Πολλά τα θυσιαστήρια της πατρίδας μας, πολλοί οι τόποι μαρτυρίου, γιατί πολύς ήταν ο Λαός μας που την υπερασπίστηκε και θυσιάστηκε γι’ αυτήν. Πολλά τα ξερονήσια, πολλές οι φυλακές και ανάμεσά τους, από τις πιο σκληρές, οι φυλακές της Κέρκυρας και ο τόπος εκτελέσεως των πολιτικών κρατουμένων της πτέρυγας Θ, το μαρτυρικό Λαζαρέτο. της Σοφίας Χουδαλάκη
Όλο κι όλο σχεδόν 70 στρέμματα, μα ποτισμένο με το αίμα των νέων παιδιών, των εκτελεσμένων από τις κάνες των μεταπολεμικών κυβερνήσεων, από το 1948 και για χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου. Ένας πέτρινος τοίχος που ακόμα στέκεται με δυσκολία, απομεινάρι μιας εκκλησίας του 16ου αιώνα, έγινε το στήριγμα των άψυχων κορμιών τους.
Δεμένοι από τα σιδερένια κρικέλια αυτού του τοίχου, με στραμμένο το πρόσωπό τους προς εκείνον και με τις κάνες των εκτελεστών τους στην πλάτη. Ούτε την τελευταία ώρα δεν μπορούσαν οι εκτελεστές να τους κοιτάξουν στο πρόσωπο γιατί ήξεραν, ότι αυτοί που δέσμιοι μπροστά τους περίμεναν τη σφαίρα, ήταν οι ίδιοι που λίγο νωρίτερα είχαν πολεμήσει τους κατακτητές στο αλβανικό μέτωπο, είχαν δημιουργήσει το ΕΑΜ, την ΕΠΟΝ, είχαν τροφοδοτήσει με τις ζωές τους την Αντίσταση. Την ώρα που σηκώνονταν ο ήλιος και ξεκινούσε να φτιάχνει τις πρώτες σκιές, εκείνη την ώρα δίνονταν το σύνθημα:
Οπλίσατε. Σκοπεύσατε. Πυρ.
Πυρ, να καούν τα νιάτα, να καούν οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού, να καούν οι αμετανόητοι πολιτικοί κρατούμενοι που αρνήθηκαν να υπογράψουν τη δήλωση, που αρνήθηκαν να καταδώσουν τους συμπατριώτες τους, που αρνήθηκαν να δεχτούν ότι αυτά τα χώματα θα τα διαφεντεύουν οι λίγοι εις βάρος των πολλών.
Πυρ, όχι μόνο στα κορμιά, αλλά κυρίως στις ιδέες τους, στα ιδανικά τους, στην ανάγκη για ελευθερία, για περηφάνια, για αξιοπρέπεια.
Πυρ, να καεί η γνώση και η μνήμη. Να μη σκεφτεί κανένας στο μέλλον να υπερασπιστεί την πατρίδα, το βιός του, τη γειτονιά του ή τους ανθρώπους του. Ούτε έναν τάφο δεν τους έδωσαν. Σε ομαδικούς λάκκους, σαν τα σκουπίδια, πέταξαν τα κορμιά τους κι αν δεν νοιαζόντουσαν να τους χωρέσουν όλους σε τούτο το μικρό κομμάτι γης, ίσως δεν θα τους πείραζε να τους άφηναν και άθαφτους. Νόμιζαν, ότι μαζί με τα κορμιά των ανθρώπων θα ξεψυχούσαν και οι ιδέες τους.
Σχεδόν εβδομήντα πέντε χρόνια πέρασαν από τις πρώτες εκτελέσεις στα 1948. Περίπου 200 άνθρωποι, όλοι θανατοποινίτες από τα Έκτακτα Στρατοδικεία και τα δικαστήρια Συνέδρων του Εμφυλίου, εκτελέστηκαν σε τούτον τον τοίχο.
Από τα ελλιπή στοιχεία που έχουν μελετηθεί μέχρι σήμερα, φαίνεται ότι οι περισσότεροι ήταν κάτω των 30 ετών. Σε κάποιους σταυρούς, από αυτούς που δεκαετίες μετά τοποθετήθηκαν στον χώρο, οι χαραγμένες ηλικίες είναι οδυνηρά νεανικές:
Κώστας, ετών 23. Παναγιώτης, ετών 22. Αλέξανδρος, ετών 20. Νίκος, ετών 27.
Τα τριάντα χρόνια που ακολούθησαν μετά τον Εμφύλιο, όσοι επιβίωσαν από τα κρατητήρια, τα ξερονήσια και τις εκτελέσεις τα έζησαν σε συνθήκες άγριας καταπίεσης, διώξεων, συλλήψεων, βασανιστηρίων. Τα απόνερα των εκτελέσεων σε τοίχους όπως εκείνος στο Λαζαρέτο ή στην Καισαριανή τα ζήσαμε μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Το κράτος εκτάκτου ανάγκης, το εμφυλιακό θεσμικό πλαίσιο, ο χωροφύλαξ της γειτονιάς και τα κοινωνικά φρονήματα ήταν η ιστορική «ουρά» του Εμφυλίου που ακολούθησε τις επόμενες γενιές.
Γεμάτη Λαζαρέτα η πατρίδα μας, γεμάτη Καισαριανές και πτέρυγες θανατοποινιτών. Από τον Άη Στράτη μέχρι τα Γιούρα, από το Επταπύργιο μέχρι τις φυλακές Αβέρωφ, από τις φυλακές Καλαμίου στα Χανιά ως τη Γαύδο. Ανελέητο το κυνήγι του επίσημου κράτους απέναντι στους πατριώτες ελευθερωτές της πατρίδας μας, απόδειξη ότι εκείνο το μεταπολεμικό κράτος δεν ταυτίστηκε ποτέ με την πατρίδα του Λαού του.
Σε τούτο τον τόπο όπου σταθούμε να πατάμε απαλά τα χώματά του, όπως απαλά πατήσαμε πριν λίγες μέρες το μικρό μας «μεγάλο» Λαζαρέτο. Απαλά αγγίξαμε και φέτος τις ουλές του μακάβριου τοίχου, τις τρύπες που άνοιξαν πάνω του οι σφαίρες των εκτελεστών. Απαλό το πάτημα μα στεντόρεια η φωνή, γιατί εκείνοι οι νεκροί δεν πότισαν με το αίμα τους μόνο τα χώματα, αλλά πότισαν και τα ιδανικά για μια καλύτερη ζωή.
Μια κιβωτός είναι για μας το Λαζαρέτο, που κρατάει μέσα της ζωντανά όσα κάνουν τη ζωή μας άξια. Ένα σύμβολο των αγώνων των ανθρώπων που θα προστατευθεί από κάθε επίβουλο βλέμμα που θέλει να το αποσχηματοποιήσει, είτε για να το μετατρέψει σε πραμάτεια στον διεθνή πάγκο της τουριστικής αγοράς, είτε για να το μετατρέψει σε ανενεργό, μουσειακό έκθεμα μιας αφηρημένης δημοκρατικότητας δίχως πολιτική έκφραση, δίχως ιστορικό πλαίσιο, δίχως κοινωνική αναφορά.
Το γράφημα που συνοδεύει το θέμα είναι της Τζίνας Κοντογεώργου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου