της Ελένης Καραμήτσου
Ο διακεκριμένος Έλληνας λογοτέχνης της μεταπολεμικής γενιάς, που αγαπήσαμε για το εμβληματικό βιβλίο του "Το τρίτο στεφάνι", ήταν νεκρός στα 60 του χρόνια. Το πτώμα ανακάλυψε η αδερφή του, Ελπίδα στις 27 Αυγούστου. Η ιατροδικαστική γνωμάτευση έκανε λόγο για στραγγαλισμό που είχε γίνει πριν από περίπου 48 ώρες. Πιθανή ημέρα θανάτου του γνωστού συγγραφέα, η 25η Αυγούστου 1988. Τριάντα δύο χρόνια μετά, το έγκλημα παραμένει ανεξιχνίαστο, καθώς αρχειοθετήθηκε. Θεωρείται "παγωμένη υπόθεση" όπως αναφέρουν τις ανάλογες οι Αμερικανοί, "Cold case". Ο δράστης του εγκλήματος δεν βρέθηκε ποτέ.
Η δολοφονία του
Το απόγευμα Σαββάτου 27 Αυγούστου, η αδερφή του Ελπίδα Ταχτσή Αρτέμη, ανήσυχη που εκείνος δεν απαντούσε στο τηλέφωνο, μπήκε στο διαμέρισμά του με το κλειδί που ο ίδιος της είχε δώσει και ήρθε αντιμέτωπη με το αποτρόπαιο θέαμα. Ο Κώστας Ταχτσής ήταν νεκρός, γυμνός στο κρεβάτι του με μια ξανθιά περούκα και δίπλα του ήταν πεταμένα γυναικεία ρούχα.
Τα σημάδια στο σπίτι έδειχναν ότι το κίνητρο του εγκλήματος ήταν η ληστεία, καθώς έλειπαν ένα βίντεο, ένας αυτόματος τηλεφωνητής και μία φωτογραφική μηχανή. Ωστόσο, στην τσέπη του παντελονιού του Ταχτσή υπήρχαν ακόμη οι 5.500 δραχμές εγείροντας ερωτήματα για το πραγματικό κίνητρο.
Η αστυνομία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό στους χώρους που εκινείτο ο συγγραφέας προκειμένου να συγκεντρώσουν στοιχεία. Ένας γείτονας είπε ότι τον είχε δει που είχε μπει στο σπίτι με κάποιους νεαρούς. Επρόκειτο για τρεις άνδρες που φέρεται να επισκέφθηκαν το σπίτι του Ταχτσή.
Η έρευνα επικεντρώθηκε σε έναν τριαντάχρονο, μελαχρινό με μουστάκι, καλοντυμένο άνδρα, αλλά δεν εντοπίστηκε ποτέ. Αυτός φέρεται να είναι ο τελευταίος άνθρωπος που είδε ζωντανό τον Κώστα Ταχτσή. Τα δακτυλικά αποτυπώματα που συνελέγησαν στο σπίτι, ανήκαν σε συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα, υπεράνω κάθε υποψίας. Έτσι η υπόθεση αρχειοθετήθηκε και το έγκλημα έμεινε ανεξιχνίαστο.
Τα σενάρια που κυριαρχούν σχετικά με τον θάνατο του συγγραφέα είναι κυρίως τρία: Το πιο απλό είναι πως επρόκειτο για ληστεία μετά φόνου. Ο δράστης ήταν ένας άπειρος ληστής που αναζήτησε χρήματα και αφού δεν βρήκε άρπαξε συσκευές που βρήκε μπροστά του και σκότωσε τον συγγραφέα πριν φύγει. Εκείνος ήταν μεθυσμένος και δεν αντιστάθηκε. Εξάλλου, στο αίμα του βρέθηκε αλκοόλ ενώ δεν υπήρχαν ενδείξεις πάλης.
Επίσης, σύμφωνα με δεύτερο σενάριο, ο θάνατός του ήταν τυχαίο γεγονός, ένα σεξουαλικό παιχνίδι που προκάλεσε τον στραγγαλισμό του, καθώς ο δράστης ενδέχεται να θέλησε να τον ερεθίσει στη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης και να προκάλεσε τον θάνατό του.
Σύμφωνα με το τρίτο σενάριο, ο συγγραφέας ετοίμαζε την αυτοβιογραφία του στην οποία έλεγε ότι θα πει πολλά. Η αδελφή του είπε στην Αστυνομία πως "ίσως με όσα θα έγραφε να έθιγε κάποιον και να ήθελε να τον βγάλει από τη μέση, σκηνοθετώντας ληστεία". Μάλιστα, στο σπίτι του δεν βρέθηκαν οι δακτυλογραφημένες σελίδες της συγκεκριμένης αυτοβιογραφίας του, που ήταν υπό έκδοση, αποσπάσματα της οποίας ο συγγραφέας είχε διαβάσει τόσο στη στενή φίλη του Νένη Σταμάτη αλλά και στην εκδότρια του Εξάντα, Μάγδα Κοτζιά. Εικάζεται πως κάποιος από αυτούς που θιγόταν πράγματι απ' όσα αποκάλυπτε ο Κώστας Ταχτσής να προχώρησε και στο αποτρόπαιο έγκλημα.
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Κώστας Ταχτσής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 8 Οκτωβρίου 1927. Ήταν ο δευτερότοκος γιος της οικογένειας. Το πρώτο παιδί του ζεύγους που ήταν και αγόρι είχε πεθάνει λίγες μέρες μετά τη γέννα. Αυτός ο αδελφός που έχασε πριν γεννηθεί ο ίδιος, ήταν και μια από τις έμμονες ιδέες του συγγραφέα. Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια, σε ηλικία επτά ετών, μετά τον χωρισμό των γονιών του, αναγκάστηκε να πάει στην Αθήνα για να ζήσει με την γιαγιά του.
Το 1945 υπέβαλε τα χαρτιά του στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, αλλά τις ημέρες των εξετάσεων αρρώστησε από τυφοειδή πυρετό. Εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις σπουδές του, αφού φοίτησε μόνο για δύο χρόνια. Στρατεύτηκε και ενώ αρχικά υπηρέτησε απλός φαντάρος, αργότερα του απονεμήθηκε ο βαθμός του ανθυπολοχαγού. Το 1951 προσελήφθη ως βοηθός του Αμερικανού διευθυντή στα έργα για το φράγμα του Λούρου. Το φθινόπωρο του 1954 έφυγε για τη Βρετανία μέχρι το καλοκαίρι του 1955, οπότε επέστρεψε στην Αθήνα όπου ζούσε από τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Τον Μάρτιο του 1956 πήγε στη Γερμανία και στο Αμβούργο μπάρκαρε με δανέζικο πλοίο ως καμαρότος. Ξεμπάρκαρε στο Λιβόρνο και επέστρεψε στην Αθήνα. Εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη στην ταινία Το παιδί και το δελφίνι. Το φθινόπωρο ξεκίνησε για τη Βιέννη για να συνεχίσει το γράψιμο ενός μυθιστορήματος.
Το 1957 ακολούθησε ως μάνατζερ τον πιανίστα Τώνη Παπαγεωργίου στην περιοδεία του στην ανατολική Αφρική. Από το Ναϊρόμπι έφυγε για την Αυστραλία όπου εργάστηκε σε πολυκατάστημα και στην συνέχεια ως σιδηροδρομικός υπάλληλος επί διετία. Στη συνέχεια προσελήφθη στην υπηρεσία δημοσίων σχέσεων της Κρατικής Τράπεζας της Αυστραλίας. Την άνοιξη του 1960 επέστρεψε στην Ελλάδα και επιχείρησε να κάνει τον γύρο της Ευρώπης με μια βέσπα, με την οποία έφθασε ως το Εδιμβούργο. Στη διάρκεια αυτής της περιοδείας έγραψε μερικά κεφάλαια από "Το τρίτο στεφάνι".
Ξαναβρέθηκε για λίγο χρονικό διάστημα στην Αυστραλία από όπου έστειλε στην Ελλάδα για τύπωμα τα χειρόγραφα του "Τρίτου Στεφανιού" που απορρίφθηκε ως ακατάλληλο. Τελικά το εξέδωσε τον Νοέμβριο του 1962 με δικά του έξοδα.
Δύο μήνες μετά πήγε στην Αμερική και έμεινε εκεί ως τον Δεκέμβριο του 1964. Επέστρεψε και συνεργάστηκε με το πρωτοποριακό λογοτεχνικό περιοδικό Πάλι το διάστημα 1963-1965 και εργάστηκε για δύο καλοκαίρια ως ξεναγός και μεταφραστής. Στη δικτατορία πρωτοστάτησε στη δήλωση των 18, μια κίνηση συγγραφέων ενάντια στη λογοκρισία και το αυταρχικό καθεστώς. Έλαβε μέρος στην έκδοση 18 κειμένων (1970). Επανειλημμένα τον καλούσαν στην Ασφάλεια. Στη Μεταπολίτευση αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, ενώ ήταν ομοφυλόφιλος και ο ίδιος. Την ίδια περίοδο εκδιδόταν ως τραβεστί στη Λεωφόρο Συγγρού.
Ο Γιάννης Βασιλάκος στο βιβλίο του για τον Ταχτσή «Η αθέατη πλευρά της σελήνης», από τις Εκδόσεις ΗΛΕΚΤΡΑ, έγραφε: "Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, το μεγαλύτερο ενοχικό σύνδρομο απ’ το οποίο υπέφερε ο Ταχτσής ήταν αυτό της ομοφυλοφιλίας του, την οποία απεχθανόταν. Ο λόγος που επιδιδόταν αργότερα και στην περενδυσία ήταν, μεταξύ άλλων, για να εκδικηθεί κατά ένα τρόπο την μάνα του την οποία θεωρούσε αποκλειστικά υπεύθυνη γι’ αυτήν την ερωτική ιδιαιτερότητά του».
Στο ίδιο βιβλίο η ανιψιά του Κώστα Ταχτσή, Έλλη, σε μαρτυρία της έλεγε: "Το σπίτι όπου μεγάλωσα ήταν η ζώνη πυρός ενός εμφυλίου πολέμου μεταξύ του Κώστα, της μάνας του και της αδελφής του, όπου υποχρεωτικά συμμετείχα κι εγώ. Ο Κώστας "χτυπούσε" στη μάνα του την ομοφυλοφιλία του, νομίζοντας πως έτσι την τιμωρούσε. Εκείνη τον έβριζε και τον καταριόταν κι εκείνος ανταπαντούσε: "Ας μη με είχες πετάξει, για να μη γίνω έτσι. Ας με είχες κρατήσει κοντά σου και ας με είχες κάνει μανάβη, να δουλεύω να σας ζω" (…). Με αρχηγό τον θείο μου, η καθημερινότητά μας ήταν η θεατρική συνέχεια του "Το τρίτο στεφάνι". Δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει ένα πεντάλεπτο χωρίς να γίνει σφαγή. Απίστευτες, αδιανόητες καταστάσεις. Ακρότητα και υπερβολή ανέκαθεν χαρακτήριζαν την οικογένειά μας…".
Το τρίτο στεφάνι
Με πολλές δυσκολίες, το 1962 εξέδωσε με δικά του έξοδα το μυθιστόρημα "Το Τρίτο Στεφάνι", το οποίο και είναι η σημαντικότερη προσφορά του στη νεοελληνική λογοτεχνία και με το οποίο αργότερα καθιερώθηκε ως ένας από τους καλύτερους πεζογράφους της γενιάς του. Το έργο του αυτό το είχε προτείνει σε τρεις εκδοτικούς οίκους, οι οποίοι όμως το είχαν απορρίψει και γι' αυτό το εξέδωσε με δικά του έξοδα.
Τον πρώτο καιρό της έκδοσής του δεν είχαν πουληθεί παραπάνω από δέκα αντίτυπα, αλλά στη διάρκεια της Χούντας το βιβλίο άρχισε να γίνεται γνωστό κυρίως από τους πολιτικούς κρατουμένους. Έτσι τελικά κυκλοφόρησε το 1970 από τις εκδόσεις Ερμής. Εξαιτίας του αυθόρμητου αφηγηματικού του ύφους, "Το Τρίτο Στεφάνι" κέντρισε το ενδιαφέρον πολλών ανθρώπων του θεάτρου και του κινηματογράφου.
Ο ίδιος ο Ταχτσής έλεγε ότι ακόμη και η Μελίνα Μερκούρη είχε εκδηλώσει έντονο ενδιαφέρον για κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος. Τη σεζόν 1995-1996 μεταφέρθηκε στην τηλεόραση από τον ΑΝΤ1, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη, με τη Νένα Μεντή στον ρόλο της Νίνας και τη Λήδα Πρωτοψάλτη στον ρόλο της Εκάβης.
Το χειμώνα του 2009 έγινε η θεατρική του διασκευή από τον Σταμάτη Φασουλή και τον Θανάση Νιάρχο για το Εθνικό Θέατρο, με τη Νένα Μεντή αυτήν τη φορά στον ρόλο της Εκάβης και τη Φιλαρέτη Κομνηνού στον ρόλο της Νίνας. Η παράσταση είχε διάρκεια σχεδόν τέσσερις ώρες. Με αφετηρία το κείμενο των Φασουλή και Νιάρχου, η θεατρική ομάδα Carpe Diem ανέβασε το 2014 μια δίωρη εκδοχή του έργου, με μεγάλη απήχηση και βραβεία σε φεστιβάλ θεάτρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου