φωτο : Στης Νιάλας τον ανήφορο... |
Γραπτή κατάθεση ψυχής από την Κρικελλιώτισσα "Ακευσώ",
(για τους αναγνώστες του blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" )
Δεν ήσουν το ένα καλό μου βουνό.
Σ’ έκαμα πρόσωπο, σε είδα λαό
και σε είδα πλανήτη. Κι έκαμα
ένα όμορφο όνειρο: να μεταβάλω
μ’ αυτό το χαμόγελο πάνω σου
σε κρόσσια ήλιου όλα τα σύννεφα
σε φώσφορο ειρήνης μια καταιγίδα.
Είχα ανάγκη να υπάρχεις. Να βρω
ν’ ακουμπήσω κάπου τη λύπη μου.
Σε καιρούς όπου όλα, πρόσωπα,
αισθήματα, ιδέες, ήσαν ρευστά,
χρειαζόμουν μια πέτρα στερεή
ν’ ακουμπώ το χαρτί μου.»
(Νικηφόρος Βρεττάκος)
Σκοτεινές εποχές….
Ψευτοφτιασιδωμένες ζωές…
Λησταφεντάδες αργυρώνητοι, ξοδεύουν τον χρόνο τους σε κέρδη ανωφέλευτα, σε ψευδεπίγραφες υποσχέσεις για πράσινη ανάπτυξη, για σωτηρία του πλανήτη.
Κοιμούνται και φυτεύουν ανεμογεννήτριες. Κλείνουν τα’ αυτιά τους στις αγριεμένες φωνές των ανθρώπων. Βλέπουν γεράκια κι αητούς και τους περνάνε για γλαρόνια. Μοιράζουν «ανταποδοτικά οφέλη», καθρεφτάκια και γυάλινες χάντρες σε σύγχρονους «ιθαγενείς».
Οι «τσιμεντοβυζαγμένοι» δεν έχουν ποτέ κοιμηθεί κάτω από αστροπλουμισμένο ουρανό. Δεν έχει νοτίσει το καλοβολεμένο κορμί τους με πρωϊνή πάχνη. Δεν έχουν ονειρευτεί λουσμένοι απ’ το φεγγαρόφωτο. Δεν έχουν δει, πως «τα έλατα δεν γυρίζουν να κοιτάξουν κάτω ή πίσω τους, προσηλωμένα στην καταγάλαζη περιοχή τ’ ουρανού που μοιάζει με καθαρό ιδεώδες».
Δεν έχουν προσέξει πως οι ξωμάχοι είναι κι αυτοί, όπως τα βουνά, «πελεκημένοι από ήλιο κι άνεμο». Δεν έχουν καταδεχτεί ποτέ ν’ αποθησαυρίσουν τις κουβέντες τους, να σεργιανίσουν και στα δέκα τους δάχτυλα τη ζυμαρόπιτα, και να ξελαμπικάρουν την καταπιόνα τους με τσίπουρο ανόθευτο.
Δεν τους έχει αγγίξει τ’ αγραφιώτικο ραβδί της νεραϊδομάνας. Δεν έχουν αποξεχαστεί σε λόγγια και ρουμάνια. Δεν έχουν τραγουδήσει μέσα τους τα ξωτικά στις νεροσυρμές στο Τροβάτο και στα Βραγγιανά.
Δεν έχουν ψυχανεμιστεί τα λεβεντοπατήματα από μυριάδες ιαχές παλληκαριών στα «πανηγύρια» της Λευτεριάς. Δεν έχουν αφουγκραστεί κλάματα και μοιρολόγια, θρήνους και καημούς ανεκπλήρωτους, στοιχειωμένα σε ουρανοθόλωτες σπηλιές και σ’ απροσπέλαστα κράκουρα τα «όι όι μάνα μου!»
Δεν έχουν ανέβει στον Αργαλειό της Κλεφτουριάς και της Ανταρτοσύνης να υφάνουν κουβεντολόϊ με Λεβέντες που έτριβαν τα πληγιασμένα τους πόδια, έκοβαν το ψωμί στα δυο, έπιναν κρασί στο «καύκαλο του παππουλή», ξεψείριαζαν το βουρδουλιασμένο τους κορμί και «γράφανε» στη ματιά τους σπινθηρολαμπυρίσματα της Ανυπακοής.
Φωτο : Ανταρτοπαπάδες στα βουνά, Σπύρος Μελετζής |
Δεν έχει στοιχειώσει ο νους τους στο μεγαλείο του Δημιουργού.
Δεν έχουν ξαπλώσει στον ίσκιο του έλατου του χιλιόχρονου να σταλάξουν στα «σάπια» σώψυχά τους, τα ζωογόνα χτυποκάρδια του. Ν’ ακούσουν τα χαχανητά των δώδεκα χιλιάδων ξυπόλητων Ευρυτανόπουλων, που τα μάζωναν οι Δάσκαλοι Αντάρτες στα ξέφωτα, να τους ξανοίξουν τον δρόμο σε τόπους φωτερούς, να τους μάθουν να μην τσακάνε τη μέση, να μην γίνουν «δουλοπάροικοι» στις «γαλέρες» της Εκμετάλλευσης.
Οι δολλαριοκουστουμαρισμένοι, μαστουρωμένοι απ’ τα λιβανίσματα των αχυρανθρώπων τους, δεν θα δακρύσουν, βλέποντας τα ερπυστριοφόρα δολοφονικά τους άρματα να καταστρέφουν τη γη, ν’ αφανίζουν την ομορφιά της.
«Οι φύλακες» των άπαρτων βουνών, όμως, αγρυπνούν.
Γνωρίζουν πια τους «Εφιάλτες» και τους «Βαρβάρους».
Κρατάνε ζωντανό το «φως που καίει» στις καρδιές τους.
Και τους καρτεράνε στων βουνοκορφών τ’ αλώνια, στις αετοκουρνιές των Κλεφταρματολών, στα λημέρια των Ανταρτών.
Να στηθοαναμετρηθούν με τους «ξεπουλημένους».
Να διδάξουν πως πέρα απ’ το χρήμα, θάλλει η Ιδέα, το Κάλλος, η Ντομπροσύνη, η Δικαίωση.
φωτο : Σε σπιτάκι ξωμάχων μας στα Κοκκάλια, η Ευμορφία Δημ. Μάνθου, που κόβει την κλούρα, μαζί με τον άντρα της Δημήτρη Μάνθο και την πεθερά της Ελένη Μάνθου |
Να στεφανώσουν την αιθεροπλασμένη Λευτεριά για να συνεχίσουν τα «ψηλά βουνά» να δέχονται πρώτα τις ηλιαχτίδες, πριν φωτιστούν οι κάμποι «οι ζαλεροί», ν’ ανασταίνουν την Ηχώ της Αγάπης των ερωτευμένων ζευγαριών, να γεμίζουν τ’ ανεμοσούρια με τις μυρωδιές του ονειροβότανου, να ζωγραφίζουν στους ορειβάτες νύχτες μαγεμένες απ’ του γρύλου το τραγούδι, τα κρωξίματα της κουκουβάγιας, τις λιγύφθογγες αηδονολαλιές, τις συγχορδίες απ’ τα κυπροκούδουνα, δροσοραντισμένες με τ’ άρωμα του φλισκουνιού, της ρίγανης, του τσαγιού.
Οι «Δραγουμάνοι» των Βουνών, στέκονται ακοίμητοι φρουροί, αγγελιοφόροι χαρμόσυνων μηνυμάτων.
φωτο: Σπύρος Μελετζής |
Κάθονται στην πέτρα «σαν πάνω στα γόνατα μιας άλλης μητέρας» και νοιώθουν πως «όλα γύρω τούς προσέχουν και τούς διδάσκουν πως δίνουν Ζωή στις Ζωές τους».
Ήταν ένα διαλεχτό κείμενο υπεράσπισης των ωραίων ορέων μας
από την "Ακευσώ του Κρίκελλου"
(για το blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου