Ηταν τότε που ο υπόλοιπος κόσμος γιόρταζε τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη των λαών, καταδίκαζε την φασιστική κτηνωδία, οργάνωνε δίκες για τους ναζί εγκληματίες πολέμου και ξεκινούσε την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων πόλεων. Γράφει ο Ανδρέας Δενεζάκης
Τότε και σε αντίθεση με τις διακηρύξεις του νικητή «ελεύθερου» και «δημοκρατικού» κόσμου, το κράτος των δωσίλογων, χρησιμοποιώντας τις ναζιστικές πρακτικές και την πείρα του Αουσβιτς και του Νταχάου, με προτροπή και στήριξη από τους Αγγλοαμερικάνους επικυρίαρχους, δημιούργησε το κολαστήρι της Μακρονήσου.
Ηδη από το 1946 είχαν δημιουργηθεί Πειθαρχικά Τάγματα – στρατόπεδα «επικίνδυνων» φαντάρων στο Λιόπεσι, Λάρισα, Ντουντουλάρ Θεσσαλονίκης. Κι ήταν επικίνδυνοι τούτοι οι φαντάροι γιατί είχαν πάρει μέρος στην Εθνική Αντίσταση 1940 – 44 μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Στις 26 – 28 Μάη του 1947 το Β΄ Τάγμα Σκαπανέων (Β.Ε.Τ.Ο. – Β΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών) μεταφέρθηκε από το Πόρτο Ράφτη στην Μακρόνησο. Η κόλαση είχε ανοίξει τις πύλες της. Ο στόχος διακηρυγμένος η «Αναμόρφωση» των παραπλανημένων και παραστρατημένων νεολαίων που είχαν προσβληθεί από το μικρόβιο του κομμουνισμού και συμμετείχαν στον μεγαλειώδη αγώνα της Εθνικής Αντίστασης μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, ή είχαν αδέλφια, γονείς, θείους, αγωνιστές, απροσκύνητοι και αμετανόητοι αρνούνταν να τους αποκηρύξουν, με «δηλώσεις μετανοίας», αποκηρύσσοντας μετά βδελυγμίας και καταδικάζοντας «το ΚΚΕ και τις παραφυάδες του, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ…».
Για να το πετύχουν προσπάθησαν να αφανίσουν το λαϊκό κίνημα. Οι δολοφονικές δραστηριότητας των παρακρατικών συμμοριών, οι τρομοκρατικές συλλήψεις και τα εκτελεστικά αποσπάσματα, δεν ήταν όσο χρειάζονταν αποτελεσματικά. Χρειαζόταν και ένας πολύ συγκεκριμένος τόπος μαζικού εκβιασμού των συνειδήσεων. Και ως τέτοιος δημιουργήθηκε η Μακρόνησος. Στην αρχή σαν στρατόπεδο οπλιτών, οι οποίοι δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στο αστικό καθεστώς, και στη συνέχεια κολαστήριο για εκατό και πλέον χιλιάδες κομμουνιστές και άλλους ΕΑΜίτες.
ΑΕΤΟ: 29 Φλεβάρη 1948
Μακελειό στη Χαράδρα. Χαρακτικό του Φαρσακίδη, σχέδιο 1949
Δίσεκτος χρόνος το 1948. Ξημέρωσε η Κυριακή 29 Φλεβάρη. Μετά την αναφορά που πήραν οι λόχοι του τάγματος, ανακοινώθηκε από τους αξιωματικούς ότι το Τάγμα φιλοξενούσε τον αρχιμανδρίτη του Αγίου Σώστη, Στυλιανό Κορνάρο, ο οποίος είχε έρθει να κάνει λειτουργία. Δόθηκε η εντολή. Το Τάγμα έπρεπε να μαζευτεί στο χώρο του θεάτρου. Πέντε χιλιάδες στρατιώτες άρχισαν να μαζεύονται στο χώρο. Την ίδια ώρα οι αλφαμίτες άρχισαν τις προκλήσεις, έφεραν προς το γήπεδο, περνώντας μέσα από τους δυο λόχους που είχαν ήδη φτάσει, 2 – 3 φαντάρους, τους χτυπούσαν και τους έβριζαν χυδαία… οι φαντάροι διαμαρτυρήθηκαν στους λοχαγούς τους και ξέσπασαν σε φωνές «αίσχος, αίσχος» οι αλφαμίτες κτυπούν αυτούς, που έχουν πιάσει στους λόχους, τους σπρώχνουν με κλωτσιές προς το πειθαρχείο, ο υπασπιστής Καρδαράς, που έπαιζε το ρόλο του διοικητή Βασιλόπουλου, που έλειπε, εκνευρισμένος περιφέρεται και απειλεί. Στο φυλάκιο της ΑΜ (Αστυνομία Μονάδας) οι αλφαμίτες παίρνουν θέση μάχης και ακόμα ψηλότερα στη μάντρα του Λόχου Διοίκησης άρχισαν να ακροβολίζονται στρατιώτες του λόχου με κράνη και όπλα.
Ο 7ος και ο 6ος λόχος είχαν φτάσει στο θέατρο. Τα επεισόδια με τους αλφαμίτες συνεχίζονταν στο γήπεδο, ενώ οι φωνές «αίσχος – αίσχος» συνεχίζονταν σε όλο το χώρο, από το γήπεδο μέχρι το θέατρο.
Σε μια στιγμή ακούστηκε μια πιστολιά στο γήπεδο. Ήταν προμελετημένη ενέργεια του διοικητή της Α.Μ., Ανθυπολοχαγού Μαρ. Καστρίτση. Μερικοί αλφαμίτες του γηπέδου πυροβολούν με τα αυτόματά τους στον αέρα. Εκείνη τη στιγμή ο υποδιοικητής της φρουράς Σαλβαράς δίνει τη διαταγή να κτυπήσουν, προς την κατεύθυνση του θεάτρου ακούστηκαν οι ριπές του οπλοπολυβόλου και των ατομικών όπλων, οι φαντάροι νόμισαν ότι οι ριπές είναι για εκφοβισμό.
Μερικοί όμως στην πλαγιά του θεάτρου έβαλαν τις φωνές.
«Παιδιά προφυλαχτείτε. Μας κτυπούν στο ψαχνό».
Μερικοί πέφτουν κάτω νεκροί, αρκετοί τραυματίες και το αίμα βάφει τον γύρω χώρο. Ξεσπούν διαμαρτυρίες. Ολοι μαζί, τραυματίες, ξαπλωμένοι και όρθιοι αρχίζουν να φωνάζουν:
«φασίστες, γερμανοί, δολοφόνοι, εγκληματίες σταματήστε. Άνανδροι, μη χτυπάτε, μη χύνετε άλλο αίμα»
Ξαφνικά σταματούν οι πυροβολισμοί και εμφανίζεται ο διοικητής του Τάγματος, ο Βασιλόπουλος, ο οποίος προσποιήθηκε ότι δεν ξέρει τίποτα. Καλεί μια επιτροπή στρατιωτών και υπόσχεται ότι θα κάνει έρευνα για να ανακαλύψει τους αίτιους της επίθεσης.
Οι νεκροί της πρώτης μέρας ήταν πέντε:
Θωμάς Ζάχος,
Σιβρής Βέργος,
Βασίλης Λαντούρης,
Βαγγέλης Σακαγιάννης,
Θανάσης Λάμπρου.
Οι βαριά τραυματίες ήταν 10…
Οι νεκροί μεταφέρθηκαν σε μια άδεια σκηνή. Τέθηκε τιμητική φρουρά.
Η σφαγή της 1ης του Μάρτη
Το πρωί της Δευτέρας 1η Μάρτη, βρίσκει το ΑΕΤΟ περικυκλωμένο από τις ένοπλες φρουρές και των τριών ταγμάτων. Στο νότο η φρουρά του Τρίτου τάγματος, στο βορρά το Δεύτερο και από πάνω, ανατολικά, το Πρώτο τάγμα. Στη θάλασσα περιφέρεται η ακταιωρός με τον στρατοπεδάρχη της Μακρονήσου, συνταγματάρχη Μπαϊρακτάρη. Κατά τις 11, από τα μεγάφωνα της ακταιωρού ακούγεται η φωνή του στρατοπεδάρχη:
«ΠΡΟΣΟΧΗ ΠΡΟΣΟΧΗ
ΣΤΡΑΤΙΩΤΑΙ ΤΟΥ Α΄ ΤΑΓΜΑΤΟΣ. ΣΑΣ ΟΜΙΛΕΙ Ο ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΜΠΑΙΡΑΚΤΑΡΗΣ.
Στρατιώται του Α΄ Τάγματος, εκάματε μίαν απερισκεψίαν. Ολίγα καθάρματα κομμουνισταί σας παρέσυραν εις στάσιν κατά της Πατρίδος. Όσοι από σας δεν συμφωνούν με τους δολοφόνους, οι οποίοι εδημιούργησαν τα χθεσινά γεγονότα, διαχωρίστε τας ευθύνας σας και συγκεντρωθείτε εις τον 7ον λόχον. Το κράτος δεν μπορεί να υποχωρήσει, το κράτος δεν θα υποχωρήσει».
Το τάγμα διαισθάνεται τη θύελλα που έρχεται, βλέπει τις πολεμικές προετοιμασίες που γίνονται. Με σφιγμένη τη καρδιά και καθαρή τη συνείδηση στέκονται όρθιοι και περιμένουν. 4.500 άοπλοι φαντάροι ηλικίας 20 – 25 ετών, όλοι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και στην συντριπτική τους πλειοψηφία στελέχη και μέλη του ΚΚΕ μοναδικό τους όπλο η πίστη τους στα ιδανικά του σοσιαλισμού και του αγώνα, η αγάπη τους στον αδούλωτο λαό. Κανείς δεν κινείται προς τον 7ο λόχο.
Δώδεκα – δωδεκάμισι η ώρα περίπου, ακούγεται το τελεσίγραφο: Αν σε πέντε λεπτά δεν αποχωρήσετε για να πάτε στον 7ο λόχο για την υπογραφή των δηλώσεων θα επιτεθούμε.
Πρώτα ξεκινούν την επίθεση οι μαγκουροφόροι, βρίζοντας, με ρόπαλα και μπαμπού. Οι σκαπανείς που βρίσκονται στις πρώτες σκηνές τους παίρνουν τα ρόπαλα, τους σπρώχνουν, τους τσαλακώνουν. Οι ροπαλοφόροι οπισθοχωρούν στο δρόμο.
Ύστερα από 10 – 15 λεπτά ακούγεται η σάλπιγγα, ο υπολοχαγός Μιχάλης Μπαρούχος με το πιστόλι στο χέρι ρίχνει μια πιστολιά στον αέρα οι ένοπλοι του Μπαρούχου και του ανθυπολοχαγού Σφακιανού περνούν τη διαχωριστική γραμμή και πυροβολούν πάνω στις σκηνές του 4ου και 5ου Λόχου. Συνεχίζονται διακεκομμένα οι ριπές των όπλων Οι αλφαμίτες γαζώνουν το χώρο, πέφτουν οι πρώτοι νεκροί και τραυματίες.
Στο Λόχο, στο χώρο των μαγειρείων και στον 1ο Λόχο είναι μαζεμένοι όλοι σχεδόν οι σκαπανείς. Όλος σχεδόν ο χώρος της παραλίας μέχρι το λιμάνι χτυπιέται τώρα από τα μυδράλια του πολεμικού. Μερικοί για να φυλαχτούν από τα πυρά του πολεμικού πέφτουν στη θάλασσα, με την αυταπάτη ότι θα δίνουν εκεί μικρότερο στόχο. Το πρώτο αίμα των σκαπανέων χύνεται στη θάλασσα, που μέσα σε ελάχιστο χρόνο βάφεται κόκκινη
Σε μια στιγμή, καθώς οι ριπές των όπλων έχουν κάπως κοπάσει, μια φωνή δυνατή, κρυστάλλινη ακούγεται:
«συνάδελφοι, όλοι όρθιοι να ψάλουμε τον Εθνικό μας Ύμνο.»
Το κόκκινο τάγμα, όλοι όρθιοι σε θέση προσοχής, όρθιοι και οι τραυματίες, όσοι μπορούν να σταθούν στα πόδια τους αρχίζουν να ψάλλουν καθαρά και με όλη τη δύναμη της φωνής τους τον Εθνικό Ύμνο.
Μετά τη σφαγή βρεθήκαμε συγκεντρωμένοι και περικυκλωμένοι στον 7ο λόχο. Οι αλφαμίτες ουρλιάζουν, βρίζουν, χτυπούν με τα ρόπαλα και ζητούν με την απειλή του αυτόματου δήλωση μετανοίας.
«θα κάνεις δήλωση ρε;»
Κάποια στιγμή το μακελειό πήρε τέλος. Αλλά τα βασανιστήρια, οι βρισιές και οι εξευτελισμοί, συνεχίστηκαν. Την επόμενη μέρα 700 άτομα μεταφέρθηκαν στο Γ΄ ΕΤΟ, άρχισε και η «συγκομιδή» των νεκρών. Δώδεκα φαντάροι οδηγήθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές ως «αρχηγοί της εξέγερσης που προκάλεσε τα γεγονότα» και άλλοι 142 ως πρωταίτιοι.
Μετά τη σφαγή των στρατιωτών ο βασιλικός επίτροπος παραπέμπει 116 στρατιώτες του Α΄ΕΤΟ στο Εκτακτο Στρατοδικείο για σύσταση μαχητικής ένοπλης ομάδας, κατάληψη της στρατιωτικής εξουσίας, βιαιοπραγίες σε βάρος αξιωματικών κλπ. Επιβλήθηκαν βαριές ποινές, μέχρι ισόβια και θανατικές.
Με εντολή του διοικητή του Γ` Τάγματος Σκαλούμπακα, φορτώθηκαν στο καΐκι του Βρονταμίτη 350 νεκροί φαντάροι της σφαγής. Μεταφέρθηκαν στην ξερονησίδα Σαν Τζιόρτζιο, που είναι νότια της Μακρονήσου. Μεταφορτώθηκαν από ναύτες σε πολεμικό καράβι, τοποθετήθηκαν σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσας.
Το έγκλημα ήταν προσχεδιασμένο. Δυο μήνες νωρίτερα, στις πρώτες μέρες του Γενάρη ο τότε διοικητής Χρήστος Κωνσταντόπουλος, αφού είχε πάρει οδηγίες από την Αθήνα, κάλεσε σε συγκέντρωση το Τάγμα και ανακοίνωσε:
«Η Διοίκηση έχει πληροφορίες ότι σκοπεύετε να αφοπλίσετε την Αστυνομία Μονάδας και το Λόχο Διοικήσεως και να μας κτυπήσετε…. Οι λόφοι, όμως, αυτοί και τα γύρω φυλάκια και οι δυνάμεις που τα φρουρούν, διοικούνται από γενναίους αξιωματικούς και δε θα παραδοθούν. Αλλά επιτέλους, δε θα βρεθούν μεταξύ σας μερικοί σώφρονες για να συγκρατήσουν αυτούς τους παράφρονες; Προσέξετε, γιατί πολλά κεφάλια που βλέπω τώρα, φοβούμαι ότι αργότερα δε θα τα, βλέπω. Το κράτος είναι δυνατό και κάθε απόπειρα θα τη συντρίψει…».
Το βράδυ της 1ης Μάρτη, το υπουργείο Στρατιωτικών εκδίδει ανακοίνωση:
«Την 29 Φεβρουαρίου άνδρες του Στρατοπέδου Μακρονήσου εις το οποίον υπηρετούν οι επικίνδυνοι κομμουνισταί κατά την διάρκειαν της θρησκευτικής τελετής επετέθησαν κατά της φρουράς του Στρατοπέδου προς αφοπλισμόν της. Η τελευταία αμυνομένη έκαμε χρήσιν των όπλων και η τάξις απεκατεστάθη. Απώλειαι στασιαστών 17 νεκροί και 61 τραυματίες. Εκ των ημετέρων 4 τραυματίαι διά λιθοβολισμού. Οι τραυματίαι μεταφέρονται εις το Στρατιωτικόν Νοσοκομείον».
Δυο μέρες μετά τη σφαγή, ο Αθηναϊκός Τύπος «ενημερώνει» το λαό:
Τα ΝΕΑ έγραψαν: «Οι κομμουνισταί προκάλεσαν ταραχάς εις την Μακρόνησον».
Η «ΒΡΑΔΥΝΗ»: «… οι κομμουνισταί του 1ου Τάγματος επιχείρησαν να δημιουργήσουν ταραχάς. Η φρουρά της νήσου επεμβάσασα αποκατέστησε την τάξιν εξαναγκάσασα διά των όπλων τους κομμουνιστάς να αποσυρθούν εις τας θέσεις των».
Η ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ: «μη “αποτοξινωθέντες” ακόμη κομμουνισταί στρατιώται έκαμαν στάσιν».
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: «Μερικά μολυσμένα από το κομμουνιστικόν μικρόβιον και αθεραπεύτως νοσούντα άτομα εστασίασαν πριν επενεργηθή η θεραπεία, η οποία συντελείται εκεί, με μεγάλην υπομονήν και πάσαν φροντίδαν. Εστασίασαν και επατάχθησαν».
Ο «Οργανισμός Αναμορφώσεως Μακρονήσου» δεν ήταν έργο κάποιων ακραίων αντιδραστικών. Ολος ο Αστικός πολιτικός κόσμος, αρκετοί παράγοντες του πολιτισμού και σύσσωμη η ηγεσία της επίσημης Εκκλησίας στήριξαν και χειροκρότησαν το εγχείρημα.
Από τον «δεξιό» Παναγιώτη Κανελλόπουλο για τον οποίο «ο οργανισμός της Μακρονήσου υπήρξε μια από τας λαμπροτέρας ηθικάς νίκας κατά το διάστημα των τελευταίων ετών», «τιμημένος τόπος» και «Παρθενώνας του νέου ελληνισμού», ως τον «κεντρώο» Κωνσταντίνο Ρεντή για τον οποίο η Μακρόνησος αποτέλεσε «νήσον ελευθερίας, προόδου και ηθικής και πολιτιστικής αναπλάσεως».
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας (1975 – 1980), έβρισκε σ’ αυτόν τον τόπο εξορίας, ένα «αναρρωτήριο ψυχών», μια «συνέχιση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού», μια «νέα Εδεμ στα μάτια της ελληνικής Ιστορίας».
ΠΗΓΕΣ:
ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – Ιστορικός Τόπος, τόμος Α΄ , εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 2002
Διονύσης Γεωργάτος – Μαρτυρία για την σφαγή των στρατιωτών του ΑΕΤΟ το 1948 – pekam.org.gr
Ομιλία και μαρτυρίες του Αντιπροέδρου της ΠΕΚΑΜ Λάζαρου Κυρίτση
Δημοσιεύματα του Ριζοσπάστη
*Το χαρακτικό στον τίτλο είναι του Γιώργου Φαρσακίδη, από σκίτσο του 1949, «Για τη Χαράδρα», από το λεύκωμα ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στον «Ημεροδρόμο» την 1η Μάρτη του 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου