Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

Άδικες εισαγγελικές παραγγελίες για ψυχιατρική εξέταση


Οι εισαγγελικές παραγγελίες για ακούσια ψυχιατρική εξέταση που εκτελούνται άμεσα έχει διαπιστωθεί από ειδικούς (νομικούς, ψυχιάτρους κλπ) και τους άμεσα ενδιαφερόμενους πως είναι πολύ συχνά άδικες, καθώς έχουν ως αποτέλεσμα την προσαγωγή με αστυνομική συνοδείας συχνά με χειροπέδες σε ψυχιατρεία και την προσωρινή νοσηλεία ανθρώπων όπου οι περισσότεροι δεν χρήζουν ακούσιου εγκλεισμού, καθώς υπεύθυνος να αποφασίσει για τον εγκλεισμό είναι κάποιος ψυχίατρος κι όχι ο εισαγγελέας. 

Πρόκειται για ένα αφανές, ελάχιστα γνωστό πρόβλημα , ωστόσο πολύ σημαντικό καθώς υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να συμβεί στον καθένα, εφόσον αν κάποιος ισχυριστεί για σένα πως πάσχεις ψυχικά κι είσαι επικίνδυνος για τον εαυτό σου και τους άλλους μπορεί να κλειστείς στο ψυχιατρείο.  

50-60% ο ακούσιος εγκλεισμός στην Ελλάδα-μονοψήφια τα νούμερα στην Ευρώπη 

Συνομιλώντας με ειδικούς διαπιστώσαμε πως συνήθως η εξέταση κάποιου πολίτη σε δημόσια ψυχιατρική κλινική κινείται εναντίον ανθρώπων που τα όποια ψυχικά τους προβλήματα δεν δικαιολογούν νοσηλεία και προκύπτουν συχνά, ως επακόλουθο έντονων ενδοοικογενειακών συγκρούσεων με περιουσιακό ή άλλο αντικείμενο, από άγνοια, ανταγωνισμό ή ακόμη και ανοησία.
Η χώρα μας έχει καταδικαστεί για παραλείψεις-παραβάσεις της κείμενης νομοθεσίας από το Ευρωπαικό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ έχουν γίνει και πολλές προσφυγές. 
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό της ακούσιας νοσηλείας στην Ελλάδα υπολογίζεται στο 50%-60% τη στιγμή που στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κυμαίνεται  σε μονοψήφιο νούμερο.  

Οδυνηρά τα αποτελέσματα για τους ακούσια εγκλεισμένους

Το οδυνηρό -γι αυτούς που το υφίστανται- αποτέλεσμα είναι η ακούσια εισαγωγή σε ψυχιατρικές κλινικές δημοσίων νοσοκομείων ή σε αμιγώς ψυχιατρικά ιδρύματα ανθρώπων ψυχικά υγιών ή με ελαφράς μορφής προσωρινά ψυχολογικά προβλήματα, ιδιαίτερα συχνά και οξυμμένα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης (πχ αγχώδεις διαταραχές λόγω ανεργίας ή οικονομικών δυσχερειών, υπόγειες καταθλίψεις, διαταραχές ύπνου, αυξημένα νεύρα, κρίσεις πανικού κλπ).
Οι άνθρωποι αυτοί θα μπορούσαν να λάβουν ειδική αγωγή από ιδιώτες ψυχιάτρους της επιλογής τους ή από τα εξωτερικά ιατρεία των δημοσίων νοσοκομείων και να μην οδηγούνται –συχνά σιδηροδέσμια σαν εγκληματίες-στα ψυχιατρικά ιδρύματα όπου η διαμονή μπορεί να αποβεί σε απίστευτη ψυχική και σωματική ταλαιπωρία ή ακόμη και κόλαση, έχοντας να αντιμετωπίσουν μια σωρεία προβλημάτων:
Αρχικό σοκ, ακούσιο εγκλεισμό συχνά για μεγάλο χρονικό διάστημα , φόβο για το μέλλον, ακατάλληλους ή ασυνεννόητους ψυχιάτρους, που δεν είναι της επιλογής τους και των οποίων η επαγγελματική ικανότητα και επάρκεια ουδόλως ελέγχεται και αξιολογείται, ακατάλληλο περιβάλλον, εγκαταλελειμμένα κτίρια και τραγικές υποδομές λόγω υποχρηματοδότησης, συγχρωτισμό με βαριά ψυχικά ασθενείς με ανίατες παθήσεις, γεγονός που επιβαρύνει την ψυχολογική κατάσταση των ακούσια εγκλεισθέντων, κάποτε κακοποιητικούς νοσηλευτές στα πρόθυρα νευρικής κρίσης που ξεσπούν τα απωθημένα τους στους αδύναμους κρίκους, τους χωρίς φωνή ψυχικά ασθενείς. 
Δεν είναι λίγα τα άτομα  που μπήκαν με εισαγγελικές παραγγελίες και βγαίνοντας από τα ψυχιατρεία δηλώνουν χαρακτηριστικά: «Μπήκα υγιής και βγαίνω άρρωστος».    

Αισιοδοξία για την επικείμενη αλλαγή του νόμου 

Από τον Μάιο του 2015 μέχρι τον Ιούνιο του 2016, ο ακούσια και άδικα εγκλεισθείς από εισαγγελική παραγγελία μπορούσε να απευθυνθεί στο γραφείο συνηγορίας για τα δικαιώματα πολιτών με προβλήματα ψυχικής υγείας, το οποίο δυστυχώς έκλεισε λόγω υποχρηματοδότησης. Σήμερα ο ενδιαφερόμενος μπορεί να απευθυνθεί στον Συνήγορο του Πολίτη, σε ψυχίατρο, ή δικηγόρο με γνώση του ζητήματος των εισαγγελικών παραγγελιών.
Αισιοδοξία ωστόσο γεννά το γεγονός πως πόρισμα που υπογράφηκε από το γραφείο συνηγορίας και παράγοντες του υπουργείου Δικαιοσύνης ανοίγει τον δρόμο για αλλαγή του νόμου που αφορά τους ακούσιους εγκλεισμούς και να άρει τις αδικίες, επιφέροντας πραγματική δικαιοσύνη στο καυτό αυτό ζήτημα που εν δυνάμει αφορά το σύνολο της κοινωνίας.
Ανοίγοντας τον φάκελο των ακούσιων εγκλεισμών σήμερα στο Α μέρος μιλά στην efsyn.gr o Αλέξανδρος Λούντζης, Κοινωνικός ανθρωπολόγος -  Νομικός, Διοικητικός Διευθυντής Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων (Ι.Ψ.Υ.Π.Ε.), διετέλεσε Συντονιστής του Γραφείου Συνηγορίας για τα Δικαιώματα πολιτών με προβλήματα Ψυχικής Υγείας, που λειτούργησε από τον Ιούνιο 2015 μέχρι και τον Απρίλιο του 2016 στο πλαίσιο του προγράμματος «Πλατφόρμα Δράσης για τα Δικαιώματα στην Ψυχική Υγεία».

Ακούσια Νοσηλεία και Συνηγορία

«Το γραφείο συνηγορίας λειτούργησε πιλοτικά για ένα χρόνο από τον Μάιο του 2015 έως τον Απρίλιο του 2016  ως πιλοτική εφαρμογή στο πλαίσιο προγράμματος που αφορά στην προάσπιση των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών, με τίτλο «Πλατφόρμα Δράσης για τα Δικαιώματα στην Ψυχική Υγεία».
Κατόπιν δόθηκε μια «εσωτερική» παράταση στη λειτουργίας του, με ίδια μέσα,  έως και τον Ιούνιο του 2016 προκειμένου αφενός να ρυθμιστούν οι υποθέσεις που εκκρεμούσαν και αφετέρου να εξαντληθούν τα περιθώρια για την ανανέωση της λειτουργίας του» τόνισε ο κ. Λούντζης.
«Οι Υπηρεσίες Συνηγορίας για πολίτες με προβλήματα ψυχικής υγείας λειτουργούν με παραλλαγές και είναι θεσμικά κατοχυρωμένες σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Δυστυχώς μέσα στο τωρινό κλίμα συμπίεσης και αποψίλωσης των υπηρεσιών και στη δυσμενή μακρά παράδοση ημιτελών και αποσπασματικών εγχειρημάτων στη χώρα μας το πιο πιθανό είναι την ίδια τύχη πυροτεχνήματος να έχει και το Γραφείο Συνηγορίας το οποίο ήδη έχει παύσει να λειτουργεί από τον Ιούλιο του 2016». 

Εισαγγελική παραγγελία για ψυχιατρική εξέταση

Όπως διευκρίνισε ο Αλέξανδρος Λούντζης, η εισαγγελική παραγγελία για ακούσια ψυχιατρική εξέταση είναι σύμφωνα με το πνεύμα του νόμου προληπτικό μέτρο όπου ο νομοθέτης «αποδέχεται» το διακύβευμα μεταξύ δύο βασικών αγαθών (της ελευθερίας και της ανάγκης προστασίας τόσο του ίδιου του φερομένου ως πάσχοντος όσο και των τρίτων) και την προσωρινή και εξαιρετική ανάγκη να υποχωρήσει το ένα για χάρη του άλλου.
Γι αυτό τον λόγο άλλωστε για τη δικαστική απόφαση της ακούσιας νοσηλείας χρειάζονται οπωσδήποτε δύο αιτιολογημένες γραπτές γνωματεύσεις ψυχιάτρων, οι οποίες ωστόσο σημειώνουμε πως δεν πραγματοποιούνται πάντα.
Όλη η διαδικασία, από την αρχή έως το τέλος της, τελεί εξάλλου υπό την εγγύηση των δικαστικών αρχών [άρθρο 96 Νόμος 2071/92] και θεσπίζονται συγκεκριμένες και αυστηρές προϋποθέσεις για να διαταχθεί η μεταφορά του ασθενή για εξέταση και σύνταξη των γνωματεύσεων, σε δημόσια ψυχιατρική κλινική εφόσον κριθεί ότι είναι ανέφικτη η εκούσια εξέτασή του.

Βίαιη προσαγωγή ακόμη κι αν εκ των υστέρων κριθεί περιττή

«Στην εισαγγελική παραγγελία και ιδίως στην περίπτωση έλλειψης των αναγκαίων ιατρικών γνωματεύσεων ο νομοθέτης προβαίνει σε μια αναγκαστική και «δυσάρεστη» στάθμιση προκειμένου να προστατεύσει τον πάσχοντα ή τον φερόμενο ως τέτοιον από το να βλάψει τον εαυτό του ή τρίτους.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι δυστυχώς πιθανόν να προκριθεί η λύση της βίαιης προσαγωγής και αναγκαστικής εξέτασης ακόμη και αν η εμπειρία και η επιστήμη αποδείξουν εκ των υστέρων ότι αυτό ήταν περιττό» επισήμανε ο ειδικός.   
Πως προστατεύεται ο πολίτης;
«Παραμένει ωστόσο ως προβληματικό το σημείο της αδυναμίας του πολίτη να προστατευθεί δικονομικά και πρακτικά από την εκτέλεση μιας καταχρηστικής ή εσφαλμένης λόγω πλάνης εισαγγελικής παραγγελίας για υποχρεωτική εξέταση (προσερχόμενος για παράδειγμα αυτοβούλως για να εξεταστεί σε δημόσιο νοσοκομείο εντός ρητής και σύντομης προθεσμίας πρόταση Γραφείου Συνηγορίας προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης Απρίλιος 2016 ) όπως για παράδειγμα μπορεί να κάνει κατά της απόφασης του πρωτοδικείου που διατάζει την ακούσια νοσηλεία».

Αλλαγή-εκσυγχρονισμός του νόμου 

Όπως μας εξήγησε ο ειδικός, είναι κοινός τόπος στην επιστημονική κοινότητα η ανάγκη αλλαγής και εκσυγχρονισμού του Νόμου 2071/92 και η κατατεθειμένη πρόταση του γραφείου Συνηγορίας για την τριήμερη ανασταλτική προθεσμία της εισαγγελικής παραγγελίας για ακούσια εξέταση, ώστε ο φερόμενος ως πάσχων να μπορεί να εξεταστεί από ψυχίατρο και τελικά να αποφύγει την επώδυνη διαδικασία να εισαχθεί αδίκως σε ψυχιατρική κλινική, θα ήταν μια πρώτη κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση από την οποία θα μπορούσαν να προκύψουν σημαντικά κοινωνικά αλλά και οικονομικά οφέλη.
Για παράδειγμα θα ελαττωνόταν ο φόρτος εργασίας της αστυνομίας (εφόσον στην εισαγγελική παραγγελία προσέρχεται αυτοβούλως να εξεταστεί) και η ανάμιξη της,  όταν μάλιστα δεν είναι αναγκαία, σε μια διαδικασία όπου η συμμετοχή των αστυνομικών είναι έτσι και αλλιώς εξόχως προβληματική και αγχογόνα για τους ίδιους.
Οι επαγγελματίες αστυνομικοί δεν σταματάνε να επισημαίνουν σε όλα τα σχετικά σεμινάρια και ημερίδες τη δικαιολογημένη απροθυμία τους να συμμετέχουν σε μια διαδικασία για την οποία δεν έχουν εκπαιδευτεί επαρκώς και την αδυναμία τους να κρίνουν και να «χειριστούν σωστά» τους ψυχικά πάσχοντες ή τους φερόμενους ως ψυχικά πάσχοντες κατά τη διάρκεια της διακομιδής τους σε ψυχιατρικά ιδρύματα.

Καταδίκες Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Πριν όμως ή/και παράλληλα με τον εκσυγχρονισμό του νομικού πλαισίου, το μείζον είναι η ορθή αξιοποίηση και η εφαρμογή του υφιστάμενου κάτι το οποίο δεν γίνεται στην πράξη για μια σειρά από λόγους (φόρτος εργασίας των Εισαγγελέων, έλλειψη πρωτοβάθμιας περίθαλψης, ερμηνευτικές δυσχέρειες και κενά του Νόμου κλπ).
Είναι συχνό το φαινόμενο μιας εξαιρετικά συνοπτικής και ελλιπούς διαδικασίας με σχετικά επιφανειακή εξέταση της συνδρομής των προϋποθέσεων του νόμου ακόμη και χωρίς αυτοπρόσωπη παρουσία και εκπροσώπηση του προσώπου που θα τεθεί σε ακούσια νοσηλεία.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σε ορισμένες περιπτώσεις την κακοποίηση του θεσμού, η οποία δεν είναι τυχαίο πως έχει οδηγήσει και σε προσφυγές εναντίον του ελληνικού κράτους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που αποτελεί θεματοφύλακα και επιτηρητή της ΕΣΔΑ αλλά και καταδίκες της χώρας μας από το ίδιο Δικαστήριο (βλ. Υπόθεση Βένιος κατά Ελλάδας, Απόφαση της 5ης Ιουλίου 2011).

Παραβιάσεις-παραλείψεις της κείμενης νομοθεσίας

Στην έκθεση του Μαΐου του 2007, ο Συνήγορος του Πολίτη διαπίστωνε, στο κεφάλαιο το σχετικό με τα προβλήματα εφαρμογής των διαδικαστικών προϋποθέσεων του Νόμου 2071/1992, σωρεία παραβιάσεων και παραλείψεων στην εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας οι οποίες έχουν φυσικά άμεσο και απτό αποτέλεσμα στη ζωή των πολιτών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό της ακούσιας νοσηλείας στην Ελλάδα υπολογίζεται στο 50%-60% τη στιγμή που στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κυμαίνεται  σε μονοψήφιο νούμερο, ενώ στην ίδια ειδική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για την ακούσια νοσηλεία, διαπιστώνεται ότι  οι προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες δεν τηρούνται σε ποσοστό 95%.
«Οι εισαγγελικές παραγγελίες και οι ακόλουθες ακούσιες νοσηλείες στο μεγαλύτερο ποσοστό τους επισυμβαίνουν γιατί στο ελληνικό κράτος  δεν υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές για να υποστηρίξει τους πάσχοντες πολίτες του» τόνισε ο ειδικός.
«Η συντριπτική πλειοψηφία των ακουσίως νοσηλευομένων έχουν αυτή τη σκληρή μοίρα γιατί δεν έχει γίνει εγκαίρως καμία παρέμβαση κι όταν φτάνουν πια στο κατώφλι των υπηρεσιών ψυχικής υγείας τα πράγματα είναι εκτός ελέγχου. Εσχάτως δε, πολλές εισαγγελικές παραγγελίες γίνονται για έναν ακόμη παράδοξο λόγο: Για να διασφαλιστεί κλίνη για τον ασθενή, διότι στην εισαγγελική παραγγελία το νοσοκομείο δεν μπορεί να στην αρνηθεί.
Κι αν ένα δίκτυο παροχής δωρεάν εξωνοσοκομειακών υπηρεσιών ακούγεται ουτοπικό για την ελληνική πραγματικότητα, αποτελεί σήμερα πραγματικότητα σε πάρα πολλές χώρες μεταξύ άλλων διότι κοστίζει και πολύ λιγότερο σε χρήμα από το υπάρχον σύστημα και κυρίως γιατί κοστίζει πολύ λιγότερο σε συντετριμμένους πολίτες, επισήμανε.
Όπως είναι γεγονός ότι έχουν δοθεί πολλά χρήματα όλα αυτά τα χρόνια για την ψυχική υγεία στη χώρα, είναι εξίσου γεγονός ότι τα περισσότερα εγχειρήματα είναι αποσπασματικά και ημιτελή και ως εκ τούτου το τελικό αποτέλεσμα πολύ κατώτερο των πόρων που έχουν δαπανηθεί. Δίνουμε πολύ περισσότερα χρήματα και καταναλώνουμε πολύ περισσότερο ψυχικό κάματο με τις κατακερματισμένες υπηρεσίες από ό,τι αν είχαμε ολοκληρωμένο σύστημα ψυχικής φροντίδας. Σε αυτή τη μακρά ιστορία ματαιώσεων κινδυνεύει να ενταχθεί και η πρώτη δομημένη προσπάθεια συγκρότησης υπηρεσιών συνηγορίας στη χώρα.
Σήμερα με το Γραφείο Συνηγορίας εκτός λειτουργίας ο πολίτης με προβλήματα ψυχικής υγείας ή εναντίον του οποίου έχει, για παράδειγμα, κινηθεί κακώς μια εισαγγελική παραγγελία ακούσιας εξέτασης, μπορεί να απευθυνθεί είτε στον συνήγορο του πολίτη, ο οποίος κάνει σε κάθε περίπτωση ό,τι καλύτερο μπορεί σε μια όμως ούτως ή άλλως χαοτική και υπερφορτωμένη κατανομή όγκου εργασίας, είτε σε κάποιον ιδιώτη επαγγελματία με γνώση του αντικειμένου.

Εγκλεισμός ψυχικά πασχόντων παραβατών

Και καταλήγει: «Τέλος, αναφορικά με το ακανθώδες άρθρο 69 του ποινικού κώδικα που αφορά τους ψυχικά πάσχοντες παραβάτες του ποινικού κώδικα και για το οποίο λογικά επίκειται κάποια νέα νομοθετική ρύθμιση, όπως διαβεβαιώνει από πέρσι το υπουργείο δικαιοσύνης, η βασική δυναμική που υπογραμμίζει την ένταση και τις διατυπωμένες διχογνωμίες είναι πάντοτε η επιλογή μεταξύ  φύλαξης και νοσηλείας, δηλαδή της προτεραιότητας της ιδιότητας του παραβάτη ή του θεραπευόμενου. Αυτή η ίδια ένταση μεταφέρεται μοιραία και στους ίδιους τους εργαζόμενους στα νοσηλευτικά ψυχιατρικά ιδρύματα οι οποίοι έχουν κατ’ επανάληψη διατυπώσει τους κινδύνους και τις συνέπειες από την επισφαλή ισορροπία ανάμεσα στον ρόλο δεσμοφύλακα και θεραπευτή, ιδίως όταν τα ερευνητικά δεδομένα μαρτυρούν μεγάλη διάρκεια παραμονής των συγκεκριμένων πολιτών στο ψυχιατρικό νοσοκομείο η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι και τον ισόβιο εγκλεισμό».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Read more: Go to TOP and Bottom