Συχνά όταν επισκέπτομαι ένα μουσείο, προτού στραφώ στα ίδια τα έργα τέχνης, μου αρέσει να παρατηρώ τον χώρο, τις αίθουσες, τον φωτισμό, πώς δομείται η έκθεση, πού βρίσκονται τα έργα, τα χρώματα που έχουν επιλεγεί, αν έχει ενδιαφέρουσα ροή. Γράφει η Παγώνα Λαψάτη
Εξετάζω τη συνολική εικόνα και την αίσθηση που σου μεταφέρει, για να καταλάβω στο τέλος της περιήγησης αν υπάρχει συνέπεια ανάμεσα στα έργα και στον τρόπο που παρουσιάζονται. Εδώ όλα έγιναν διαφορετικά. Όταν ανηφόρισα την οδό Ανακρέοντος στου Ζωγράφου, δεν είχα στο μυαλό μου τίποτε από τα παραπάνω.
Ερχόμουν για μια διερευνητική ματιά στα γλυπτά του Γιάννη Παππά που βρίσκονται στον υπαίθριο χώρο του οικήματος που στέγαζε το ατελιέ του. Δεν είχα προετοιμαστεί για όσα μου αποκαλύφθηκαν ούτε για την επιθυμία που θα μου γεννούσαν να γνωρίσω περισσότερο τον Έλληνα διανοούμενο, τον αυθεντικό καλλιτέχνη. Η βόλτα στους φωτεινούς χώρους του εργαστηρίου και του σπιτιού-μουσείου με μάτια και μυαλό ανοιχτά ήταν μια αποκαλυπτική εμπειρία.
Ο Μέγας Αλέξανδρος στον κήπο
Περνώντας τη μεταλλική πόρτα, συναντάμε έναν μικρό πράσινο κήπο με αρκετά δέντρα. Ένας τεράστιος χάλκινος έφιππος Μέγας Αλέξανδρος πρωταγωνιστεί στο κάτω επίπεδο, ενώ αγάλματα ανδρών και γυναικών βρίσκονται διάσπαρτα στο κεντρικό κομμάτι της αυλής μπροστά από το κτίριο με τα κόκκινα τούβλα. Το μικρό μέγεθος του κήπου αναδεικνύει τα γλυπτά, καθώς φαίνονται μεγαλύτερα, και δημιουργεί ενδιαφέρουσες οπτικές με τις φιγούρες να στέκουν ανάμεσα στα δέντρα.
Η τέχνη του Γιάννη Παππά ξεχωρίζει στις ελεύθερες συνθέσεις του για την αρμονία των όγκων, των γραμμών και των περιγραμμάτων του, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις ελεύθερες ξαπλωμένες γυναικείες μορφές του. Ιδιαίτερης σημασίας, ωστόσο, είναι και οι έφιπποι ανδριάντες του: Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος – αναδεικνύουν τις προσωπικότητες των ηρώων. Στο βάθος, το σπίτι με τα κόκκινα τούβλα στις όψεις του στέγαζε την οικογένεια του δημιουργού μέχρι τη δεκαετία του 1960, οπότε μετακινήθηκαν στη Φωκυλίδου γιατί πλέον δεν χωρούσαν.
Το 2002, το ακίνητο προσφέρθηκε στο Μουσείο Μπενάκη από τον γιο του, Αλέκο Παππά, με στόχο τα έργα του δημιουργού, που καλύπτουν όλες τις περιόδους της καλλιτεχνικής του παραγωγής από το 1930 έως τον θάνατό του, το 2005, και τα οποία ο ίδιος είχε κάνει νωρίτερα δωρεά στο μουσείο, να παραμείνουν συγκεντρωμένα στο φυσικό τους περιβάλλον: το εργαστήριό του. Το οποίο ήθελε να συνεχίσει να αποτελεί έναν ζωντανό χώρο εργασίας, με μαθήματα και εκπαιδευτικές δράσεις ανοιχτές σε όλους όσοι αγαπούν το σχέδιο και τη ζωγραφική. Αυτό και έγινε. Τέσσερις φορές την εβδομάδα πραγματοποιούνται εδώ μαθήματα για όλα τα επίπεδα, υπό την καθοδήγηση του εικαστικού Θοδωρή Μπαργιώτα, αποφοίτου της ΑΣΚΤ, και ξένων ιδρυμάτων με εξειδίκευση στις καλές τέχνες και στο ντιζάιν.
Παραδίπλα, σε μια μικρή επέκταση φυλάσσονται μελέτες του γλύπτη πάνω σε διάφορα έργα του – Βενιζέλοι, Αλέξανδροι, Μακρυγιάννης, Δραγούμης, Παπάγος, Ελύτης, Παπανούτσος και τόσοι άλλοι. Στόχος του μουσείου είναι η πτέρυγα αυτή να συμπεριληφθεί τόσο στις περιηγήσεις των επισκεπτών όσο και στα μαθήματα. Το εργαστήριο είναι από τα πιο εντυπωσιακά μέρη του μουσείου. Από την είσοδό του κιόλας, με τα βιομηχανικού τύπου χαρακτηριστικά, εισέρχεσαι σε έναν άλλο κόσμο. Το μεγάλο, υποβλητικό δωμάτιο σε περιβάλλει με τόση… ιστορία, τόσους συμβολισμούς. Στην ψηλοτάβανη αίθουσα τα μάτια μου έπρεπε να συνηθίσουν τον γεμάτο χώρο, καθώς μοντέλα, μελέτες, αγάλματα, σκίτσα του Παππά βρίσκονται παντού, περιμετρικά στους τοίχους, στα ράφια, ακουμπισμένα στο πάτωμα. Έχει μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα εδώ μέσα, σαν να είναι και ο καλλιτέχνης παρών. Είναι Σάββατο μεσημέρι, περίπου στο κέντρο του εργαστηρίου πάνω σε ένα υπερυψωμένο έδρανο ποζάρει μια κοπέλα. Παρατηρώ τα χαρτιά των μαθητών που τη ζωγραφίζουν και βλέπω τόσες διαφορετικές εκδοχές της. Συνειδητοποιώ τώρα την αγωνία που είχε ο Παππάς όταν δίδασκε στην Καλών Τεχνών (1953-1969) να μην παρεμβαίνει στην ελευθερία των δημιουργών. «Ο καλλιτέχνης είναι εργοδότης του εαυτού του, κάθε μέρα κατακτά την ιδιότητα του καλλιτέχνη», έλεγε.
Η διδασκαλία του ήταν μια ανθρώπινη σχέση, γι’ αυτό και ο Θοδωρής Μπαργιώτας προσπαθεί να διατηρήσει το πνεύμα του δασκάλου. Εξηγεί, ρωτάει, δεν απορρίπτει. Προσπαθεί να μεταδώσει την ίδια αγάπη για το σχέδιο που ενστάλαζε και ο Παππάς στους μαθητές του. «Προσπαθώ να καλλιεργήσω στους μαθητές τις αρετές της παρατήρησης και του σχεδίου μέσω μιας ανθρωποκεντρικής παραστατικής ματιάς. Τους δείχνω τους τρόπους που μπορούν με την ύλη να πλάσουν παραμύθια και μέσα από μια σταδιακά βαθύτερη γνώση της παραστατικής ζωγραφικής να μοιραστούν την προσωπική τους μυθολογία. Δεν είναι απλό το εγχείρημα, αλλά αξίζει τον κόπο, ιδιαίτερα όταν κατακτιέται μέσα σε αυτόν τον χώρο», μας είπε ο Θοδωρής στο τέλος του μαθήματος.
Το βλέμμα ταξιδεύει υπό τους ήχους της τζαζ μουσικής που ακούγεται στην αίθουσα και ακουμπά στις φωτογραφίες του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Αλέξανδρου Παππά, που ήταν πολύ καλοί φίλοι. Στον τοίχο πάνω από το μικρό γραφείο, δύο ακόμα φωτογραφίες του λόγιου Φώτη Φωτιάδη με την υπογραφή της Nelly’s. Την περίοδο 1940-1941 που υπηρέτησε στο μέτωπο, το εργαστήριο είχε υποστεί σοβαρές ζημιές. Όταν επέστρεψε ο Παππάς, συνέχισε να εργάζεται καθημερινά για πολλές ώρες.
Το κτίσμα ήταν ένα από τα ελάχιστα σπίτια στους πρόποδες του Υμηττού και όταν το 1943 ήταν πλέον πολύ επικίνδυνη η κατάσταση, ο Παππάς μάζευε τα παιδιά της γειτονιάς, τους έδινε πηλό και ό,τι άλλο είχε και τα απασχολούσε δημιουργικά, ενώ εκείνος έκανε μελέτες κοριτσιών και αγοριών. Το εργαστήριο εγκαταλείφθηκε μετά τα Δεκεμβριανά και την αναχώρησή του για την Αίγυπτο, όπου παρέμεινε και μετά το τέλος του πολέμου. «Η Αίγυπτος με κράτησε μακριά από τον καλλιτεχνικό συνωστισμό της Δύσης, ήταν περίοδος αισιοδοξίας, ελευθερίας, ευτυχίας».
Το σπίτι-μουσείο
Βγαίνοντας από το εργαστήριο σε υποδέχεται ο Κοραής, ενώ η φαρδιά μεταλλική σκάλα οδηγεί στον ημιώροφο, όπου έχουν τοποθετηθεί ζωγραφικά έργα του Παππά από την περίοδο του Παρισιού. Προχωρώ στον επάνω όροφο, όπου βρίσκεται ο βασικός εκθεσιακός χώρος με ζωγραφικά έργα και γλυπτά από διάφορες περιόδους. Απολαμβάνω το γεγονός ότι δεν είναι ασφυκτικά γεμάτος και έχει πλούσιο φυσικό φως – σε κάνει να θέλεις να μείνεις περισσότερο. Από τα ανοίγματα βλέπεις την υπαίθρια γλυπτοθήκη στον κήπο. Όλα τα έργα, καθώς και τη θέση τους, τα είχε επιμεληθεί ο ίδιος ο Παππάς.
Η επίσκεψη προσφέρει μια διαφορετική μουσειακή εμπειρία, καθώς η αρχιτεκτονική του σπιτιού, ο χώρος του εργαστηρίου και η γκαλερί αποτελούν μέρος μιας ενιαίας περιήγησης. Μοιάζει με επίσκεψη στο φιλόξενο σπίτι ενός οικείου μας προσώπου, με χώρους ζωντανούς, γεμάτους βιώματα. «Η γλυπτική είναι τέχνη αντοχής, μακράς πνοής. Μέχρι να πάρει μορφή το έργο, χρειάζεται καιρός», έλεγε, και νιώθεις ότι εκτός από το σχέδιο εδώ καλλιεργήθηκε και η τέχνη της υπομονής.
Ποιος ήταν ο Γιάννης Παππάς
Ο μεγάλος Έλληνας γλύπτης Γιάννης Παππάς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1913, πατέρας του ήταν ο χειρουργός Αλέξανδρος Παππάς, με καταγωγή από τη Χίο, και μητέρα του η Ελένη Φωτιάδη, βέρα Πολίτισσα. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκαν σύντομα στην Αθήνα και, παρά το γεγονός ότι είχε μια καλά προετοιμασμένη σταδιοδρομία στην Ιατρική, όταν τελείωσε το γυμνάσιο, διάλεξε την περιπέτεια της γλυπτικής.
«Με ό,τι κι αν καταπιαστείς, προσπάθησέ το όσο μπορείς καλύτερα», ήταν η συμβουλή που πήρε από τον πατέρα του. Υπήρξε από τους πιο σημαντικούς Έλληνες γλύπτες και ο μεγαλύτερος ανδριαντοποιός, με έργα σε ολόκληρη την Ελλάδα – έξω από τη Βουλή, το Μέγαρο Μουσικής, στη Θεσσαλονίκη κ.α. Ήταν εκείνος που βοήθησε να αναβιώσει η τέχνη της χαλκοχύτευσης στην Ελλάδα, που είχε εγκαταλειφθεί, στέλνοντας σπουδαστές του να εκπαιδευτούν στη Γαλλία. Ο Νίκος Κερλής, με τον οποίο συνεργάστηκε στενά, άνοιξε το πρώτο χαλκοχυτήριο που λειτούργησε μετά την αρχαιότητα, κρατώντας δουλειές στον τόπο μας οι οποίες μέχρι τότε δίνονταν αναγκαστικά στο εξωτερικό.
Ο Παππάς σπούδασε στην École Supérieure des Beaux-Arts και έζησε στο Παρίσι σχεδόν για μία δεκαετία (1930-1939), περίοδο στην οποία ανήκουν μερικά από τα πιο σημαντικά γλυπτά του, ανάμεσά τους ο ανδριάντας του Κοραή, τα αγάλματα των Χρήστου Καπράλου και Γιάννη Μόραλη, που έκαναν παρέα στη γαλλική πρωτεύουσα, η προτομή του Ανδρέα Βουρλούμη, μελέτες για διάφορα έργα και αμέτρητα σχέδια. Το 1937 βραβεύεται με χρυσό μετάλλιο στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων.
Επαγγελματίας ζωγράφος δεν υπήρξε ποτέ. Ζωγράφιζε εικόνες που δεν μπορούσε να τις αποτυπώσει διαφορετικά, χωρίς φιλοδοξία. Ήθελε να δείχνει τα έργα αυτά μόνο στον πατέρα του και σε μερικούς φίλους – με αυτή τη διάθεση και τόση ελευθερία έπιανε το πινέλο. Ωστόσο δεν ήταν μόνο γλύπτης ή ζωγράφος. Ήταν και μεταφραστής, συγγραφέας, πνευματικός άνθρωπος με ευρεία παιδεία και πλήθος ενδιαφερόντων. Έχει μεταφράσει, από τα αγγλικά, τα γαλλικά και τα ιταλικά, κείμενα, ποιήματα, πεζά και δοκίμια. «Οι καλλιτέχνες», έλεγε, «δεν πρέπει να παίρνουν τον εαυτό τους πολύ στα σοβαρά. Υπάρχουν άλλα πιο σημαντικά πράγματα».
→ ΙΝFO Εργαστήριο Γιάννη Παππά – Μουσείο Μπενάκη, Ανακρέοντος 38, Ζωγράφου, τηλ. 210-7773946, benaki.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου