Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *
Αυτές οι εκλογές που προκηρύχτηκαν διστακτικά και επικίνδυνα καθυστερημένα, είναι ασφαλώς εκλογές των χρεοκοπημένων. Ας μην εξελιχθεί το φαινόμενο σε χρεοκοπία και των εκλογών! Αν και όλα προϊδεάζουν ότι η ασυναρτησία των εκλογών μεγεθύνεται εξαιτίας της ασυναρτησίας/ασυνέπειας (εσκεμμένης ή μη) των κομμάτων που συμμετέχουν σε αυτές.
Εξηγούμαι: η χρεοκοπία ποτέ δεν εκφράστηκε ως πολιτική επιλογή, έλαβε χώρα ως δόλια μεθόδευση, που σύντομα εξελίχθηκε σε επικοινωνιακό παίγνιο, το οποίο κατέληξε σε μαθηματικό αδιέξοδο. Όπως έχω εξηγήσει, αναπαράγοντας την ερευνητική εμπειρία και την μεθοδολογία της «κριτικής πολιτικής θεωρίας», όταν τα μαθηματικά ενός οικονομικού μοντέλου (βλέπε μνημόνιο) δεν προσφέρουν λύση ευημερίας, τότε προσφεύγουμε σε εκλογές. Η εκλογική διαδικασία στις κρίσεις σαν την Ελληνική έρχεται να αποζημιώσει για την οικονομική κατάρρευση.
Το οικονομικό αδιέξοδο αίρεται φαντασιακά δια των εκλογών στις κρίσεις και έτσι λέμε το περίφημο και απολύτως παραπλανητικό: η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα. Το ντουβάρι που βρίσκεται μπροστά στην ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (τουλάχιστον) είναι η οικονομία της ελευθέριας αγοράς και το κανάλι παράκαμψης του αδιέξοδου ενός κοινωνικοοικονομικού μοντέλου που βρίσκεται σε κρίση είναι οι εκλογές ή η επανάσταση. Το αδιέξοδο της «δημοκρατίας σε κρίση» είναι η «οικονομία σε απορρύθμιση» και οι εκλογές δίνουν πολιτική διέξοδο στο αδιέξοδο, νομιμοποιώντας συνήθως ένα νέο οικονομικό μοντέλο. Για το τελευταίο υπάρχει πρόταση (το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της τρόικας σε συνδυασμό με το νέο χρεοστάσιο), με την οποία όμως δεν συμφωνούν τα …μαθηματικά. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν καν σταθερές για να δουλέψουν με σχετική αξιοπιστία τα μαθηματικά μοντέλα της λογιστικής και της στατιστικής. Όλα είναι ασκήσεις για εξετάσεις ποσοτικής ανάλυσης σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα οικονομολόγων, κοινωνιολόγων ή πολιτικών επιστημόνων. Από την εμπειρία μου καλύτερες απαντήσεις θα έδιναν ψυχολόγοι ή βιολόγοι που δουλεύουν πάνω στα ίδια μαθηματικά μοντέλα «data analysis». Αυτοί ίσως ανετότερα σημείωναν ότι η υπόθεση της τρόικας πάσχει από «ασυνέπεια».
Άρα, πρόωρες εκλογές γίνονται για να διασκεδαστεί η ασυνέπεια ενός προγράμματος σωτηρίας που παρήγγειλε στο ΔΝΤ η πολιτικομεγαλοεπιχειρηματική τάξη της Ελλάδας για να σώσει το χρεοκοπημένο καθεστώς, δια της ασυνέπειας και έλλειψης εγκυρότητας που έκδηλα εμφανίζουν οι πρόνοιες και εκτιμήσεις του χρεοστασίου. Η εκλογές είναι γέφυρα μεταξύ δύο «ασυνεπειών». Αυτής που οδήγησε στο αδιέξοδο του πρώτου μνημονίου και των αναθεωρήσεών του και αυτής που διαπιστώνεται από την εξέταση του τελευταίου μνημονίου, που συναρτήθηκε με την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Οι εκλογές με άλλα λόγια, έρχονται να γεφυρώσουν σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής, δύο ασυναρτησίες, με οικονομικούς και σε άλλο συναφές επίπεδο, θεσμικούς όρους. Η ασυνέπεια στην μεθοδολογία του πράγματος, εκφράζεται ως ασυναρτησία στην σχέση παράγοντα – αναφερόμενης διακυβέρνησης και έτσι επιτρέψτε μου να χρησιμοποιώ από δω και πέρα παράλληλα και τους δύο όρους εννοώντας το ίδιο φαινόμενο. Άρα, οι ίδιες οι εκλογές αποτελούν ασυναρτησία, αν τις τοποθετήσεις στο πλαίσιο της πρότασης της τρόικας. Πώς λύνονται οι πολιτικές ασυναρτησίες [ασυνέπειες] (με την έννοια του inconsistency) όταν δομούν εκλογικό δίλημμα; Δια των Μεγάλων Συνασπισμών – όπως διαδίδει η διαπλοκή και όπως υποστηρίζουν οι παράγοντες της τρόικας - καθώς… «στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα», αν και διαρκώς με αδιέξοδα διλήμματα διαχειριζόμαστε τις οικονομικές κρίσεις ( πχ. ευρώ ή δραχμή, συνασπισμός ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ή χάος)! Όσο πιο αδιέξοδο είναι το δίλημμα των εκλογών τόσο πιο κοντά έρχονται ΝΔ και ΠΑΣΟΚ με την έννοια ευρώ=ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, δραχμή= χάος (αριστερά και δεξιά των δύο). Από την στιγμή μάλιστα που οι πολιτικές επιλογές του δικομματισμού οδήγησαν ακριβώς την Ελλάδα στο περιθώριο της ευρωζώνης και στο όριο εξόδου από αυτήν! Το ευρώ συμβολίζει την διέξοδο και η δραχμή το αδιέξοδο, αν και η κρίση δεν συνδέεται με την δραχμή ως νομισματικό σύστημα, αλλά με το ευρώ!! Παράλογο; Όχι, ΑΣΥΝΑΡΤΗΤΟ, που εάν το προχωρήσεις θα καταλήξεις από την χρεοκοπία του κράτους στην χρεοκοπία των εκλογών, στο βαθμό που κυριαρχήσει η πολιτική ασυναρτησία στην προεκλογική αφήγηση.
Πάντα κάποια «inconsistency» ενός μοντέλου διακυβέρνησης οδηγεί σε κρίση το σύστημα, διαπιστώνουμε οι πολιτικοί επιστήμονες που ερευνούμε τη σχέση παραγόντων – διακυβέρνησης, για να κατανοήσουμε την δομή και λειτουργία της πολιτικής ισχύος. Όπως ακριβώς κάνουν αντίστοιχα οι μηχανικοί συστημάτων που συνδέουν την τεχνολογική διακυβέρνηση με κοινωνικούς παράγοντες. Αν δεν αντιμετωπίσεις με πολιτικά ασφαλώς μέσα, το ζήτημα αυτό της ασυναρτησίας, προσφέροντας μία συνεκτική πρόταση συνολικής διακυβέρνησης που υπερβαίνει την κρίση επαναδομώντας ένα ανοικτό σύστημα, δεν μπορείς προφανώς να δώσεις λύσεις σε οικονομικό και θεσμικό επίπεδο, που θα επαναφέρουν το σύστημα σε μία κατάσταση ισορροπίας. Αυτή είναι η μοναδική αλήθεια, η οποία δεν μπορεί να προκύψει σε καμία περίπτωση ως τεχνοκρατική διάσταση, αλλά αποκλειστικά ως πολιτική τεχνολογία: ως μορφή, δηλαδή, θεμελίωσης μίας διαφορετικής από την σημερινή ηγεμονίας στην χώρα, που θα βασίζεται σε ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικό και παραγωγικό μοντέλο από το σημερινό.
Τούτη η εναλλακτική ηγεμονία προϋποθέτει την ανατροπή ολόκληρου του μοντέλου θεμελίωσης και άσκησης των εξουσιών στην Ελλάδα, με αναδιανομή από πάνω προς τα κάτω και εξάλειψη του ρόλου, του μηχανισμού και των προνομίων της διαπλοκής, καθώς και την υπαγωγή του τραπεζικού τομέα σε δημόσιο έλεγχο. Επ’ αυτού έχω επιχειρηματολογήσει με πολλές δεκάδες διαδικτυακά άρθρα, για να καταλήξω στην ανάγκη ανάδειξης από τις εκλογές μιας αριστερής – προοδευτικής κυβέρνησης. Και αυτό ως μέθοδο δομικής υπέρβασης της κρίσης και όχι λειτουργικής διαχείρισης των αποτελεσμάτων της. Το πρώτο οργανώνει το χάος που έχει προκύψει από τις πολιτικές του δικομματισμού και την στρατηγική της τρόικας, ενώ το δεύτερο θα διευρύνει το κοινωνικό χάος μέχρι του σημείου η πολιτική να αναγκαστεί να λάβει απολύτως αυταρχική μορφή για να επιβάλλει σε ένα χαμηλό επίπεδο οργάνωσης των παραγόντων, τάξη και κοινωνική ειρήνη. Από εκεί κι έπειτα το μοντέλο διακυβέρνησης θα εμφανίσει σχετική σταθερότητα. Με άλλα λόγια, δια της καταστροφής του δημοκρατικού φαινομένου θα επιδιωχθεί έτσι (στην δεύτερη περίπτωση) η οικονομική ανάπτυξη. Το κόστος για την κοινωνία, τόσο σε επίπεδο εισοδημάτων και περιουσιακών αξιών, όσο και σε αυτό που σχετίζεται με τους παράγοντες που δομούν το κοινωνικό μοντέλο (welfare system), θα είναι ανυπολόγιστο και σίγουρα δεν μπορεί να εκτιμηθεί στο ελάχιστο από εμένα σήμερα.
Οι εκλογείς, λοιπόν, κινούμενοι μέσα σε ένα απορυθμισμένο σύστημα, καλούνται να επιλέξουν μεταξύ μίας ασυνάρτητης πρότασης (της τρόικας και των κομμάτων που άμεσα ή έμμεσα την υποστηρίζουν) και διαφόρων και διαφορετικών ασυναρτησιών από ένα μπουκέτων κομμάτων που βρίσκεται αριστερά και δεξιά του συνασπισμού δυνάμεων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υποστήριξαν την διαδικασία πτώχευσης της χώρας μέχρι σήμερα, ή απλώς ενεπλάκησαν στην διαχείρισή της. Οι ασυναρτησίες των «αντιμνημονιακών» κομμάτων έχουν να κάνουν με το «inconsistency» σε ότι αφορά στο ζήτημα της εναλλακτικής ηγεμονίας και όχι τόσο με το «πρόγραμμα» που θα παρουσιάσουν. Αν δεν υπάρχει συνάρτηση μεταξύ της μεθόδου αλλαγής του μοντέλου ηγεμονίας (έστω και ως βήμα-βήμα διαδικασίας) με το πρόγραμμα, το τελευταίο είναι άνευ νοήματος και σημασίας φυσικά. Εάν δεν συζητήσουμε με όρους διακυβέρνησης στο πλαίσιο μιας εναλλακτικής ηγεμονίας, που μπορεί να επιτευχθεί με κοινοβουλευτικούς όρους, τότε οποιαδήποτε πρόταση που έρχεται σε αντίθεση με την πρόταση των χαρακτηρισμένων ως «μνημονιακών» δυνάμεων είναι επίσης ασυνάρτητη και ως τέτοια δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την κρίση δομικά. Στο επίπεδο του εκλογικού σώματος αυτό λειτουργεί υποσυνείδητα, πλάθοντας τους όρους πολιτικής ισχύος που θα ορίσουν την ατομική εκλογική συμπεριφορά. Και τούτο - οφείλω να προειδοποιήσω - ΔΕΝ είναι υπέρ των «αντιμνημονιακών». Θα βρεθούν προ εκπλήξεως οι «αντιμνημονιακοί», και τούτο είναι κυρίως ζήτημα της αριστεράς. Σε ότι αφορά στον «αντιμνημονιακό» χώρο της δεξιάς, δεν υπάρχει πολιτικό ζήτημα αυτής της μορφής, καθώς εδώ αναπτύσσεται μια απολύτως λαϊκιστική εκστρατεία του τύπου: «ψηφίστε μας για να σας απαλλάξουμε από το μνημόνιο», ενώ το θέμα δεν είναι το μνημόνιο, αλλά οι σχέσεις ηγεμονίας και διακυβέρνησης στην Ελλάδα οι οποίες οδήγησαν στην συγκεκριμένη μορφή χρεοκοπίας που υιοθετήθηκε και η οποία ορίζει ουσιαστικά μια νέα διακυβέρνηση (μιας υποτελούς πολιτείας). Εδώ δεν έχουμε απλώς πολιτική ασυναρτησία, αλλά ξεχαρβάλωμα της πολιτικής σκέψης. Το ζήτημα δεν είναι εκμεταλλευόμενοι την (οικονομική-θεσμική) ασυναρτησία /ασυνέπεια του «μνημονιακού», ας πούμε χώρου, να διατυπώσουμε εμείς μια πατριωτική ή επαναστατική ασυναρτησία και όπου πιάσει – διότι θα «πιάσει», ασχέτως ότι έτσι δεν φαίνεται να μπορεί να ανατρέψει το καθεστώς.
Το ζήτημα είναι να γίνει κατανοητό ότι η ελληνική κρίση έχει ως πολιτικό αίτιο το κράτος πατρωνίας με μηχανισμό αναπαραγωγής την διαπλοκή και ως οικονομικό αίτιο την νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση σε συνδυασμό με τη θεσμική οργάνωση στη γραμμή του πολιτικού αιτίου, παράλληλα με την ένταξή μας στη ζώνη του ευρώ. Αυτό είναι ο ορισμός του «inconsistency», είναι καί ασυνέπεια καί ασυναρτησία. Το πολιτικό αντιφάσκει με τον θεσμικό εκσυγχρονισμό. Το οικονομικό με τις ουσιαστικές πολιτικές σχέσεις. Και η ανάπτυξη της αγοράς στο πλαίσιο της Ευρωζώνης με την οργάνωση της κοινωνίας. Αυτό συνεπάγεται, φίλοι έκρηξη ή/και μπλοκάρισμα της κοινωνίας και της αγοράς αντίστοιχα, έχοντας ως κρίσιμη σταθερά του προβλήματος την αποβιομηχάνιση και την παραμέληση έως εγκαταλείψεως του πρωτογενούς τομέα της παραγωγής. Είναι από τα αδιέξοδα εκείνα που δεν μπορείς να ξεπεράσεις μέσω του παλαιού κομματικού ανταγωνισμού που συνεχίζει να βασιλεύει στην Ελλάδα και σε αυτές τις εκλογές σαν να μην τρέχει κάτι διαφορετικό ή σαν το διαφορετικό να είναι το μνημόνιο! Το διαφορετικό είναι ότι ΔΕΝ δουλεύει ούτε το μοντέλο, ούτε το σύστημα. Πρέπει όλα να επαναδομηθούν, και αυτό απαιτεί νέες πολιτικές σχέσεις ιδεολογικά προσδιορισμένες και κόμματα που δεν θα έχουν καμία σχέση με τα καλαμπούρια, τα μπουλούκα και τους θιάσους της αρπαχτής, είτε παλαιούς και σιχαμερούς, που γνωρίσαμε, είτε φρέσκους, αλλά ήδη αναχρονιστικούς ως αφήγηση και γεροντικούς ως πρακτική.
Η ευκαιρία μίας δομικώς νέας μεταπολίτευσης βλέπω να χάνεται, καθώς κανείς, ή μάλλον λίγοι σχετικά ενδιαφέρθηκαν να απαντήσουν στην ασυναρτησία της τρόικας με μια σύγχρονη πολιτική συνάρτηση στρατηγικού χαρακτήρα, αναδόμησης του ηγεμονικού μοντέλου της πατρίδας μας, σε απόλυτη συνάρτηση με ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα υποστηρίζεται από ένα συναφές κοινωνικό μοντέλο και ριζοσπαστικά δημοκρατικό θεσμικό εκσυγχρονισμό. Άλλοι έχουν βρει λύση στην μεταφυσική της κατάρρευσης του καπιταλισμού, άλλη στην μεταφυσική του εθνικισμού, σαν ο καπιταλισμός γενικώς και αορίστως ή ξένοι κρατικοί και παρακρατικοί δαίμονες να βρίσκονται πίσω από το φαινόμενο της ελληνικές χρεοκοπίας και σαν από εκεί να πηγάζει η συγκεκριμένη διάσταση της φτωχοποίησης. Προφανώς, αν δεν υπήρχε ο καπιταλισμός και τα συμφέροντα τραπεζιτών και χρηματιστών, δεν θα υπήρχε και η κρίση στην Ελλάδα. Αυτά όμως υπάρχουν και θα υπάρχουν παρά τις κατάρες μας. Ούτε θα μπορούσε ποτέ μια λαϊκή επανάσταση στην Ελλάδα να τα κλονίσει – στο βαθμό που κάποιος θα θεωρούσε ότι αυτή θα μπορούσε να υπάρξει! Η Ελλάδα δεν μπορεί να κλονίσει την διεθνή ηγεμονία ως πολιτικός παράγοντας, αν και μπορεί να την επηρεάσει ως πιόνι στην διεθνή πολιτική σκακιέρα (έτσι μας έκαψε ο Παπανδρέου). Η Ελλάδα το μόνον που θα μπορούσε να κάνει στη συγκυρία είναι να αναδιαμορφώσει σε λαϊκή βάση την εσωτερική ηγεμονία. Αυτό με τα σημερινά δεδομένα θα ήταν μάλιστα… επαναστατικό! Δυστυχώς όμως αυτό δεν φαίνεται να διαμορφώνεται προεκλογικά, επειδή μαζί με τη χώρα χρεοκόπησε και η πολιτική, όπως αυτή διακονείται από τα κόμματα.
Δεν γνωρίζω σε ποιο βαθμό οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, με την πολιτική τους συμπεριφορά στις εκλογές πετύχουν να καλύψουν ένα μέρος τουλάχιστον του στρατηγικού ελλείμματος του προοδευτικού – κοινωνικού χώρου, από την στιγμή μάλιστα που οι αριστερές και δεξιές «αντιμνημονιακές» ασυναρτησίες ολοένα και περισσότερο οδηγούν σε σκέψεις μικροπολιτικού χαρακτήρα παρά σε προσεγγίσεις δομικής πολιτικής. Σε τέτοιο σημείο που να αναρωτιέται κανείς αν πράγματι η πολιτική στην χώρα κινείται σε οποιοδήποτε άλλο επίπεδο πέραν εκείνο του μικροσυμφέροντος, του σεχταρισμού, της παρεούλας, τον παιγνίων διαφόρων πατρώνων και κάθε είδους φτηνής ιδιοτέλειας. Αν όντως κινείται αποκλειστικά σε αυτό το επίπεδο πολιτικού εκχυδαϊσμού, τότε και οι δομικές ασυναρτησίες έχουν λογική και οι ρητορικοί ακροβατισμοί δικαιολόγησης ασυνεπειών στην κομματική επιλογή, επίσης. Η ασυναρτησία γίνεται ρεαλιστική πραγματικότητα που διαμορφώνει νέες πολιτικές τάσεις καθόλου δημοκρατικές ασφαλώς. Από την ασυναρτησία πηγάζει η αυταρχικότητα και η αυθαιρεσία, καλλιεργείται το γκρίζο και το μαύρο. Άμα την κρίση την μεταφέρεις στη κάλπη φορτίζοντας την διάσταση της πολιτικής «inconsistency», όπως την εξήγησα, τότε παράγεις νέους ευρύτερους κοινωνικούς αποκλεισμούς με «φυσικό» τρόπο, αλλά απολύτως αντικοινωνικά: σαν κάτι αυτονόητο και φυσιολογικό. Όχι, στις εκλογές αυτές ο ελληνικός λαός θα πάει δυστυχώς ασυγκρότητος στην κάλπη και ως προς αυτό φταίνε όσοι θα μπορούσαν να προσφέρουν μια στρατηγική που θα καταπολεμούσε την διαλεκτική του χάους, την οποία - όπως σας έχω διηγηθεί σε άλλα σημειώματα - εκμεταλλεύεται αποκλειστικά το καθεστώς, την στιγμή κατά την οποία δεν εκδηλώνεται μια συνεπής και αξιόπιστη πρόκληση για αλλαγή του μοντέλου ηγεμονίας υπέρ των λαϊκών στρωμάτων. Φίλοι, «αντιμνημονιακοί», στραβά αρμενίζετε…εκτός αν για κάποιον άλλον γιαλό στην πραγματικότητα τραβάτε από αυτόν που δηλώνετε ή υποδηλώνετε! Ο καθένας με τον γιαλό του, που λέμε, όπως λέγαμε; Κρίμα!
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
από ΑΚΤΙΒΙΣΤΗΣ
Αυτές οι εκλογές που προκηρύχτηκαν διστακτικά και επικίνδυνα καθυστερημένα, είναι ασφαλώς εκλογές των χρεοκοπημένων. Ας μην εξελιχθεί το φαινόμενο σε χρεοκοπία και των εκλογών! Αν και όλα προϊδεάζουν ότι η ασυναρτησία των εκλογών μεγεθύνεται εξαιτίας της ασυναρτησίας/ασυνέπειας (εσκεμμένης ή μη) των κομμάτων που συμμετέχουν σε αυτές.
Εξηγούμαι: η χρεοκοπία ποτέ δεν εκφράστηκε ως πολιτική επιλογή, έλαβε χώρα ως δόλια μεθόδευση, που σύντομα εξελίχθηκε σε επικοινωνιακό παίγνιο, το οποίο κατέληξε σε μαθηματικό αδιέξοδο. Όπως έχω εξηγήσει, αναπαράγοντας την ερευνητική εμπειρία και την μεθοδολογία της «κριτικής πολιτικής θεωρίας», όταν τα μαθηματικά ενός οικονομικού μοντέλου (βλέπε μνημόνιο) δεν προσφέρουν λύση ευημερίας, τότε προσφεύγουμε σε εκλογές. Η εκλογική διαδικασία στις κρίσεις σαν την Ελληνική έρχεται να αποζημιώσει για την οικονομική κατάρρευση.
Το οικονομικό αδιέξοδο αίρεται φαντασιακά δια των εκλογών στις κρίσεις και έτσι λέμε το περίφημο και απολύτως παραπλανητικό: η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα. Το ντουβάρι που βρίσκεται μπροστά στην ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (τουλάχιστον) είναι η οικονομία της ελευθέριας αγοράς και το κανάλι παράκαμψης του αδιέξοδου ενός κοινωνικοοικονομικού μοντέλου που βρίσκεται σε κρίση είναι οι εκλογές ή η επανάσταση. Το αδιέξοδο της «δημοκρατίας σε κρίση» είναι η «οικονομία σε απορρύθμιση» και οι εκλογές δίνουν πολιτική διέξοδο στο αδιέξοδο, νομιμοποιώντας συνήθως ένα νέο οικονομικό μοντέλο. Για το τελευταίο υπάρχει πρόταση (το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της τρόικας σε συνδυασμό με το νέο χρεοστάσιο), με την οποία όμως δεν συμφωνούν τα …μαθηματικά. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν καν σταθερές για να δουλέψουν με σχετική αξιοπιστία τα μαθηματικά μοντέλα της λογιστικής και της στατιστικής. Όλα είναι ασκήσεις για εξετάσεις ποσοτικής ανάλυσης σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα οικονομολόγων, κοινωνιολόγων ή πολιτικών επιστημόνων. Από την εμπειρία μου καλύτερες απαντήσεις θα έδιναν ψυχολόγοι ή βιολόγοι που δουλεύουν πάνω στα ίδια μαθηματικά μοντέλα «data analysis». Αυτοί ίσως ανετότερα σημείωναν ότι η υπόθεση της τρόικας πάσχει από «ασυνέπεια».
Άρα, πρόωρες εκλογές γίνονται για να διασκεδαστεί η ασυνέπεια ενός προγράμματος σωτηρίας που παρήγγειλε στο ΔΝΤ η πολιτικομεγαλοεπιχειρηματική τάξη της Ελλάδας για να σώσει το χρεοκοπημένο καθεστώς, δια της ασυνέπειας και έλλειψης εγκυρότητας που έκδηλα εμφανίζουν οι πρόνοιες και εκτιμήσεις του χρεοστασίου. Η εκλογές είναι γέφυρα μεταξύ δύο «ασυνεπειών». Αυτής που οδήγησε στο αδιέξοδο του πρώτου μνημονίου και των αναθεωρήσεών του και αυτής που διαπιστώνεται από την εξέταση του τελευταίου μνημονίου, που συναρτήθηκε με την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Οι εκλογές με άλλα λόγια, έρχονται να γεφυρώσουν σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής, δύο ασυναρτησίες, με οικονομικούς και σε άλλο συναφές επίπεδο, θεσμικούς όρους. Η ασυνέπεια στην μεθοδολογία του πράγματος, εκφράζεται ως ασυναρτησία στην σχέση παράγοντα – αναφερόμενης διακυβέρνησης και έτσι επιτρέψτε μου να χρησιμοποιώ από δω και πέρα παράλληλα και τους δύο όρους εννοώντας το ίδιο φαινόμενο. Άρα, οι ίδιες οι εκλογές αποτελούν ασυναρτησία, αν τις τοποθετήσεις στο πλαίσιο της πρότασης της τρόικας. Πώς λύνονται οι πολιτικές ασυναρτησίες [ασυνέπειες] (με την έννοια του inconsistency) όταν δομούν εκλογικό δίλημμα; Δια των Μεγάλων Συνασπισμών – όπως διαδίδει η διαπλοκή και όπως υποστηρίζουν οι παράγοντες της τρόικας - καθώς… «στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα», αν και διαρκώς με αδιέξοδα διλήμματα διαχειριζόμαστε τις οικονομικές κρίσεις ( πχ. ευρώ ή δραχμή, συνασπισμός ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ή χάος)! Όσο πιο αδιέξοδο είναι το δίλημμα των εκλογών τόσο πιο κοντά έρχονται ΝΔ και ΠΑΣΟΚ με την έννοια ευρώ=ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, δραχμή= χάος (αριστερά και δεξιά των δύο). Από την στιγμή μάλιστα που οι πολιτικές επιλογές του δικομματισμού οδήγησαν ακριβώς την Ελλάδα στο περιθώριο της ευρωζώνης και στο όριο εξόδου από αυτήν! Το ευρώ συμβολίζει την διέξοδο και η δραχμή το αδιέξοδο, αν και η κρίση δεν συνδέεται με την δραχμή ως νομισματικό σύστημα, αλλά με το ευρώ!! Παράλογο; Όχι, ΑΣΥΝΑΡΤΗΤΟ, που εάν το προχωρήσεις θα καταλήξεις από την χρεοκοπία του κράτους στην χρεοκοπία των εκλογών, στο βαθμό που κυριαρχήσει η πολιτική ασυναρτησία στην προεκλογική αφήγηση.
Πάντα κάποια «inconsistency» ενός μοντέλου διακυβέρνησης οδηγεί σε κρίση το σύστημα, διαπιστώνουμε οι πολιτικοί επιστήμονες που ερευνούμε τη σχέση παραγόντων – διακυβέρνησης, για να κατανοήσουμε την δομή και λειτουργία της πολιτικής ισχύος. Όπως ακριβώς κάνουν αντίστοιχα οι μηχανικοί συστημάτων που συνδέουν την τεχνολογική διακυβέρνηση με κοινωνικούς παράγοντες. Αν δεν αντιμετωπίσεις με πολιτικά ασφαλώς μέσα, το ζήτημα αυτό της ασυναρτησίας, προσφέροντας μία συνεκτική πρόταση συνολικής διακυβέρνησης που υπερβαίνει την κρίση επαναδομώντας ένα ανοικτό σύστημα, δεν μπορείς προφανώς να δώσεις λύσεις σε οικονομικό και θεσμικό επίπεδο, που θα επαναφέρουν το σύστημα σε μία κατάσταση ισορροπίας. Αυτή είναι η μοναδική αλήθεια, η οποία δεν μπορεί να προκύψει σε καμία περίπτωση ως τεχνοκρατική διάσταση, αλλά αποκλειστικά ως πολιτική τεχνολογία: ως μορφή, δηλαδή, θεμελίωσης μίας διαφορετικής από την σημερινή ηγεμονίας στην χώρα, που θα βασίζεται σε ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικό και παραγωγικό μοντέλο από το σημερινό.
Τούτη η εναλλακτική ηγεμονία προϋποθέτει την ανατροπή ολόκληρου του μοντέλου θεμελίωσης και άσκησης των εξουσιών στην Ελλάδα, με αναδιανομή από πάνω προς τα κάτω και εξάλειψη του ρόλου, του μηχανισμού και των προνομίων της διαπλοκής, καθώς και την υπαγωγή του τραπεζικού τομέα σε δημόσιο έλεγχο. Επ’ αυτού έχω επιχειρηματολογήσει με πολλές δεκάδες διαδικτυακά άρθρα, για να καταλήξω στην ανάγκη ανάδειξης από τις εκλογές μιας αριστερής – προοδευτικής κυβέρνησης. Και αυτό ως μέθοδο δομικής υπέρβασης της κρίσης και όχι λειτουργικής διαχείρισης των αποτελεσμάτων της. Το πρώτο οργανώνει το χάος που έχει προκύψει από τις πολιτικές του δικομματισμού και την στρατηγική της τρόικας, ενώ το δεύτερο θα διευρύνει το κοινωνικό χάος μέχρι του σημείου η πολιτική να αναγκαστεί να λάβει απολύτως αυταρχική μορφή για να επιβάλλει σε ένα χαμηλό επίπεδο οργάνωσης των παραγόντων, τάξη και κοινωνική ειρήνη. Από εκεί κι έπειτα το μοντέλο διακυβέρνησης θα εμφανίσει σχετική σταθερότητα. Με άλλα λόγια, δια της καταστροφής του δημοκρατικού φαινομένου θα επιδιωχθεί έτσι (στην δεύτερη περίπτωση) η οικονομική ανάπτυξη. Το κόστος για την κοινωνία, τόσο σε επίπεδο εισοδημάτων και περιουσιακών αξιών, όσο και σε αυτό που σχετίζεται με τους παράγοντες που δομούν το κοινωνικό μοντέλο (welfare system), θα είναι ανυπολόγιστο και σίγουρα δεν μπορεί να εκτιμηθεί στο ελάχιστο από εμένα σήμερα.
Οι εκλογείς, λοιπόν, κινούμενοι μέσα σε ένα απορυθμισμένο σύστημα, καλούνται να επιλέξουν μεταξύ μίας ασυνάρτητης πρότασης (της τρόικας και των κομμάτων που άμεσα ή έμμεσα την υποστηρίζουν) και διαφόρων και διαφορετικών ασυναρτησιών από ένα μπουκέτων κομμάτων που βρίσκεται αριστερά και δεξιά του συνασπισμού δυνάμεων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υποστήριξαν την διαδικασία πτώχευσης της χώρας μέχρι σήμερα, ή απλώς ενεπλάκησαν στην διαχείρισή της. Οι ασυναρτησίες των «αντιμνημονιακών» κομμάτων έχουν να κάνουν με το «inconsistency» σε ότι αφορά στο ζήτημα της εναλλακτικής ηγεμονίας και όχι τόσο με το «πρόγραμμα» που θα παρουσιάσουν. Αν δεν υπάρχει συνάρτηση μεταξύ της μεθόδου αλλαγής του μοντέλου ηγεμονίας (έστω και ως βήμα-βήμα διαδικασίας) με το πρόγραμμα, το τελευταίο είναι άνευ νοήματος και σημασίας φυσικά. Εάν δεν συζητήσουμε με όρους διακυβέρνησης στο πλαίσιο μιας εναλλακτικής ηγεμονίας, που μπορεί να επιτευχθεί με κοινοβουλευτικούς όρους, τότε οποιαδήποτε πρόταση που έρχεται σε αντίθεση με την πρόταση των χαρακτηρισμένων ως «μνημονιακών» δυνάμεων είναι επίσης ασυνάρτητη και ως τέτοια δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την κρίση δομικά. Στο επίπεδο του εκλογικού σώματος αυτό λειτουργεί υποσυνείδητα, πλάθοντας τους όρους πολιτικής ισχύος που θα ορίσουν την ατομική εκλογική συμπεριφορά. Και τούτο - οφείλω να προειδοποιήσω - ΔΕΝ είναι υπέρ των «αντιμνημονιακών». Θα βρεθούν προ εκπλήξεως οι «αντιμνημονιακοί», και τούτο είναι κυρίως ζήτημα της αριστεράς. Σε ότι αφορά στον «αντιμνημονιακό» χώρο της δεξιάς, δεν υπάρχει πολιτικό ζήτημα αυτής της μορφής, καθώς εδώ αναπτύσσεται μια απολύτως λαϊκιστική εκστρατεία του τύπου: «ψηφίστε μας για να σας απαλλάξουμε από το μνημόνιο», ενώ το θέμα δεν είναι το μνημόνιο, αλλά οι σχέσεις ηγεμονίας και διακυβέρνησης στην Ελλάδα οι οποίες οδήγησαν στην συγκεκριμένη μορφή χρεοκοπίας που υιοθετήθηκε και η οποία ορίζει ουσιαστικά μια νέα διακυβέρνηση (μιας υποτελούς πολιτείας). Εδώ δεν έχουμε απλώς πολιτική ασυναρτησία, αλλά ξεχαρβάλωμα της πολιτικής σκέψης. Το ζήτημα δεν είναι εκμεταλλευόμενοι την (οικονομική-θεσμική) ασυναρτησία /ασυνέπεια του «μνημονιακού», ας πούμε χώρου, να διατυπώσουμε εμείς μια πατριωτική ή επαναστατική ασυναρτησία και όπου πιάσει – διότι θα «πιάσει», ασχέτως ότι έτσι δεν φαίνεται να μπορεί να ανατρέψει το καθεστώς.
Το ζήτημα είναι να γίνει κατανοητό ότι η ελληνική κρίση έχει ως πολιτικό αίτιο το κράτος πατρωνίας με μηχανισμό αναπαραγωγής την διαπλοκή και ως οικονομικό αίτιο την νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση σε συνδυασμό με τη θεσμική οργάνωση στη γραμμή του πολιτικού αιτίου, παράλληλα με την ένταξή μας στη ζώνη του ευρώ. Αυτό είναι ο ορισμός του «inconsistency», είναι καί ασυνέπεια καί ασυναρτησία. Το πολιτικό αντιφάσκει με τον θεσμικό εκσυγχρονισμό. Το οικονομικό με τις ουσιαστικές πολιτικές σχέσεις. Και η ανάπτυξη της αγοράς στο πλαίσιο της Ευρωζώνης με την οργάνωση της κοινωνίας. Αυτό συνεπάγεται, φίλοι έκρηξη ή/και μπλοκάρισμα της κοινωνίας και της αγοράς αντίστοιχα, έχοντας ως κρίσιμη σταθερά του προβλήματος την αποβιομηχάνιση και την παραμέληση έως εγκαταλείψεως του πρωτογενούς τομέα της παραγωγής. Είναι από τα αδιέξοδα εκείνα που δεν μπορείς να ξεπεράσεις μέσω του παλαιού κομματικού ανταγωνισμού που συνεχίζει να βασιλεύει στην Ελλάδα και σε αυτές τις εκλογές σαν να μην τρέχει κάτι διαφορετικό ή σαν το διαφορετικό να είναι το μνημόνιο! Το διαφορετικό είναι ότι ΔΕΝ δουλεύει ούτε το μοντέλο, ούτε το σύστημα. Πρέπει όλα να επαναδομηθούν, και αυτό απαιτεί νέες πολιτικές σχέσεις ιδεολογικά προσδιορισμένες και κόμματα που δεν θα έχουν καμία σχέση με τα καλαμπούρια, τα μπουλούκα και τους θιάσους της αρπαχτής, είτε παλαιούς και σιχαμερούς, που γνωρίσαμε, είτε φρέσκους, αλλά ήδη αναχρονιστικούς ως αφήγηση και γεροντικούς ως πρακτική.
Η ευκαιρία μίας δομικώς νέας μεταπολίτευσης βλέπω να χάνεται, καθώς κανείς, ή μάλλον λίγοι σχετικά ενδιαφέρθηκαν να απαντήσουν στην ασυναρτησία της τρόικας με μια σύγχρονη πολιτική συνάρτηση στρατηγικού χαρακτήρα, αναδόμησης του ηγεμονικού μοντέλου της πατρίδας μας, σε απόλυτη συνάρτηση με ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα υποστηρίζεται από ένα συναφές κοινωνικό μοντέλο και ριζοσπαστικά δημοκρατικό θεσμικό εκσυγχρονισμό. Άλλοι έχουν βρει λύση στην μεταφυσική της κατάρρευσης του καπιταλισμού, άλλη στην μεταφυσική του εθνικισμού, σαν ο καπιταλισμός γενικώς και αορίστως ή ξένοι κρατικοί και παρακρατικοί δαίμονες να βρίσκονται πίσω από το φαινόμενο της ελληνικές χρεοκοπίας και σαν από εκεί να πηγάζει η συγκεκριμένη διάσταση της φτωχοποίησης. Προφανώς, αν δεν υπήρχε ο καπιταλισμός και τα συμφέροντα τραπεζιτών και χρηματιστών, δεν θα υπήρχε και η κρίση στην Ελλάδα. Αυτά όμως υπάρχουν και θα υπάρχουν παρά τις κατάρες μας. Ούτε θα μπορούσε ποτέ μια λαϊκή επανάσταση στην Ελλάδα να τα κλονίσει – στο βαθμό που κάποιος θα θεωρούσε ότι αυτή θα μπορούσε να υπάρξει! Η Ελλάδα δεν μπορεί να κλονίσει την διεθνή ηγεμονία ως πολιτικός παράγοντας, αν και μπορεί να την επηρεάσει ως πιόνι στην διεθνή πολιτική σκακιέρα (έτσι μας έκαψε ο Παπανδρέου). Η Ελλάδα το μόνον που θα μπορούσε να κάνει στη συγκυρία είναι να αναδιαμορφώσει σε λαϊκή βάση την εσωτερική ηγεμονία. Αυτό με τα σημερινά δεδομένα θα ήταν μάλιστα… επαναστατικό! Δυστυχώς όμως αυτό δεν φαίνεται να διαμορφώνεται προεκλογικά, επειδή μαζί με τη χώρα χρεοκόπησε και η πολιτική, όπως αυτή διακονείται από τα κόμματα.
Δεν γνωρίζω σε ποιο βαθμό οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, με την πολιτική τους συμπεριφορά στις εκλογές πετύχουν να καλύψουν ένα μέρος τουλάχιστον του στρατηγικού ελλείμματος του προοδευτικού – κοινωνικού χώρου, από την στιγμή μάλιστα που οι αριστερές και δεξιές «αντιμνημονιακές» ασυναρτησίες ολοένα και περισσότερο οδηγούν σε σκέψεις μικροπολιτικού χαρακτήρα παρά σε προσεγγίσεις δομικής πολιτικής. Σε τέτοιο σημείο που να αναρωτιέται κανείς αν πράγματι η πολιτική στην χώρα κινείται σε οποιοδήποτε άλλο επίπεδο πέραν εκείνο του μικροσυμφέροντος, του σεχταρισμού, της παρεούλας, τον παιγνίων διαφόρων πατρώνων και κάθε είδους φτηνής ιδιοτέλειας. Αν όντως κινείται αποκλειστικά σε αυτό το επίπεδο πολιτικού εκχυδαϊσμού, τότε και οι δομικές ασυναρτησίες έχουν λογική και οι ρητορικοί ακροβατισμοί δικαιολόγησης ασυνεπειών στην κομματική επιλογή, επίσης. Η ασυναρτησία γίνεται ρεαλιστική πραγματικότητα που διαμορφώνει νέες πολιτικές τάσεις καθόλου δημοκρατικές ασφαλώς. Από την ασυναρτησία πηγάζει η αυταρχικότητα και η αυθαιρεσία, καλλιεργείται το γκρίζο και το μαύρο. Άμα την κρίση την μεταφέρεις στη κάλπη φορτίζοντας την διάσταση της πολιτικής «inconsistency», όπως την εξήγησα, τότε παράγεις νέους ευρύτερους κοινωνικούς αποκλεισμούς με «φυσικό» τρόπο, αλλά απολύτως αντικοινωνικά: σαν κάτι αυτονόητο και φυσιολογικό. Όχι, στις εκλογές αυτές ο ελληνικός λαός θα πάει δυστυχώς ασυγκρότητος στην κάλπη και ως προς αυτό φταίνε όσοι θα μπορούσαν να προσφέρουν μια στρατηγική που θα καταπολεμούσε την διαλεκτική του χάους, την οποία - όπως σας έχω διηγηθεί σε άλλα σημειώματα - εκμεταλλεύεται αποκλειστικά το καθεστώς, την στιγμή κατά την οποία δεν εκδηλώνεται μια συνεπής και αξιόπιστη πρόκληση για αλλαγή του μοντέλου ηγεμονίας υπέρ των λαϊκών στρωμάτων. Φίλοι, «αντιμνημονιακοί», στραβά αρμενίζετε…εκτός αν για κάποιον άλλον γιαλό στην πραγματικότητα τραβάτε από αυτόν που δηλώνετε ή υποδηλώνετε! Ο καθένας με τον γιαλό του, που λέμε, όπως λέγαμε; Κρίμα!
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
από ΑΚΤΙΒΙΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου