Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής οι αναστολές πληρωμών που θα «ξεπαγώσουν» το 2021, δηλαδή τα χρέη που έτρεχαν στην διάρκεια της πανδημίας και είχαν ανασταλεί και θα πρέπει να πληρωθούν όταν αρθούν τα μέτρα στήριξης, έφθαναν στο τέλος Νοεμβρίου στα 1,567 δισ. ευρώ. Στο ποσό αυτό δεν είχαν υπολογιστεί οι αναστολές του Δεκεμβρίου και, με δεδομένη την παράταση του – ολικού ή μερικού – lockldown και τον Ιανουάριο οι πιο συντηρητικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι τα χρέη που θα είναι απαιτητά το 2021 από όσους επλήγησαν από την πανδημία θα ξεπερνούν τα 2 δις ευρώ.
Την τελική εικόνα άλλωστε, προδιαγράφει ήδη η τρύπα στα έσοδα του προϋπολογισμού του 2020 η οποία θεωρείται δεδομένο πια ότι θα ξεπεράσει τα 10 δις ευρώ σε σχέση με τους αρχικούς στόχους.
Εάν στα χρέη αυτά συνυπολογιστούν και παράπλευρες ληξιπρόθεσμες οφειλές γίνεται αντιληπτό ότι το ιδιωτικό χρέος της πανδημίας θα είναι ένα από τα πεδία που θα δοκιμάσουν ασφυκτικά τις αντοχές της κοινωνίας τον επόμενο χρόνο.
Επ’ αυτής της δοκιμασίας και επ’ αυτής της πρόκλησης, η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην έχει - ή να μην θέλει να δώσει – απάντηση, και παραμένει εξαιρετικά αμφίβολο εάν έχει και σχέδιο.
Ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης άφησε ξανά ανοιχτό προχθές το ενδεχόμενο να μην επιστραφεί το 50% των τριών πρώτων κύκλων της Επιστρεπτέας Προκαταβολής.
«Οταν έχεις κλειστή», είπε, «την οικονομία, όταν εφαρμόζεις μέτρα καραντίνας, όταν στον άλλον δεν επιτρέπεις να ασκήσει ανεμπόδιστα την επαγγελματική του δραστηριότητα, όταν του πεις να πληρώσει αυτή τη στιγμή όλα του τα χρέη είναι και παράλογο και ανήθικο».
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης δήλωσε ότι «οι επιχειρήσεις και οι θέσεις εργασίας που κινδυνεύουν θα στηριχθούν και για το σκοπό αυτό θα χρησιμοποιηθούν πολλά διαφορετικά εργαλεία ένα εκ των οποίων θα είναι και οι ρυθμίσεις της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Όποιος δεν μπορεί να πληρώσει θα διευκολυνθεί».
Δεν ξεκαθάρισε όμως τι ακριβώς σημαίνει «διευκόλυνση», όπως δεν ξεκαθαρίστηκε από τον κ. Σκυλακάκη το εάν τελικά ισχύει η έμμεση υπόσχεση Γεωργιάδη για παραγραφή του 50% έστω των τριών πρώτων κύκλων της Επιστρεπτέας Προκαταβολής ή το μήνυμα που έστελναν πριν από τα Χριστούγεννα πηγές του υπουργείου Οικονομικών ότι διαγραφές χρεών δεν πρέπει να αναμένονται.
Στην πραγματικότητα, το κλίμα που διαμορφώνεται μέχρι στιγμής δεν αφήνει περιθώρια υψηλών προσδοκιών. Το επικρατέστερο σενάριο από την πλευρά του υπουργείου Οικονομικών είναι να υπάρξουν κάποιες ευνοϊκές ρυθμίσεις οφειλών, με αυστηρά όμως εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, για ένα τμήμα των ποσών της επιστρεπτέας προκαταβολής.
Επίσης, δεν διαφαίνεται πεδίο ανοίγματος μιας νέας ρύθμισης 120 δόσεων για τις συνολικές οφειλές της πανδημίας, καθώς οι πληροφορίες αναφέρουν ότι εκφράστηκαν ισχυρές αντιρρήσεις από τους θεσμούς. Και η πιο πιθανή προοπτική και εδώ είναι μια επιλεκτική ρύθμιση, μάλλον πολύ λιγότερων δόσεων, που επίσης θα έχει αυστηρά εισοδηματικά κριτήρια.
Εάν δεν υπάρξει κάποια θεαματική ανατροπή όμως, όλα αυτά μάλλον οδηγούν με μαθηματική σε αδιέξοδο.
Η ΓΕΣΕΒΕ προειδοποιεί ότι μία στις 3 επιχειρήσεις που σήμερα είναι κλειστές με κρατική εντολή κινδυνεύουν με οριστικό λουκέτο όταν αρθεί το lockdown και 100.000 εργαζόμενοι στην εστίαση είναι ήδη υποψήφιοι άνεργοι.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ επίσης Κωνσταντίνος Μίχαλος έχει ήδη κρούσει συναγερμό τόσο για την υπερφόρτωση με χρέη όσο και για τον αποκλεισμό της συντριπτικής πλειοψηφίας των επιχειρήσεων από την ρευστότητα των τραπεζών αλλά και του κράτους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΒΕΑ στο τραπεζικό σύστημα της χώρας έχουν πραγματική πρόσβαση 15.000 - 25.000 περίπου μεγάλες επιχειρήσεις και στο κρατικό σύστημα στήριξης, μέσω επιχορηγήσεων και δανείων έχουν πρόσβαση περίπου 100.000 επιχειρήσεις, δηλαδή μόλις το 10% του συνόλου.
Με βάση αυτούς και μόνον τους αριθμούς το ΕΒΕΑ έχει ζητήσει να υπάρξει είτε η λεγόμενη «συγχώρεση χρέους», δηλαδή το κράτος να διαγράψει χρέη των επιχειρήσεων που πλήττονται από την πανδημία, είτε εναλλακτικά να εξεταστεί το «κούρεμα» ενός μέρους των χρεών των επιχειρήσεων προς το Δημόσιο και τις τράπεζες, αντί της παράτασης των υποχρεώσεών τους στο μέλλον, όπως ισχύει σήμερα.
Τίποτα εκ των δύο αυτή την στιγμή δεν φαίνεται να βρίσκει απήχηση εντός της κυβέρνησης. Και τίποτα άλλο όμως δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ως πραγματική λύση και διέξοδος για την θηλιά του χρέους – την επόμενη μεγάλη κρίση που απειλεί την ελληνική κοινωνία.
Μαρίνα Αλεξανδρή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου