Οι ανιστόρητοι
Του Αλέξη Παπαχελά
Η Ιστορία είναι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα για να παίζεις μαζί της. Επαιξε μαζί της η κ. Ρεπούση, όταν από προχειρότητα και έλλειψη επαγγελματισμού έγραψε την ανοησία περί «συνωστισμού». Η συγγραφή ενός σχολικού βιβλίου θα έπρεπε να είναι μια «ιερή» υπόθεση και όχι ένα εγχείρημα του τύπου «το ξεπετάμε για να πάρουμε την αμοιβή».
Ξανάπαιξε, όμως, με την Ιστορία η κ. Ρεπούση,
όταν στην προσπάθειά της να κερδίσει πέντε λεπτά δημοσιότητας άρχισε να φλυαρεί περί «εθνικών μύθων». Βεβαίως και θεωρώ ακραίες και επικίνδυνες τις επιθέσεις που δέχεται από διάφορους, πραγματικά ανιστόρητους, «ειδικούς» και σχολιαστές, οι οποίοι θέλουν να τη ρίξουν στην πυρά. Δεν υπάρχει τίποτα πιο απωθητικό από την τζάμπα μαγκιά εκείνων που πουλάνε, καθόλα εμπορικό και διόλου αγνό, υπερπατριωτισμό. Η κ. Ρεπούση έχει, όμως, τεράστια ευθύνη, γιατί με την αυτάρεσκη συμπεριφορά της έριξε πολύ λάδι σε μια φωτιά που πάντοτε σιγοκαίει στο υποσυνείδητο του Ελληνα.
Είναι κρίσιμο, εθνικά κρίσιμο, να μάθουμε καλά την Ιστορία μας. Ούτε όπως τη θέλουν οι οπαδοί του σκοταδισμού, ούτε όπως θα την ήθελαν κάποιοι οπαδοί της πολυπολιτισμικότητας.
Ο λόγος που θυμώνω με την κ. Ρεπούση και όσους άλλους χαριεντίζονται με την Ιστορία είναι γιατί ωθούν τη χώρα στην επαναβαλκανοποίησή της. Δίνουν τροφή στους τυφλούς εθνικιστές, τους οπαδούς του μίσους και των θεωριών συνωμοσίας. Και αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο σε μια στιγμή που η κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά και η κοινή γνώμη χάνει την εμπιστοσύνη της στην Ε.Ε.
Είμαστε ένας περήφανος λαός. Δεν δεχόμαστε εύκολα να μπαίνει κάποιος στο συλλογικό μας υποσυνείδητο και να τσαλαπατάει εθνικούς μύθους, σύμβολα, ό,τι εν πάση περιπτώσει συγκροτεί το μεγάλο εθνικό μας αφήγημα. Το λάθος πολλών επίδοξων εκσυγχρονιστών ήταν ότι δεν κατάλαβαν αυτήν ακριβώς την ευαισθησία του Ελληνα.
Η φιλοδοξία για μια πιο οργανωμένη και ευνομούμενη κοινωνία πρέπει να πάει χέρι-χέρι με τον σεβασμό σε αυτό που νιώθουμε οι περισσότεροι ως πατριωτικό φρόνημα. Οποιος το προσβάλλει επί τούτου, απλώς δεν έχει επικοινωνία με τον μέσο Ελληνα και δεν θα αποκτήσει ποτέ. Οπως είχε διαπιστώσει ένας γνωστός δημοσκόπος, ο οποίος μελέτησε το ποιον θα ήθελαν οι Ελληνες ιδεατά ως ηγέτη, το πρότυπο μείγμα θα ήταν αυτό του κ. Σημίτη ως ανθρώπου «με το μπλοκάκι» και του αποθανόντος Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Σχιζοφρενές ως σχήμα; Ενδεχομένως. Ποιος είπε όμως ότι είμαστε ένας προβλέψιμος, βαρετός λαός;
Μ. Ρεπούση: Πολλοί παίζουν με την Ιστορία
Την απάντησή της δημοσιοποίησε η Μαρία Ρεπούση, βουλευτής της ΔΗΜΑΡ, σχετικά με άρθρο του Αλέξη Παπαχελά στην «Καθημερινή της Κυριακής», στις 9 Ιουνίου 2013.
Η Ιστορία είναι πράγματι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα για να παίζει κανείς μαζί της. Το κάνουν όμως δυστυχώς πολλοί. Όχι μόνο παίζουν, στην πραγματικότητα την ακυρώνουν κάνοντας έναν αγώνα δρόμου για να επιδείξουν τον πατριωτισμό τους. Υπάρχουν πάρα πολλά πεδία για να δείξει κανείς πόσο πατριώτης είναι. Προσωπικά πιστεύω ότι η ιστορία δεν είναι το καλύτερο.
Τα σχολικά βιβλία ιστορίας είναι επίσης μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Δεν θα την έλεγα ιερή, αλλά οπωσδήποτε πολύ σοβαρή. Έκπληκτη μένω λοιπόν με όσους ισχυρίζονται ότι είναι ιερή και τη μεταχειρίζονται με ευτέλεια. Όταν γράφουν γι’ αυτήν την υπόθεση χωρίς να μπουν στον κόπο να ρωτήσουν, να μάθουν, να διαβάσουν πως γράφονται τα σχολικά βιβλία και στη χώρα μας πια, πόσος κόπος και χρόνος απαιτείται και πόσοι άνθρωποι εμπλέκονται στη συγγραφή τους.
Για το επίμαχο εγχειρίδιο ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού για παράδειγμα του οποίου είχα την τύχη να έχω την επιστημονική ευθύνη, αυτό «του συνωστισμού» χρειάστηκαν δυο ολόκληρα χρόνια από το 2003 ως το 2005 για τη συγγραφή του και εκτός της τετραμελούς συγγραφικής ομάδας, υπήρχε τριμελής ομάδα ανεξάρτητων εξωτερικών αξιολογητών απαρτιζόμενη από ειδικούς επιστήμονες που έλεγχαν όλα τα κεφάλαια κατά τη συγγραφή τους και ομάδα συνεργατών για τη φιλολογική επιμέλεια και την εικονογράφηση του βιβλίου.
Τέλος επιτροπή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου του αρμόδιου θεσμικού οργάνου παρακολουθούσε τη συγγραφή του και έκανε τα σχόλια και τις παρατηρήσεις του στη συγγραφική ομάδα. Γι’ αυτό και τα σχολικά βιβλία δεν ανήκουν στο τέλος στους συγγραφείς τους αλλά στην πολιτεία που με την ευθύνη της συγγράφονται και διανέμονται στα σχολεία.
Έχω την εντύπωση ότι σοβαρή δημοσιογραφία είναι αυτή που πριν ασχοληθεί με την υπόθεση αυτή, πολύ περισσότερο αν τη θεωρεί «ιερή», όπως ο κ. Παπαχελάς στο άρθρο του της προηγούμενης Κυριακής, φροντίζει στοιχειωδώς να ενημερωθεί. Διαφορετικά όχι μόνο πρόχειρη και επιπόλαιη είναι, αλλά και επιζήμια. Στη βλάβη της καταλογίζω επίσης τη σύνδεση της συγγραφής ενός σχολικού βιβλίου με την αμοιβή της συγγραφικής ομάδας.
Θα έπρεπε να ξέρει ο κ. Παπαχελάς ότι η συγγραφή ενός σχολικού βιβλίου όταν μάλιστα δεν ανατίθεται από τον/την υπουργό όπως έκαναν για πολλά χρόνια πριν το 2003 αλλά προκηρύσσεται και είναι αποτέλεσμα αξιολόγησης όπως έγινε με το βιβλίο του «συνωστισμού», είναι βασικά μια τιμητική υπόθεση που οι κόποι της δεν αμείβονται. Οι συγγραφείς των σχολικών βιβλίων δεν μπαίνουν στη διαδικασία αυτή για να πάρουν την αμοιβή, όπως υποστηρίζει με περισσό λαϊκισμό ο κ. Παπαχελάς. Προσωπικά το είδα σαν μια συνεισφορά στην ιστορική εκπαίδευση.
Η απάντηση του Αλέξη Παπαχελά
«Σέβομαι τις απόψεις της κ.Ρεπούση και αντιλαμβάνομαι τον θυμό της. Εμμένω όμως στις απόψεις μου για την «ζημιά» που έκανε και κάνει με τον άκρως επικοινωνιακό και μη υπεύθυνο τρόπο που χειρίζεται ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως η Ιστορία. Με την ευκαιρία να διευκρινίσω πως δεν υπήρξαν ποτέ δηλώσεις του κ.Tατσόπουλου η κάποιου άλλου για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη».
Του Αλέξη Παπαχελά
Η Ιστορία είναι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα για να παίζεις μαζί της. Επαιξε μαζί της η κ. Ρεπούση, όταν από προχειρότητα και έλλειψη επαγγελματισμού έγραψε την ανοησία περί «συνωστισμού». Η συγγραφή ενός σχολικού βιβλίου θα έπρεπε να είναι μια «ιερή» υπόθεση και όχι ένα εγχείρημα του τύπου «το ξεπετάμε για να πάρουμε την αμοιβή».
Ξανάπαιξε, όμως, με την Ιστορία η κ. Ρεπούση,
όταν στην προσπάθειά της να κερδίσει πέντε λεπτά δημοσιότητας άρχισε να φλυαρεί περί «εθνικών μύθων». Βεβαίως και θεωρώ ακραίες και επικίνδυνες τις επιθέσεις που δέχεται από διάφορους, πραγματικά ανιστόρητους, «ειδικούς» και σχολιαστές, οι οποίοι θέλουν να τη ρίξουν στην πυρά. Δεν υπάρχει τίποτα πιο απωθητικό από την τζάμπα μαγκιά εκείνων που πουλάνε, καθόλα εμπορικό και διόλου αγνό, υπερπατριωτισμό. Η κ. Ρεπούση έχει, όμως, τεράστια ευθύνη, γιατί με την αυτάρεσκη συμπεριφορά της έριξε πολύ λάδι σε μια φωτιά που πάντοτε σιγοκαίει στο υποσυνείδητο του Ελληνα.
Είναι κρίσιμο, εθνικά κρίσιμο, να μάθουμε καλά την Ιστορία μας. Ούτε όπως τη θέλουν οι οπαδοί του σκοταδισμού, ούτε όπως θα την ήθελαν κάποιοι οπαδοί της πολυπολιτισμικότητας.
Ο λόγος που θυμώνω με την κ. Ρεπούση και όσους άλλους χαριεντίζονται με την Ιστορία είναι γιατί ωθούν τη χώρα στην επαναβαλκανοποίησή της. Δίνουν τροφή στους τυφλούς εθνικιστές, τους οπαδούς του μίσους και των θεωριών συνωμοσίας. Και αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο σε μια στιγμή που η κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά και η κοινή γνώμη χάνει την εμπιστοσύνη της στην Ε.Ε.
Είμαστε ένας περήφανος λαός. Δεν δεχόμαστε εύκολα να μπαίνει κάποιος στο συλλογικό μας υποσυνείδητο και να τσαλαπατάει εθνικούς μύθους, σύμβολα, ό,τι εν πάση περιπτώσει συγκροτεί το μεγάλο εθνικό μας αφήγημα. Το λάθος πολλών επίδοξων εκσυγχρονιστών ήταν ότι δεν κατάλαβαν αυτήν ακριβώς την ευαισθησία του Ελληνα.
Η φιλοδοξία για μια πιο οργανωμένη και ευνομούμενη κοινωνία πρέπει να πάει χέρι-χέρι με τον σεβασμό σε αυτό που νιώθουμε οι περισσότεροι ως πατριωτικό φρόνημα. Οποιος το προσβάλλει επί τούτου, απλώς δεν έχει επικοινωνία με τον μέσο Ελληνα και δεν θα αποκτήσει ποτέ. Οπως είχε διαπιστώσει ένας γνωστός δημοσκόπος, ο οποίος μελέτησε το ποιον θα ήθελαν οι Ελληνες ιδεατά ως ηγέτη, το πρότυπο μείγμα θα ήταν αυτό του κ. Σημίτη ως ανθρώπου «με το μπλοκάκι» και του αποθανόντος Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Σχιζοφρενές ως σχήμα; Ενδεχομένως. Ποιος είπε όμως ότι είμαστε ένας προβλέψιμος, βαρετός λαός;
Μ. Ρεπούση: Πολλοί παίζουν με την Ιστορία
Την απάντησή της δημοσιοποίησε η Μαρία Ρεπούση, βουλευτής της ΔΗΜΑΡ, σχετικά με άρθρο του Αλέξη Παπαχελά στην «Καθημερινή της Κυριακής», στις 9 Ιουνίου 2013.
Η Ιστορία είναι πράγματι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα για να παίζει κανείς μαζί της. Το κάνουν όμως δυστυχώς πολλοί. Όχι μόνο παίζουν, στην πραγματικότητα την ακυρώνουν κάνοντας έναν αγώνα δρόμου για να επιδείξουν τον πατριωτισμό τους. Υπάρχουν πάρα πολλά πεδία για να δείξει κανείς πόσο πατριώτης είναι. Προσωπικά πιστεύω ότι η ιστορία δεν είναι το καλύτερο.
Τα σχολικά βιβλία ιστορίας είναι επίσης μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Δεν θα την έλεγα ιερή, αλλά οπωσδήποτε πολύ σοβαρή. Έκπληκτη μένω λοιπόν με όσους ισχυρίζονται ότι είναι ιερή και τη μεταχειρίζονται με ευτέλεια. Όταν γράφουν γι’ αυτήν την υπόθεση χωρίς να μπουν στον κόπο να ρωτήσουν, να μάθουν, να διαβάσουν πως γράφονται τα σχολικά βιβλία και στη χώρα μας πια, πόσος κόπος και χρόνος απαιτείται και πόσοι άνθρωποι εμπλέκονται στη συγγραφή τους.
Για το επίμαχο εγχειρίδιο ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού για παράδειγμα του οποίου είχα την τύχη να έχω την επιστημονική ευθύνη, αυτό «του συνωστισμού» χρειάστηκαν δυο ολόκληρα χρόνια από το 2003 ως το 2005 για τη συγγραφή του και εκτός της τετραμελούς συγγραφικής ομάδας, υπήρχε τριμελής ομάδα ανεξάρτητων εξωτερικών αξιολογητών απαρτιζόμενη από ειδικούς επιστήμονες που έλεγχαν όλα τα κεφάλαια κατά τη συγγραφή τους και ομάδα συνεργατών για τη φιλολογική επιμέλεια και την εικονογράφηση του βιβλίου.
Τέλος επιτροπή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου του αρμόδιου θεσμικού οργάνου παρακολουθούσε τη συγγραφή του και έκανε τα σχόλια και τις παρατηρήσεις του στη συγγραφική ομάδα. Γι’ αυτό και τα σχολικά βιβλία δεν ανήκουν στο τέλος στους συγγραφείς τους αλλά στην πολιτεία που με την ευθύνη της συγγράφονται και διανέμονται στα σχολεία.
Έχω την εντύπωση ότι σοβαρή δημοσιογραφία είναι αυτή που πριν ασχοληθεί με την υπόθεση αυτή, πολύ περισσότερο αν τη θεωρεί «ιερή», όπως ο κ. Παπαχελάς στο άρθρο του της προηγούμενης Κυριακής, φροντίζει στοιχειωδώς να ενημερωθεί. Διαφορετικά όχι μόνο πρόχειρη και επιπόλαιη είναι, αλλά και επιζήμια. Στη βλάβη της καταλογίζω επίσης τη σύνδεση της συγγραφής ενός σχολικού βιβλίου με την αμοιβή της συγγραφικής ομάδας.
Θα έπρεπε να ξέρει ο κ. Παπαχελάς ότι η συγγραφή ενός σχολικού βιβλίου όταν μάλιστα δεν ανατίθεται από τον/την υπουργό όπως έκαναν για πολλά χρόνια πριν το 2003 αλλά προκηρύσσεται και είναι αποτέλεσμα αξιολόγησης όπως έγινε με το βιβλίο του «συνωστισμού», είναι βασικά μια τιμητική υπόθεση που οι κόποι της δεν αμείβονται. Οι συγγραφείς των σχολικών βιβλίων δεν μπαίνουν στη διαδικασία αυτή για να πάρουν την αμοιβή, όπως υποστηρίζει με περισσό λαϊκισμό ο κ. Παπαχελάς. Προσωπικά το είδα σαν μια συνεισφορά στην ιστορική εκπαίδευση.
Η απάντηση του Αλέξη Παπαχελά
«Σέβομαι τις απόψεις της κ.Ρεπούση και αντιλαμβάνομαι τον θυμό της. Εμμένω όμως στις απόψεις μου για την «ζημιά» που έκανε και κάνει με τον άκρως επικοινωνιακό και μη υπεύθυνο τρόπο που χειρίζεται ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως η Ιστορία. Με την ευκαιρία να διευκρινίσω πως δεν υπήρξαν ποτέ δηλώσεις του κ.Tατσόπουλου η κάποιου άλλου για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου