Πριν από δύο μήνες περίπου, είδαμε όλοι στον Τύπο ότι τρεις Αγγλοι βουλευτές τιμωρήθηκαν από αγγλικά δικαστήρια σε ποινές φυλάκισης από 12 έως 18 μήνες για παραποίηση στοιχείων, σχετικά με τις φορολογικές τους δηλώσεις δηλ. για πλασματικά έξοδα από 10.000 έως 35.000 ευρώ, περίπου. Αμέσως μετά οδηγήθηκαν στη φυλακή. Οι δικαστές και εισαγγελείς έκπληκτοι αναρωτηθήκαμε τι είδους ποινική Δικαιοσύνη επιτέλους απονέμουμε εμείς σ' αυτήν τη χώρα. Ποιους Ελληνες πολίτες δικάζουμε και καταδικάζουμε. Ποιοι τελικά είναι αυτοί που καταλήγουν στα σωφρονιστικά καταστήματα. Ας κάνουμε λοιπόν μια ενδοσκόπηση στο δικανικό μας σύστημα.
Το καθεστώς βέβαια που διέπει την ποινική δίωξη των πολιτικών είναι λίγο πολύ γνωστό. Εφτιαξαν ένα Σύνταγμα, το οποίο αντί να είναι ο χάρτης που εξασφαλίζει την ισονομία και ισοπολιτεία σε όλους τους Ελληνες πολίτες, κατάντησε να είναι το εργαλείο για τη συγκάλυψη των εγκλημάτων κάποιων συναδέλφων τους. Αυτό αδικεί και την πλειοψηφία. Το πιο απογοητευτικό όμως είναι ότι οι ελάχιστοι διεφθαρμένοι ακόμη αντιστέκονται σε ό,τι τους απειλεί. Μετράει ακόμη ο λόγος τους.
Ας δούμε όμως ένα παράδειγμα από την καθημερινή δικαστηριακή πρακτική. Πρόσφατα ήμουν εισαγγελέας σε ποινικό εφετείο όπου κάποιος υπάλληλος μιας εταιρείας είχε υπεξαιρέσει το ποσό των 16.000 ευρώ που του είχε δώσει η εταιρεία του για να το διανείμει σε προμηθευτές της. Πρωτόδικα είχε καταδικαστεί για την πράξη του σε ποινή φυλάκισης 2 ετών και 8 μηνών. Πριν από την έναρξη της δίκης ο πρόεδρος του δικαστηρίου ρώτησε τον κατηγορούμενο εάν στο μεταξύ είχε αποζημιώσει την εταιρεία του. Η συνήθης (άτυπη) δικαστηριακή πρακτική είναι να διερευνάται πάντα αν οι διάδικοι έχουν στο μεταξύ ειρηνεύσει. Εάν «τα βρήκαν», όπως λέμε κοινώς. Εάν διαπιστωθεί αυτό, τότε πολλά δικαστήρια δεν διστάζουν να προχωρήσουν ακόμη και σε αθώωση του κατηγορουμένου, «μασώντας» στην κυριολεξία τις αποδείξεις. Ο κατηγορούμενος απάντησε αρνητικά. Προτιμούσε τη βέβαιη καταδίκη του. Ολοι καταλάβαμε γιατί. Ο κατηγορούμενος είχε ποινικό μητρώο «λευκό». Επομένως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, η όποια ποινή στην οποία θα καταδικάζονταν θα αναστελλόταν. Και αυτό γιατί με τις αλλεπάλληλες «φιλελεύθερες» τροποποιήσεις του Ποινικού μας Κώδικα και ιδίως αυτή του περασμένου Δεκεμβρίου, φθάσαμε πλέον να δικαιούται αναστολής όποιος καταδικάστηκε και σε ποινή φυλάκισης έως 5 έτη! Και μάλιστα να δικαιούται αναστολής ακόμη κι αν έχει ξανακαταδικαστεί προηγούμενα σε ποινή φυλάκισης έως ένα έτος! Το δικαστικό μας σύστημα λοιπόν στην ουσία κατάντησε στο να οδηγεί τους πολίτες να προτιμούν τις καταδίκες από την αθώωση. Γιατί είναι πιο φθηνές. Αφήνει όμως έτσι και τα θύματα αναποζημίωτα. Ο εν λόγω υπάλληλος αντί να αποζημιώσει την εταιρεία του με το ποσό των 16.000 ευρώ και να αθωωθεί, προτίμησε να πληρώσει τα έξοδα από 255 ευρώ και την αμοιβή του δικηγόρου του. Θα ήταν όμως έτσι τα πράγματα αν ο εν λόγω υπάλληλος ήξερε ότι μετά την καταδίκη του θα οδηγούνταν στη φυλακή; Ασφαλώς όχι. Θα έσπευδε να βρει τα χρήματα για να τα επιστρέψει στην εταιρεία και στη συνέχεια θα εκλιπαρούσε τον «καλό λόγο» από τον πρώην εργοδότη του για να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης. Το ίδιο θα συμβεί βέβαια και στην περίπτωση που θα συλληφθεί επ' αυτοφώρω ένας διεφθαρμένος υπάλληλος να δωροδοκείται, στις σπάνιες περιπτώσεις που ένας πολίτης θα βρει το θάρρος να τον καταγγείλει. Μετά την καταδίκη του ακόμη και σε φυλάκιση 5 ετών θα αφεθεί ελεύθερος πληρώνοντας μόνο τα έξοδα.
Αυτό είναι τελικά το ποινικό οπλοστάσιο που διαθέτει η χώρας μας απέναντι στο έγκλημα. Αυτό είναι το Κράτος Δικαίου που διαμορφώσαμε. Ομως έτσι οι πολίτες εθίστηκαν στην ατιμωρησία. Εκτεταμένη φοροδιαφυγή, μαζική διαφθορά, τεράστιες καταπατήσεις δημοσίων κτημάτων.
Με μια σειρά και επί πολλά έτη ταξικών και ρουσφετολογικών τροποποιήσεων των ποινικών μας νόμων (τις περισσότερες των οποίων εισηγήθηκαν πανεπιστημιακοί που ασκούν δικηγορία δηλ. υπέρ των πελατών τους), και με το ψευδοεπειχείρημα ότι δήθεν «θα γεμίσουν οι φυλακές», φθάσαμε στο σημείο να καταλήγουν στη φυλακή κατά πλειοψηφία φτωχοί άνθρωποι, τοξικομανείς και όσοι δεν έχουν διασυνδέσεις με πολιτικούς ή ισχυρούς. Οσοι δηλ. δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν μια πολυτελή υπεράσπιση ή την ποινή τους ή δεν έχουν πρόσβαση σε πολιτικό για να τροποποιήσει υπέρ αυτών τον νόμο.
Το καθεστώς βέβαια που διέπει την ποινική δίωξη των πολιτικών είναι λίγο πολύ γνωστό. Εφτιαξαν ένα Σύνταγμα, το οποίο αντί να είναι ο χάρτης που εξασφαλίζει την ισονομία και ισοπολιτεία σε όλους τους Ελληνες πολίτες, κατάντησε να είναι το εργαλείο για τη συγκάλυψη των εγκλημάτων κάποιων συναδέλφων τους. Αυτό αδικεί και την πλειοψηφία. Το πιο απογοητευτικό όμως είναι ότι οι ελάχιστοι διεφθαρμένοι ακόμη αντιστέκονται σε ό,τι τους απειλεί. Μετράει ακόμη ο λόγος τους.
Ας δούμε όμως ένα παράδειγμα από την καθημερινή δικαστηριακή πρακτική. Πρόσφατα ήμουν εισαγγελέας σε ποινικό εφετείο όπου κάποιος υπάλληλος μιας εταιρείας είχε υπεξαιρέσει το ποσό των 16.000 ευρώ που του είχε δώσει η εταιρεία του για να το διανείμει σε προμηθευτές της. Πρωτόδικα είχε καταδικαστεί για την πράξη του σε ποινή φυλάκισης 2 ετών και 8 μηνών. Πριν από την έναρξη της δίκης ο πρόεδρος του δικαστηρίου ρώτησε τον κατηγορούμενο εάν στο μεταξύ είχε αποζημιώσει την εταιρεία του. Η συνήθης (άτυπη) δικαστηριακή πρακτική είναι να διερευνάται πάντα αν οι διάδικοι έχουν στο μεταξύ ειρηνεύσει. Εάν «τα βρήκαν», όπως λέμε κοινώς. Εάν διαπιστωθεί αυτό, τότε πολλά δικαστήρια δεν διστάζουν να προχωρήσουν ακόμη και σε αθώωση του κατηγορουμένου, «μασώντας» στην κυριολεξία τις αποδείξεις. Ο κατηγορούμενος απάντησε αρνητικά. Προτιμούσε τη βέβαιη καταδίκη του. Ολοι καταλάβαμε γιατί. Ο κατηγορούμενος είχε ποινικό μητρώο «λευκό». Επομένως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, η όποια ποινή στην οποία θα καταδικάζονταν θα αναστελλόταν. Και αυτό γιατί με τις αλλεπάλληλες «φιλελεύθερες» τροποποιήσεις του Ποινικού μας Κώδικα και ιδίως αυτή του περασμένου Δεκεμβρίου, φθάσαμε πλέον να δικαιούται αναστολής όποιος καταδικάστηκε και σε ποινή φυλάκισης έως 5 έτη! Και μάλιστα να δικαιούται αναστολής ακόμη κι αν έχει ξανακαταδικαστεί προηγούμενα σε ποινή φυλάκισης έως ένα έτος! Το δικαστικό μας σύστημα λοιπόν στην ουσία κατάντησε στο να οδηγεί τους πολίτες να προτιμούν τις καταδίκες από την αθώωση. Γιατί είναι πιο φθηνές. Αφήνει όμως έτσι και τα θύματα αναποζημίωτα. Ο εν λόγω υπάλληλος αντί να αποζημιώσει την εταιρεία του με το ποσό των 16.000 ευρώ και να αθωωθεί, προτίμησε να πληρώσει τα έξοδα από 255 ευρώ και την αμοιβή του δικηγόρου του. Θα ήταν όμως έτσι τα πράγματα αν ο εν λόγω υπάλληλος ήξερε ότι μετά την καταδίκη του θα οδηγούνταν στη φυλακή; Ασφαλώς όχι. Θα έσπευδε να βρει τα χρήματα για να τα επιστρέψει στην εταιρεία και στη συνέχεια θα εκλιπαρούσε τον «καλό λόγο» από τον πρώην εργοδότη του για να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης. Το ίδιο θα συμβεί βέβαια και στην περίπτωση που θα συλληφθεί επ' αυτοφώρω ένας διεφθαρμένος υπάλληλος να δωροδοκείται, στις σπάνιες περιπτώσεις που ένας πολίτης θα βρει το θάρρος να τον καταγγείλει. Μετά την καταδίκη του ακόμη και σε φυλάκιση 5 ετών θα αφεθεί ελεύθερος πληρώνοντας μόνο τα έξοδα.
Αυτό είναι τελικά το ποινικό οπλοστάσιο που διαθέτει η χώρας μας απέναντι στο έγκλημα. Αυτό είναι το Κράτος Δικαίου που διαμορφώσαμε. Ομως έτσι οι πολίτες εθίστηκαν στην ατιμωρησία. Εκτεταμένη φοροδιαφυγή, μαζική διαφθορά, τεράστιες καταπατήσεις δημοσίων κτημάτων.
Με μια σειρά και επί πολλά έτη ταξικών και ρουσφετολογικών τροποποιήσεων των ποινικών μας νόμων (τις περισσότερες των οποίων εισηγήθηκαν πανεπιστημιακοί που ασκούν δικηγορία δηλ. υπέρ των πελατών τους), και με το ψευδοεπειχείρημα ότι δήθεν «θα γεμίσουν οι φυλακές», φθάσαμε στο σημείο να καταλήγουν στη φυλακή κατά πλειοψηφία φτωχοί άνθρωποι, τοξικομανείς και όσοι δεν έχουν διασυνδέσεις με πολιτικούς ή ισχυρούς. Οσοι δηλ. δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν μια πολυτελή υπεράσπιση ή την ποινή τους ή δεν έχουν πρόσβαση σε πολιτικό για να τροποποιήσει υπέρ αυτών τον νόμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου