Γράφει ο Βαγγέλης Βιτζηλαίος
Η πολυδιάστατη και πολυεπίπεδη κρίση που προκάλεσε ο κορονοϊός σε υγειονομικό, οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο διαμορφώνει νέες συνθήκες και σημαντικές, ιστορικών διαστάσεων, προκλήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που σήμανε η εξάπλωση του Covid-19 λειτούργησε ως επιταχυντής ήδη υφιστάμενων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών τάσεων αλλά και στην καταγραφή νέων, που εν πολλοίς έθεσαν εξ αρχής τα διακυβεύματα για την επόμενη ημέρα μίας τέτοιας πρωτόγνωρης κατάστασης, με έναν εξωγενή παράγοντα να θέτει μία συμμετρικού τύπου απειλή για όλο τον πλανήτη, παρά το γεγονός ότι ο αντίκτυπος και η αντιμετώπισή του διαφοροποιείται ανάλογα με τα εθνικά και περιφερειακά χαρακτηριστικά και τους διατιθέμενους πόρους.
Ιδανικές συνθήκες για ακροδεξιά ρητορική, ρατσισμό και αυταρχισμό
Το ξέσπασμα της πανδημίας, με τη «θολή» ακόμα προέλευση του ιού και τα μέτρα περιορισμού (lockdowns) που ελήφθησαν από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την αποτροπή της μετάδοσής του, παράλληλα με την αποκλειστικά σε εθνικό επίπεδο διαχείρισή της -ελλείψει μία κοινής πολιτικής υγείας της ΕΕ-, διαμόρφωσαν ιδανικές συνθήκες για την κλιμάκωση της ακροδεξιάς ρητορικής, της μισαλλοδοξίας, της συνωμοσιολογίας, καθώς και για την υλοποίηση αυταρχικών και αντιδημοκρατικών πολιτικών.
Κάπως έτσι αναπτύχθηκε ένας ιδιόμορφος υγειονομικός ρατσισμός απέναντι στις χώρες με υψηλό αριθμό κρουσμάτων, αλλά και στο πνεύμα της γραμμής Τραμπ περί «κινεζικού ιού» -με σαφείς οικονομικές και προεκλογικές επιδιώξεις ενόψει της προεδρικής κάλπης- ενώ την ίδια ώρα τα κλειστά σύνορα και η διακοπή ταξιδιωτικής διασύνδεσης μεταξύ των χωρών δημιούργησαν εθνικιστικές τάσεις τόσο ως προς την εφοδιαστική αλυσίδα (εξαγωγές τροφίμων) όσο και προς τις προμήθειες ιατρικού υλικού (π.χ. μάσκες).
Κάπως έτσι αναπτύχθηκε ένας ιδιόμορφος υγειονομικός ρατσισμός απέναντι στις χώρες με υψηλό αριθμό κρουσμάτων, αλλά και στο πνεύμα της γραμμής Τραμπ περί «κινεζικού ιού» -με σαφείς οικονομικές και προεκλογικές επιδιώξεις ενόψει της προεδρικής κάλπης- ενώ την ίδια ώρα τα κλειστά σύνορα και η διακοπή ταξιδιωτικής διασύνδεσης μεταξύ των χωρών δημιούργησαν εθνικιστικές τάσεις τόσο ως προς την εφοδιαστική αλυσίδα (εξαγωγές τροφίμων) όσο και προς τις προμήθειες ιατρικού υλικού (π.χ. μάσκες).
«Η πανδημία του κορονοϊού έχει προκαλέσει αληθινό τσουνάμι μίσους και ξενοφοβίας. Υποδεικνύονται αποδιοπομπαίοι τράγοι, ανακινείται ο φόβος. Το μίσος για τον άλλο, τον ξένο, εξαπλώνεται, στο Διαδίκτυο και στους δρόμους. Οι θεωρίες συνωμοσίας αντισημιτικού χαρακτήρα διαδίδονται, ενώ μουσουλμάνοι γίνονται θύματα επιθέσεων που συνδέονται με τον Covid-19» τόνισε πρόσφατα σε δήλωσή του ο Γ.Γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, προσθέτοντας «οι μετανάστες και οι πρόσφυγες κατηγορούνται ότι διασπείρουν τον ιό και τους αρνούνται την πρόσβαση σε ιατρικές φροντίδες», ενώ στάθηκε και στην αντιμετώπιση των ηλικιωμένων ως δυνάμει ομάδας που θα μπορούσε να «θυσιαστεί» για την επιβίωση των νεότερων. Οι παραπάνω τάσεις δεν ήρθαν μαζί με τον κορονοϊό, αλλά προϋπήρχαν και από την αρχή της κρίσης οι εθνικιστικές δυνάμεις προσπαθούν να τις εργαλειοποιήσουν σε συνδυασμό με την υγειονομική κρίση.
Εκτός, όμως, από τα παραπάνω φαινόμενα, η πανδημική κρίση αποτέλεσε το τέλειο πάτημα -επίσης εθνικιστών- αυταρχικών πολιτικών ηγετών για συγκέντρωση περισσότερων εξουσιών αλλά και ακόμη μεγαλύτερη διείσδυση στην κοινωνία μέσω μηχανισμών ελέγχου με πρόσχημα την κρίση. Στην Ευρώπη, οι περιπτώσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας –οι οποίες υπενθυμίζεται ότι μαζί με την Τσεχία καταδικάστηκαν πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αρνούμενες να υποδεχθούν τον αριθμό προσφύγων που τους αναλογούσε κατά την προσφυγική κρίση το 2015- είναι οι πλέον χαρακτηριστικές.
Στην Ουγγαρία η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν έλαβε στα τέλη Μαρτίου έκτακτες εξουσίες από το κοινοβούλιο της χώρας (το οποίο ελέγχεται κατά τα 2/3 από το κυβερνών Fidesz) δίνοντάς του τη δυνατότητα να το παρακάμπτει και να κυβερνά επ’ αόριστον με διατάγματα, με πρόσχημα την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ο ίδιος ο εθνικιστής πρωθυπουργός της χώρας, ο οποίος υπενθυμίζεται ότι έχει δεχθεί ευρωπαϊκά «πυρά» για προσπάθεια ελέγχου της Δικαιοσύνης και των ΜΜΕ, δήλωσε ότι θα επιστρέψει τις έκτακτες εξουσίες μέσα στον Ιούνιο. Οι εντυπώσεις, ωστόσο, για την προσπάθεια ενός είδους ιδιότυπα αυταρχικού καθεστώτος μέσα στην καρδιά της ΕΕ έχουν παραμείνει.
Στην Πολωνία, επίσης απειλούνται ευθέως οι ατομικές ελευθερίες και η ιδιωτικότητα. Κατά την έξαρση της πανδημίας το κράτος επέβαλε στους πολίτες που επέστρεψαν από το εξωτερικό να εγκαταστήσουν εφαρμογή κινητού τηλεφώνου και να βγάζουν πολλές φορές την ημέρα selfies με ένδειξη του χρόνου λήψης και συντεταγμένες GPS, ώστε να αποδεικνύεται ότι τηρούν την εντολή του περιορισμού. Παράλληλα, σε πολιτικό επίπεδο, ο εθνικιστής πρόεδρος της χώρας Ντούντα θέλησε να διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές εν μέσω πανδημίας, στις 10 Μαΐου, ώστε να διασφαλίσει το momentum που έδειχνε επανεκλογή του, με τις κάλπες να αναβάλλονται μετά την κατακραυγή.
Η κρίση ως ευκαιρία για τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα
Στο οικονομικό κομμάτι, χέρι-χέρι με τις εθνικιστικές δυνάμεις βαδίζουν και αυτές του νεοφιλελευθερισμού. Παρά το γεγονός ότι στη δημόσια σφαίρα μία από τις απόψεις που αναλύουν την πανδημική κρίση, τη «βλέπει» να κλυδωνίζει το καπιταλιστικό πλαίσιο και την παγκοσμιοποίηση.
Οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις που εξελέγησαν με σημαία τη συρρίκνωση του κράτους και την ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών «κρύφτηκαν» -αν και ομολόγησαν σε αρκετές περιπτώσεις- για την αποτυχία αυτορρύθμισης της αγοράς, βάζοντας το προσωπείο κρατικών παρεμβάσεων. Ο τομέας της υγείας, με το δημόσιο σύστημα ως μοναδικό εργαλείο στη διαχείριση υγειονομικής κρίσης και οι εκκλήσεις -για ακόμη μία φορά μετά την κρίση του 2007- για κρατική στήριξη ιδιωτικών εταιρειών-κολοσσών (κυρίως στις αερομεταφορές) αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Η κρίση, όμως, αν και λειτουργεί ως επιταχυντής των τάσεων της αποπαγκοσμιοποίησης και περιορισμού της οικονομικής πολυμέρειας, αποτελεί και χώρο προώθησης της νεοφιλελεύθερης ατζέντας. Το ενδεχόμενο νέας απορρύθμισης των αγορών εργασίας και ενός εργασιακού «Δόγματος του Σοκ» με πρόσχημα τις υφεσιακές συνέπειες της πανδημίας, αλλά και με αξιοποίηση των ευελιξιών της τηλεργασίας (η οποία, παρεμπιπτόντως όμως, διέσωσε και θέσεις εργασίας) δημιουργεί κινδύνους για νέα συμπίεση μισθών προς τα κάτω αντί κρατικής στήριξης της απασχόλησης και των επιχειρήσεων με ό,τι αυτά συνεπάγονται για την καταναλωτική δαπάνη και την αντιμετώπιση της ύφεσης.
Η περίπτωση της Ελλάδας, στην οποία οι εργαζόμενοι απειλούνται να χάσουν το 20% του μισθού τους είναι ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στα παραπάνω, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την αναφορά και στην πολύ πιθανή βίαιη αναδιάρθρωση των αγορών, με ολοένα και περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις να απειλούνται με λουκέτο και τις επιχειρήσεις-κολοσσούς να βλέπουν ιδανικές συνθήκες για εξαγορά και απορρόφηση μικρότερων επιχειρήσεων με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους.
Η περίπτωση της Ελλάδας, στην οποία οι εργαζόμενοι απειλούνται να χάσουν το 20% του μισθού τους είναι ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στα παραπάνω, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την αναφορά και στην πολύ πιθανή βίαιη αναδιάρθρωση των αγορών, με ολοένα και περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις να απειλούνται με λουκέτο και τις επιχειρήσεις-κολοσσούς να βλέπουν ιδανικές συνθήκες για εξαγορά και απορρόφηση μικρότερων επιχειρήσεων με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους.
Προοδευτική απάντηση και έξοδος από την κρίση
Το σκηνικό που διαμορφώνεται παγκοσμίως, βέβαια, δεν εμπεριέχει μόνο κινδύνους αλλά και ευκαιρίες για τις προοδευτικές δυνάμεις παγκοσμίως και στην Ευρώπη για τη διαμόρφωση αφηγήματος και πολιτικών για την επόμενη ημέρα.
H Iσπανία, για παράδειγμα, ανακοίνωσε το Σάββατο την παροχή ελάχιστου βασικού εισοδήματος ύψους 3 δισ. ευρώ ετησίως για τις ευάλωτες ομάδες, από το οποίο θα ωφεληθούν 4 στους 5 ανθρώπους σε κατάσταση φτώχειας και 850.000 νοικοκυριά, τα μισά εκ των οποίων έχουν παιδιά. Το ζήτημα του βασικού, εγγυημένου εισοδήματος επανέρχεται στη δημόσια σφαίρα την ώρα που χάνονται εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε όλο τον κόσμο εξαιτίας της νέας ύφεσης.
Στην Ευρώπη, η ΕΕ αποφάσισε την άρση της εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας για τη φετινή χρονιά εξαιτίας των αυξημένων αναγκαίων δαπανών των κρατών-μελών για την αντιμετώπιση της κρίσης, ωστόσο αποτελεί θετική εξέλιξη μαζί το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ και τις πρωτοβουλίες για το Ταμείο Ανάκαμψης (αν και με φτωχούς πόρους και αβέβαιη αποτελεσματικότητα). Και η πρόταση Μέρκελ-Μακρόν περί κοινού δανεισμού των ευρωπαϊκών κρατών αποτελεί θετική εξέλιξη, αφού διαθέτει τον χαρακτήρα αμοιβαιότητας ανάληψης των κινδύνων και των βαρών, παρά το γεγονός ότι είναι αμφίβολη ότι θα υιοθετηθεί εξαιτίας των ενστάσεων συγκεκριμένων χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά (Ολλανδία, Αυστρία, Σουηδία, Δανία) -και παραδοσιακών συμμάχων του Βερολίνου- που επιμένουν στην παροχή δανείων αντί επιχορηγήσεων, θυμίζοντας την ίδια ακριβώς στάση των χωρών που επέβαλαν την τιμωρητική λιτότητα κατά το -φαύλο- κύκλο των μνημονίων. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι -διαχρονικές- αντιστάσεις Γερμανίας, Ολλανδίας κ.ά. για την έκδοση ευρωομολόγων (ή κορονο-ομολόγων στην υφιστάμενη κρίση).
Οι προοδευτικές απαντήσεις της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, των πολιτικών προστασίας του περιβάλλοντος πάνω από το κέρδος, των δημόσιων αγαθών υπεράνω κάθε προσπάθειας ιδιωτικοποίησης, της διασφαλισμένης αξιοπρεπούς διαβίωσης, του σεβασμού στην εργασία, της προστασίας των ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων, της αλληλεγγύης και συνεργασίας κρατών και λαών αποτελούν μονόδρομο για μία έξοδο από την κρίση που θα αποτελέσει φάρμακο στις συνέπειές της και ασπίδα για επόμενες, ανεξαρτήτως χαρακτήρα.
Την επαύριο της πανδημικής κρίσης ο κόσμος και οι κοινωνίες θα πρέπει να αποφασίσουν, εν μέσω νέων συνθηκών που διαμορφώνουν ο Covid-19, οι επιπτώσεις του στο παγκόσμιο και στα εθνικά οικονομικά συστήματα και η κλιματική κρίση, πώς θέλουν την επόμενη ημέρα.
Πηγή: Ινστιτούτο Ένα
https://tvxs.gr/news/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου