Εξαρθρώθηκε από την Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής διεθνές κύκλωμα που εκμεταλλευόταν γυναίκες από την Μολδαβία,στις οποίες έταζαν δήθεν νόμιμη εργασία στην Ελλάδα ως νοσοκόμες ηλικιωμένων ή νταντάδες και
μόλις τις έφερναν στην Αθήνα, τις κλείδωναν σε διαμερίσματα και τις εξωθούσαν στην πορνεία με απειλές και βία.
Εγιναν 15 συλλήψεις μελών του κυκλώματος που δρούσε τουλάχιστον 5 χρόνια και απελευθερώθηκαν από τις αρχές έξι αλλοδαπές γυναίκες - θύματα εμπορίας ανθρώπων,στις οποίες παρασχέθηκε αρωγή και προστασία.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Υποστράτηγο Πέτρο Τζεφέρη:η Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, μετά από συστηματική έρευνα, κατάφερε να εξαρθρώσει διεθνική εγκληματική οργάνωση τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν, τουλάχιστον από το 2015, στην εμπορία αλλοδαπών γυναικών, μεταξύ των οποίων και δυο (2) ανηλίκων, με σκοπό την οικονομική και σεξουαλική τους εκμετάλλευση σε οίκους ανοχής του κέντρου της Αθήνας, καθώς και στη νομιμοποίηση εσόδων από την εγκληματική τους δραστηριότητα
Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019 οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν (15) μέλη της οργάνωσης και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων πάνω από (72.000) ευρώ, (4) αυτοκίνητα, (2) μοτοσικλέτες και μικροποσότητα κοκαΐνης.
Σημαντικό στοιχείο που οφείλουμε να αναδείξουμε αποτελεί η απελευθέρωση έξι (6) αλλοδαπών γυναικών - θυμάτων εμπορίας ανθρώπων και η παροχή σε αυτές αρωγής και προστασίας.
Αναλυτικά το χρονικό της υπόθεσης
Από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, εξαρθρώθηκε διεθνής εγκληματική οργάνωση που δραστηριοποιούνταν στην εμπορία αλλοδαπών γυναικών, μεταξύ των οποίων και δύο ανηλίκων, με σκοπό την οικονομική και σεξουαλική εκμετάλλευσή τους σε οίκους ανοχής στο κέντρο της Αθήνας καθώς και στη νομιμοποίηση εσόδων από την εγκληματική της δραστηριότητα.
Στο πλαίσιο αυτό συνελήφθησαν δεκαπέντε (15) άτομα (12 αλλοδαποί και 3 ημεδαποί), εκ των οποίων ένα (1) από τα αρχηγικά μέλη, για τα κατά περίπτωση αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, εμπορίας ανθρώπων, πλαστογραφίας, υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, παραβίασης σφραγίδων, νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, κλοπής , καθώς και της νομοθεσίας που αφορά τα προσωπικά δεδομένα, τις εξαρτησιογόνες ουσίες και τους αλλοδαπούς. Στη δικογραφία συμπεριλαμβάνονται επιπλέον τρία (3) άτομα.
Για τη διερεύνηση της υπόθεσης και την αποκάλυψη όλου του εύρους της εγκληματικής δραστηριότητας και της δομής της οργάνωσης, προηγήθηκε κατάλληλη συλλογή και αξιολόγηση του πληροφοριακού υλικού, ενώ αξιοποιήθηκε πλήρως το προανακριτικό υλικό.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, εκτιμάται ότι η εν λόγω οργάνωση δραστηριοποιείται τουλάχιστον από το έτος 2015 καθώς επίσης ότι οι εμπλεκόμενοι προέβαιναν στην κατ’ επάγγελμα και από κερδοσκοπία γενετήσια εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών , σε δέκα (10) οίκους ανοχής που διατηρούσαν στο κέντρο της Αθήνας.
Για την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης, πραγματοποιήθηκε αστυνομική επιχείρηση στην Αθήνα μεσημβρινές ώρες του Σαββάτου 21ης Σεπτεμβρίου 2019. Κατά τη διάρκεια αυτής συνελήφθησαν τα δεκαπέντε (15) προαναφερόμενα μέλη, ενώ διενεργήθηκαν έλεγχοι σε οκτώ (8) οίκους ανοχής, που λειτουργούσαν και συνελήφθησαν οκτώ (8) γυναίκες, ως προσωπικό των οίκων ανοχής. Παράλληλα, προσήχθησαν δέκα (10) ακόμα αλλοδαπές γυναίκες και κινήθηκε η διαδικασία της διοικητικής απέλασης για τρεις (3) εξ’ αυτών.
Στο πλαίσιο αυτό «απελευθερώθηκαν» έξι (6) αλλοδαπές γυναίκες ενώ από την πλευρά της Ελληνικής Αστυνομίας τους παρασχέθηκε αρωγή και προστασία.
Αναφορικά με τον τρόπο δράσης της εγκληματικής οργάνωσης σημειώνονται τα εξής:
Τα μέλη της οργάνωσης εντόπιζαν αλλοδαπές γυναίκες, από χώρα του εξωτερικού (χώρα «στρατολόγησης») που βρίσκονταν σε ευάλωτη οικονομική και κοινωνική θέση και στη συνέχεια αφού τις μετέφεραν στην Ελλάδα και τις εγκαθιστούσαν σε διάφορες οικίες της περιοχής των Αθηνών, τις εξανάγκαζαν, με τη χρήση διαφόρων μέσων, να πραγματοποιούν ερωτικά ραντεβού με «πελάτες» στους οίκους ανοχής που κατείχαν.
Ειδικότερα, προσέγγιζαν πιθανά θύματα που βρίσκονταν σε αδύναμη θέση και με ψευδείς υποσχέσεις, αποσπούσαν τη συναίνεσή τους προκειμένου να μεταβούν στην Ελλάδα (χώρα «εκμετάλλευσης»), με την πρόφαση της νόμιμης εργασίας. Με την άφιξη τους στη χώρα μας ανακοίνωναν στα θύματα ότι θα εργάζονται για λογαριασμό τους σε οίκους ανοχής.
Επίσης, οι δράστες προσπαθούσαν να διατηρούν τον έλεγχο επί των θυμάτων με απειλές, με περιορισμό της ελευθερίας των κινήσεων τους καθώς και με αφαίρεση των μέσων επικοινωνίας και των ταξιδιωτικών τους εγγράφων. Τέλος, δημιουργούσαν «δεσμούς χρέους» με τα θύματα, καθώς προφασίζονταν την ύπαρξη υποτιθέμενου υπέρογκου χρέους, που είχε δημιουργηθεί από την κάλυψη των εξόδων μεταφοράς και διαμονής των αλλοδαπών γυναικών από τη χώρα προέλευσής τους στη χώρα μας, συνέπεια του οποίου ήταν να λαμβάνουν πενιχρές απολαβές. Με τον τρόπο αυτό περιοριζόταν η ελευθερία των κινήσεων των θυμάτων και ελαχιστοποιούνταν ο κίνδυνος διαφυγής τους.
Η εγκληματική οργάνωση είχε διαρκή δράση ενώ τα μέλη της είχαν διακριτούς ρόλους και συγκεκριμένα:
Τα αρχηγικά μέλη διηύθυναν την εγκληματική οργάνωση και κατηύθυναν τη δράση των μελών. Παράλληλα, διαχειρίζονταν τα παράνομα κέρδη και τα νομιμοποιούσαν με την απόκτηση ακινήτων, καταστημάτων ή οχημάτων.
Ειδικότερα, είτε μέσω εταιρείας που είχαν συστήσει, είτε ατομικά, επιχειρούσαν διαρκώς τη νομιμοποίηση των εσόδων της οργάνωσης. Μάλιστα, προκειμένου να το επιτύχουν, προμηθεύονταν κερδισμένα δελτία τυχερών παιγνίων τα οποία εξαργύρωναν μέσω του τραπεζικού συστήματος. Στη συνέχεια αποκτούσαν ακίνητη περιουσία, όπως για παράδειγμα τα οικήματα που στεγάζονταν οι οίκοι ανοχής, ή ενοικίαζαν και λειτουργούσαν κατάστημα εστίασης σε νησί του Αιγαίου, ενώ άλλες φορές αγόραζαν πολυτελή οχήματα.
Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, προκειμένου να έχουν μεγαλύτερη επιρροή στα θύματα τους και να ελέγχουν τη δράση των υπόλοιπων μελών, είχαν δημιουργήσει δυο (2) υποομάδες, που δρούσαν ξεχωριστά, αλλά σε πλήρη συμμόρφωση με τις εντολές που δέχονταν.
Οι στρατολόγοι εντόπιζαν και προσέγγιζαν με διάφορους τρόπους τις αλλοδαπές γυναίκες και εκμεταλλευόμενοι την αδύναμη οικονομική και κοινωνική τους θέση τις έπειθαν με τη χρήση απατηλών μέσων για την παροχή νόμιμης εργασίας στην Ελλάδα με ικανοποιητικές απολαβές ή με μισθό πολλαπλάσιο συγκριτικά με τον αντίστοιχο στη χώρα τους. Με αυτό τον τρόπο αποσπούσαν τη συναίνεση τους για τη μεταφορά τους και για την υποτιθέμενη νόμιμή τους εργασία στην Ελλάδα.
Ακόμη, τα συγκεκριμένα μέλη, μετέφεραν τα θύματα τους στην Αθήνα και τα εγκαθιστούσαν σε έξι (6) διαμερίσματα που ενοικίαζε η οργάνωση για το σκοπό αυτό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι πολλές φορές τους αφαιρούσαν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα και άμεσα τους ενημέρωναν ότι θα εκδίδονται για λογαριασμό τους στους συγκεκριμένους οίκους ανοχής, σε συνεχόμενες διπλές βάρδιες.
Άλλες φορές, υπό τις οδηγίες των αρχηγών, διευκόλυναν την παράνομη παραμονή των θυμάτων στην Ελληνική Επικράτεια ή κάλυπταν την ανηλικότητα τους, με σκοπό να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη από τη σεξουαλική τους εκμετάλλευση, με τη χορήγηση πλαστών ταυτοτήτων, κλεμμένων αδειών διαμονής και κυρίως με τη σύναψη εικονικών συμφώνων συμβίωσης με ημεδαπούς, ώστε να επιμηκύνουν το χρόνο παραμονής τους στην Ελλάδα και συνεπώς να παραταθεί και η εκμετάλλευσή τους από την εγκληματική οργάνωση.
Οι οδηγοί μετέφεραν τις αλλοδαπές γυναίκες από τις οικίες τους στο κέντρο της Αθήνας, όπου βρίσκονταν οι οίκοι ανοχής και συνέλεγαν τα έσοδα της οργάνωσης.
Οι φύλακες επιτηρούσαν τα θύματα εμπορίας ανθρώπων τόσο στους οίκους ανοχής όσο και στις οικίες που τις εγκαθιστούσαν. Πολλές φορές, φρόντιζαν να μην ξεφύγουν από τη σφαίρα επιρροής τους, χρησιμοποιώντας και κάμερες που έλεγχαν από τα κινητά τους τηλέφωνα.
Ενδεικτικό του τρόπου εκμετάλλευσης των συγκεκριμένων γυναικών αποτελεί το γεγονός, ότι πολλές φορές εξαναγκάζονταν να εκδίδονται για περίπου δεκατέσσερις (14) ώρες και να συνευρίσκονται ερωτικά με δεκάδες πελάτες ημερησίως, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα υγείας σε αυτές.
Σημειώνεται, ότι για το χρονικό διάστημα από 07-09-2019 έως και 20-09-2019, από τη λειτουργία των οίκων ανοχής και τη σεξουαλική εκμετάλλευση των θυμάτων, τα μέλη της οργάνωσης αποκόμισαν, παράνομο περιουσιακό όφελος ύψους τριάντα οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων (38.400) ευρώ.
Τονίζεται, ότι στο πλαίσιο της διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας και μέσω των θεσμοθετημένων διαύλων επικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας με αστυνομικές αρχές του εξωτερικού πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή πληροφοριών με τις αστυνομικές αρχές της χώρας, από όπου προέρχονταν οι αλλοδαπές γυναίκες, οι οποίες συνέβαλαν τόσο στην εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης, όσο και στη σύλληψη έτερου αλλοδαπού στην προαναφερόμενη χώρα, για στρατολόγηση των θυμάτων.
Στις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στους οίκους ανοχής καθώς και σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων:
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών.
μόλις τις έφερναν στην Αθήνα, τις κλείδωναν σε διαμερίσματα και τις εξωθούσαν στην πορνεία με απειλές και βία.
Εγιναν 15 συλλήψεις μελών του κυκλώματος που δρούσε τουλάχιστον 5 χρόνια και απελευθερώθηκαν από τις αρχές έξι αλλοδαπές γυναίκες - θύματα εμπορίας ανθρώπων,στις οποίες παρασχέθηκε αρωγή και προστασία.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Υποστράτηγο Πέτρο Τζεφέρη:η Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, μετά από συστηματική έρευνα, κατάφερε να εξαρθρώσει διεθνική εγκληματική οργάνωση τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν, τουλάχιστον από το 2015, στην εμπορία αλλοδαπών γυναικών, μεταξύ των οποίων και δυο (2) ανηλίκων, με σκοπό την οικονομική και σεξουαλική τους εκμετάλλευση σε οίκους ανοχής του κέντρου της Αθήνας, καθώς και στη νομιμοποίηση εσόδων από την εγκληματική τους δραστηριότητα
Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019 οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν (15) μέλη της οργάνωσης και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων πάνω από (72.000) ευρώ, (4) αυτοκίνητα, (2) μοτοσικλέτες και μικροποσότητα κοκαΐνης.
Σημαντικό στοιχείο που οφείλουμε να αναδείξουμε αποτελεί η απελευθέρωση έξι (6) αλλοδαπών γυναικών - θυμάτων εμπορίας ανθρώπων και η παροχή σε αυτές αρωγής και προστασίας.
Αναλυτικά το χρονικό της υπόθεσης
Από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, εξαρθρώθηκε διεθνής εγκληματική οργάνωση που δραστηριοποιούνταν στην εμπορία αλλοδαπών γυναικών, μεταξύ των οποίων και δύο ανηλίκων, με σκοπό την οικονομική και σεξουαλική εκμετάλλευσή τους σε οίκους ανοχής στο κέντρο της Αθήνας καθώς και στη νομιμοποίηση εσόδων από την εγκληματική της δραστηριότητα.
Στο πλαίσιο αυτό συνελήφθησαν δεκαπέντε (15) άτομα (12 αλλοδαποί και 3 ημεδαποί), εκ των οποίων ένα (1) από τα αρχηγικά μέλη, για τα κατά περίπτωση αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, εμπορίας ανθρώπων, πλαστογραφίας, υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, παραβίασης σφραγίδων, νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, κλοπής , καθώς και της νομοθεσίας που αφορά τα προσωπικά δεδομένα, τις εξαρτησιογόνες ουσίες και τους αλλοδαπούς. Στη δικογραφία συμπεριλαμβάνονται επιπλέον τρία (3) άτομα.
Για τη διερεύνηση της υπόθεσης και την αποκάλυψη όλου του εύρους της εγκληματικής δραστηριότητας και της δομής της οργάνωσης, προηγήθηκε κατάλληλη συλλογή και αξιολόγηση του πληροφοριακού υλικού, ενώ αξιοποιήθηκε πλήρως το προανακριτικό υλικό.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, εκτιμάται ότι η εν λόγω οργάνωση δραστηριοποιείται τουλάχιστον από το έτος 2015 καθώς επίσης ότι οι εμπλεκόμενοι προέβαιναν στην κατ’ επάγγελμα και από κερδοσκοπία γενετήσια εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών , σε δέκα (10) οίκους ανοχής που διατηρούσαν στο κέντρο της Αθήνας.
Για την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης, πραγματοποιήθηκε αστυνομική επιχείρηση στην Αθήνα μεσημβρινές ώρες του Σαββάτου 21ης Σεπτεμβρίου 2019. Κατά τη διάρκεια αυτής συνελήφθησαν τα δεκαπέντε (15) προαναφερόμενα μέλη, ενώ διενεργήθηκαν έλεγχοι σε οκτώ (8) οίκους ανοχής, που λειτουργούσαν και συνελήφθησαν οκτώ (8) γυναίκες, ως προσωπικό των οίκων ανοχής. Παράλληλα, προσήχθησαν δέκα (10) ακόμα αλλοδαπές γυναίκες και κινήθηκε η διαδικασία της διοικητικής απέλασης για τρεις (3) εξ’ αυτών.
Στο πλαίσιο αυτό «απελευθερώθηκαν» έξι (6) αλλοδαπές γυναίκες ενώ από την πλευρά της Ελληνικής Αστυνομίας τους παρασχέθηκε αρωγή και προστασία.
Αναφορικά με τον τρόπο δράσης της εγκληματικής οργάνωσης σημειώνονται τα εξής:
Τα μέλη της οργάνωσης εντόπιζαν αλλοδαπές γυναίκες, από χώρα του εξωτερικού (χώρα «στρατολόγησης») που βρίσκονταν σε ευάλωτη οικονομική και κοινωνική θέση και στη συνέχεια αφού τις μετέφεραν στην Ελλάδα και τις εγκαθιστούσαν σε διάφορες οικίες της περιοχής των Αθηνών, τις εξανάγκαζαν, με τη χρήση διαφόρων μέσων, να πραγματοποιούν ερωτικά ραντεβού με «πελάτες» στους οίκους ανοχής που κατείχαν.
Ειδικότερα, προσέγγιζαν πιθανά θύματα που βρίσκονταν σε αδύναμη θέση και με ψευδείς υποσχέσεις, αποσπούσαν τη συναίνεσή τους προκειμένου να μεταβούν στην Ελλάδα (χώρα «εκμετάλλευσης»), με την πρόφαση της νόμιμης εργασίας. Με την άφιξη τους στη χώρα μας ανακοίνωναν στα θύματα ότι θα εργάζονται για λογαριασμό τους σε οίκους ανοχής.
Επίσης, οι δράστες προσπαθούσαν να διατηρούν τον έλεγχο επί των θυμάτων με απειλές, με περιορισμό της ελευθερίας των κινήσεων τους καθώς και με αφαίρεση των μέσων επικοινωνίας και των ταξιδιωτικών τους εγγράφων. Τέλος, δημιουργούσαν «δεσμούς χρέους» με τα θύματα, καθώς προφασίζονταν την ύπαρξη υποτιθέμενου υπέρογκου χρέους, που είχε δημιουργηθεί από την κάλυψη των εξόδων μεταφοράς και διαμονής των αλλοδαπών γυναικών από τη χώρα προέλευσής τους στη χώρα μας, συνέπεια του οποίου ήταν να λαμβάνουν πενιχρές απολαβές. Με τον τρόπο αυτό περιοριζόταν η ελευθερία των κινήσεων των θυμάτων και ελαχιστοποιούνταν ο κίνδυνος διαφυγής τους.
Η εγκληματική οργάνωση είχε διαρκή δράση ενώ τα μέλη της είχαν διακριτούς ρόλους και συγκεκριμένα:
Τα αρχηγικά μέλη διηύθυναν την εγκληματική οργάνωση και κατηύθυναν τη δράση των μελών. Παράλληλα, διαχειρίζονταν τα παράνομα κέρδη και τα νομιμοποιούσαν με την απόκτηση ακινήτων, καταστημάτων ή οχημάτων.
Ειδικότερα, είτε μέσω εταιρείας που είχαν συστήσει, είτε ατομικά, επιχειρούσαν διαρκώς τη νομιμοποίηση των εσόδων της οργάνωσης. Μάλιστα, προκειμένου να το επιτύχουν, προμηθεύονταν κερδισμένα δελτία τυχερών παιγνίων τα οποία εξαργύρωναν μέσω του τραπεζικού συστήματος. Στη συνέχεια αποκτούσαν ακίνητη περιουσία, όπως για παράδειγμα τα οικήματα που στεγάζονταν οι οίκοι ανοχής, ή ενοικίαζαν και λειτουργούσαν κατάστημα εστίασης σε νησί του Αιγαίου, ενώ άλλες φορές αγόραζαν πολυτελή οχήματα.
Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, προκειμένου να έχουν μεγαλύτερη επιρροή στα θύματα τους και να ελέγχουν τη δράση των υπόλοιπων μελών, είχαν δημιουργήσει δυο (2) υποομάδες, που δρούσαν ξεχωριστά, αλλά σε πλήρη συμμόρφωση με τις εντολές που δέχονταν.
Οι στρατολόγοι εντόπιζαν και προσέγγιζαν με διάφορους τρόπους τις αλλοδαπές γυναίκες και εκμεταλλευόμενοι την αδύναμη οικονομική και κοινωνική τους θέση τις έπειθαν με τη χρήση απατηλών μέσων για την παροχή νόμιμης εργασίας στην Ελλάδα με ικανοποιητικές απολαβές ή με μισθό πολλαπλάσιο συγκριτικά με τον αντίστοιχο στη χώρα τους. Με αυτό τον τρόπο αποσπούσαν τη συναίνεση τους για τη μεταφορά τους και για την υποτιθέμενη νόμιμή τους εργασία στην Ελλάδα.
Ακόμη, τα συγκεκριμένα μέλη, μετέφεραν τα θύματα τους στην Αθήνα και τα εγκαθιστούσαν σε έξι (6) διαμερίσματα που ενοικίαζε η οργάνωση για το σκοπό αυτό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι πολλές φορές τους αφαιρούσαν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα και άμεσα τους ενημέρωναν ότι θα εκδίδονται για λογαριασμό τους στους συγκεκριμένους οίκους ανοχής, σε συνεχόμενες διπλές βάρδιες.
Άλλες φορές, υπό τις οδηγίες των αρχηγών, διευκόλυναν την παράνομη παραμονή των θυμάτων στην Ελληνική Επικράτεια ή κάλυπταν την ανηλικότητα τους, με σκοπό να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη από τη σεξουαλική τους εκμετάλλευση, με τη χορήγηση πλαστών ταυτοτήτων, κλεμμένων αδειών διαμονής και κυρίως με τη σύναψη εικονικών συμφώνων συμβίωσης με ημεδαπούς, ώστε να επιμηκύνουν το χρόνο παραμονής τους στην Ελλάδα και συνεπώς να παραταθεί και η εκμετάλλευσή τους από την εγκληματική οργάνωση.
Οι οδηγοί μετέφεραν τις αλλοδαπές γυναίκες από τις οικίες τους στο κέντρο της Αθήνας, όπου βρίσκονταν οι οίκοι ανοχής και συνέλεγαν τα έσοδα της οργάνωσης.
Οι φύλακες επιτηρούσαν τα θύματα εμπορίας ανθρώπων τόσο στους οίκους ανοχής όσο και στις οικίες που τις εγκαθιστούσαν. Πολλές φορές, φρόντιζαν να μην ξεφύγουν από τη σφαίρα επιρροής τους, χρησιμοποιώντας και κάμερες που έλεγχαν από τα κινητά τους τηλέφωνα.
Ενδεικτικό του τρόπου εκμετάλλευσης των συγκεκριμένων γυναικών αποτελεί το γεγονός, ότι πολλές φορές εξαναγκάζονταν να εκδίδονται για περίπου δεκατέσσερις (14) ώρες και να συνευρίσκονται ερωτικά με δεκάδες πελάτες ημερησίως, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα υγείας σε αυτές.
Σημειώνεται, ότι για το χρονικό διάστημα από 07-09-2019 έως και 20-09-2019, από τη λειτουργία των οίκων ανοχής και τη σεξουαλική εκμετάλλευση των θυμάτων, τα μέλη της οργάνωσης αποκόμισαν, παράνομο περιουσιακό όφελος ύψους τριάντα οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων (38.400) ευρώ.
Τονίζεται, ότι στο πλαίσιο της διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας και μέσω των θεσμοθετημένων διαύλων επικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας με αστυνομικές αρχές του εξωτερικού πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή πληροφοριών με τις αστυνομικές αρχές της χώρας, από όπου προέρχονταν οι αλλοδαπές γυναίκες, οι οποίες συνέβαλαν τόσο στην εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης, όσο και στη σύλληψη έτερου αλλοδαπού στην προαναφερόμενη χώρα, για στρατολόγηση των θυμάτων.
Στις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στους οίκους ανοχής καθώς και σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων:
- Το χρηματικό ποσό των (72.540) ευρώ.
- Τέσσερα (4) αυτοκίνητα.
- Δύο (2) μοτοσικλέτες.
- Μικροποσότητα κοκαΐνης.
- Είκοσι εννέα (29) ηλεκτρονικές συσκευές (κινητά τηλέφωνα, κάμερες, usb ).
- Δύο (2) πλαστές ταυτότητες.
- Πέντε (5) άδειες διαμονής, προϊόντα κλοπής.
- Πλήθος εγγράφων και ιδιόχειρων σημειώσεων
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών.
Κλείνοντας, επισημαίνεται ότι το φαινόμενο της εμπορίας των ανθρώπων ήταν και παραμένει πολύ ψηλά στην ατζέντα της Ελληνικής Αστυνομίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου