«Την 3-7-44 και ώραν 23.30 ισχυρά δύναμις Ταγμάτων Ασφαλείας Ευζώνων τη συνοδεία Γερμανών Στρατιωτών ενήργησαν κύκλωσιν της συνοικίας Γούβας. Ακολούθως με τηλεβόας εκάλεσαν πάντας τους κατοίκους […] όπως την πρωίαν της 4-7-44 συγκεντρωθούν εις την οδόν Φιλολάου προς έλεγχον. Πράγματι συνεκεντρώθησαν περί τας 5.000 άτομα». του ΑΝΔΡΕΑ ΔΕΝΕΖΑΚΗ
την έναρξη του μπλόκου της Γούβας στις 3 προς 4 του Ιούλη 1944.
Μια βδομάδα μετά το Μπλόκο στην πλατεία Γαρδένιας στου Ζωγράφου,τα Τάγματα Ασφαλείας, οι γερμανοτσολιάδες, εντείνουν τις επιθέσεις και τα μπλόκα στις γειτονιές της Αθήνας, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου η Αντίσταση του λαού δυνάμωνε.
Ο στόχος διπλός και επιτακτικός: Από τη μία ο στόχος της δωσίλογης κυβέρνησης του Ράλλη, με τις δολοφονικές εφόδους των τσολιάδων και της Ειδικής Ασφάλειας επιδίωκε την εξόντωση των μελών και των στελεχών της ΕΑΜικής αντίστασης, της αναχαίτισης της ανοδικής πορείας του ΚΚΕ που απειλούσε το σύστημα μετά την αναμενόμενη αποχώρηση των Γερμανών από τη χώρα. Και από την άλλη, με τα μπλόκα, η ικανοποίηση των αναγκών των γερμανικών αρχών κατοχής, με την συγκέντρωση και εξασφάλιση πολλών εργατικών χεριών για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα γερμανικά εργοστάσια.
Ξημερώματα της Δευτέρας 4 Ιούλη 1944, αξιωματικοί των ΕΣ-ΕΣ, δύναμη 500 ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, της Ειδικής Ασφάλειας και Χίτες, με επικεφαλής τον Πλυτζανόπουλο, σε μια συντονισμένη επίθεση, χτυπούν τις ανατολικές συνοικίες.
Ένα τμήμα τους χτυπάει την Κάτω Καισαριανή, από τον Αγιο Νικόλα. Ένα δεύτερο χτυπάει το Ανω Παγκράτι με κατεύθυνση τον Βύρωνα. Το τρίτο την Γούβα πίσω από το 1ο νεκροταφείο, και το τέταρτο τον Αη Γιάννη.
Οι τηλεβόες άρχισαν να καλούν τον κόσμο να παρουσιαστεί στην πλατεία Παγκρατίου (Σιντριβάνι, επί της Υμηττού και Ευτυχίδου).
Στη Γούβα κυκλώνουν τη συνοικία και ταυτόχρονα με το κάλεσμα για συγκέντρωση των κατοίκων στη συμβολή των οδών Φιλολάου και Φιλεταίρου, εφορμούν σε στοχευμένα σπίτια που είχαν υποδείξει πληροφοριοδότες και ξεκινούν τις έρευνες. Εντοπίζουν και εκτελούν επιτόπου τους ΕΛΑΣίτες Διονύση Γιατρά, Δημήτρη Ξαγοράρη και Δημήτρη Μίχο.
Μια τετραμελής ομάδα της ΟΠΛΑ, καταγράφει ο Ι. Χανδρινός, που έτυχε να διανυκτερεύει εκείνο το βράδυ στο 21 της οδού Χαριδήμου, ξύπνησε από τους θορύβους των όπλων: «Εκτός από τις πιστολιές, ακούσαμε και τα καρφιά από τα τσαρούχια των Τσολιάδων που ανέβαιναν την Εμπεδοκλέους. [Ακούγονταν γιατί] η Εμπεδοκλέους ήταν άσφαλτος ενώ η Ευμένους ήταν χωματόδρομος…»
Ο ίδιος ο καπετάνιος της Καισαριανής Ορέστης Μακρής βγήκε άοπλος από το σπιτάκι που βρισκόταν στην περιοχή και κατάφερε να βγει από το μπλόκο παραπλανώντας τους γερμανοτσολιάδες με μια ταυτότητα του Ερυθρού Σταυρού και ενώθηκε με το Τάγμα Νέου Κόσμου (διοικητής Γιάννης Κυριακίδης) που ήταν σε επιφυλακή κάτω από το Α΄ Νεκροταφείο.
Περίπου 5000 άτομα συγκέντρωσαν στο μπλόκο και αμέσως τέσσερις κουκουλοφόροι σήκωσαν το δάχτυλο κι άρχισαν να υποδεικνύουν όσους γνώριζαν από τους ΕΛΑΣίτες, ΕΑΜίτες και ΕΠΟΝίτες που αναγνώριζαν ανάμεσα στον κόσμο.
200 άτομα υπέδειξαν οι κουκουλοφόροι που πιάστηκαν όμηροι και σχηματίστηκε μια φάλαγγα και κατά το μεσημέρι κατευθύνθηκε με τα πόδια από τη Φιλολάου προς την πλατεία Σιντριβανιού, στο αστυνομικό τμήμα του Παγκρατίου κι από κει για το Γουδί. Η συνέχεια είναι γνωστή: Χαϊδάρι και ύστερα μεταφορά στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στη Γερμανία από όπου ελάχιστοι επέζησαν και ξαναγύρισαν πίσω.
Οι κουκουλοφόροι αναγνωρίστηκαν. Το ίδιο απόγευμα η ΟΠΛΑ εντόπισε και εκτέλεσε έναν ανθυπολοχαγό του ΤΦΑΣ (με πολιτικά) ενώ μια βδομάδα μετά, μια ομάδα της ΟΠΛΑ απήγαγε από το σπίτι τους στην οδό Φιλολάου, τους αδελφούς Αντώνη και Μανώλη Περράκη, δραστήρια μέλη της Χ στο Παγκράτι και τους εκτέλεσαν μαζί με το 15χρονο μαθητή Στυλιανού Φελονέζη σε παρακείμενο σπίτι468 Αν και η ανάμιξή τους δε μπορεί να επιβεβαιωθεί, θεωρήθηκαν ηθικοί αυτουργοί τόσο για το μπλόκο όσο και για την τριπλή εκτέλεση το βράδυ της παραμονής. («Το τιμωρό χέρι του λαού» — Ι. Χανδρινός).
Στη διάρκεια του μπλόκου έγινε σύσκεψη στελεχών του ΕΛΑΣ στην Καισαριανή και αποφασίστηκε να χτυπήσουν του Ταγματασφαλίτες απέξω. Ολο το 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ επιστρατεύεται και ρίχνεται στη μάχη.
Το Ιο Τάγμα του Γιάννη Κυριακίδη μάχεται στο ύψωμα του Αη Γιάννη (στη Βουλιαγμένης στο ύψος της Δάφνης).
Το ΙΙο Τάγμα του Σπύρου Μπούτσια (Παύλου) με 70 άνδρες και 15 περίπου πολιτοφύλακες του Κολλημένου, με αξιωματικούς τον Χάλαρη, τον Φακίρη και άλλους, με ελαστική άμυνα και ξαφνικές αντεπιθέσεις στα πλευρά του εχθρού, κατορθώνει να κρατήσει το μέτωπο στο μήκος της οδού Φιλολάου, από το Βύρωνα ως τη Γούβα. Μια ομάδα από 15 τσολιάδες με επικεφαλής αξιωματικό, προσπάθησε να προχωρήσει προς το ύψωμα «Νεράιδα», όπου κυκλώθηκε και εξοντώθηκε.
Το ΙΙΙο Τάγμα με καπετάνιο τον Σταύρο Πρασσά μαζί με δυνάμεις της Πολιτοφυλακής, τον Βαγγέλη Μαρτάκη (Μαύρο), τον Παναγιώτη Καρλαύτη (Αρη) και τον Γιώργο Κολλημένο έχουν στόχο να χτυπήσουν τη φάλαγγα και να απελευθερώσου τους ομήρους.
Η πομπή με τους ομήρους, αφού ανέβηκε τη Φιλολάου, έστριψε αριστερά στην οδό Χρεμωνίδου με κατεύθυνση προς την οδό Ευτυχίδου. Εκεί δέχτηκε το πρώτο χτύπημα από τις δυνάμεις του Σπύρου Μπούτσια, ο οποίος αφηγείται (Μ. Χαραλαμπίδης – Η εμπειρία της Κατοχής) :
«Όταν ήρθα εδώ (περίπου 200 μέτρα από τη συμβολή Υμηττού και Χρεμωνίδου) το αυτόματο το είχαμε κλεισμένο μέσα σ’ ένα τσουβάλι. Μόλις έφτασα εδώ ψηλά και βγάζω το αυτόματο και ετοιμαζόμαστε, ο καταστηματάρχης με βλέπει και αμέσως τι κάνει; Κλείνει τα ρολά. Γρρρρρρρ. Ο διπλανός καταστηματάρχης παίρνει χαμπάρι τον πλαϊνό και αρχίζουν λοιπόν – άκουγες τρομερή φασαρία – να κλείνουν ρολά σ’ όλον αυτό το δρόμο. Οπότε το στοιχείο του αιφνιδιασμού το χάσαμε. Όταν εγώ έφτασα (…) σε μια απόσταση 100 -150 μέτρων στη φάλαγγα δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ηδη αρχίσανε και μας χτυπούσανε. Για να είμαι ειλικρινής δεν έκανα τίποτα άλλο παρά να αδειάσω τη δεσμίδα μου και να φύγω».
Μέσα στην αναταραχή που προκλήθηκε οι ομάδες του ΕΛΑΣ σκορπίσανε. Η επιχείρηση απελευθέρωσης των ομήρων απέτυχε. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν σε προσωρινή κράτηση στο Αστυνομικό Τμήμα Παγκρατίου, όπου πραγματοποιήθηκε η δεύτερη επίθεση από την ομάδα της ΟΠΛΑ με τον Βαγγέλη Μαρτάκη (Μαύρο), Χριστόφορο Σωτηράκο (Λάμπη), Γιώργο Κολλημένο, Στέλιο Χατζηδάκη και Παναγιώτη Καρλαύτη (Αρη).
Στο Δελτίο Συμβάντων του Ι Αστυνομικού Τμήματος αναφέρεται:
«Περι ώραν 14ην αναρχικοί επετέθησαν δι’ όπλων και οπλοπολυβόλων κατά των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας των ευρισκομένων πέριξ του Αστυν. Τμήματος (…) Κατά την συμπλοκήν εφονεύθησαν παρά την διασταύρωσιν των οδών Φορμίωνος και Δαμάρεως δυο αναρχικοί αγνώστων στοιχείων ο εις τούτων φέρων ψευδώνυμον Μαρτάκης Ευάγγελος».
Σε αυτή τη σκληρή και άνιση μάχη σκοτώθηκαν οι Πολιτοφύλακες, ο Βυρωνιώτης Βαγγέλης Μαρτάκης (Μαύρος) και ο Ζωγραφιώτης Παναγιώτης Καρλαύτης (Αρης).
Ο Μαρτάκης ανέβηκε στην ταράτσα του κινηματογράφου «ΠΑΛΛΑΣ» και με το πολυβόλο του άρχισε να θερίζει ολόκληρη την πλατεία Παγκρατίου στην οποία είχαν σκορπίσει οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας. Η ανταλλαγή πυρών κράτησε περίπου δύο ώρες.
Όταν τελείωσαν τα πυρομαχικά του, ο Μαρτάκης επιχείρησε να απεγκλωβιστεί. Τον βοήθησε ο Ζωγραφιώτης Παναγιώτης Καρλάφτης, καλύπτοντάς τον με διαρκή πυρά από την οδό Ιφικράτους. Οι δύο τους άρχισαν να τρέχουν προς την Καισαριανή, όπου λόγω των μεγάλων δυνάμεων του ΕΛΑΣ δύσκολα θα ακολουθούσαν οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Ο Μαρτάκης και ο Καρλάφτης κατάφεραν να καλύψουν την απόσταση και να φτάσουν στην είσοδο της Καισαριανής. Εκεί ο Μαρτάκης κατέρρευσε. Η αιμορραγία από την σφαίρα που τον είχε τραυματίσει του στέρησε τις δυνάμεις που θα του επέτρεπαν να καλύψει τα τρία-τέσσερα τελευταία οικοδομικά τετράγωνα. Ο συναγωνιστής του Παναγιώτης Καρλάφτης, δεν τον άφησε μόνο.
Βαριά τραυματισμένο και ετοιμοθάνατο τον Μαρτάκη τον βρήκε μια γυναίκα που έσπευσε να τον βοηθήσει. Ο Βαγγέλης Μαρτάκης δεν την άφησε για να μην κινδυνεύσει, ήταν άλλωστε πλέον αργά. Της έδωσε όμως το πολυβόλο του και της ζήτησε να το παραδώσει στον Γιώργο Κολλημένο. Το όπλο πράγματι η γυναίκα το παρέδωσε στον Κολλημένο στο στέκι που μαζεύονταν στην οδό Αγίας Σοφίας στον αριθμό 7 στο στενάκι.
Οι Γερμανοτσολιάδες των Ταγμάτων Ασφαλείας έφτασαν τους δυο αγωνιστές και ξέσπασαν τη μανία τους. Ο Βαγγέλης Μαρτάκης δέχθηκε πέντε σφαίρες, μια από τις οποίες ήταν χαριστική βολή στον κρόταφο. Ο Παναγιώτης Καρλάφτης δέχτηκε 20 σφαίρες.
Ο Βαγγέλης Μαρτάκης ήταν 22 χρόνων. Γεννήθηκε στη Χίο το 1922, στον πρώτο σταθμό της προσφυγιάς της οικογένειάς του. Μεγάλωσε στο Βύρωνα. Εντάχτηκε στην ΕΠΟΝ, στον ΕΛΑΣ και στα τέλη του 1943 ανέλαβε ομαδάρχης της ΟΠΛΑ στον Βύρωνα με το ψευδώνυμο Μαύρος.
Ο Παναγιώτης Καρλαύτης ήταν 25 χρόνων. Γεννήθηκε στο Γύθειο Λακωνίας το 1919. Την περίοδο της Κατοχής ζούσε στου Ζωγράφου και εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος. Εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ Ζωγράφου και αργότερα στην ΟΠΛΑ Βύρωνα με το ψευδώνυμο Άρης.
«Είναι θεότρελοι.
Τέσσαρες άνθρωποι να τα βάλουν με όλο τούτο το λεφούσι;»
Ο μεγάλος χρονογράφος Δημήτρης Ψαθάς που έτυχε να βρεθεί την ώρα της συμπλοκής στο τέρμα Παγκρατίου καταγράφει μια ζωντανή μαρτυρία, στο βιβλίο του «Αντίσταση» (1945):
«Με το συνάδελφο και φίλο Γιώργο Ρούσσο ανεβαίνουμε στο πολυτάραχο Παγκράτι με το τραμ. Πριν απ’ το τέρμα, τ’ όχημα σταματά. Πέρα-πέρα οι δρόμοι κι ολόκληρη η πλατεία πιασμένη από τσολιάδες. Τα πολυβόλα εδώ, οι όλμοι εκεί, πιστόλια εκεί –ένας σκοπός τσολιάς στη μέση της ήρεμης πλατείας. Τι συμβαίνει; Τελειώσαν κάποιο μπλόκο οι τσολιάδες και έχουν στο τμήμα εαμίτες. Ώσπου να πάρουμε περισσότερες πληροφορίες, αντηχεί ένα πολυβόλο και πέφτει ο τσολιάς-σκοπός κατάχαμα. Δρόμο ο κόσμος. Πανικός. Τρυπώνουμε σ’ ένα τσαγγαράδικο που μισοκατεβάζει τα ρολά. Άνδρες και γυναίκες. Βροχή το ντουφεκίδι. Για πιο μεγάλη σιγουριά, τρέχουν οι τσολιάδες και στήνουνε το πολυβόλο τους στην πόρτα του μαγαζιού […] Το οπτικό μας πεδίο δεν είναι άλλο από τα οπίσθια του τσολιά που σκυμμένος στο πολυβόλο του σημαδεύει διαρκώς και πότε-πότε ρίχνει […] Πούθε χτυπάνε; Ένα μονάχα πολυβόλο ακούγεται από την κορυφή του κινηματογράφου ΠΑΛΛΑΣ. Και του απαντάνε ντουφέκια, πολυβόλα, πιστόλια, τα όπλα ενός ολόκληρου στρατού. Τέσσαρες είναι οι ελασίτες που κάναν την επίθεση για να ελευτερώσουν τους κρατουμένους! Ο Αράπης –λέει–, ο αρχηγός του Βύρωνα, με άλλους τρεις που κατάφεραν στενό-στενό να κατέβουν από το συνοικισμό για να διώξουν τους τσολιάδες! Χαλά ο κόσμος. Σταυροκοπιούνται οι γυναίκες. Και κάποτε τελοσπάντων σταματάει το κακό.
–Τι έγινε;
–Σκοτώθηκε ο Αράπης
–Και οι άλλοι;
–Δύο γλίτωσαν και φύγαν. Μαζί με τον αρχηγό τους σκοτώθηκε και άλλος ένας. Είναι θεότρελοι. Τέσσαρες άνθρωποι να τα βάλουν με όλο τούτο το λεφούσι;»
ΠΗΓΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
— «Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», Βασίλη Μπαρτζιώτα – Σύγχρονη Εποχή
— «Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας», Ορέστη Μακρή –Σύγχρονη Εποχή
— «ΕΙΣΦΟΡΑ στο χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα», Σπύρου Α. Κωτσάκη – Σύγχρονη Εποχή
— «Μέρες Κατοχής στην Αθήνα (Ζωγράφου –Γουδί –Κουπόνια)», Κατερίνας Μπαλκούρα, Εκδόσεις 24 Γράμματα, Αθήνα
— «Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα», Μενέλαου Χαραλαμπίδη, εκδόσεις Αλεξάνδρεια
— «Το τιμωρό χέρι του λαού», Ιάσονα Χανδρινού, εκδόσεις Θεμέλιο
—ptheo.blogspot.com
— vironasipolimas.blogspot.com
–90 Χρόνια Βύρωνας, Απόστολου Κ. Κοκολιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου