«Σαν έτοιμη από καιρό», εδώ και έξι μήνες, εδώ και έναν χρόνο, θα έπρεπε να είναι η ομάδα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που θα αποτελούσε το Υπουργικό Συμβούλιο εις ό,τι αφορά κυβερνητική στρατηγική και νομοσχέδια. Αλλοι υπουργοί φαίνεται να είναι έτοιμοι κι άλλοι όχι. Χωρίς να λείπουν και κάποιες προχειρότητες (τελείως απαράδεκτες και άκρως ανησυχητικές). Βεβαίως είναι ακόμα πολύ νωρίς (η κυβέρνηση είναι μόλις ενός μηνός), αλλά θα είναι αργά αν η κυβέρνηση συνεχίζει να σπεύδει βραδέως προκειμένου να αντιμετωπίσει τον Χρόνο (και το Χρήμα) που επιπίπτει εναντίον της. Απ’ την άλλη, ο λαός (κατ’ αντίθεσιν με πολλούς Συριζαίους) δεν βιάζεται να κρίνει την κυβέρνηση, περιμένει να δει το κυβερνητικό έργο για να το πράξει.
Αυτήν τη στιγμή η κυβέρνηση μάχεται σε δύο μέτωπα: της διαπραγμάτευσης και της διακυβέρνησης. Που οι εξελίξεις στο ένα επηρεάζουν τις εξελίξεις στο άλλο.
Ας πάρουμε όμως λιγάκι το πράγμα απ’ την αρχή. Στο Κοράνι υπάρχουν εκατοντάδες αναφορές στη Βίβλο. Σημαίνει αυτό ότι Κοράνι και Βίβλος είναι τοένα και το αυτό; Οχι, για κανέναν εχέφρονα. Στη Δανειακή Σύμβαση υπάρχουν εκατοντάδες αναφορές στο Μνημόνιο. Σημαίνει αυτό ότι Δανειακή Σύμβαση και Μνημόνιο είναι το ένα και το αυτό; Οχι, για κανέναν εχέφρονα άνθρωπο, εκτός κι αν είναι ο Σόιμπλε (και όλο το σύστημα που αυτός ο άνθρωπος σημαίνει). Κι εξηγούμαι: η Δανειακή Σύμβαση είναι μια οικονομική συμφωνία η οποία για να συναφθεί και να τηρηθεί προϋποθέτει και συνεπάγεται μια πολιτική συμφωνία, το Μνημόνιο - που με τη σειρά του είναι Συνθήκη. Μια Συνθήκη που «παράγει δίκαιο» για τα συμβαλλόμενα μέρη - εν προκειμένω για τη χώρα μας σε δύο επίπεδα: το διεθνές και το εθνικό. Εις ό,τι αφορά το διεθνές επίπεδο, το Μνημόνιο (παρ’ ό,τι ουδέποτε ψηφίσθηκε από τη Βουλή με την προβλεπόμενη πλειοψηφία) θέτει τη χώρα υπό Καθεστώς Εντολής και Ελέγχου των δανειστών (ΔΝΤ, Ευρωπαϊκής Ενωσης και Τραπεζών) με άρση της Ασυλίας της. Εις ό,τι αφορά το εθνικό επίπεδο, το Μνημόνιο υπαγορεύει εφαρμοστικούς νόμους - μάλιστα νόμους που μπορούν να κινούνται και εκτός του συνταγματικού πλαισίου.
Η διαφορά της Δανειακής Σύμβασης (ή όποιων άλλων δανειακών συμβάσεων) από το ή τα Μνημόνια (όπως το Μεσοπρόθεσμο που ακολούθησε) ήταν (και είναι) εκείνη που επέτρεπε στον ΣΥΡΙΖΑ (ή σε οποιαδήποτε άλλη εθνικά ανεξάρτητη κυβέρνηση) να μπορεί να επαναδιαπραγματευτεί τη Δανειακή Σύμβαση στο οικονομικό της περιεχόμενο χωρίς τα πολιτικά της παράγωγα. Οπως κάνουν όλα τα κράτη μεταξύ τους, αν το ένα δεν είναι σε καθεστώς υποτέλειας από το άλλο.
Αντιθέτως, η ταύτιση των Δανειακών Συμβάσεων με τα Μνημόνια (το Γερμανικό Δόγμα) είναι ακριβώς εκείνη που επέτρεψε στη Γερμανία (και τους δορυφόρους της) να θέσουν σε καθεστώς (διαφορετικού βαθμού) υποτέλειας σειρά ευρωπαϊκών χωρών (τύποις ισότιμων), όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και άλλες.
Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για εξέταση και διαγραφή μέρους του χρέους, γιαεπανεξέταση της Δανειακής Σύμβασης και για κατάργηση του Μνημονίου (και στη συνέχεια των εφαρμοστικών νόμων) είχε νόημα μόνον εφόσον Δανειακή Σύμβαση και Μνημόνιο δεν ήταν, δεν εννοούνταν και δεν εκλαμβάνονταν ως ένα και το αυτό.
Στον επικοινωνιακό κυκεώνα που ακολούθησε μετά την 25η Ιανουαρίου και παρακολούθησε τις διαπραγματεύσεις αμέσως μετά, η Δανειακή Σύμβαση και το Μνημόνιο στάθηκαν πάνω απ’ το κεφάλι της χώρας ως ένα και το αυτό. Ηταν ο θρίαμβος του Γερμανικού Δόγματος. Αλλά και του επικοινωνιακού ολοκληρωτισμού. Σε μιαν τέτοια αρένα, αν πας να παίξεις με τους όρους των θηρίων, πας με τα χέρια δεμένα χωρίς να ’σαι ο Χουντίνι.
Υπ’ αυτήν την έννοια, στις διαπραγματεύσεις αυτές χάθηκε μια χρυσή ευκαιρία (κι έγινε ένα στρατηγικό λάθος): Για πρώτη φορά η Ελλάδα θα μπορούσε να θέσει θέμα επαναδιαπραγμάτευσης των οικονομικών της υποχρεώσεων(Δανειακή Σύμβαση) χωρίς πολιτικές υπαγορεύσεις (Μνημόνιο). Αυτός ήταν ο «τρόμος» της Γερμανίας και τον απέφυγε πολύ εύκολα. Κι αφού τον απέφυγε,ξεσάλωσε.
Οι διαπραγματεύσεις που έγιναν για τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν έχουν πλέον το στίγμα τους. Και δεν είναι βέβαιον ότι το στίγμα αυτό μπορεί να αναιρεθεί, ακόμα κι αν η κυβέρνηση αλλάξει βηματισμό. Οι λόγοι είναι δύο και απλοί: α) Η πλουτοκρατική Γερμανία διαθέτει υψηλή στρατηγική, ενώ η πτωχή Ελλάς διαθέτει καλές προθέσεις και καφενεία. Και β) η πλουτοκρατική Γερμανία διαθέτει ισχύ, ενώ η Ελλάδα το χαμένο της δίκιο.
Λέει σήμερα ο κ. Βαρουφάκης ότι ορισμένοι απ’ τους Εταίρους μας «μας την είχαν στημένη και μας πήγαιναν για Κόσοβο, πράγμα το οποίον αποφύγαμε». Θα είχε δίκιο, αν η χώρα δεν είχε ήδη γίνει ειδική οικονομική ζώνη.
Απ’ ό,τι φαίνεται, στο εγγύς μέλλον η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει από πλευράς Γερμανικού Διευθυντηρίου αυξημένη αγριότητα. Πλήθος δηλώσεων -αρνητικών δηλώσεων- για όλα απ’ όλους τους θεράποντες της Σιδερένιας Φτέρνας, για το χρέος, για τη ροή των χρηματοδοτήσεων, για τον τρόπο των ελέγχων -για όλα- γεμίζουν τον διεθνή Τύπο. Από την
άλλη πλευρά, η κυβέρνηση θα πρέπει επειγόντως να ανταποκριθεί σε ένα ελάχιστο πρώτο μέρος των -μίνιμουμ άλλωστε κι όχι μεγάλων- προσδοκιών του λαού. Ομως αυτό το μίνιμουμ είναι σήμερα για τον λαό η τελευταία σανίδα σωτηρίας.
Κατά τη γνώμη πολλών σοβαρών διεθνών παραγόντων (καθόλου αριστεροί οι περισσότεροι), την τυχόν «σύγκρουση την άντεχε η Ελλάδα, δεν την άντεχε η Ενωση». Ωστόσο, αυτό το κεφάλαιο έκλεισε - το πουλί πέταξε. Η πολυτέλεια για «βόλτες χωρίς ατζέντα» τέλειωσε επίσης. Το μόνον στο οποίον μπορεί να χτίσει πλέον η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει την άγρια επίθεση των δανειστών για να την τελειώσουν, είναι τα φιλολαϊκά μέτρα που μπορεί να πάρει. Με έναν λόγο, πρέπει να αρχίσει να κυβερνά για (να μπορεί) να συνεχίσει να διαπραγματεύεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου