Το βασικό πρόβλημα που ανέδειξε η προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, είναι η ρήξη των κοινωνικών σχέσεων των ανθρώπων. Γράφει ο ΗΛΙΑΣ ΜΙΧΑΛΑΡΕΑΣ*
Κατανοήσαμε οριστικά, πως το διαδίκτυο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις ανθρώπινες σχέσεις, η τηλεκπαίδευση την εκπαίδευση, η τηλεργασία την εργασία. Το βίωμα ότι αυτή η πραγματικότητα είναι τερατώδης, είναι ένα καθολικό παγκόσμιο ανθρώπινο βίωμα.
Ο τρόμος δεν αφορά μόνο τον κορωνοϊό, αφορά κυρίως την πραγματικότητα που με αφορμή αυτόν δημιουργήθηκε και την πιθανότητα να εξυπηρετεί την κυρίαρχες τάξεις, ώστε να επιχειρήσουν να την μονιμοποιήσουν.
Συνειδητοποιήσαμε, πως την πανδημία δεν μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε αποσπασματικά, με επιμέρους παρεμβάσεις και ανεξάρτητα από το ευρύ κοινωνικό – οικονομικό, περιβάλλον.
Χρειάζονται πολιτικές, που θα εμπλέκουν το σύνολο των θεσμικών και μη φορέων της χώρας (Δήμοι, Περιφέρειες, Συνδικάτα, Σωματεία, Πολιτιστικοί φορείς, Σύλλογοι κλπ), ώστε να συμμετέχουν ενεργά στις προσπάθειες αντιμετώπισης της πανδημίας. Υπάρχει κάποιος που να γνωρίζει καλύτερα από τους φορείς των εργαζομένων στο χώρο της υγείας για το τι πρέπει να γίνει ώστε να αντιμετωπισθεί καλύτερα η πανδημία; Υπάρχει κάποιος που να γνωρίζει καλύτερα από τους τοπικούς φορείς τις κατά τόπους γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της χώρας; Υπάρχει κάποιος που να γνωρίζει καλύτερα από τους εργαζόμενους και τους φορείς τους τα προβλήματα και το τι πρέπει να γίνει στα Μ.Μ.Μεταφοράς κοκ;
Οι κλινικές μεταβλητές, μεταξύ αυτών και η διάγνωση, όσο σημαντικές και εάν είναι σε όλες τις φάσεις της εξέλιξης της πανδημίας, δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση της. Σημαντικότατο ρόλο, στη πρόληψη, στην διασπορά, στην θεραπευτική αντιμετώπιση, παίζουν σειρά εξωκλινικών μεταβλητών όπως αυτές που αφορούν στις κοινωνικές ανισότητες, στην οικονομική και πολιτιστική φτώχια, στην παιδεία, στις γεωγραφικές ανισομετρίες κλπ. Η πανδημία, σε όλο τον κόσμο, πλήττει περισσότερο τους φτωχούς.
Συνειδητοποιήσαμε, πως χρειάζεται ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος που θα παρέχει αποκλειστικά δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες κάθε είδους. Η υγεία και η παιδεία είναι τέτοια παραδείγματα. Αυτές οι υπηρεσίες δεν μπορούν να αναπτύξουν την δράση τους στο πλαίσιο της αντίληψης του «επιτελικού κράτους», δηλαδή του «λιγότερου κράτους» και του φιλελευθερισμού.
Όταν όλα αυτά δεν γίνονται, τότε με μαθηματική ακρίβεια οδηγούμαστε στην ανεξέλεγκτη διασπορά του ιού, στην επίρριψη της ευθύνης στους πολίτες μέσω της γενίκευσης της έννοιας της «ατομικής ευθύνης», στο έσχατο και καταστροφικό μέτρο της απαγόρευσης κάθε δραστηριότητας και στην αστυνομοκρατία, ώστε να κρυφτεί η πολιτική ευθύνη της απουσίας κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης.
Αναδύονται ζητήματα, που δεν έχουν να κάνουν με την ιατρική και την αντιπαράθεση διαφορετικών ιατρικών απόψεων, αλλά αφορούν στην ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου και του κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού, πλαισίου που τον περιβάλλει.
Εάν επικεντρωθούμε μόνο στους ειδικούς και στις ειδικές τεχνικές γνώσεις στο πλαίσιο ενός ακραία αφαιρετικού βιολογικού αναγωγισμού, τότε ιατρικοποιούμε ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, ιατρικοποιούμε ανθρώπινες κοινωνικές συμπεριφορές, για να αποφύγουμε τις κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές, φιλοσοφικές τους διαστάσεις. Με αυτό τον τρόπο ασκούμε εξουσία μέσω της επιστήμης, ιατρικοποιώντας την πολιτική και πολιτικοποιώντας την επιστήμη
Κάτι τέτοιο, μπορεί να οδηγήσει σε πολιτικές αυθαιρεσίες με σκοπό την χειραγώγηση και των εκμετάλλευση των αδυνάτων.
Πολλοί αναρωτιούνται αν η πανδημία άλλαξε τον τρόπο ζωής μας για πάντα και μιλάνε για μια «νέα κανονικότητα» στην «μετανθρώπινη εποχή».
Αναρωτιούνται επίσης για τον ρόλο της επιστήμης στην πανδημία και για την εξέλιξή της στις νέες συνθήκες.
«Μετανθρώπινες κοινωνίες»
Η αλήθεια είναι ότι η θεώρηση της λεγόμενης «μετανθρώπινης» κοινωνίας προϋπήρχε της πανδημίας. Ο φιλελευθερισμός, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν κοινωνίες παρά μόνα άτομα και οι οικογένειές τους, επιχείρησε να εδραιώσει την έννοια του «μοναχικού ατόμου», χρησιμοποιώντας την τεχνολογία για την διαμεσολάβηση των ανθρωπίνων σχέσεων (facebook, κοινωνικά δίκτυα κλπ,) και χτυπώντας κάθε συλλογική και κοινωνική ή συνδικαλιστική δραστηριότητα. Η Αγγλία είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Οι υποστηρικτές της έννοιας των «μετανθρώπινων» κοινωνιών, με αφορμή τον COVID-19, θεωρούν πως αφού οι κοινωνικές σχέσεις έχουν πληγεί από την πανδημία και διαμεσολαβούνται από το διαδίκτυο, οδηγώντας τον άνθρωπο στην απομόνωση και στην μοναχικότητα και αφού οι εργασιακές σχέσεις και οι εκπαιδευτικές διαδικασίες ανατρέπονται ριζικά και μη αναστρέψιμα από την τηλεργασία και την τηλεκπαίδευση, τότε ίσως δεν θα πρέπει να επιστρέψουμε στην παλαιά κανονικότητα αλλά να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία για την δημιουργία μιας «νέας κανονικότητας» σε μια νέα εποχή.
Καιρό τώρα ο καπιταλισμός φλερτάρει με την ιδέα ότι ο άνθρωπος θα προσδιορίζεται όχι από κοινωνικές παραμέτρους, αλλά κυρίως από την ψηφιακή τεχνολογία. Η σύζευξη του οργανικού με το ψηφιακό, η ιδέα ενός βιονικού ανθρώπου στην νέα εποχή, μπορεί να οδηγήσει σε ανδροειδή χωρίς συναισθήματα, κοινωνικότητα, τάξεις, φύλο, κοινωνικές και ιστορικές καταβολές, ανάγκες, αξίες, ιδεολογία, ιδανικά… Ήδη, όχι μόνο η ιδέα αλλά και η εικόνα τον ανδροειδών του μέλλοντος είναι εδώ, είτε ως πλατφόρμες προγραμμάτων εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, είτε ως ταινίες επιστημονικής φαντασίας, είτε ως αντικατάσταση της έννοιας του πατέρα και της μητέρας με τις έννοιες του γονέα ένα (1) και γονέα δύο (2) κοκ.
Στο πλαίσιο της αταξικής αντιμετώπισης του κοινωνικού γίγνεσθαι, ο ιδεαλισμός εφευρίσκει διαρκώς συγκεκριμένα θεωρητικά μοντέλα για την περιγραφή της πραγματικότητας.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τις θεωρίες για την μεταβιομηχανική κοινωνία, για την τεχνοτρονική εποχή, για την κοινωνία της πληροφορικής, την κοινωνία της αφθονίας, την βιοπολιτική, την βιοεξουσία. Σε αυτές τις θεωρήσεις προστίθεται και η άποψη για τις «μετανθρώπινες» κοινωνίες.
Όλες έχουν την ίδια ιδεολογική βάση. Επιχειρούν να πείσουν ότι η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος καθορίζει τις σχέσεις παραγωγής, να κρύψουν ότι αντίθετα η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος είναι μέρος της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και περιορίζεται η αξιοποίησή της από τις καπιταλιστικές σχέσεις. Αντί λοιπόν να χρησιμοποιείται η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος για την κοινωνική ανάπτυξη των εργαζομένων, γίνεται μέσο για την υποβάθμισή της.
Για το λόγο αυτό, ο ιδεαλισμός χρησιμοποιεί τις έννοιες της «βιοπολιτικής» και της «βιοεξουσίας» για να αποκρύψει την ταξικότητα των κοινωνικών σχέσεων, να υποκαταστήσει την έννοια της κοινωνικής πολιτικής, που συνδέεται ιστορικά με το κράτος.
Πρόκειται, σε τελευταία ανάλυση, για θεωρήσεις που εξυπηρετούν την φιλελεύθερη άποψη του λιγότερου κράτους και που τις τελευταίες δεκαετίες έχουν οδηγήσει στις πολιτικές της αντικατάστασης της κοινωνικής πολιτικής από τις πολιτικές των προγραμμάτων μέσω ΜΚΟ (βλ. ΕΣΠΑ, Ψυχαργώς και αποασυλοποίηση στην ψυχική υγεία κλπ).
Ο ρόλος της επιστήμης
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η πανδημία έχει οδηγήσει την επιστημονική συνεργασία σε πρωτοφανή επίπεδα, επαναφέροντας την ανάγκη της «ανοιχτής επιστήμης» ως μια αναπόφευκτα θετική πραγματικότητα.
Ήρθαμε δηλαδή, πιο κοντά από ποτέ στην «ανοιχτή επιστήμη» που ο Robert K. Merton από την δεκαετία του 1940 επικαλείτο, θεωρώντας ότι τα επιστημονικά αποτελέσματα πρέπει να είναι ανοιχτά και προσβάσιμα από όλους; Όντως, είχαμε ελεύθερη πρόσβαση στις έρευνες και στις επιστημονικές δημοσιεύσεις;
Μια προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Οι επιστημονικές δημοσιεύσεις, τα επιστημονικά δεδομένα, η επιστημονική ερευνητική διαδικασία, ελέγχονται από μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες και κυβερνήσεις.
Για τον Μαρξ, «το κεφάλαιο δε δημιουργεί επιστήμη, αλλά την εκμεταλλεύεται την ιδιοποιείται για τις ανάγκες της διαδικασίας της παραγωγής». Το κεφάλαιο έχει την δυνατότητα να μετατρέψει τις παραγωγικές κοινωνικές δυνάμεις σε δυνάμεις καταστροφής. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να μετατρέψει και την επιστήμη, σε εχθρική προς την κοινωνία δύναμη, παρόλο τον θεμελιώδη κοινωνικό της ρόλο που δεν είναι άλλος από την ανακάλυψη των νόμων εξέλιξης και ανάπτυξης της κοινωνίας.
Για τον Μαρξ, επιστήμη είναι η συσσωρευμένη γνώση ως αποτέλεσμα της συνολικής κοινωνικής δραστηριότητας. Οτιδήποτε γίνεται στο κοινωνικό γίγνεσθαι, ακόμη και η πιο απλή κοινωνική, ανθρώπινη δραστηριότητα, βρίσκεται μέσα στις επιστημονικές ανακαλύψεις και κατακτήσεις, με τέτοιο τρόπο που όλοι, απλοί άνθρωποι, «ειδικοί», επιστήμονες, ερευνητές έχουν την δική τους συνεισφορά. Συνεπώς, ο χαρακτήρας της επιστήμης είναι κοινωνικός από την φύση του.
Επειδή, η επιστήμη στον καπιταλισμό μετατρέπεται σε παραγωγική δύναμη, το κεφάλαιο την ιδιοποιείται άμεσα, την υποτάσσει στις ανάγκες του για μεγαλύτερο κέρδος και οριοθετεί έτσι τα όρια της ελευθερίας της.
Το σύνολο της επιστημονικής διαδικασίας καθορίζεται από τους κανόνες του κεφαλαίου και της αγοράς που δεν έχουν καμία σχέση με την επιστήμη. Για να είναι πιο εύκολα και περισσότερο εκμεταλλεύσιμες οι επιστημονικές γνώσεις και για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της αγοράς, κατακερματίζονται σε επιμέρους οντότητες, που με την σειρά τους παράγουν «τοπικά» θεωρητικά μοντέλα, ενίοτε, ασυντόνιστα και αποσπασματικά μεταξύ τους και τα οποία μπαίνουν στη θέση των γενικών θεωρήσεων.
Αποτέλεσμα είναι η υπερεξειδίκευση που ακόμα και μέσα στην ίδια επιστήμη οδηγεί σε τομείς «ξένους» μεταξύ τους. Ο κατακερματισμός της επιστήμης, οδηγεί στην αντικατάσταση της διαδικασίας της γνώσης (γνωσιολογικά) από την διαδικασία της πληροφόρησης και προάγει τις δεξιότητες και τις ικανότητες αποσπασμένες από την προσωπικότητα, που είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του κατακερματισμένου και καταρτήσιμου ανθρώπου.
Διαχωρισμένη η επιστήμη από την φιλοσοφία και διαιρεμένη σε «ανεξάρτητους» μεταξύ τους τομείς δεν μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο σε μια γενική και ενιαία κατανόηση του κόσμου.
Συνεπώς, η επιστήμη δεν μπορεί να είναι ουδέτερη, αμερόληπτη και αντικειμενική. Εμπεριέχει ιδεολογία και παράγει ιδεολογία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι οι θεωρίες για τις «μετανθρώπινες κοινωνίες», που οδηγούν στην μελλοντολογία, στην μεταφυσική και στην αποσπασματικότητα.
Όπως έλεγε ο Λένιν, «το να περιμένει κανείς αμερόληπτη επιστήμη στην κοινωνία της μισθωτής δουλείας είναι το ίδιο ανόητη αφέλεια όπως το να περιμένει από τους εργοστασιάρχες αμεροληψία στο ζήτημα αν πρέπει να αυξήσουν τα μεροκάματα των εργατών, ελαττώνοντας τα κέρδη του κεφαλαίου».
Στο ειδικό αφιέρωμα Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ), με τίτλο «COVID-19: Επιστήμη και κοινωνία», αναφέρεται ότι η αποτελεσματική διαχείριση της πανδημίας προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, αξιόπιστη μοριακή και ανοσολογική ταυτοποίηση και χαρακτηρισμό του ιού, καλή περιγραφή των επιδημιολογικών χαρακτηριστικών της νόσου, κατανόηση της παθοφυσιολογίας της λοίμωξης κλπ. Σε αυτή τη βάση, όπως τονίζεται, εκδηλώθηκαν δράσεις συνέργιας φορέων, νέων επιστημόνων, εθελοντών.
Όμως, η επιστημονική δράση εγκλωβίζεται στην παρατήρηση και τη σύνθεση. Η θεωρία και η ανάλυση σαν επιστημονικές δραστηριότητες υπονομεύονται διαρκώς, στο βωμό της εξειδίκευσης, της τεχνικής και της τεχνολογίας, θυσιάζοντας τόσο τα κοινωνικά ιδανικά όσο και τον ορθολογισμό του πνεύματος.
Επανέρχονται έτσι απόψεις που αντιπαραθέτουν απέναντι στην εργατική τάξη, που όπως υποστηρίζουν εξαφανίζεται μέσα από την συγχώνευση πνευματικής και χειρονακτικής εργασίας την διανόηση, που συμπεριλαμβάνει και τους «ειδικούς» επιστήμονες, ως τρίτη τάξη ως «νέα ελίτ». Αυτή η τρίτη τάξη θεωρούν ότι θα παίζει πλέον τον αποφασιστικό, στρατηγικό ρόλο.
Όπως ισχυρίζεται ο Ν. Μολτσάνοφ οι περισσότεροι εκπρόσωποι της «νέας ελίτ», έχουν πολύ χαμηλό επίπεδο κοινωνικής σκέψης γιατί από την εξειδικευμένη γνώση έχουν εξοστρακιστεί τελείως οι ανθρωπιστικές γνώσεις.
Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα είναι οι παρεμβάσεις της υπουργού παιδείας και ο εξοστρακισμός τελικά, των ανθρωπιστικών και καλλιτεχνικών επιστημών από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Όλα αυτά δείχνουν μια διαρκή συνειδητή και απέλπιδα προσπάθεια από την αστική τάξη να ελέγξει τους επιστήμονες, έτσι ώστε οι τελευταίοι να υπερασπίζονται την ιδεολογία και την ηθική της πρώτης. Οι τρόποι που το επιχειρεί είναι πολλοί. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την εκπαιδευτική πολιτική, το μηχανισμό του κράτους, το πανεπιστήμιο, τα ερευνητικά προγράμματα, το θεσμό των ερευνητικών και επιμορφωτικών προγραμμάτων, τα ΜΜΕ, τα συστήματα διανομής βραβείων, τους μηχανισμούς παραγωγής κοινωνικής εικόνας, και κυρίως τα άφθονα χρήματα.
Ο επιστημονικός λόγος, τα ΜΜΕ και η κοινωνία
Η αντιμετώπιση της πανδημίας δεν γίνεται πέρα και πάνω από την κοινωνία. Καθορίζεται και σωστά από την κυβερνητική πολιτική, στη βάση μιας προϋπάρχουσας κοινωνικής πολιτικής πραγματικότητας.
Σε αυτή την προσπάθεια έχουν επιστρατευθεί «ειδικοί» επιστήμονες, που συγκροτούν ειδικές επιστημονικές επιτροπές οι οποίες έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα ως προς τα μέτρα τα οποία πρέπει να υιοθετηθούν.
Ανέκαθεν η πολιτεία συγκροτούσε επιτροπές που ενίοτε τις αποκαλούσε « επιτροπές σοφών», «ειδικών» κοκ, με σκοπό να εφαρμόσει πολιτικές επιστημονικοτεχνικά καταρτισμένες, σε βάρος τις περισσότερες φορές των εργαζομένων και με την επίφαση της «αντικειμενικότητας», αφού στο πλαίσιο του ιδεαλισμού η επιστήμη θεωρείται όπως προείπαμε «ουδέτερη» και «ανεξάρτητη».
Έτσι και τώρα με την πανδημία η κυβέρνηση, με δικά της πολιτικά και ιδεολογικά κριτήρια, συγκρότησε επιστημονικές επιτροπές επιλέγοντας κάποιους και αποκλείοντας κάποιους άλλους, ώστε να διευκολυνθεί το έργο της αντιCOVID-19 πολιτικής της
Στην ίδια βάση, ένας αριθμός σημαντικών επιστημόνων της χώρας καλείται καθημερινά, μεταξύ άλλων, και στα ΜΜΕ να βοηθήσει στην ενημέρωση των πολιτών. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία δίνουν με ανιδιοτέλεια τον καλύτερο εαυτό τους σε αυτήν την υπόθεση, όπως το κάνουν και μέσα στις αίθουσες τον νοσοκομείων με τίμημα αρκετές φορές την ίδια τους την ζωή.
Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή. Τα ΜΜΕ μπορούν να επιλέγουν τα μεταδιδόμενα μηνύματα, η γεγονότα και να καθορίζουν το πώς αυτά θα ερμηνεύονται. Κατασκευάζουν λοιπόν μια πραγματικότητα που οι άλλοι την βιώνουν σαν δική τους.
Το ζήτημα της ατζέντας και του πλαισίου μέσα στο οποίο κινούνται οι καλεσμένοι, διαμορφώνει και το περιεχόμενο του μηνύματος ανεξάρτητα, πολλές φορές, από το ποιο είναι αυτό. Με άλλα λόγια, ανεξάρτητα από το τι λένε οι καλεσμένοι ειδικοί επιστήμονες, τα ΜΜΕ, τις περισσότερες φορές, θα περάσουν το δικό τους μήνυμα. Αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
Τα ΜΜΕ διαμεσολαβούν την σχέση των επιστημόνων με την κοινωνία και άρα νομοτελειακά την διαμορφώνουν με δικά τους κριτήρια. Επιχειρούν να ευαισθητοποιήσουν χωρίς να ενημερώσουν. Ο σκοπός της χειραγώγησης μέσα από την τηλεόραση είναι να δημιουργήσει συναισθηματικές αντιδράσεις και όχι λογικές και κριτικές σκέψεις.
Επιδιώκουν την ευαισθητοποίηση του τηλεθεατή για ένα γεγονός, αποκρύπτοντας το γιατί συμβαίνει το γεγονός. Για παράδειγμα, όσοι αντιδρούν στα περιοριστικά μέτρα, εκδηλώνουν αντικοινωνική συμπεριφορά, είναι ψεκασμένοι όπως χαρακτηριστικά πολλές φορές αναφέρεται, ή δυσπιστούν προς την πολιτεία και τις πολυεθνικές και έχουν για αυτό χίλιους και δύο λόγους να το κάνουν; Όσοι αντιδρούν στο εμβόλιο και στους εμβολιασμούς είναι όλοι αρνητές της πραγματικότητας οι απλά δυσπιστούν, οπότε και στην μία και στην άλλη περίπτωση πρέπει να τους ενημερώσουμε σωστά και να τους πείσουμε;
Παρουσιάζουν ένα κόσμο απειλητικό, εχθρικό, βίαιο. Οι λέξεις και οι όροι που χρησιμοποιούν για να τον περιγράψουν είναι εξίσου απειλητικές και βίαιες. Έγκλημα, θάνατος, αρρώστια, διασωλήνωση, φόβος, τιμωρία, συμμόρφωση… κυριαρχούν.
Όταν αυτές οι λέξεις κυριαρχήσουν στην καθημερινότητα και στην ζωή μας, τότε η πραγματικότητα γίνεται τρομακτική, απειλητική, αγχώδης.
Η πρώτη και βασική ανάγκη του μέσου ανθρώπου είναι η αναζήτηση στοιχείων για να την ερμηνεύσει και να την εξηγήσει, ώστε το άγχος, η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια και ενίοτε η αγχώδης αναμονή του αγνώστου , να είναι διαχειρίσιμα.
Τέτοια στοιχεία θα βρει δύσκολα. Το μήνυμα που θα λάβει, εν είδει, πλύσης εγκεφάλου είναι ότι η πραγματικότητα είναι περίπλοκη, και σύνθετη για να την καταλάβει.
Έτσι στα τηλεοπτικά παράθυρα επιστρατεύονται οι «ειδικοί», οι διάφορες «επιτροπές σοφών», οι «δημοσιογράφοι γνώμης». Αυτοί σκέφτονται για εμάς, καταλήγουν στα δικά τους συμπεράσματα που επειδή δεν μπορούμε να τα καταλάβουμε, τα υιοθετούμε ως δικά μας.
Όπως λέει ο BERGER R. για κάθε ιδέα έχουμε να κάνουμε με μια αντιπροσωπευτική τηλεοπτική προσωπικότητα που γίνεται βεντέτα. Αρκετοί δημοσιογράφοι αποδέχονται να υποδυθούν «ρόλους» και να υπηρετήσουν «χαρακτήρες», ώστε να παγιδεύσουν συναισθηματικά τον τηλεθεατή, ο οποίος γίνεται ευαίσθητος στην προσωπικότητα του παρουσιαστή και της τηλεοπτικής «βεντέτας» παρά στην αξία των συλλογισμών τους.
Τα ΜΜΕ δεν παράγουν ιδεολογία, απλά αναπαράγουν ιδεολογία και στην περίπτωση της κυρίαρχης ιδεολογίας πάντα με το αζημίωτο.
Η επιστήμη, οι επιστήμονες είναι φορείς ιδεολογίας. Τα ΜΜΕ επιλέγουν ποιους θα καλέσουν στα τηλεοπτικά παράθυρα. Οι ενοχλητικοί θα αποκλειστούν. Είναι φυσικό άλλωστε αφού και οι δημοσιογράφοι είναι φορείς ιδεολογίας.
Σε αυτή την περίπτωση οι επιστήμονες έχουν προσωπική ευθύνη όταν αποδέχονται με την παρουσία τους στα τηλεοπτικά παράθυρα, τέτοιους αποκλεισμούς.
Στην περίπτωση του COVID-19, έχουν ευθύνη και για το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται από τα χρυσοπληρωμένα ΜΜΕ, για να νομιμοποιήσουν ως «ειδικοί», τον διαμεσολαβητικό ρόλο των ΜΜΕ, μεταξύ της κυρίαρχης τάξης και των πολιτών.
(*) Ο Ηλίας Μιχαλαρέας είναι Δρ. Ψυχολογίας – Δρ. Γεωγραφίας. Μέλος του Δ.Σ της Πανελλήνιας Ένωσης Νοσοκομειακών Ψυχολόγων – Π.Ε.ΝΟ.ΨΥ. Επιστημονικά Υπεύθυνος της Μονάδας Απεξάρτησης ΔΙΑΠΛΟΥΣ, της Ψ.Κ του Γ.Ν.Κ. Επιστημονικά Υπεύθυνος της Μονάδας Υποστήριξης κρίσεων (Μ.Υ.Κ), της Ψ.Κ του Γ.Ν. Κέρκυρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου