε στα ράφια και τα ψυγεία, μέχρι που το πορτοφόλι έμπηξε τις φωνές, και άρχισε να κλαψουρίζει και να αναστενάζει.
Κι εκεί στις ουρές των ταμείων γράφονται όλες οι αλήθειες. Άγνωστες καλοντυμένες φαμελιές, κρατούν καρότσια ξέχειλα και δείχνουν τόσο κορδωμένες που όλοι εμείς, οι υπόλοιποι, μοιάζουμε παρακατιανοί, δύσμοιροι και κολίγοι. Όμως σήμερα μισογέμισα κι εγώ το καρότσι μου, δεν μπαίνω σε συγκρίσεις αλλά δεν ντρέπομαι και καθόλου, το κρατώ σφιχτά και καμαρώνω.
Τέτοιες στιγμές, τα θέλω πνίγουν κάθε σκέψη. Κάθε φορά ένα παράξενο προϊόν ή ένα ποτό σε φαντεζί μπουκάλι, κάτι απομένει πάντα σαν ερινύα να σε κυνηγά. Φιλί στο όνειρο είναι και η πιο ταπεινή ακόμα αγορά. Σε όλο το δρόμο ίδρωνα καταευχαριστημένος. Έσφιγγα γερά τις νάυλον σακούλες, είναι δικές μου, κανένας δεν μπορεί να μου τις πάρει!
Για σήμερα τουλάχιστον, ΝΕΝΙΚΗΚΑΣΕ Τρόϊκα και Στουρνάρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου