Ριμινίτες με την υποστήριξη Εγγλέζικων αρμάτων «Σέρμαν» καταλαμβάνουν του Ζωγράφου και τα Κουπόνια και επιτίθενται στην Καισαριανή. Δεν κατορθώνουν να την καταλάβουν παρά την παρέμβαση της βρετανικής αεροπορίας. Βομβαρδίζεται και το Πολυιατρείο στο Βύρωνα όπου νοσηλεύονται πολλοί τραυματίες. Αρχίζει μια σκληρή μάχη που θα κρατήσει 25 μέρες, με τους ελασίτες και το λαό να κρατούν, με βαρύ φόρο αίματος, ελεύθερο το «Στάλινγκραντ της Αθήνας». Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
Στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη αρχίζει η επίθεση του ΕΛΑΣ . (σ.σ.: Διοικητής του Συντάγματος Χωροφυλακής ήταν ο συνταγματάρχης Γ. Σαμουήλ, υποδιοικητής ο αντισυνταγματάρχης Ευ. Σοφράς και επικεφαλής της άμυνας ο αντισυνταγματάρχης Πεζικού Κ. Κωστόπουλος, διοικητής Τάγματος Ασφαλείας στη Λακωνία και την Αθήνα, υπόδικος για δοσιλογισμό που μετέφεραν εσπευσμένα οι Εγγλέζοι στο στρατόπεδο).
Κι εδώ παρεμβαίνουν οι Εγγλέζοι που χτυπούν τους ελασίτες και από την Ακρόπολη που την έχουν καταλάβει αλεξιπτωτιστές. Η επιχείρηση της Ι Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ αποτυγχάνει όχι μόνο λόγω της επέμβασης των Εγγλέζων, αλλά και λόγω λαθών στο σχεδιασμό και στη διεξαγωγή της.
Στο κέντρο της πόλης βρετανοί και κυβερνητικές δυνάμεις θέτουν υπό τον έλεγχό τους κεντρικούς δρόμους όπως η Σταδίου και Πανεπιστημίου. Οι Εγγλέζοι λεηλατούν το κτίριο της έδρας της ΚΕ του ΕΑΜ στην οδό Κοραή.
Στον Πειραιά ο ΕΛΑΣ ελέγχει όλη την πόλη εκτός από το Μέγαρο Βάτη και τη Σχολή Δοκίμων.
Την ίδια μέρα η ΚΕ του ΕΛΑΣ στέλνει στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ διαταγή με την οποία του ανατίθενται τα καθήκοντα:
-Της ασφάλειας των συνόρων.
-Της επιτήρησης των βρετανικών δυνάμεων στην περιοχή του.
-Της ασφάλειας από πιθανές αποβάσεις.
Κι ακόμη της εξουδετέρωσης του Ζέρβα στην Ήπειρο και του Τσαούς Αντών στη Μακεδονία.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ-ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ
«… θα αντιμετωπισθούν σαν εχθρικά τμήματα»
Για πρώτη φορά, έστω και καθυστερημένα στις 11.30 , σε εκτέλεση διαταγής της ΚΕ του ΕΛΑΣ η διοίκηση της ΙΙ Μεραρχίας καθορίζει την «τηρητέα στάση έναντι των Αγγλικών στρατευμάτων»:
«α) Κατ’ αρχήν θα αποφύγωμεν πάσαν πρόκλησιν. Υπάρχουν μεγάλαι πιθανότητες ότι τα Αγγλικά Στρατεύματα, αν και δεν θα προκληθούν, θα επέμβουν στον αγώνα εναντίον μας. Στην περίπτωσιν αυτήν θα αντιμετωπισθούν σαν εχθρικά τμήματα.
β) Την περίπτωσιν απαιτήσεως παρά των Άγγλων να αφοπλίσουν ή συλλάβουν τμήματά μας ως παραβάντα δήθεν εντολήν Στρατηγού Σκόμπυ περί εισόδου εις απηγορευμένην ζώνην κρίνομεν περιττόν να αναπτύξωμεν , καθόσον πάσα παράδοσις όπλου από αντάρτην ή τμήμα ή και αιχμαλωσία των αποτελεί το μεγαλύτερον αίσχος διά πάντα ΕΛΑΣΙΤΗΝ και εσχάτην προδοσίαν απέναντι Πατρίδος και Ελληνικού Λαού. Απάντησίς μας θα είναι η απάντησις του Λεωνίδα «Μολών ΛΑΒΕ».
Η παράγραφος αυτή θα αναπτυχθεί εις άπαντας τους συναγωνιστάς υπ’ ευθύνη των Διοικήσεων και να τονισθή , ότι ουδεμία δικαιολογία θα υπάρχει περί παραδόσεως όπλων εν γένει και αιχμαλωσίας εκτελουμένης κατόπιν διαταγής ανωτέρου Στρατιωτικού ή Καπετάνιου…».
Παπανδρέου: «… δεν είναι επέμβασις αλλά Απελευθέρωσις»
«Η βοήθεια που μας παρέχουν ( σ.σ.: Οι Εγγλέζοι) δεν είναι επέμβασις. Επέμβασις υπάρχει μόνον όταν γίνεται εις ελεύθερα κράτη, όπου λειτουργεί η Λαϊκή Κυριαρχία. Και τοιαύτην επέμβασιν ουδείς ελεύθερος Λαός ανέχεται. Όταν όμως ένας Λαός δεν έχει αποκτήσει τας πολιτικάς του ελευθερίας, διότι κατέχεται από μίαν ένοπλον μειοψηφίαν, τότε η βοήθεια δεν λέγεται επέμβασις αλλά Απελευθέρωσις, και επισύρει την άπειρον ευγνωμοσύνην του Λαού…».
(Γεώργιος Παπανδρέου «Η απελευθέρωσις της Ελλάδος 1944», σ. 249, ΤΟ ΒΗΜΑ βιβλιοθήκη).
Οι μάχες στον Πειραιά
« Στις 5 του Δεκέμβρη με μια εξόρμηση του 6ου Συντάγματος Πειραιά (σ.σ.: Στρατιωτικός διοικητής του ήταν ο μόνιμος λοχαγός Σωτήρης Κυβέλος και καπετάνιος ο Νίκανδρος Κεπέσης, αργότερα μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ) που το βοηθάει ο λαός, Ο Πειραιάς καταλαμβάνεται. Μιά αντίσταση που προβλήθηκε στα αστυνομικά τμήματα εξουδετερώθηκε αμέσως. Οι προδότες καταφεύγουν στο μέγαρο του Βάτη και στη Σχολή των Δοκίμων κι’ από κει προκαλούν το λαό με πυροβολισμούς.
Στις 6 μάλιστα του Δεκέμβρη κάνουν εξόρμηση προς το Πασαλιμάνι και το Δημοτικό Θέατρο. Φυσικά αποκρούστηκαν. Το τάγμα του Κέντρου τους κρατάει μέχρι το μεσημέρι. Στο μεταξύ σ’ ολόκληρο τον Πειραιά συντελείται μια πρωτοφανής κινητοποίηση. Από τα Ταμπούρια ξεκινάει μια φάλαγγα πολιτών με ξύλα και πέτρες, τσεκούρια και μπαλτάδες. Ξεκινούν κάπου 300 άνθρωποι. Στην Αγιά Σοφιά γίνουνται τόσοι πολλοί που είναι πλημμυρισμένοι οι δρόμοι. Στη Ρετσίνα ενώνονται με άλλες φάλαγγες λαού. Το θέαμα είναι πραγματικά επιβλητικό. Μπροστά τα χωνιά και πίσω ένας αποφασισμένος λαός που οπωσδήποτε εννοεί να μην τον σκοτώνουν και να σεβαστούν τα δικαιώματά του.
Όμως και οι Άγγλοι από την τηλεφωνική πυροβολούν. Πέφτει κι’ όλας ένας νεκρός στην οδό Μακράς Στοάς. Άλλος νεκρός στο Δημοτικό Θέατρο. Καμιά όμως δύναμη δεν μπορεί να σταματήσει το ξεχυλισμένο ποτάμι. Ο κυρίαρχος λαός όλο και στριμώχνει τους προδότες. Τους κλείνει στο μέγαρο. Τους ζώνει απ’ όλες τις μεριές, κι αυτοί αναγκάζονται να σηκώσουν λευκή σημαία.. Έξαλλος ο λαός για τη νίκη του ξεσπάει σ’ ακράτητα τραγούδια. Είναι βέβαιος για την τιμωρία των προδοτών. Μα οι Άγγλοι και πάλι επεμβαίνουν και σώζουν τους προδότες. Την άλλη μέρα αυτοί οι πιο θρασείς πυροβόλησαν απ’ το μέγαρο ανύποπτους πολίτες. Στο μεταξύ την ώρα της μάχης στις συνοικίες άρχισε ένας πρωτοφανής οργασμός. Μέσα σε 6 ώρες ο λαός του Πειραιά έστησε 2.000 οδοφράγματα.
Η μάχη του Βάτη ξεκαθάρισε τούτα τα πράγματα. Ότι πρώτα πρώτα ο λαός του Πειραιά ολόκληρος ήταν με το μέρος του αγώνα και ότι οι Άγγλοι αποφάσισαν να χτυπήσουν ανοιχτά το λαό. Την άλλη μέρα άρχισε ο βομβαρδισμός του Πειραιά με όλμους αεροπλάνα και το πυροβολικό των πολεμικών. Στον Πειραιά δόθηκαν τρεις μεγάλες μάχες. Η μάχη του Κέντρου που βάστηξε από τις 6 μέχρι τις 17 του Δεκέμβρη. Η μάχη του Μοσχάτου από τις 13 του Δεκέμβρη μέχρι τις 3 του Γενάρη, και η μάχη της Δραπετσώνας που βάστηξε από τις 20 του Δεκέμβρη μέχρι τις 5 του Γενάρη.
Ο ΕΛΑΣ διέθεσε σ’ αυτές τις μάχες 4.000 άνδρες του 6ου Συντάγματος του Πειραιά και 1.400 άνδρες της 13ης μεραρχίας ανταρτών.
Οι Άγγλοι διάθεσαν 50 τανκς, 100 όλμους, 5-10 αεροπλάνα κάθε μέρα. Το πυροβολικό των πολεμικών, ιδιαίτερα του Κ20, και πολυάριθμα στρατεύματα μητροπολιτικά και αραπάδες.
Και στις τρεις αυτές μάχες ο ΕΛΑΣ έδειξε εξαιρετικές αρετές, τόλμη και πρωτοβουλία στην άμυνα και στην επίθεση. Μια απ’ τις σοβαρές επιτυχίες ήταν ο αιφνιδιασμός στο Μοσχάτο τη νύχτα της 13 του Δεκέμβρη. Πιάστηκαν 170 αιχμάλωτοι και 40 αυτοκίνητα πυρπολήθηκαν. Η κατάληψη των ψυγείων του Φιξ, όπου κυριεύτηκαν 300 τόνοι κατεψυγμένου κρέατος, ήταν μια μεγάλη επιτυχία. Ο μαχόμενος λαός απόχτησε ένα γερό εφόδιο για την εξακολούθηση της μάχης».
(Από την έκδοση της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Πειραιά, το Δεκέμβριο του 1945, επανέκδοση από την Τομεακή Οργάνωση Αττικής του ΚΚΕ το 2014).
«…οι κομμουνισταί είχον επιτύχει να γίνωσι κύριοι του μεγαλυτέρου τμήματος της πρωτευούσης»
«…Κατά το διαρρεύσαν μέχρι της 6ης Δεκεμβρίου διάστημα, οι κομμουνισταί είχον επιτύχει να γίνωσι κύριοι του μεγαλυτέρου τμήματος της πρωτευούσης, δεν απέμενε δε προς ολοκληρωσιν των σχεδίων των παρά η κάμψις της αντιστάσεως των ανθισταμένων φρουρών της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής και η εξουδετέρωσις της ΙΙΙ Ορεινής Ταξιαρχίας.
Κατά την ημέραν ταύτην αφικνούνται προς ενίσχυσιν των στασιαστών κομμουνιστών το 6ον Σύνταγμα Κορίνθου της ΙΙΙ Μεραρχίας και το ΙΙΙ/42 Τάγμα της ΧΙΙΙ Μεραρχίας εκ Στερεάς Ελλάδος. Εξ άλλου από του απογεύματος της ιδίας ημέρας ήρξατο ενεργός επέμβασις εις τον αγώνα της Βρετανικής Αεροπορίας κατά στόχων κειμένων εις τας παρυφάς της πόλεως».
(Αρχηγείον Στρατού, Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, Η Απελευθέρωσις της Ελλάδος και τα μετά τάυτην γεγονότα ( Ιούλιος 1944-Δεκέμβριος 1945), Έκδοσις Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού, Αθήναι 1973).
«Από την αυγή ο αλλληλοσπαραγμός»
Ημερολογιακές σημειώσεις του Γιώργου Σεφέρη (από τις «Μέρες Δ΄ 1 Γενάρη-31 Δεκέμβρη 1944» σ.371, 372 εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1986). ( σ.σ.: Ο Σεφέρης έζησε τα Δεκεμβριανά στο κέντρο της σύγκρουσης, στην οδό Κυδαθηναίων 9, απέναντι από την εκκλησία της Σωτήρας του Κοττάκη, σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στο τριώροφο σπίτι, ιδιοκτησίας της οικογένειας Σεφεριάδη. Εκεί έμενε και η αδελφή του Ιωάννα Τσάτσου γυναίκα του Κωνσταντίνου Τσάτσου. Εκείνες τις μέρες ήταν υπεύθυνος της υπηρεσίας Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών. Το Μάιο του 1945 ανέλαβε τη θέση του γραμματέα στο Πολιτικού Γραφείου του αντιβασιλιά αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού):
« Τετάρτη, 6 Δεκέμβρη. Τ’ ‘Αι- Νικόλα
Μαύρη μέρα. Από την αυγή ο αλληλοσπαραγμός.
Τα προαισθήματά μου και οι βραχνάδες, εδώ και δυόμισι χρόνια, βγαίνουν αληθινά.
Ξύπνησα κατά τις 05.00 από βαριούς, αραιούς κρότους: όλμοι ή χειροβομβίδες. Άνοιξα το παράθυρό μου, που βλέπει προς την Ακρόπολη. Πάνω στον ουρανό, που χάραζε , βόλια βυσσινιά από τα’ αριστερά προς τα δεξιά ( σ.σ.: Οι Εγγλέζοι αλεξιπτωτιστές χτυπούσαν από την Ακρόπολη με τροχιοδεικτικά πυρά). Από το δρόμο, κάπου, μια απόμακρη φωνή χωνιού, μόνο δυό λέξεις άρπαξε τ’ αυτί μου: « … το αίμαααα … του λαούουου…»
Σε λίγο όλο το σπίτι ήταν στο πόδι. στο δωμάτιο των παιδιών της Ιωάννας, πάνω από το δικό μου, ένα βόλι πήγε και σφηνώθηκε στον τοίχο πάνω από το κρεβάτι. Όλμοι, πολυβόλα και λιανοτούφεκα δυνάμωσαν στ’ αναμεταξύ και δε σταμάτησαν.
Από το παράθυρο του γραφείου, μεσ’ απ’ τα κλειστά παντζούρια φαινότανε καθαρά η οδός Κυδαθηναίων. Ελασίτες κρατούσαν τις γωνίες. Στη γωνία Κόδρου, τρεις χαρακωμένοι στον αυλόγυρο της Σωτήρας. ο ένας με πολιτικά κι ένα βραχύκανο, φαίνεται ο αρχηγός τους από τον τρόπο που του φέρνουνται οι άλλοι. Μάτι κυνηγού που έχει στήσει καρτέρι. Μια στιγμή βγάζει τσιγάρο. το βάζει σε μια κοντή πίπα και ψάχνεται για σπίρτα. ο άλλος του δίνει φωτιά. Στη γωνιά Νίκης, ένας παραφυλάει μπρούμυτα στραμμένος προς το Σύνταγμα κοντά του, καθισμένος αμέριμνα στο πεζούλι ενός χαμηλού παραθύρου, ένας άλλος, άοπλος, παίζει με τα χέρια του. Σε λίγο όταν γύρισα πάλι στο παράθυρο, ο Ελασίτης της γωνιάς Νίκης σκοτωμένος με το χέρι στο μέτωπο κρατώντας ένα μαντήλι χακί, λίγο παραπάνω από την πόρτα μας. Το όπλο του είχε μείνει στη θέση που τον πρωτοείδα, πλάι σ’ ένα αυλάκι αίμα, και παρακάτω το κράνος του.
Νωρίς μετά το μεσημέρι θόρυβος από τανκ. ένα από την οδό Πέτα. ένα άλλο κατέβηκε το στενό δρόμο Κυδαθηναίων σπάζοντας τις πέτρες του πεζοδρομίου, πίσω του Άγγλοι αλεξιπτωτιστές με βυσσινιά σκουφιά. Λένε μεταξύ τους: «Come along, boys», δείχνουν κάτι και προχωρούν.
Νυχτώνει. πάλι στο παράθυρο του γραφείου. Ο πρωινός σκοτωμένος δεν είναι πιά στη θέση του, τον έχει αντικαταστήσει ένας άλλος. Ένα διαβάτης προχωρεί δειλά, τον βλέπει και γυρίζει πίσω. Μένει μόνο ένα άσπρο σκυλάκι που τρέχει και χάνεται».
H μάχη στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη
Ο καπετάνιος του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ Αθήνας Σπύρος Κωτσάκης (Νέστορας) περιγράφει τη μάχη για την κατάληψη από τον ΕΛΑΣ του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη
( « Δεκέμβρης του ‘ 44 στην Αθήνα, σ.88,89, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1986):
«Από το πρωί άρχισε η επίθεση κατά των χωροφυλάκων στου Μακρυγιάννη. Ορμητική σαρωτική. Τη μια ύστερα από την άλλη τα τμήματα του ΕΛΑΣ ξήλωσαν όλες τις φρουρές που είχαν εγκατασταθεί τριγύρω από τον περίβολο των στρατώνων κι έφθασαν στη μάντρα από την πλευρά της Ακρόπολης, πιάνοντας πολλούς αιχμαλώτους. Στις 11 έφθασαν Εγγλέζοι με καμιόνια σαν Ερυθρός Σταυρός και τανκς μπροστά στην πύλη. Τα καμιόνια του Ερυθρού Σταυρού ήταν γεμάτα αξιωματικούς της Χωροφυλακής και πυρομαχικά. Αυτή η παρέμβαση των Άγγλων άλλαξε την κατάσταση. Αναπτέρωσε το ηθικό των πολιορκημένων, που ήταν , όπως ανάφεραν οι αιχμάλωτοι, έτοιμοι να παραδοθούν. Τους ενίσχυσε με στελέχη. Πρόσθεσε τα πυρά των τανκς εναντίον μας.
Ταυτόχρονα εκδηλώθηκε επίθεση Ριμινιτών, ταγματασφαλιτών και χωροφυλάκων από Κουπόνια προς Καισαριανή. Έφθασαν μέχρι το ρέμα. Η διοίκηση της Ταξιαρχίας θορυβήθηκε και ζήτησε ν’ αποσύρει τα 2 Τάγματα από του Μακρυγιάννη. Μιλήσαμε τηλεφωνικά με τον Κοσμά και το Δεληβοριά ( σ.σ.: ο μόνιμος συνταγματάρχης Πυροβολικού Στάθης Δεληβορηάς ήταν στρατιωτικός διοικητής της Ι Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ Αθήνας). Απαγορέψαμε ν’ αποσύρουν έστω κι έναν Ελασίτη μέχρι να τελειώσει του Μακρυγιάννη. Όμως, παρά την εντολή μας, τράβηξαν τα δυο Τάγματα του 2ου Συντάγματος. Πρώτα το ένα , ύστερα τ’ άλλο. Το ένα μάλιστα δεν είχε καταφέρει να προωθηθεί στου Μακρυγιάννη. Είχε μπει στην Πλάκα.
Η απειθαρχία μα και η αποτυχία της επιχείρησης, δημιούργησε πρόβλημα διοίκησης της Ταξιαρχίας. Το κουβεντάσαμε με τον Φάνη (σ.σ.: Βασίλης Μπαρτζιώτας γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ). Εντολή στον Στέφανο Γκιουζέλη (σ.σ: Παλιό προπολεμικό στέλεχος του ΚΚΕ, στον Εμφύλιο διοικητής της 3ης Μεραρχίας Πελοποννήσου του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, σκοτώθηκε το 1949), γραμματέα της 6ης αχτίδας και μέλος της ΕΠ της ΚΟΑ, ν’ αναλάβει πιο στενά την παρακολούθηση της Ταξιαρχίας- στην ουσία ν’ αναλάβει καπετάνιος- κι ο καπετάν- Κοσμάς από δω και πέρα να μην κάνει τίποτα χωρίς την έγκριση του Στέφανου.
Εξετάζοντας αργότερα την μάχη στου Μακρυγιάννη, είδαμε ότι δεν ήταν μόνο αυτή η απειθαρχία. Βασικότερο, και που έκρινε ίσως την έκβαση, ήταν ότι η Ταξιαρχία δε συγκέντρωσε υπεροχή δυνάμεων όπως ρητά έλεγε η διαταγή του ΣΣ αλλά και προφορικά είχαμε εξηγήσει (Τάγματα έλεγε- και το καθένα στους είχε μόνο γύρω στους 100 άνδρες στο πεδίο της μάχης). Δεν παρακολούθησε η ίδια η διοίκηση τη Ταξιαρχίας την εξέλιξη της μάχης. Δεν άλλαξε μέθοδο. Δεν έβαλε φωτιά στου Μακρυγιάννη που ήταν η μόνη λύση ύστερα από την επέμβαση των Άγγλων. Το συστήσαμε να το κάμουν. Το πρότεινε με αναφορά του ο Γιάννης Κυριακίδης (Λευτέρης ) άμα ανέλαβε τη διοίκηση του Συγκροτήματος. Ζήτησε εκρηκτικά, βενζίνη κ.λπ. αλλά δεν του ‘στείλαν.
Φυσικά η επέμβαση των Άγγλων, οι οποίοι παράσπονδα κατέλαβαν την Ακρόπολη και χτυπούσαν και προστάτευαν του Μακρυγιάννη από κει ψηλά, ήταν αποφασιστικός παράγοντας στην τελική έκβαση. Και λέμε παράσπονδα, γιατί τις πρώτες ημέρες την Ακρόπολη την είχαμε εμείς. Τότε οι Άγγλοι είπαν ν’ αφήσουμε έξω την Ακρόπολη από τις συγκρούσεις. Έτσι η Ταξιαρχία απόσυρε το απόσπασμά της κι αυτοί έσπευσαν να εγκαταστήσουν δικές τους δυνάμεις, σε μια θέση που εδέσποζε του Μακρυγιάννη. ( Μετά το Δεκέμβρη αποκαλύφτηκε ότι ο Επιτελάρχης της Ι Ταξιαρχίας Ταγματάρχης Σπύρος Ξανθόπουλος ήταν πράκτορας των Άγγλων στις γραμμές μας. Έτσι η μάχη του Μακρυγιάννη, ιδιαίτερα οι αδυναμίες που παρουσιάσαμε στην κατάστρωση και διεξαγωγή της , φωτίστηκαν κι απ’ αυτή την πλευρά)…».
Οι Εγγλέζοι χτυπούν τον ΕΛΑΣ από την Ακρόπολη
Στην αρχή των Δεκεμβριανών οι βρετανοί και ο ΕΛΑΣ είχαν συμφωνήσει να εξαιρέσουν το χώρο της Ακρόπολης από τις συγκρούσεις. Έτσι το τμήμα του ΕΛΑΣ που βρισκόταν στον Ιερό Βράχο αποσύρθηκαν. Όμως οι Εγγλέζοι δεν τήρησαν τη συμφωνία και έσπευσαν να εγκαταστήσουν αλεξιπτωτιστές με όλμους και βαριά πολυβόλα, χτυπώντας του Ελασίτες στου Μακρυγιάννη , στο Θησείο, στου Φιλοπάππου κ.α.
Στη γνωστή έκθεση του Γιώργη Σιάντου για τα Δεκεμβριανά αναφέρονται και τα εξής:
« Σχετικά με την Ακρόπολη πρέπει να τονιστεί πως ο ΕΛΑΣ έλαβε κάθε μέριμνα να μην συμβεί εκεί καμιά ζημιά. Γι αυτό έδωσε προφορικές οδηγίες στα τμήματά του να μην επιχειρήσουν εκεί. Σε καμιά Διαταγή του δεν αναφέρεται επιχείρηση για την Ακρόπολη, για να μη δώσει αφορμή στην αντίδραση με συκοφαντίες να κατηγορήσει πως έγινε αιτία καταστροφής της. Εντούτοις οι Άγγλοι εκμεταλλεύονται την αδυναμία του ΕΛΑΣ και αμέσως έγιναν κύριοι της σκοπιάς αυτής όχι μόνο της Αθήνας αλλά και του μεγαλύτερου τμήματος του λεκανοπεδίου, αδιαφορούντες αν ο παγκοσμίου φήμης και ενδιαφέροντος αρχαιολογικός αυτός τόπος καταστραφεί από τα σύγχρονα όπλα. Μα ο ΕΛΑΣ και πάλι σεβάστηκε το αρχαιολογικό μνημείο και υπερήφανα καυχιέται πως μέχρι τέλους του αγώνα δεν έριξε απάνω του ούτε τουφεκιά ενώ έβλεπε από τα παρατηρητήρια του ξεκάθαρα τους παρατηρητές με τα όργανά τους και τα πολυβόλα και όλμους στη δράση τους».
Στο τελευταίο μέρος της έκθεσης που από το ύφος και τη γλώσσα του φαίνεται ότι συντάχθηκε από μόνιμο αξιωματικό του τακτικού Στρατού που υπηρέτησε στον ΕΛΑΣ αναφέρονται και τα εξής:
« Το συγκρότημα Μακρυγιάννη υπεστηρίχθη λυσσωδώς από τα πυρά των Άγγλικών τανκς. Αυτά είχαν μπη μέσα στον περίβολο και με τα πυκνά πυρά των απηγόρευσαν στους πολιορκητές του ΕΛΑΣ να εισχωρήσουν από τα ρήγματα του μανδρότοιχου. Επί του βράχου της Ακροπόλεως πολυβόλα βαρέα και πυροβόλα προστατευόμενα από τα απαραβίαστα δια τους Έλληνας μαχητάς μνημεία του Παρθενώνος επέθετον τα πυρά των κατά των νώτων των πολιορκητών του Μακρυγιάννη και τους έφερναν σε δύσκολη θέση»
Οι Εγγλέζοι ήταν σίγουροι πως ο ΕΛΑΣ δεν επρόκειτο να χτυπήσει την Ακρόπολη . Κι ας είχαν οι Ελασίτες της Αθήνας ( από ένα σημείο και μετά όταν ενισχύθηκαν με δυνάμεις του τακτικού ΕΛΑΣ από την επαρχία) και όλμους και λίγα μικρά κανόνια.
Αυτό φαίνεται και από τα Δελτία του στρατηγείου των βρετανικών δυνάμεων στην Αθήνα (σ.σ: ΑΡΚΦΟΡΣ από το όνομά του διοικητή της Αρκράιτ). Μόνο μία φορά υπάρχει η εξής αναφορά (εκδόθηκε στις 12.00 της 11ης Δεκεμβρίου που δημοσιεύεται στον πρώτο τόμο των αρχείων του Εμφυλίου της Διεύθυνσης Ιστορίας του ΓΕΣ): « Πολίτης αναφέρει συγκέντρωσιν 2.500 ανδρών του ΕΛΑΣ με πρόθεσιν να επιτεθούν κατά της Ακροπόλεως την νύκτα». Αλλά και αυτό ήταν ένα από τα συνηθισμένα ψέματα που έλεγαν διάφοροι «καλοθελητές» εθνικόφρονες για να κάνουν τους καλούς στους Εγγλέζους του Σκόμπυ. Όπως προκύπτει και από τα επίσημα έγγραφα του ΕΛΑΣ ( διαταγή του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ στις 17.15 της 10ης Δεκεμβρίου) σχεδιαζόταν διείσδυση μέσω Πλάκας προς την πλατεία Συντάγματος και σε καμιά, περίπτωση προς την Ακρόπολη για την οποία προβλεπόταν ο αποκλεισμός των διαβάσεων προς αυτήν για να μην μπαινοβγαίνουν ελεύθερα οι αλεξιπτωτιστές.
Ριμινίτες και Εγγλέζοι χτυπούν την Καισαριανή
« … Στις 6 του Δεκέμβρη ανήμερα του Αγίου Νικολάου, οι συνοικίες μας παρουσιάζουν όψη πολεμικού στρατοπέδου. Η θύελλα δεν έχει ξεσπάσει ακόμα αλλά όλα δείχνουν πως πλησιάζει. Ανάμεσα στις λαϊκές συνοικίες και το δωσίλογο κέντρο έχει ανοίξει ένα βάραθρο που στις 33 μέρες του Δεκέμβρη γέμισε με αίμα. Λαός και στρατός περιμένουν την επίθεση ψύχραιμα και αποφαστικά. Και δεν αργεί να έρθει. Στις 12.30 Τάγματα της Ορεινής Ταξιαρχίας, με την προστασία δέκα τανκς «Σέρμαν» και πολλών θωρακισμένων αυτοκινήτων, κινούνται προς Ζωγράφου-Κουπόνια- Λόφο Αράπη. Το μέτωπο αυτό κρατούσαν μικρά τμήματα του 4ουΤάγματος του ΕΛΑΣ. Παρά την τρομακτική υπεροχή του εχθρού πολεμάνε με λύσσα και ηρωϊσμό που ξεπερνάει κάθε όριο.
Μόλις έπειτα από 6 ώρες μάχης και κατά τις 5 το απόγευμα κατορθώνει ο εχθρός να καταλάβει τις συνοικίες Ζωγράφου και Κουπόνια και να φτάσει στο ρέμα της Καισαριανής. Εκεί, για πρώτη φορά, μπαίνουν στη μάχη τα’ αεροπλάνα που πολυβολούν τις θέσεις του ΕΛΑΣ, ενώ οι Ριμινίτες κάνουν προσπάθεια να διεισδύσουν στην Καισαριανή. Σπάνε, όμως τα μούτρα τους και το βράδυ σταματάνε κάθε προσπάθεια.
Έτσι δημιουργήθηκε το μέτωπο της Καισαριανής. Από εκείνη τη μέρα η Καισαριανή ζούσε σ’ ένα κατακλυσμό φωτιάς και σίδερου. Από κείνη τη μέρα και επί 25 ακόμα μέρες ο λαός της και ο ΕΛΑΣ κράτησαν με τα νύχια τους, κυριολεκτικά, τις επιθέσεις μιας ολόκληρης Ταξιαρχίας, εξοπλισμένης μέχρι τα δόντια και ενισχυμένης με χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες…».
(«Οι Ανατολικές Συνοικίες το Δεκέμβρη του 1944», έκδοση της 6ης Αχτίδας της ΚΟΑ, Αθήνα 1945 , επανέκδοση από τη Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2014).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου