Στις 21 Γενάρη φυλακίζονται οι υπόλοιποι 5 πρωτεργάτες της χούντας
της Αργυρώς Κραββαρίτη
Σαν σήμερα 14 Γενάρη 1975 προφυλακίζεται αιφνιδίως ο πραξικοπηματίας Δημ. Ιωαννίδης, μετά την απολογία του στον εφέτη ανακριτή Βολτή, που διενεργεί την τακτική ανάκριση για τον καταλογισμό ευθυνών για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967.
Ακολουθούν στις 21 Γενάρη, οι πέντε εκτοπισμένοι της Τζιας, αρχιπραξικοπηματίες Παπαδόπουλος, Παττακός, Μακαρέζος, Λαδάς, Ρουφογάλης, που οδηγούνται στις φυλακές Κορυδαλλου, μετα την ολοκλήρωση την ανάκρισης
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα η πρώτη μήνυση κατά των πραξικοπηματιών από τον δικηγόρο Αλεξ. Λυκουρέζο που τους κατηγορεί για εσχάτη προδοσία. Οι πρώτοι 15 πραξικοπηματίες που μηνύθηκαν από τον Λυκουρέζο για παραβάσεις των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα είναι:
Γεωρ. Παπαδόπουλος, Νικ. Μακαρέζος, Δημ. Ιωαννίδης, Ιω. Λαδάς, Κων. Ασλανίδης, Αντ. Λέκκας, Κων. Καρύδας, Μιχ. Ρουφογάλης, Κων. Παπαδόπουλος, Π. Χατζηπέτρος, Μάριος Φραγκίσκος (σ.σ. υπηρετούσε συνταγματάρχης στο ΓΕΣ στις 21 Απριλίου 1967), Γεωρ. Ζωϊτάκης, Γρ. Σπαντιδάκης και Μιχ. Μπαλόπουλος.
Η μήνυση αυτή, δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Αθήνας στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή οι μηνυθέντες όταν τέλεσαν τα αδικήματα ήταν στρατιωτικοί(…)
Κύκλοι προσκείμενοι στην Κυβέρνηση δίνουν στις εφημερίδες την πληροφορία ότι ο Γ. Παπαδόπουλος, που μένει ακόμη στη βίλα του στο Λαγονήσι «μόνο με τους φρουρούς του επικοινωνεί». Η πληροφορία δίνεται σαν έμμεση διάψευση άλλης πληροφορίας που μετέδωσαν ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία και σύμφωνα με την οποία ο Γ. Παπαδόπουλος θα έδινε συνέντευξη τύπου, στην οποία:
θα έδινε εξηγήσεις για το πραξικόπημα του 1967.
θα εξήγγειλε την ίδρυση πολιτικής κίνησης.
Στις 28 Σεπτεμβρίου γίνεται γνωστό από δημοσιεύματα των εφημερίδων ότι ο υποστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Εμμ. Πλευράκης διενεργεί (ήδη) προκαταρκτική εξέταση με βάση την μήνυση του Αλ. Λυκουρέζου για την εσχάτη προδοσία των πραξικοπηματιών.(…)
Στις 23 Οκτώβρη τα ξημερώματα με μια περίπου στρατιωτική επιχείρηση, που σε διάφορες παραλλαγές δημοσιεύουν με λεπτομέρειες οι εφημερίδες των επομένων ημερών, πέντε από τους αρχιπραξικοπηματίες οδηγούνται στην Κέα (Τζια) για να μείνουν εκεί εκτοπισμένοι μέχρι να προφυλακιστούν για την εσχάτη προδοσία (πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967) λίγους μήνες αργότερα. Οι πέντε είναι οι Γ. Παπαδόπουλος, Στ. Παττακός, Ν. Μακαρέζος, I. Λαδάς και Μ. Ρουφογάλης. Μένουν στο ξενοδοχείο «Καρθαία» στο μικρό λιμάνι της Τζιας και φρουρούνται.(…)
Στις 24 Οκτωβρίου συνέρχεται σε πρώτη συνεδρίαση η Ολομέλεια των Εφετών Αθήνας (80 από τους 83 εφέτες και 8 από τους 9 προέδρους εφετών που υπηρετούσαν) για να αποφασίσουν γιά την άσκηση δίωξης των πραξικοπηματιών για εσχάτη προδοσία.
Η δικογραφία που είχε σχηματιστεί μετά τις μηνύσεις Λυκουρέζου και της Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων καθώς και την προκαταρτική εξέταση που διενεργούσε ο υποστράτηγος δικαστικού Εμμ. Πλευράκης, με διαταγή του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, διαβιβάστηκε στην Ολομέλεια των Εφετών.
Ο εισαγγελέας Μεν. Κουτσάκος πρότεινε να διωχθούν οι πραξικοπηματίες και να ορισθεί ανακριτής εφέτης και η ολομέλεια επιφυλάχθηκε να αποφασίσει μετά λίγες ημέρες αφού όρισε εισηγητή τον εφέτη Παν. Λογοθέτη.
Τελικά την 1η Νοέμβρη 1974 η Ολομέλεια των Εφετών αποφάσισε την ποινική δίωξη για εσχάτη προδοσία. Εδωσε παραγγελία στον προϊστάμενο της εισαγγελίας Μεν. Κουτσάκο για την τυπική άσκηση της δίωξης και όρισε ανακριτή στην υπόθεση τον εφέτη Γεώργιο Βολτή.
Η απόφαση υπογραφόταν από 86 εφέτες και προέδρους εφετών (σ.σ. τα ονόματά τους δόθηκαν στην δημοσιότητα και γράφτηκαν στις εφημερίδες — 2 Νοέμβρη 1974) και η δίωξη έγινε ονομαστικά κατά όσων κατονομάζονταν στις μηνύσεις Λυκουρέζου (15) «Δημοκρατικών Δικηγόρων» (50) και Χαρισιάδη (5) αλλά και κατά κάθε άλλου που θα «προέκυπτε» από την ανάκριση.(…)
Ο Παπαδόπουλος κάνει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της 838 κοινής υπουργικής απόφασης των υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης με την οποία εκτοπίστηκε για τρεις μήνες στην Κέα.
Και ενώ έχει γίνει η δίωξη για εσχάτη προδοσία των πραξικοπηματιών, στην «Αυγή» της Κυριακής 3 Νοέμβρη και στο«καλειδοσκόπιό» του ο Μπόστ με το γνωστό ύφος και την «ορθογραφία» του, γράφει:
«Πόσον γρήγορα περνούν αι ημέρε… Μπήκαμε εσίως εις τον νέον μήνα Νοέμβριον. Πρέπει πάλιν να ετοιμάσομαι 120.000 δραχμάς διά το ξενοδοχείο «Καρθέα», πριν έβρη αφορμήν ο ξενοδόχος μας κε μας τους στήλη πίσο».
Την 1 Δεκέμβρη πρώτη από όλους τους χουντικούς προφυλακίζεται, αλλά για μια μέρα μόνο, η σύζυγος του δικτάτορα. Την επόμενη θα καταβάλει το ποσό που κατηγορείται ότι «έφαγε» παράνομα από το Δημόσιο —σαν εγγύηση— και θα αποφυλακιστεί.
Στις 4 Δεκέμβρη δημοσιεύτηκε η πληροφορία ότι ολοκληρώθηκε η διοικητική εξέταση που έγινε για τους δικαστικούς που στην δικτατορία εκτέλεσαν καθήκοντα στρατοδικών και βασιλικών επιτρόπων.
Την ίδια μέρα (4 Δεκέμβρη) δημοσιεύεται ότι ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής σε συνεργασία του με τον υπουργό Δικαιοσύνης Κ. Στεφανάκη, του ζήτησε να συστήσει στους δικαστικούς που ασχολούνται με τις ποινικές υποθέσεις της χούντας να επιταχύνουν τις ανακρίσεις για να κριθούν το ταχύτερο οι υπεύθυνοι από τη Δικαιοσύνη.
Στις 20 Δεκέμβρη κατέθεσε στον ανακριτή Βολτή για το πραξικόπημα ο Α. Παπανδρέου και τόνισε ότι «η ΣΙΑ οργάνωσε το πραξικόπημα της χούντας». Την επόμενη οι εφημερίδες μαζί με το ρεπορτάζ για την κατάθεση Παπανδρέου, αναφέρουν ότι έχουν σταλεί κλήσεις για απολογία στους πραξικοπηματίες.
Στις 23 Δεκέμβρη κατέθεσε στον ανακριτή ο Χαρ. Φλωράκης, γραμματέας του ΚΚΕ και δόθηκε η πληροφορία ότι οι απολογίες των πραξικοπηματιών θα αρχίσουν με τους πέντε εκτοπισμένους της Τζιας τους οποίους θα επισκεφθεί στο νησί ο εφέτης-ανακριτής.
Στις 29 Δεκέμβρη ο εφέτης ανακριτής πηγαίνει στην Τζια να πάρει τις απολογίες των πέντε. Μαζί του στο νησί οι δικηγόροι των χουντικών. Ζήτησαν και πήραν 20 μέρες προθεσμία, και οι εφημερίδες γράφουν ότι τότε (μετά 20 μέρες) θα αφήσουν το ξενοδοχείο και θα μπουν στις φυλακές.
Στις 9 Γενάρη η κυβέρνηση κατέθεσε στη Βουλή ψήφισμα με το οποίο χαρακτηρίζεται πραξικόπημα η στασιαστική κίνηση της χούντας την 21 Απρίλη 1967 και οι κυβερνήσεις που προέκυψαν από το πραξικόπημα χαρακτηρίζονται κυβερνήσεις βίας. Μετά λίγες μέρες, θα γίνει νόμος το Δ ‘ ψήφισμα.
Στις 14 Γενάρη 75 προφυλακίζεται αιφνιδιαστικά πρώτος από όλους τους πραξικοπηματίες ο «αόρατος» δικτάτορας Δημ. Ιωαννίδης. Ο ανακριτής Βολτής τον κάλεσε σε κάποιο (!) αστυνομικό τμήμα να απολογηθεί, αυτός αρνήθηκε και υπέβαλε υπόμνημα με πολλές δακτυλογραφημένες σελίδες που ο δικηγόρος του Γ. Αλφαντάκης μοίρασε και στους δημοσιογράφους. (Δημοσιεύτηκε σε εφημερίδες 15.1.75). Την ίδια μέρα, μετά την προφυλάκιση Ιωαννίδη, ο ανακριτής αναχώρησε για την Τζια. Απολογείται αυθημερόν, ουσιαστικά αρνούμενος να απολογηθεί, ο Παπαδόπουλος και τις επόμενες οι άλλοι τέσσερις εκτοπισμένοι αρχιπραξικοπηματίες.
Στις 21 Γενάρη —επιτέλους— οι πέντε της Τζιας κλείνονται στις φυλακές Κορυδαλλού. Η πυραυλάκατος «Ευνίκη» με συνοδεία μεταφέρει τους πραξικοπηματίες αργά το βράδυ της 20 Γενάρη για να οδηγηθούν με ασφάλεια οι πέντε στις φυλακές.
Αμέσως μετα την ορκωμοσία Καραμανλή ως πρωθυπουργού της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», ψηφίστηκε το Διάταγμα 519/26.7.74 για την αμνηστία. Από τα πρώτα μελήματα της νέας κυβέρνησης ήταν να αφήσει ελεύθερους τους πολιτικούς κρατούμενους της χούντας, αντιστασιακούς. Αμνηστεύονταν όλα τα εγκλήματα των κρατουμένων και μη 27 (κατάδικων, υπόδικων, φυγόδικων, και φυγόποινων-αυτοεξόριστων) τα οποία απέβλεπον προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως κατά την διάρκεια της εφτάχρονης δικτατορίας και τα προ της 21 Απριλίου 1967.
Το διάταγμα είχε τέσσερις παραγράφους: Στις δυο πρώτες αναφερόταν ότι απολύονται όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι από τις φυλακές, οι δικογραφίες μπαίνουν στο αρχείο και οι φυλακισμένοι, προφυλακισμένοι ή εξόριστοι αμνηστευόμενοι, δεν δικαιούνται αποζημίωση. Η τρίτη παράγραφος ανέφερε ότι όσα έντυπα είχαν κατασχεθεί θα αποδίδονταν αμέσως, αλλά για τις κατασχέσεις άλλων αντικειμένων ή περιουσιακών στοιχείων θα αποφάσιζαν το Συμβούλιο της Επικρατείας ή Στρατιωτικά Δικαστικά Συμβούλια. Η τέταρτη παράγραφος —τυπική— επιφόρτιζε το Υπουργείο της Δικαιοσύνης να δημοσιεύσει το διάταγμα της αμνηστίας.
Ερμηνεύοντας το διάταγμα της αμνηστίας πολλοί ‘Ελληνες πολίτες, αφού δεν έγινε ρητή εξαίρεση, θεώρησαν ότι αμνηστεύθηκαν και οι πραξικοπηματίες και για την προπαρασκευή και την επιβολή της δικτατορίας και την παράνομη άσκηση της εξουσίας για διάστημα περισσότερο από 7 χρόνια.
Τότε όμως δεν υπήρξε καμιά λαϊκή αντίδραση για δυο κυρίως λόγους (κατά τη γνώμη μας). Οι περισσότερο κυνηγημένοι και δυναμικότεροι αντιστασιακοί που ανήκαν στην αριστερά έβγαιναν από τις φυλακές ή έτρεχαν στις φυλακές για να δουν και να παραλάβουν αγαπημένους συντρόφους τους, φίλους, συγγενείς και να προσπαθήσουν να κλείσουν τις πληγές τους.
Τόσο οι αριστεροί όσο και άλλοι πολιτικοποιημένοι δημοκράτες, δεν είχαν δυνατότητα να μάθουν πόσο η χούντα ήταν ακόμα δυνατή, και πόση δύναμη είχαν μερικοί ή πολλοί «υδροκέφαλοι» αξιωματικοί που βρίσκονταν ακόμη στις ένοπλες δυνάμεις και θα μπορούσαν να αιματοκυλήσουν τον τόπο μπροστά στο ενδεχόμενο να διωχθούν. (…)
Την 1 Αυγούστου 1974 καταργήθηκαν τα «Συντάγματα» της 7ετίας και επαναφέρθηκε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1952 αλλά χωρίς τις διατάξεις που αναφέρονταν στον Βασιλιά. (…)
Η αντιμετώπιση των χουντικών, από τις κυβερνήσεις που ανέλαβαν μετά τη «μεταπολίτευση» όπως ονομάστηκε, ήλθε σε αντίθεση με τις προσδοκίες της μεγάλης πλειοψηφίας του Λαού και το «περί Δικαίου» αίσθημα των δημοκρατικών πολιτών.
Λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία της Κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» με πρωθυπουργό τον Κων. Καραμανλή και Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Πρόεδρο της χούντας Φαίδωνα Γκιζίκη (που διορίστηκε μετά το «Ιωαννιδικό» πραξικόπημα της 25 Νοεμβρίου 1973) δόθηκε μια «ασαφής» αμνηστία, που, βέβαια, προφανή σκοπό είχε να αδειάσουν οι φυλακές και οι τόποι εξορίας από τους κρατούμενους-αντίπαλους του δικτατορικού καθεστώτος, αλλά που δε γινόταν ρητή εξαίρεση για τα εγκλήματα των πραξικοπηματιών και τις παρανομίες των σφετεριστών της εξουσίας.
Στις αρχές του Σεπτέμβρη του 1974 με τη Γ ‘ Συντακτική πράξη, επιχειρείται μια αυθεντική ερμηνεία του διατάγματος με το οποίο είχε δοθεί η αμνηστεία. Με την ερμηνεία αυτή εξαιρέθηκαν τα εγκλήματα των χουντικών. Έ τσι έγιναν οι πρώτες μηνύσεις για εσχάτη προδοσία, για την κατάλυση της δημοκρατίας, με το πραξικόπημα της 21.4.67
Πηγή : Οι άνθρωποι της Χούντας μετά τη Δικτατορία, Γ.Θ. Κρεμμυδάς, Εξάντας
από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το βιβλίο του Γιώργη Κρεμμύδα,όπως το βρήκαμε στο Scribd
της Αργυρώς Κραββαρίτη
Σαν σήμερα 14 Γενάρη 1975 προφυλακίζεται αιφνιδίως ο πραξικοπηματίας Δημ. Ιωαννίδης, μετά την απολογία του στον εφέτη ανακριτή Βολτή, που διενεργεί την τακτική ανάκριση για τον καταλογισμό ευθυνών για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967.
Ακολουθούν στις 21 Γενάρη, οι πέντε εκτοπισμένοι της Τζιας, αρχιπραξικοπηματίες Παπαδόπουλος, Παττακός, Μακαρέζος, Λαδάς, Ρουφογάλης, που οδηγούνται στις φυλακές Κορυδαλλου, μετα την ολοκλήρωση την ανάκρισης
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα η πρώτη μήνυση κατά των πραξικοπηματιών από τον δικηγόρο Αλεξ. Λυκουρέζο που τους κατηγορεί για εσχάτη προδοσία. Οι πρώτοι 15 πραξικοπηματίες που μηνύθηκαν από τον Λυκουρέζο για παραβάσεις των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα είναι:
Γεωρ. Παπαδόπουλος, Νικ. Μακαρέζος, Δημ. Ιωαννίδης, Ιω. Λαδάς, Κων. Ασλανίδης, Αντ. Λέκκας, Κων. Καρύδας, Μιχ. Ρουφογάλης, Κων. Παπαδόπουλος, Π. Χατζηπέτρος, Μάριος Φραγκίσκος (σ.σ. υπηρετούσε συνταγματάρχης στο ΓΕΣ στις 21 Απριλίου 1967), Γεωρ. Ζωϊτάκης, Γρ. Σπαντιδάκης και Μιχ. Μπαλόπουλος.
Η μήνυση αυτή, δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Αθήνας στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή οι μηνυθέντες όταν τέλεσαν τα αδικήματα ήταν στρατιωτικοί(…)
Κύκλοι προσκείμενοι στην Κυβέρνηση δίνουν στις εφημερίδες την πληροφορία ότι ο Γ. Παπαδόπουλος, που μένει ακόμη στη βίλα του στο Λαγονήσι «μόνο με τους φρουρούς του επικοινωνεί». Η πληροφορία δίνεται σαν έμμεση διάψευση άλλης πληροφορίας που μετέδωσαν ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία και σύμφωνα με την οποία ο Γ. Παπαδόπουλος θα έδινε συνέντευξη τύπου, στην οποία:
θα έδινε εξηγήσεις για το πραξικόπημα του 1967.
θα εξήγγειλε την ίδρυση πολιτικής κίνησης.
Στις 28 Σεπτεμβρίου γίνεται γνωστό από δημοσιεύματα των εφημερίδων ότι ο υποστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Εμμ. Πλευράκης διενεργεί (ήδη) προκαταρκτική εξέταση με βάση την μήνυση του Αλ. Λυκουρέζου για την εσχάτη προδοσία των πραξικοπηματιών.(…)
Στις 23 Οκτώβρη τα ξημερώματα με μια περίπου στρατιωτική επιχείρηση, που σε διάφορες παραλλαγές δημοσιεύουν με λεπτομέρειες οι εφημερίδες των επομένων ημερών, πέντε από τους αρχιπραξικοπηματίες οδηγούνται στην Κέα (Τζια) για να μείνουν εκεί εκτοπισμένοι μέχρι να προφυλακιστούν για την εσχάτη προδοσία (πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967) λίγους μήνες αργότερα. Οι πέντε είναι οι Γ. Παπαδόπουλος, Στ. Παττακός, Ν. Μακαρέζος, I. Λαδάς και Μ. Ρουφογάλης. Μένουν στο ξενοδοχείο «Καρθαία» στο μικρό λιμάνι της Τζιας και φρουρούνται.(…)
Στις 24 Οκτωβρίου συνέρχεται σε πρώτη συνεδρίαση η Ολομέλεια των Εφετών Αθήνας (80 από τους 83 εφέτες και 8 από τους 9 προέδρους εφετών που υπηρετούσαν) για να αποφασίσουν γιά την άσκηση δίωξης των πραξικοπηματιών για εσχάτη προδοσία.
Η δικογραφία που είχε σχηματιστεί μετά τις μηνύσεις Λυκουρέζου και της Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων καθώς και την προκαταρτική εξέταση που διενεργούσε ο υποστράτηγος δικαστικού Εμμ. Πλευράκης, με διαταγή του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, διαβιβάστηκε στην Ολομέλεια των Εφετών.
Ο εισαγγελέας Μεν. Κουτσάκος πρότεινε να διωχθούν οι πραξικοπηματίες και να ορισθεί ανακριτής εφέτης και η ολομέλεια επιφυλάχθηκε να αποφασίσει μετά λίγες ημέρες αφού όρισε εισηγητή τον εφέτη Παν. Λογοθέτη.
Τελικά την 1η Νοέμβρη 1974 η Ολομέλεια των Εφετών αποφάσισε την ποινική δίωξη για εσχάτη προδοσία. Εδωσε παραγγελία στον προϊστάμενο της εισαγγελίας Μεν. Κουτσάκο για την τυπική άσκηση της δίωξης και όρισε ανακριτή στην υπόθεση τον εφέτη Γεώργιο Βολτή.
Η απόφαση υπογραφόταν από 86 εφέτες και προέδρους εφετών (σ.σ. τα ονόματά τους δόθηκαν στην δημοσιότητα και γράφτηκαν στις εφημερίδες — 2 Νοέμβρη 1974) και η δίωξη έγινε ονομαστικά κατά όσων κατονομάζονταν στις μηνύσεις Λυκουρέζου (15) «Δημοκρατικών Δικηγόρων» (50) και Χαρισιάδη (5) αλλά και κατά κάθε άλλου που θα «προέκυπτε» από την ανάκριση.(…)
Ο Παπαδόπουλος κάνει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της 838 κοινής υπουργικής απόφασης των υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης με την οποία εκτοπίστηκε για τρεις μήνες στην Κέα.
Και ενώ έχει γίνει η δίωξη για εσχάτη προδοσία των πραξικοπηματιών, στην «Αυγή» της Κυριακής 3 Νοέμβρη και στο«καλειδοσκόπιό» του ο Μπόστ με το γνωστό ύφος και την «ορθογραφία» του, γράφει:
«Πόσον γρήγορα περνούν αι ημέρε… Μπήκαμε εσίως εις τον νέον μήνα Νοέμβριον. Πρέπει πάλιν να ετοιμάσομαι 120.000 δραχμάς διά το ξενοδοχείο «Καρθέα», πριν έβρη αφορμήν ο ξενοδόχος μας κε μας τους στήλη πίσο».
Την 1 Δεκέμβρη πρώτη από όλους τους χουντικούς προφυλακίζεται, αλλά για μια μέρα μόνο, η σύζυγος του δικτάτορα. Την επόμενη θα καταβάλει το ποσό που κατηγορείται ότι «έφαγε» παράνομα από το Δημόσιο —σαν εγγύηση— και θα αποφυλακιστεί.
Στις 4 Δεκέμβρη δημοσιεύτηκε η πληροφορία ότι ολοκληρώθηκε η διοικητική εξέταση που έγινε για τους δικαστικούς που στην δικτατορία εκτέλεσαν καθήκοντα στρατοδικών και βασιλικών επιτρόπων.
Την ίδια μέρα (4 Δεκέμβρη) δημοσιεύεται ότι ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής σε συνεργασία του με τον υπουργό Δικαιοσύνης Κ. Στεφανάκη, του ζήτησε να συστήσει στους δικαστικούς που ασχολούνται με τις ποινικές υποθέσεις της χούντας να επιταχύνουν τις ανακρίσεις για να κριθούν το ταχύτερο οι υπεύθυνοι από τη Δικαιοσύνη.
Στις 20 Δεκέμβρη κατέθεσε στον ανακριτή Βολτή για το πραξικόπημα ο Α. Παπανδρέου και τόνισε ότι «η ΣΙΑ οργάνωσε το πραξικόπημα της χούντας». Την επόμενη οι εφημερίδες μαζί με το ρεπορτάζ για την κατάθεση Παπανδρέου, αναφέρουν ότι έχουν σταλεί κλήσεις για απολογία στους πραξικοπηματίες.
Στις 23 Δεκέμβρη κατέθεσε στον ανακριτή ο Χαρ. Φλωράκης, γραμματέας του ΚΚΕ και δόθηκε η πληροφορία ότι οι απολογίες των πραξικοπηματιών θα αρχίσουν με τους πέντε εκτοπισμένους της Τζιας τους οποίους θα επισκεφθεί στο νησί ο εφέτης-ανακριτής.
Στις 29 Δεκέμβρη ο εφέτης ανακριτής πηγαίνει στην Τζια να πάρει τις απολογίες των πέντε. Μαζί του στο νησί οι δικηγόροι των χουντικών. Ζήτησαν και πήραν 20 μέρες προθεσμία, και οι εφημερίδες γράφουν ότι τότε (μετά 20 μέρες) θα αφήσουν το ξενοδοχείο και θα μπουν στις φυλακές.
Στις 9 Γενάρη η κυβέρνηση κατέθεσε στη Βουλή ψήφισμα με το οποίο χαρακτηρίζεται πραξικόπημα η στασιαστική κίνηση της χούντας την 21 Απρίλη 1967 και οι κυβερνήσεις που προέκυψαν από το πραξικόπημα χαρακτηρίζονται κυβερνήσεις βίας. Μετά λίγες μέρες, θα γίνει νόμος το Δ ‘ ψήφισμα.
Στις 14 Γενάρη 75 προφυλακίζεται αιφνιδιαστικά πρώτος από όλους τους πραξικοπηματίες ο «αόρατος» δικτάτορας Δημ. Ιωαννίδης. Ο ανακριτής Βολτής τον κάλεσε σε κάποιο (!) αστυνομικό τμήμα να απολογηθεί, αυτός αρνήθηκε και υπέβαλε υπόμνημα με πολλές δακτυλογραφημένες σελίδες που ο δικηγόρος του Γ. Αλφαντάκης μοίρασε και στους δημοσιογράφους. (Δημοσιεύτηκε σε εφημερίδες 15.1.75). Την ίδια μέρα, μετά την προφυλάκιση Ιωαννίδη, ο ανακριτής αναχώρησε για την Τζια. Απολογείται αυθημερόν, ουσιαστικά αρνούμενος να απολογηθεί, ο Παπαδόπουλος και τις επόμενες οι άλλοι τέσσερις εκτοπισμένοι αρχιπραξικοπηματίες.
Στις 21 Γενάρη —επιτέλους— οι πέντε της Τζιας κλείνονται στις φυλακές Κορυδαλλού. Η πυραυλάκατος «Ευνίκη» με συνοδεία μεταφέρει τους πραξικοπηματίες αργά το βράδυ της 20 Γενάρη για να οδηγηθούν με ασφάλεια οι πέντε στις φυλακές.
Αμέσως μετα την ορκωμοσία Καραμανλή ως πρωθυπουργού της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», ψηφίστηκε το Διάταγμα 519/26.7.74 για την αμνηστία. Από τα πρώτα μελήματα της νέας κυβέρνησης ήταν να αφήσει ελεύθερους τους πολιτικούς κρατούμενους της χούντας, αντιστασιακούς. Αμνηστεύονταν όλα τα εγκλήματα των κρατουμένων και μη 27 (κατάδικων, υπόδικων, φυγόδικων, και φυγόποινων-αυτοεξόριστων) τα οποία απέβλεπον προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως κατά την διάρκεια της εφτάχρονης δικτατορίας και τα προ της 21 Απριλίου 1967.
Το διάταγμα είχε τέσσερις παραγράφους: Στις δυο πρώτες αναφερόταν ότι απολύονται όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι από τις φυλακές, οι δικογραφίες μπαίνουν στο αρχείο και οι φυλακισμένοι, προφυλακισμένοι ή εξόριστοι αμνηστευόμενοι, δεν δικαιούνται αποζημίωση. Η τρίτη παράγραφος ανέφερε ότι όσα έντυπα είχαν κατασχεθεί θα αποδίδονταν αμέσως, αλλά για τις κατασχέσεις άλλων αντικειμένων ή περιουσιακών στοιχείων θα αποφάσιζαν το Συμβούλιο της Επικρατείας ή Στρατιωτικά Δικαστικά Συμβούλια. Η τέταρτη παράγραφος —τυπική— επιφόρτιζε το Υπουργείο της Δικαιοσύνης να δημοσιεύσει το διάταγμα της αμνηστίας.
Ερμηνεύοντας το διάταγμα της αμνηστίας πολλοί ‘Ελληνες πολίτες, αφού δεν έγινε ρητή εξαίρεση, θεώρησαν ότι αμνηστεύθηκαν και οι πραξικοπηματίες και για την προπαρασκευή και την επιβολή της δικτατορίας και την παράνομη άσκηση της εξουσίας για διάστημα περισσότερο από 7 χρόνια.
Τότε όμως δεν υπήρξε καμιά λαϊκή αντίδραση για δυο κυρίως λόγους (κατά τη γνώμη μας). Οι περισσότερο κυνηγημένοι και δυναμικότεροι αντιστασιακοί που ανήκαν στην αριστερά έβγαιναν από τις φυλακές ή έτρεχαν στις φυλακές για να δουν και να παραλάβουν αγαπημένους συντρόφους τους, φίλους, συγγενείς και να προσπαθήσουν να κλείσουν τις πληγές τους.
Τόσο οι αριστεροί όσο και άλλοι πολιτικοποιημένοι δημοκράτες, δεν είχαν δυνατότητα να μάθουν πόσο η χούντα ήταν ακόμα δυνατή, και πόση δύναμη είχαν μερικοί ή πολλοί «υδροκέφαλοι» αξιωματικοί που βρίσκονταν ακόμη στις ένοπλες δυνάμεις και θα μπορούσαν να αιματοκυλήσουν τον τόπο μπροστά στο ενδεχόμενο να διωχθούν. (…)
Την 1 Αυγούστου 1974 καταργήθηκαν τα «Συντάγματα» της 7ετίας και επαναφέρθηκε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1952 αλλά χωρίς τις διατάξεις που αναφέρονταν στον Βασιλιά. (…)
Η αντιμετώπιση των χουντικών, από τις κυβερνήσεις που ανέλαβαν μετά τη «μεταπολίτευση» όπως ονομάστηκε, ήλθε σε αντίθεση με τις προσδοκίες της μεγάλης πλειοψηφίας του Λαού και το «περί Δικαίου» αίσθημα των δημοκρατικών πολιτών.
Λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία της Κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» με πρωθυπουργό τον Κων. Καραμανλή και Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Πρόεδρο της χούντας Φαίδωνα Γκιζίκη (που διορίστηκε μετά το «Ιωαννιδικό» πραξικόπημα της 25 Νοεμβρίου 1973) δόθηκε μια «ασαφής» αμνηστία, που, βέβαια, προφανή σκοπό είχε να αδειάσουν οι φυλακές και οι τόποι εξορίας από τους κρατούμενους-αντίπαλους του δικτατορικού καθεστώτος, αλλά που δε γινόταν ρητή εξαίρεση για τα εγκλήματα των πραξικοπηματιών και τις παρανομίες των σφετεριστών της εξουσίας.
Στις αρχές του Σεπτέμβρη του 1974 με τη Γ ‘ Συντακτική πράξη, επιχειρείται μια αυθεντική ερμηνεία του διατάγματος με το οποίο είχε δοθεί η αμνηστεία. Με την ερμηνεία αυτή εξαιρέθηκαν τα εγκλήματα των χουντικών. Έ τσι έγιναν οι πρώτες μηνύσεις για εσχάτη προδοσία, για την κατάλυση της δημοκρατίας, με το πραξικόπημα της 21.4.67
Πηγή : Οι άνθρωποι της Χούντας μετά τη Δικτατορία, Γ.Θ. Κρεμμυδάς, Εξάντας
από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το βιβλίο του Γιώργη Κρεμμύδα,όπως το βρήκαμε στο Scribd
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου