Το 1923 η Ελλάδα αντιμετωπίζει τρομακτικά οικονομικά και πολιτικά προβλήματα, σαν συνέπεια της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922.Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΕΝΕΖΑΚΗΣ
Δεκάδες χιλιάδες ξεριζωμένοι πρόσφυγες, διασκορπισμένοι σε όλη την ελληνική επικράτεια, αντιμετωπίζουν ασύλληπτα προβλήματα, εξαθλιωμένοι, άστεγοι, ρακένδυτοι και εξαντλημένοι, μεγαλώνουν τις στρατιές των άνεργων που έχασαν τις δουλειές του από τις μαζικές απολύσεις.
Πολλές επιχειρήσεις κλείνουν εκβιάζοντας μείωση ημερομισθίων σ’ ολόκληρη τη χώρα. και το κλείσιμο των επιχειρήσεων. Οι μεγαλοβιομήχανοι θεωρούν μεγάλη ευκαιρία την τραγωδία της ελληνικής κοινωνίας για να χτυπήσουν μισθούς και ωράριο.
Με αφορμή την υποτίμηση της αγγλικής λίρας απέναντι στη δραχμή (τον Απρίλιο του 1923 η τιμή της λίρας πέφτει από τις 400 δραχμές στις 150) , μετά από κάποια κερδοσκοπικά παιχνίδια στα χρηματιστήρια του εξωτερικού και πρόσχημα, την «ανταγωνιστικότητα», το μεγάλο κεφάλαιο με την συνεργασία της Κυβέρνησης Πλαστήρα – Γονατά, κλιμακώνει την επίθεση: Η ανεργία γιγαντώνεται, τα μεροκάματα μειώνονται κατά 25 – 30%, απολύονται, όσοι εργαζόμενοι δεν δέχονται τις μειώσεις των μισθών τους, οι εργοδότες απαιτούν την κατάργηση του νόμου 2112/20 «περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως ιδιωτικών υπαλλήλων», που απαγόρευε τις απολύσεις χωρίς αποζημίωση.
Στην εξουσία βρίσκεται, από τις 14 Νοεμβρίου 1922, μετά το Κίνημα του Στρατού και του Ναυτικού στη Χίο και τη Λέσβο της 11ης Νοεμβρίου 1922, η «Επαναστατική Κυβέρνησις» των Πλαστήρα – Γονατά, με πρωθυπουργό τον Στυλιανό Γονατά. Για πρώτη φορά με απροκάλυπτο τρόπο η κυβέρνηση ταυτίζεται με τα εργοδοτικά συμφέροντα, τα προσχήματα περί ταξικής ουδετερότητας του κράτους απουσιάζουν εντελώς. Υπουργός Οικονομικών και υπεύθυνος για ζητήματα Εργατικής Πολιτικής είναι ο μεγαλοβιομήχανος Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ο οποίος είναι ταυτόχρονα πρόεδρος του ΣΕΒ και ιδιοκτήτης της τσιμεντοβιομηχανίας «ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ».
Το χρονικό μέχρι τη συγκέντρωση στο Πασαλιμάνι
Το οργανωμένο εργατικό κίνημα πραγματοποίησε την Πρωτομαγιά του 1923 μαζική συγκέντρωση στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη με συμμετοχή του Εργατικού Κέντρου Πειραιά (40 σωματεία) και 20 σωματεία των Αθηνών, με κύρια αιτήματα: Αύξηση με βάση τη μεταλλική δραχμή. Εφαρμογή του 8ωρου. Δημιουργία Γραφείων Ευρέσεως Εργασίας. Η κυβέρνηση μετά από 20 μέρες απαντά στη ΓΣΕΕ και στα Εργατικά Κέντρα Πειραιά – Αθηνών ότι είναι αδύνατη η ικανοποίηση των αιτημάτων.
Ταυτόχρονα απολύονται εκατοντάδες εργαζόμενοι από τα εργοστάσια λιπασμάτων και τα υαλουργεία.
Οι εργοδότες ζητούν επίμονα τη μείωση των μισθών.
9 Ιούνη: Πραγματοποιείται κοινή σύσκεψη ΓΣΕΕ και Εργατικού Κέντρου Πειραιά. Αποφασίζεται ότι καταρχήν μπορεί να γίνει δεκτή η μείωση των ημερομισθίων, αλλά με τον όρο το κράτος να μειώσει τις τιμές των ειδών μονοπωλίου και του ψωμιού. Η κυβέρνηση αρνείται.
15 – 30 Ιούνη: Η 30μελής επιτροπή που συστήθηκε από το Κράτος – με σκοπό τον συναινετικό επανακαθορισμό των ημερομισθίων –, με τη συμμετοχή αντιπροσώπων των εργοδοτών, των εργατών και του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, εξελίχθηκε σε προσπάθεια απόσπασης της συναίνεσης των εργαζομένων στην εργοδοτική επίθεση. Μετά από 7 συνεδριάσεις από τις 15 μέχρι τις 30 Ιούνη, η επιτροπή εξέδωσε πόρισμα, με το οποίο πρότεινε μείωση των ημερομισθίων των καπνεργατών κατά 30-35%, των εργατών στα μεταλλεία και λιγνιτωρυχεία κατά 15-25% από 1ης Ιούλη, των βυρσοδεψών, για όσους αμείβονταν με 30 δραχμές και πάνω, κατά 15-30%, των δε κάτω των 25 δραχμών κατά 8-10%. Η επιτροπή νομιμοποίησε την μείωση των ημερομισθίων των ναυτεργατών και φορτοεκφορτωτών.
Οι ναυτεργάτες δηλώνουν πως δεν αποδέχονται τέτοια μείωση και προειδοποιούν με απεργιακούς αγώνες. Η κυβέρνηση τους απειλεί με επιστράτευση.
Αρχές Ιούλη: Γίνεται απεργία από τους εργάτες Λαυρίου με αιτήματα το 8ωρο και την αύξηση των ημερομισθίων. Απεργούν και οι ράπτες. Έραβαν μόνο σακάκια και γιλέκα, όχι παντελόνια.
4 Ιούλη: Αναστέλλεται η ισχύς του νόμου 2112 που απαγορεύει τις μαζικές απολύσεις.
9 Αυγούστου: Οι μυλεργάτες του Πειραιά πυροδοτούν τη γενική απεργία, απαιτώντας από τους αλευροβιομήχανους: Να μην ισχύσει η μείωση 35% στα εισοδήματά τους. Να πληρωθούν τα περικομμένα ημερομίσθια. Να επαναπροσληφθούν οι απολυμένοι συνάδελφοί τους. Να αποζημιωθούν οι τυχόν μη επανερχόμενοι.
Η απεργία επεκτείνεται. Ομοσπονδία και Σωματεία επισιτισμού στις υπόλοιπες πόλεις προχωρούν σε απεργία. Το Εργατικό Κέντρο Πειραιά και η ΓΣΕΕ καλούν σε υλική συμπαράσταση στους απεργούς.
17 Αυγούστου: Οι ναυτεργάτες παίρνουν τη σκυτάλη της απεργίας. Το λιμάνι παραλύει. Είκοσι πλοία δεν καταφέρνουν να αποπλεύσουν. Το απόγευμα, οι φορτοεκφορτωτές μπαίνουν στην απεργία.
18 Αυγούστου: Η απεργία από πόλη σε πόλη έχει αρχίσει ν’ απλώνει σ’ όλη την Ελλάδα.
19 Αυγούστου, Κυριακή: Στην Αθήνα γίνεται πανεφεδρική συγκέντρωση στο θέατρο «Αλάμπρα». Παντού στους δρόμους κυκλοφορούν ομάδες αστυνομικών. Οι περίπολοι στον Πειραιά πιάνουν ναυτεργάτες και τους μεταφέρουν με τη βία στα πλοία.
19 Αυγούστου: Συλλαμβάνονται μέλη της διοίκησης της Ναυτεργατικής Ομοσπονδίας. Μετά από αυτή την κατάσταση η διοίκηση του Εργατικού Κέντρου Πειραιά αποφασίζει πανεργατική απεργία. Η τελική, όμως, απόφαση θα εξαρτηθεί από τη ΓΣΕΕ.
20 Αυγούστου: Απεργούν ηλεκτροτεχνίτες, σιδηροδρομικοί του ηλεκτρικού, τροχιοδρομικοί, καπνεργάτες, εργάτες Τύπου, εργάτες του Τελωνείου. Η κυβέρνηση καλεί απεργοσπάστες απ’ το στρατό και την αστυνομία. Όλα τα αστυνομικά τμήματα και οι φυλακές γεμίζουν με απεργούς. Περίπολοι του Πολεμικού Ναυτικού συλλαμβάνουν περίπου 200 ναυτοθερμαστές για να τους βάλουν να δουλέψουν υποχρεωτικά. Τα πληρώματα πλοίων με ξένη σημαία που καταπλέουν στον Πειραιά δηλώνουν την υποστήριξή τους στην απεργία.
Την ίδια μέρα η κυβέρνηση δημοσιοποιεί την 20444/20.08.23 απόφασή της με την οποία, κατά παρέκκλιση του άρθρου 11 του Συντάγματος, αποφασίζει τη διάλυση των αναγνωρισμένων εργατικών σωματείων! Η απόφαση αυτή ανεστάλη στις 20.11.1923, η λογική της όμως σημάδεψε την κρατική πολιτική απέναντι στα συνδικάτα για πολλές δεκαετίες. Μετά το τέλος της απεργίας στις 25 Αυγούστου, αντιπροσωπεία του ΕΚΑ επισκέπτεται τον Ανδρέα Χατζηκυριάκο και του επισημαίνει ότι η απόφαση της «Επανάστασης» περί αναστολής λειτουργίας των εργατικών Σωματείων αντίκειται στο διεθνές δίκαιο και θα δημιουργήσει προβλήματα στην ελληνική κυβέρνηση. Ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος απαντά «ότι πράγματι η εργατική Νομοθεσία διέπεται από διεθνείς Νόμους, αλλ’ αυτό δεν ημπόδισε την Ιταλίαν να καταργήση τας συνομοσπονδίας», αναφερόμενος φυσικά στη πρακτική της φασιστικής κυβέρνησης του Μουσολίνι που μόλις είχε διαλύσει τα εργατικά σωματεία στην Ιταλία.
Η ΓΣΕΕ δηλώνει ότι επεκτείνει τις απεργίες σ’ ολόκληρη τη χώρα, ενώ στον Πειραιά πραγματοποιείται σύσκεψη του Εργατικού Κέντρου Πειραιά, της Ναυτικής Ομοσπονδίας και των Ομοσπονδιών Σιδηροδρομικών, Ηλεκτροκινήσεως, Επισιτισμού και της ΓΣΕΕ.
Τα κύρια αιτήματα της απεργίας είναι: Σταθεροποίηση των ημερομισθίων με βάση τον τιμάριθμο. Μέτρα κατά της ακρίβειας και της αισχροκέρδειας. Απόλυση κρατούμενων απεργών. Κατάργηση της λογοκρισίας επί των εργατικών ζητημάτων. Απαγόρευση της εξαγωγής ανεπεξέργαστων καπνών και άλλα. Απ’ όλη την Ελλάδα φτάνουν τηλεγραφήματα για συμμετοχή στην απεργία της ΓΣΕΕ.
Ο Γ. Παπανδρέου, Υπ. Εσωτερικών τότε της κυβέρνησης Γονατά, δήλωνε στους εκπροσώπους των εργατών Ευάγγελο Ευαγγέλου, Γενικό Γραμματέα της ΓΣΕΕ και από την Καπνεργατική Ομοσπονδία τον Γραμματέας της Λεωνίδα Χατζησταύρου και τον Σεραφείμ Μάξιμο, που τον επισκέφθηκαν λίγες μέρες πριν την καταστολή:
«– Κύριοι, η εβδομάδα αυτή είναι η Εβδομάδα των Παθών για σας. Γενική Απεργία ίσον Επανάστασις! Και η Επανάστασις καταστέλλεται διά της βίας».
21 Αυγούστου: Εφημερίδες δεν βγαίνουν. Σε επιτροπή εργατών ο Πλαστήρας δηλώνει πως δε δέχεται συζήτηση με απεργούς. Ο Πειραιάς μπλοκάρεται με στρατό και μηχανοκίνητα. Τα αρχεία των εργατικών σωματείων κατάσχονται. Ομάδες εργατών κυνηγιούνται στους δρόμους των συνοικιών του Πειραιά απ’ τις αστυνομικές περιπόλους. Σκορπούν και ξανασμίγουν σε μικρότερες ομάδες, προσπαθώντας να συγκεντρωθούν στην πλατεία του Δημοτικού Θεάτρου. Οι ναυτεργάτες έχουν ορίσει συγκέντρωση στα γραφεία της Ναυτικής Ομοσπονδίας. Αποσπάσματα του Α΄ Σώματος Στρατού παίρνουν θέσεις μάχης. Βγαίνουν στους δρόμους τανκς. Αντλίες νερού της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας πιάνουν δουλειά σε βάρος των εργατών. Κάπου ακούγεται να κροταλίζει ένα πολυβόλο.
22 Αυγούστου: Οι απεργοί σπάζουν τις στρατιωτικές ζώνες και ξεχύνονται στο Πασαλιμάνι. «Κάτω η κυβέρνηση των εργοδοτών!», «Αφοπλίστε τους τρομοκράτες!». Σφυρίζουν οι σφαίρες ανάμεσα στους εργάτες. Σκοτώνονται τρεις.
Η αιματηρή καταστολή της συγκέντρωσης στο Πασαλιμάνι
23 Αυγούστου: Στην πλατεία Πασαλιμανιού πραγματοποιείται μεγάλη πανεργατική συγκέντρωση από τη ΓΣΕΕ και το ΕΚ Πειραιά. Η κυβέρνηση, έντρομη, δίνει εντολή να χτυπηθούν οι απεργοί. Στρατός και αστυνομία επιτίθενται με σφοδρότητα στους συγκεντρωμένους. Απολογισμός: 11 νεκροί εργάτες, 100 τραυματίες, 500 περίπου συλληφθέντες.
Ο Ριζοσπάστης της 24 Αυγούστου της επόμενης χρονιάς δημοσιεύει με αναλυτικό ρεπορτάζ το χρονικό της σύγκρουσης και της αιματηρής καταστολής της απεργίας:
«ΤΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ
Η επί της απεργίας Επιτροπή του Εργατικού Κέντρου Πειραιώς δια προκηρύξεώς της εκάλει δια την 23ην του αυτού μηνός (σ.σ. 23 Αυγούστου 1923) τους απεργούς εις συγκέντρωσιν διαμαρτυρίας εναντίον των τρομοκρατικών μέτρων άτινα έλαβεν η αντεργατική Κυβέρνησις.
Η συγκέντρωσις επρόκειτο να λάβει χώραν το απόγευμα εις τας προ του Εργατικού Κέντρου Πειραιώς και Δημοτικού Θεάτρου πλατείας.
Από της πρωίας όμως της ημέρας εκείνης η πλατεία του Δημοτικού Θεάτρου είχε καταληφθή υπό ισχυράς στρατιωτικής δυνάμεως. Εις όλας τας άκρας της πλατείας είχον στηθή πολυβόλα, ενώ πυκνώταται ίλαι ιππικού των οποίων οι ιππείς εκράδανον γεγυμνωμένας σπάθας, περιήρχοντο τας γύρω παρόδους.
Αλλά τα τρομοκρατικά μέτρα της Κυβερνήσεως δεν περιωρίσθησαν μέχρις αυτού. Ισχυραί περίπολοι διέσχιζον την πειραϊκήν παραλίαν, ο δε εν Αθήναισι και Πειραιεί στρατός ευρίσκετο εν επιφυλακή.
Περί την 8ην πρωινήν είχαν ωχυρωθή πάντα τα επίκαιρα σημεία του Πειραιώς. Η Καστέλλα είχεν ωχυρωθή δια πολυβόλων και τριών Τανκς. Επίσης δια πολυβόλων ωχυρώθησαν το ύψωμα του Προφήτου Ηλία, το Πυριτιδοποιείον κλπ. Πολυβόλα ωσαύτως είχον τοποθετηθεί εις τα παράθυρα του Φρουραρχείου και του κτηρίου της Αστυνομίας των Πόλεων.
Το μεγαλύτερον όμως μέρος των πολυβόλων, των τάνκς και των στρατευμάτων είχαν ταμπουρωθεί εις την πλατεία του Πασαλιμανίου, ενώ ισχυραί περίπολοι είχαν ζώσει ολόκληρον το Πασαλιμάνι. Εν τω μεταξύ αστυνομικά όργανα προέβησαν εις συλλήψεις διαφόρων εργατών. Τέλος η όλη πόλις του Πειραιώς είχεν όψιν ωσαύτως πεδίου μάχης. Αι επιθετικαί διαθέσεις της Κυβερνήσεως είχον γίνει τόσον αντιληπταί από ολόκληρον τον πληθυσμόν του Πειραιώς ώστε ο κόσμος τρομοκρατημένος είχε κλεισθή εις τα σπίτια του. Μήτε ένα παράθυρο ανοικτόν, μήτε μια πόρτα ημιάνοικτος. Η κυβερνητική τρομοκρατία αφ’ ενός, η γενική απεργία αφ’ ετέρου είχον νεκρώσει πάσαν ζωήν.
Εκτός των στρατευμάτων, των Τάνκς, των ιλών ιππικού, ανά τας κυριωτέρας οδούς και τας πλατείας της πόλεως περιεφέροντο καθ’ ομάδας εργάται, ανήσυχοι να μάθουν ποία θα ήτο η στάσις της Εργατικής Τάξεως προ των τοιούτων αγρίων τρομοκρατικών μέτρων της Κυβερνήσεως. Καθ’ εκάστην φοράν καθ’ ην η Αστυνομία προσεπάθει να προβή εις αυθαιρέτους συλλήψεις επικολούθει συμπλοκή μεταξύ των αστυνομικών και της ομάδος των εργατών.
Εν τούτοις παρ’ όλα τα τρομοκρατικά μέτρα οι απεργοί έσπασαν την ζώνην των στρατιωτών και συνεκεντρώθησαν εις την πλατείαν. Τότε διετάχθη μια περίπολος να ανοίξει πυρ κατά των απεργών, ανεπιτυχώς όμως.
ΟΙ ΑΠΕΡΓΟΙ ΣΠΑΖΟΥΝ ΤΑ ΟΠΛΑ
Τότε οι απεργοί εξαγριωθέντες ώρμησαν κατά της περιπόλου και αφώπλισαν αυτήν, εκκενώσαντες δε τα όπλα εις τον αέρα, έσπασαν αυτά χωρίς να κτυπήσουν κανένα στρατιώτην. Οι εις την παραλίαν Πασαλιμάνι ευρισκόμεναι περίπολοι ήρχισαν να βάλλουν κατά των απεργών τους οποίους έβλεπον απτοήτους να δέχωνται τας σφαίρας εις τα στήθη των.
Προ της δολοφονικής αυτής ενέδρας ευρεθέντες οι απεργοί ήρχισαν να ανέρχωνται την οδόν Ρέπουλη ψάλλοντες την Διεθνή και κατευθυνόμενοι εις το φρουραρχείον, όπως διαμαρτυρηθούν δια τούτο. Οταν ευρίσκοντο από της διασταυρώσεως των οδών Ρέπουλη (σ.σ. σημερινή οδός Σωτήρου Διός) Καραήσκου και Βενιζέλου – Σωκράτους συνήντησαν περίπολον επικεφαλής της οποίας ήτο εις υπολοχαγός του Φρουραρχείου όστις εις μιαν γωνίαν της διασταυρώσεως Ρέπουλη – Σωκράτους είχε στήσει πολυβόλο και διευθύνων ο ίδιος τούτο έβαλλε κατά των ανερχομένων αόπλων απεργών. Επίσης και εκ τινός παραθύρου του Φρουραρχείου Πειραιώς εβάλλοντο δι’ ετέρου πολυβόλου. Η εμπροσθοφυλακή των ανερχομένων απεργών εβάλλετο εκ των ανωτέρω σημείων. Το κέντρον αυτών εβάλλετο εκ του εξώστου της Διευθύνσεως της Αστυνομίας Πόλεων Πειραιώς και εκ των εντός του Πρωτοδικείου εγκατεστημένων στρατιωτών του φρουραρχείου Πειραιώς. Επίσης άλλη ισχυρά περίπολος έβαλλεν εκ των όπισθεν κατά των απεργών ωχυρωμένη εις μίαν γωνίαν της διασταυρώσεως των οδών Ρέπουλη – Βενιζέλου. Οι απεργοί εργάτες Πειραιώς άφοβα επρότειναν τα στήθη των προ των δολοφόνων σφαιρών της Ελληνικής Μπουρζουαζίας.
Αι οιμωγαί των τραυματισμένων και των ψυχορραγούντων συνενώθησαν με τας αγανακτησμένας κραυγάς των απεργών οι οποίοι ευρεθέντες προ της νεώτατης αυτής δολοφονικής ενέδρας άρχισαν να διαλύωνται.
Επίσης ισχυραί περίπολοι απεστάλησαν και κατέλαβον το Εργατικόν Κέντρον Πειραιώς και τα γραφεία διαφόρων εργατικών σωματείων. Αι περίπολοι μετά χαφιέδων περιεφέροντο εις τας οδούς τρομοκρατούντες τους πάντας.
Τα ρολά των καταστημάτων καθώς έπεσαν επροκάλουν τρομακτικόν θόρυβον.
Εις τας 9 το βράδυ σαλπιγκταί του φρουραρχείου περιήρχοντο τας οδούς σαλπίζοντες αποχώρησιν πυροβολούντες καθένα όστις περιεφέρετο εις τας οδούς πέραν της 9ης.
Η τρομοκρατία εξηκολούθησε καθ’ όλην την νύκτα. Περίπολοι εκ στρατιωτών του φρουραρχείου, χωροφυλάκων και πόλισμαν ετρομοκράτουν τας οδούς μη επιτρέπουσαι εις ουδένα την διάβασιν.
Οι απεργοί θα προέβαινον εις αντίποινα δια την αισχράν αυτήν δολοφονικήν επίθεσιν εκ μέρους των αρχών, εάν η επιτροπή επί της απεργίας του Εργατικού Κέντρου Πειραιώς δεν συνίστα εις αυτούς να διαλυθώσι και να επιστρέψωσι εις τας οικίας των.
ΕΦΟΝΕΥΘΗΣΑΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Κατά τις 11 το βράδυ τεθωρακισμένον αυτοκίνητον εστάθμευσε έξω από την κυρίαν είσοδον του Ζαννείου νοσοκομείου δια να παραλάβη κι άλλους υποκύψαντας εις τα τραύματά των.
Επτά στρατιώται με εφ’ όπλου λόγχην ανεβασμένοι επάνω στο τανκς εκύτταξαν τα γύρω με ύποπτα βλέμματα φωνάζοντας από καιρού εις καιρόν: «Αλτ. Μη προχωρείς!» όταν το νυκτερινό αγεράκι έρριπτε κανένα φύλλο από τα πέριξ δένδρα.
Αφού εφόρτωσε, με ιλιγγιώδη ταχύτητα ήρχισε να κατέρχεται προς την παραλίαν και να διευθύνεται δια του Αγ. Διονυσίου προς το νεκροταφείο της Αναστάσεως.
Με σβυστά τα φώτα, εσταμάτησεν εμπρός από την μεγάλην πόρταν του νεκροταφείου. Δυο στρατιώτες πηδούν και με την λόγχην παρατεταμένην, διατάζουν τον φύλακα να ανοίξη.
— «Δείξε μας τον λάκκο που είνε οι σκοτωμένοι», του λέγουν.
Πιο πέρα ένας μεγάλος λάκκος έχασκε φαντάζοντας μέσα στο σκοτάδι σαν το στόμα τεράστιου θηρίου. Οι στρατιώτες με μια κουβέρτα τυλιγμένα κατέβασαν από το τανκς τέσσαρα γυναικεία πτώματα και τα ρίξαν και αυτά μαζύ με τους άλλους σκοτωμένους.
Τα ονόματα των τεσσάρων γυναικών δεν έχουν σημειωθή ούτε εις τα βιβλία του νεκροταφείου ούτε του Νοσοκομείου. Το μέρος που είναι θαμμένες είνε εις το άκρον της ανατολικής πλευράς του Νεκροταφείου Πειραιώς.
Ο φύλαξ του νεκροταφείου με αγανάκτηση δείχνει το μέρος αυτό που είναι θαμμένοι τόσοι αδικοσκοτωμένοι εργάτες.
Αι συλλήψεις και η τρομοκρατία εξηκολούθησαν και την άλλην ημέραν»…
24 Αυγούστου: Η τάξη έχει επιβληθεί με τανκς στους δρόμους και απαγόρευση της κυκλοφορίας. Ολα είναι βυθισμένα στο πένθος και στην πνιγμένη οργή.
Μετά τα αιματηρά γεγονότα του Πασαλιμανιού, στις 25 Αυγούστου 1923, η ΓΣΕΕ ανακοινώνει τη λήξη της μεγαλύτερης σε έκταση και σημασία απεργίας στη μέχρι τότε ιστορία του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα ένας κορυφαίος . σταθμός των μεγάλων αγώνων του νεαρού τότε ελληνικού οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος.
Παρά την καταστολή της απεργίας και τα γεγονότα που ακολούθησαν οδήγησαν στην ωρίμανση και βοήθησαν στην ταξική συνειδητοποίηση ενός μεγάλου μέρους του προλεταριάτου. Ανάμεσά τους μια σημαντικά μεγάλη μάζα εξαθλιωμένων προσφύγων που η απελπισία τους ανάγκαζε να δουλεύουν με οποιουσδήποτε όρους και χρησιμοποιήθηκαν πλατιά σαν αστείρευτη πηγή απεργοσπαστών. Πρόσφυγες που γρήγορα αφυπνίστηκαν και βρέθηκαν στη πρώτη γραμμή των αγώνων του λαού μας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ:
— ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 22.8.1923 και 23.8.1923
— ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 24.8.1924
– ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 30.4.1996
– ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 29.8.2013
– ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1918 – 1926, Διπλωματική εργασία του Θανάση Καμπαγιάννη, Μάρτης 2007
– Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλα 27, 28, 29 και 30.3.1958, «Ο Σεραφείμ Μάξιμος Αποκαλύπτει»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου