του
Γιάννη Μανουσάκη*
Σήκω από τον κάτω κόσμο δολοφονημένε Καποδίστρια, φυλακισμένε Κολοκοτρώνη, να επιβάλεις την πολιτική τάξη.
Ανδρούτσο, που σε γκρέμισαν στα βράχια της Ακρόπολης. Ανώνυμε Ελληνα που χάθηκες για μια διαφορετική πατρίδα. Πόσα σκαλιστά μάρμαρα, ένδοξα έργα και υπολογισμοί χρειάζονται, πόσοι αιώνες πρέπει να συληθούν, πόσες ψυχές πρέπει να προστεθούν για ν' αποκτήσει, επιτέλους, η ζωή τη μορφή τής υπέρτατης φρόνησης και του θριάμβου των ανθρώπων;
Λίγος χρόνος έφτανε να χάσει η Ελλάδα τις αισθήσεις της. Αισθήσεις που για να αποκτηθούν χρειάστηκαν αιώνες ένδοξων έργων και εθνικών συμφορών. Που αποτελούν το συσσωρευμένο έργο σοφών, αγίων και ηρώων πρώτης επιλογής. Το αποτέλεσμα μιας καταπληκτικής γεωγραφικής, φυλετικής και ιστορικής συγκυρίας. Ομως η τελευταία δόνηση ήταν τόσο ισχυρή που οι πιο καλοστημένες αξίες έφυγαν από τη θέση τους. Το ελληνικό πνεύμα, σχηματισμένο από μύριες διαφορετικές σκέψεις, λαμπάδιασε. Η πνευματική Αθήνα δεν είναι λιγότερο πυρπολημένη από τη στρατιωτική Σπάρτη. Ολα δεν χάθηκαν ακόμη. Ομως όλα μυρίζουν σαπίλα και μπαρούτι. Οι ιστορίες που θέλουν τις Ερινύες αγκαλιά με τις Νύμφες δεν είναι πια γραμμένες στα βιβλία της μυθολογίας. Βρίσκονται στα δελτία ειδήσεων.
Στην πορεία μας ως λαός αντιληφθήκαμε κραταιές αυτοκρατορίες να βυθίζονται αύτανδρες. Στα βάθη της Ιστορίας διακρίνονται ακόμη τέτοια ναυάγια φορτωμένα γνώση και πλούτο. Ναυάγια που κάποτε δεν γυρίζαμε καν να κοιτάξουμε. Τόση ήταν η ορμή μας. Τώρα η δική μας τριήρης βάζει νερά. Τα ίδια τα γεγονότα μάς δίδαξαν ότι κινδυνεύουμε μονίμως, η ύπαρξή μας είναι εύθραυστη όπως η ζωή. Οτι πολύ εύκολα μπορεί να περιγελαστούν τα πιο ωραία έργα, τα πιο παλιά, τα πιο ένδοξα. Επιπλέον, είδαμε έκπληκτοι ότι καλούνται να λύσουν το πρόβλημα αυτοί που δεν το δημιούργησαν. Οι θύτες εμφανίζονται ως κριτές, τιμητές και σωτήρες των θυμάτων τους. Αμαρτωλοί νομοθετούν νόμους που ξεπλένουν τις αμαρτίες τους. Παράσιτα άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου και μετά διερωτώνται πού βρέθηκε τόσος αέρας.
- Αμοιρε Ορφέα, άδικα τραγουδάς λυπητερά. Η λύρα σου δεν έχει πια τη δύναμη να επαναφέρει στην επιφάνεια της γης την ηθική τάξη των πραγμάτων. Να προσφέρει τη ζωή στην αξιοπρέπεια των ανθρώπων. Μια ζωή χωρίς τον δόλο, την επαιτεία, τη διαπλοκή, την εξάρτηση. Σε μια κοινωνία που δεν θα ξεχωρίζει τους ανθρώπους σε δυνατούς και αδύνατους, φτωχούς και πλούσιους, τυχερούς και άτυχους. Ανιστορήσου κι εσύ πονεμένε λαέ. Μαρμαρωμένος κοιτάζεις τον καινούργιο ετούτο επιτάφιο. Που η περιφορά του θα κρατήσει χρόνια. Σε διέσυραν και ταπείνωσαν οι ανίκανοι πολιτικοί, οι μισθωτοί τεμπέληδες, οι παρανομούντες δικαστές, οι αδούλευτοι αριστοκράτες, οι αυλικοί της εξουσίας. Εξαργύρωσαν την ψυχή σου με spreads. Κατάντησαν αυτή τη χώρα να έχει πόλεις χωρίς πύλες, λιμάνια χωρίς προκυμαίες, παιδιά χωρίς σχολεία, δικαιώματα χωρίς νόμους, την αυγή χωρίς το ξημέρωμα.
Σήμερα η ανατροπή της ηθικής τάξης των πραγμάτων είναι προφανής, τα γεγονότα αμείλικτα. Η γνώση είναι αδύναμη, οι αξίες ατιμασμένες, οι ιδεολογίες συνταράσσονται, τα πιο καθαρά μυαλά βρίσκονται σε αμηχανία. Ο δικομματισμός καταπονείται από αμαρτίες και λάθη. Η Αριστερά, δέσμια της εσωστρέφειας και θύμα της φαντασίας της, ενώ διακηρύσσει την αλληλεγγύη, η ίδια διασπάται. Οι συντεχνίες, ο ναρκισσισμός, τα μικροσυμφέροντα μας πέρασαν από την πάλη των τάξεων στην πάλη όλων εναντίον όλων. Τώρα πρέπει να πετύχουμε εκεί που απέτυχαν οι Μαρξ, Φρόιντ, Νίτσε...
Σε μια τέτοια αταξία ρωτήστε οποιοδήποτε μαντείο τι προβλέπει για το μέλλον. Θα σας πει «τίποτα». Ομως πρόκειται για ένα αόρατο τίποτα, όπως οι ακτινοβολίες της φύσης. Ο χώρος είναι γεμάτος από μια καταπληκτική ενέργεια που καταλήγει στο απέραντο, την αρμονική ισοκατανομή. Ετούτες τις χαμηλόφωνες ώρες, η Ελλάδα, στο κάλεσμα της επιθανάτιας αγωνίας της, σαν μια ανέλπιδη άμυνα του είναι και του έχω, υπακούει στην αναζωογόνηση των αναρίθμητων αξιών της. Η λαϊκή οργή, το αίσθημα της τιμωρίας επαυξάνονται.Ο ξεπλυμένος πολιτικός τρελαίνεται όπως το ποντίκι στη φάκα. Οι προπατορικές αξίες, οι μεγάλοι άνδρες, τα παλιά έργα ξαναβρίσκουν τη θέση τους. Το φάσμα της αλληλεγγύης, του δικαίου, της ηθικής απλώνει δειλά τα ποικίλα χρώματά του φωτίζοντας μ' ένα αμυδρό φέγγος το αποπνέον ελληνικό πνεύμα.
Τελικά ο Ελληνας είναι σκληρός όπως η πέτρα. Σπάει, αλλά δεν λυγίζει. Ολα καταστρέφονται, ξαναρχίζει. Ολα χαλάνε, τα ξαναχτίζει. Αχ, αυτή τη φορά χαθήκαμε, δεν υπάρχει ελπίδα. Οχι! Η τωρινή Ελλάδα είναι αυτό που είναι, δηλαδή λίγα πράγματα. Ομως εάν εμφανίζουμε τόσα αποθέματα όταν δεν έχουμε τίποτα, μέχρι πού φτάνουν άραγες οι δυνατότητές μας σήμερα που διαθέτουμε ήδη κάτι; Οταν το κακό μάς πολιορκεί όλους μαζί, ας μην υποκύπτει χωριστά ο καθένας στα μουρμουρητά της μοιρολατρίας. Η συλλογικότητα να αυξηθεί. Εγώ, ο καθένας, ας αρνηθώ να διασχίσω σπαρμένα πτώματα μ' ένα τριαντάφυλλο στο χέρι. Εδώ και τώρα, αυτή τη στιγμή, σ' αυτή τη χώρα, σ' αυτή τη ζωή.
*Καθηγητής Πανεπιστημίου στο Παρίσι,
ymanous@gmail.com
από την Ελευθεροτυπία