Στη ζωή και στην πολιτική είναι καλό να «πλάθεις» σενάρια και γενικότερα να προετοιμάζεσαι και για το προβλέψιμο και για το απρόβλεπτο. Όμως πρέπει πάντα να έχεις στο μυαλό σου ότι τα σενάρια μπορούν να καταρριφθούν και οι σχεδιασμοί να ανατραπούν.
Έτσι και στην περίπτωση της κυβέρνησης, σήμερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σίγουρα έχει στο μυαλό του συγκεκριμένα σενάρια για τις πολιτικές εξελίξεις. Έχει καταστεί σαφές ότι στο Μέγαρο Μαξίμου η βασική επιδίωξη είναι οι επόμενες εκλογές να διεξαχθούν το 2019.
Για το σκοπό αυτό προσεγγίζονται δύο διαφορετικές εναλλακτικές: η πρώτη εκλογές τον Μάιο του 2019 ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές και η δεύτερη εκλογές στην εξάντληση τετραετίας και κάλπες το Σεπτέμβριο του 2019. Αυτή είναι η εκδοχή που δημοσίως υποστηρίζει τόσο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όσο και τα βασικά κυβερνητικά στελέχη. Στην περίπτωση αυτή όλοι εκτιμούν πώς ταυτόχρονα θα γίνουν και οι αυτοδιοικητικές εκλογές.
Βεβαίως το σενάριο αυτό έχει μία προφανή αδυναμία. Τον Μάιο του 2019 θα έχουν προηγηθεί οι ευρωεκλογές που παραδοσιακά αποτελούν τρόπο έκφρασης δυσαρέσκειας του εκλογικού σώματος προς την εκάστοτε κυβέρνηση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, μάλιστα, το γεγονός ότι η ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές του 2014 αποτέλεσε την αρχή του τέλους για την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά, που εκτός όλων των άλλων έχασε και τη στήριξη των ευρωπαίων εταίρων και δανειστών μας. Έτσι λοιπόν εάν δεχθούμε ότι η κυβέρνηση θα αντέξει και ότι οι εκλογές θα γίνουν μέσα στο 2019, τότε εκτιμάται ότι το πιθανότερο σενάριο είναι αυτό του Μαΐου και όχι του Σεπτεμβρίου.
Οι παράμετροι των εξελίξεων
Από εκεί και πέρα υπάρχουν δύο βασικές παράμετροι των εξελίξεων που αποτελούν αστάθμητους παράγοντες και δεν επιτρέπουν στον πρωθυπουργό να είναι σίγουρος για τις εξελίξεις.
Η πρώτη αφορά στην οικονομία και το κλείσιμο των δύο αξιολογήσεων που απομένουν -της τρίτης και της Τετάρτης- οι οποίες τις θα σημάνουν και την έξοδο από το μνημόνιο. Φυσικά το αν θα πρόκειται και καθαρή έξοδο ή θα απαιτηθεί περαιτέρω στήριξη είναι ένα ζητούμενο που σίγουρα θα διαμορφώσει σε μέγιστο βαθμό το πολιτικό αφήγημα.
Η δεύτερη παράμετρος είναι το σκοπιανό. Η κυβέρνηση που προφανώς έχει ήδη συμφωνήσει στο παρασκήνιο πως ήρθε η ώρα να λυθεί το ζήτημα, αρχικά εκτίμησε θα μπορέσει να χειριστεί Το ζήτημα με επικοινωνιακούς Όρους μεταθέτοντας το πρόβλημα στα άλλα κόμματα και κυρίως στη Νέα Δημοκρατία. Τα αγκάθια για το Μέγαρο Μαξίμου είναι σημαντικά. Αφενός η στάση της κοινής γνώμης που δεν έχει προετοιμαστεί επαρκώς όλα αυτά τα χρόνια για έναν έντιμο συμβιβασμό, όπως επιχειρείται σήμερα. Και αφετέρου η στάση του κυβερνητικού εταίρου Πάνου Καμμένου όποιος δείχνει πως δεν είναι διατεθειμένος να χάσει και το τελευταίο «πολιτικό φύλλο συκής» που του απομένει. Αντιθέτως, μοιάζει να εκτιμά πώς η κάθετη διαφωνία του στην ονομασία των Σκοπίων μπορεί να αποτελέσει ένα σωσίβιο σωτηρίας το οποίο θα το επιτρέψει να εξασφαλίσει την είσοδο του στη Βουλή, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, όπως και το 2015, όταν όλες οι δημοσκοπήσεις του έδιναν ποσοστά κάτω του 3%.
Κι αν στην οικονομία συνολικά η κυβέρνηση και ειδικότερα το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου είναι πλέον καλά διαβασμένοι και έμπειροι στο ευρωπαϊκό παιχνίδι, δεν μοιάζει να είναι ίδιο για το Σκοπιανό.
Κατ’ αρχήν, όπως προσημειώθηκε, ο έως τώρα δημόσιος χειρισμός του θέματος υπακούει εμφανώς σε μικροπολιτικές σκοπιμότητες δημιουργίας εντυπώσεων. Αυτό πραγματικά δεν μπορεί να βοηθήσει τον ελληνικό λαό να αποδεχθεί -αν φυσικά είναι αυτός ο τελικός στόχος- μετά από 2,5 δεκαετίες ότι πρέπει να γίνει ένας έντιμος συμβιβασμός προκειμένου οι δύο χώρες να κλείσουν ένα σημαντικό κεφάλαιο που τους χωρίζει και να προχωρήσουν μπροστά.
Αντιθέτως, η κυβέρνηση κατάφερε, προφανώς δεν ήθελε και πολύ κόπο, να μετατρέψει την επίλυση σε ένα ζήτημα που διχάζει και αναβιώνει στιγμές του πρόσφατου παρελθόντος.
Κι αυτό ενώ ο Μάθιου Νίμιτς είχε προειδοποιήσει από τις αρχές Καλοκαιριού με την επίσκεψη στις δύο χώρες ότι το θέμα βρισκόταν σε ωρίμανση ενώ επίσης ήταν γνωστό ότι το καλοκαίρι του 2018ωθα τεθεί θέμα ένταξης των Σκοπίων σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ αντιστοίχως.
Οι συνέπειες της στρατηγικής Κοτζιά
Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς ανέλαβε όλο το χειρισμό του θέματος κινούμενος με όρους μυστικής διπλωματίας, χωρίς την ενημέρωση κομμάτων και πολιτικών αρχηγών. Είναι επίσης προφανές ότι ο κ. Κοτζιάς είχε πείσει τον πρωθυπουργό πως με το «Σκοπιανό» θα μπορούσαν να καταγάγουν μια εύκολη εξωτερική και εσωτερική νίκη, υπερκερνώντας τα κόμματα, δεδομένου ότι σε όλα υπάρχουν οριζόντιες διαιρέσεις.
Ο κ. Κοτζιάς λοιπόν με την νέα του κοσμοθεωρία ότι «στη Βουλή χρειάζεται πλειοψηφία βουλευτών και όχι κομμάτων ήλπιζε ότι θα δημιουργούσε σημαντικό πρόβλημα τόσο στη Νέα Δημοκρατία όσο και στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, αλλά προφανώς δεν εκτίμησε σωστά την επιρροή του εκλογικού σώματος και στους βουλευτές του δικού τους κόμματος. Ειδικά σε μια εποχή «ισχνών αγελάδων» κατά την οποία κάθε χαμένος σταυρός προξενεί διπλό κακό.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι ο δρόμος της κυβέρνησης είναι… σκοτεινός και σπαρμένος με αγκάθια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου