Μη βιώσιμο το ασφαλιστικό παρά τις μειώσεις
Η ραγδαία γήρανση του πληθυσμού της Ελλάδας, η συνεχιζόμενη μείωση των δημοσίων δαπανών για συντάξεις καθώς και η συνεχώς μεταβαλλόμενη φύση της εργασίας, με ενίσχυση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, προδιαγράφουν ένα άκρως ανησυχητικό μέλλον για το ύψος των παροχών αλλά και την αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των ηλικιωμένων στη χώρα μας.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ για τις συντάξεις το 2017 είναι αποκαλυπτική και αποκαρδιωτική συνάμα. Δείχνει ότι στη χώρα μας, στο όχι και τόσο μακρινό 2050, σε 100 εργαζομένους θα αντιστοιχούν 73 συνταξιούχοι.
Την ίδια στιγμή, και μετά την εκτόξευση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 67,6% από το 2000 (10,4% του ΑΕΠ) στο 2013 (17,4%) και τις γνωστές συνέπειες στην οικονομική πορεία της χώρας, η μείωση των δαπανών συνεχίζεται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, από 16,2% του ΑΕΠ το διάστημα 2013-2015, οι δαπάνες του Δημοσίου αναμένεται να μειωθούν σε 15,5% το 2020, 15% του ΑΕΠ το 2025 και 14,1% το 2035.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στην έκθεση του οργανισμού, ο δείκτης αυτός επηρεάζεται σημαντικά από το δημογραφικό και δη τη μείωση των γεννήσεων, τη γήρανση του πληθυσμού και την αύξηση του προσδόκιμου ορίου ζωής, με άμεσο αποτέλεσμα στο ύψος των πραγματικών παροχών.
Είναι ενδεικτικό ότι το 2016, και μετά τις συνεχείς παρεμβάσεις στο δημόσιο σύστημα ασφάλισης της Ελλάδας, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης παραμένει στα 62, όταν κατά μέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 64,5, με την Τουρκία να παρουσιάζει το χαμηλότερο όριο στα 58 και τη Νορβηγία το υψηλότερο, στα 67.
Οσο για το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων, το ελληνικό σύστημα αποδεικνύεται, όπως και σε πολλά συστήματα μεταξύ των χωρών του οργανισμού, ιδιαίτερα «ταξικό». Ετσι, για τους χαμηλόμισθους, το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων εκτιμάται σε 67,4% του μισθού, για τα μεσαία εισοδήματα υπολογίζεται σε 53,7% και για τα υψηλά σε 49,2%.
Στην Ιταλία, με τη μέση ηλικία συνταξιοδότησης στα 71 έτη, το ποσοστό αναπλήρωσης παραμένει σταθερό ανεξαρτήτως εισοδήματος στο 83,1%, ενώ στην Ισπανία, με τη μέση ηλικία αποχώρησης από την ενεργό δράση στα 65, η σύνταξη υπολογίζεται στο 72,3% του μισθού.
Στον ΟΟΣΑ, το καθαρό ποσοστό αναπλήρωσης από υποχρεωτικά συνταξιοδοτικά συστήματα για άτομα με μέσο εισόδημα ισούται με 63% κατά μέσον όρο και κινείται μεταξύ 29% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 102% στην Τουρκία. Κατά μέσον όρο, τα ποσοστά αναπλήρωσης για τα άτομα με χαμηλό εισόδημα είναι 10 μονάδες υψηλότερα.
Συνεχίζουν να εργάζονται
Η έκθεση του ΟΟΣΑ φωτογραφίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι στο άμεσο μέλλον θα ζουν περισσότερο και για να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή σύνταξη, θα πρέπει να αναβάλουν τη συνταξιοδότησή τους ή να συνεχίσουν να εργάζονται και ύστερα από αυτήν.
Βέβαια, στη χώρα μας, μόλις το 50% των ατόμων ηλικίας μεταξύ 55 και 59 ετών εργάζεται και μόλις 3% συνδυάζει τη σύνταξη με την εργασία (λόγω της ανεργίας αλλά και του νόμου Κατρούγκαλου).
Η κατάσταση με σημαντικές διαφοροποιήσεις σε επίπεδο συστημάτων και παραμετρικών αλλαγών είναι ανησυχητική για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ, με αιχμή τη γήρανση του πληθυσμού.
«Οι προκλήσεις της οικονομικής βιωσιμότητας και της επάρκειας των συντάξεων είναι σημαντικές και χρειάζονται τολμηρές ενέργειες από τις κυβερνήσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά ο γενικός γραμματέας του οργανισμού Ανχελ Γκουρία.
Και αυτό, παρότι τα τελευταία 2 χρόνια το ένα τρίτο των χωρών του ΟΟΣΑ άλλαξε τα επίπεδα εισφορών, ένα τρίτο μείωσε το «όφελος» για όλους ή για ορισμένους συνταξιούχους και τρεις χώρες αύξησαν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
http://www.kathimerini.gr
Η ραγδαία γήρανση του πληθυσμού της Ελλάδας, η συνεχιζόμενη μείωση των δημοσίων δαπανών για συντάξεις καθώς και η συνεχώς μεταβαλλόμενη φύση της εργασίας, με ενίσχυση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, προδιαγράφουν ένα άκρως ανησυχητικό μέλλον για το ύψος των παροχών αλλά και την αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των ηλικιωμένων στη χώρα μας.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ για τις συντάξεις το 2017 είναι αποκαλυπτική και αποκαρδιωτική συνάμα. Δείχνει ότι στη χώρα μας, στο όχι και τόσο μακρινό 2050, σε 100 εργαζομένους θα αντιστοιχούν 73 συνταξιούχοι.
Την ίδια στιγμή, και μετά την εκτόξευση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 67,6% από το 2000 (10,4% του ΑΕΠ) στο 2013 (17,4%) και τις γνωστές συνέπειες στην οικονομική πορεία της χώρας, η μείωση των δαπανών συνεχίζεται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, από 16,2% του ΑΕΠ το διάστημα 2013-2015, οι δαπάνες του Δημοσίου αναμένεται να μειωθούν σε 15,5% το 2020, 15% του ΑΕΠ το 2025 και 14,1% το 2035.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στην έκθεση του οργανισμού, ο δείκτης αυτός επηρεάζεται σημαντικά από το δημογραφικό και δη τη μείωση των γεννήσεων, τη γήρανση του πληθυσμού και την αύξηση του προσδόκιμου ορίου ζωής, με άμεσο αποτέλεσμα στο ύψος των πραγματικών παροχών.
Είναι ενδεικτικό ότι το 2016, και μετά τις συνεχείς παρεμβάσεις στο δημόσιο σύστημα ασφάλισης της Ελλάδας, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης παραμένει στα 62, όταν κατά μέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 64,5, με την Τουρκία να παρουσιάζει το χαμηλότερο όριο στα 58 και τη Νορβηγία το υψηλότερο, στα 67.
Οσο για το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων, το ελληνικό σύστημα αποδεικνύεται, όπως και σε πολλά συστήματα μεταξύ των χωρών του οργανισμού, ιδιαίτερα «ταξικό». Ετσι, για τους χαμηλόμισθους, το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων εκτιμάται σε 67,4% του μισθού, για τα μεσαία εισοδήματα υπολογίζεται σε 53,7% και για τα υψηλά σε 49,2%.
Στην Ιταλία, με τη μέση ηλικία συνταξιοδότησης στα 71 έτη, το ποσοστό αναπλήρωσης παραμένει σταθερό ανεξαρτήτως εισοδήματος στο 83,1%, ενώ στην Ισπανία, με τη μέση ηλικία αποχώρησης από την ενεργό δράση στα 65, η σύνταξη υπολογίζεται στο 72,3% του μισθού.
Στον ΟΟΣΑ, το καθαρό ποσοστό αναπλήρωσης από υποχρεωτικά συνταξιοδοτικά συστήματα για άτομα με μέσο εισόδημα ισούται με 63% κατά μέσον όρο και κινείται μεταξύ 29% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 102% στην Τουρκία. Κατά μέσον όρο, τα ποσοστά αναπλήρωσης για τα άτομα με χαμηλό εισόδημα είναι 10 μονάδες υψηλότερα.
Συνεχίζουν να εργάζονται
Η έκθεση του ΟΟΣΑ φωτογραφίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι στο άμεσο μέλλον θα ζουν περισσότερο και για να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή σύνταξη, θα πρέπει να αναβάλουν τη συνταξιοδότησή τους ή να συνεχίσουν να εργάζονται και ύστερα από αυτήν.
Βέβαια, στη χώρα μας, μόλις το 50% των ατόμων ηλικίας μεταξύ 55 και 59 ετών εργάζεται και μόλις 3% συνδυάζει τη σύνταξη με την εργασία (λόγω της ανεργίας αλλά και του νόμου Κατρούγκαλου).
Η κατάσταση με σημαντικές διαφοροποιήσεις σε επίπεδο συστημάτων και παραμετρικών αλλαγών είναι ανησυχητική για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ, με αιχμή τη γήρανση του πληθυσμού.
«Οι προκλήσεις της οικονομικής βιωσιμότητας και της επάρκειας των συντάξεων είναι σημαντικές και χρειάζονται τολμηρές ενέργειες από τις κυβερνήσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά ο γενικός γραμματέας του οργανισμού Ανχελ Γκουρία.
Και αυτό, παρότι τα τελευταία 2 χρόνια το ένα τρίτο των χωρών του ΟΟΣΑ άλλαξε τα επίπεδα εισφορών, ένα τρίτο μείωσε το «όφελος» για όλους ή για ορισμένους συνταξιούχους και τρεις χώρες αύξησαν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
http://www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου