«Πριν φανεί το πρωτοχάραγμα στις 5 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, τα κανόνια του εχθρού άρχισαν να βροντούν και να σκορπούν φωτιά και σίδερο.Το 21ο φυλάκιο των Ελληνοαλβανικών συνόρων, στο ύψωμα Γκόλιο κοντά στην Πυρσόγιαννη ήταν ο πρώτος στόχος. Εκεί στο χαράκωμα με το οπλοπολυβόλο στο χέρι ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης από την Πιαλεία Τρικάλων, πέφτει νεκρός.Ήταν ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης που θυσιάστηκε για την πατρίδα, στο έπος του ΄40».
Με αυτά τα λόγια ο πρώην σχολικός σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Τρικάλων Γιώργος Παπαβασιλείου, περιγράφει τον τραγικό θάνατο του ήρωα στρατιώτη ο οποίος άφησε πίσω του τρία παιδιά ορφανά, τον Νίκο, τον Γιώργο και την Αλεξάνδρα.
Τελευταία του σκέψη, τελευταία του φράση για ό,τι πολύτιμο είχε ήταν, σύμφωνα με τον συνταξιούχο εκπαιδευτικό, «πάνε τα παιδούλια μου», αφήνοντας να τρέξει γρήγορα το ζεστό του αίμα.
Και συνεχίζει ο κ. Παπαβασιλείου, αναφερόμενος στη μαρτυρία του συγχωριανού του Χρήστου Αποστόλου Γιαννιού, ο οποίος υπηρετούσε στην ίδια μονάδα και βρισκόταν πιο πίσω, από τον Βασίλη Τσιαβαλιάρη: «Εγώ ήμουν λίγο πιο πίσω, ο Βασίλης ήταν μπροστά στο φυλάκιο. Διοικητή είχαμε το Συνταγματάρχη Δαβάκη. Νύχτα, μπροστά από τις 5 ακούσαμε να πέφτουν βροχή τα βλήματα στο φυλάκιο. Αργότερα ήρθαν πίσω οι άνδρες του φυλακίου. Ήρθε ένας και μου είπε: Πάει ο χωριανός σου, τον έφαγαν με τους όλμους, τον χτύπησαν στο μέτωπο, πάνω από το μάτι, τον φέραμε παραπίσω, είπαμε στον παπά να τον διαβάσει . Ήμουν ο πρώτος που τον έκλαψα».
Ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης, γιος του Γιάννη και της Αγόρως, το τέταρτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας γεννήθηκε το 1912 στην Πιαλεία Τρικάλων, ένα χωριό που βρίσκεται στα ριζά του Κόζιακα.
Όσοι τον πρόλαβαν στη ζωή, προσθέτει ο κ. Παπαβασιλείου, - ο οποίος κατάγεται από το ίδιο χωριό- τον θυμούνται πολύ εργατικό, υπόδειγμα υπομονής, ήθους και καλοσύνης. Ανατράφηκε, συνεχίζει, εδώ στην Πιαλεία, με λιγοστά υλικά αγαθά, αλλά με ξεκάθαρες και πατροπαράδοτες αξίες, που είναι η πεμπτουσία του Έλληνα, την αγάπη για τη δικαιοσύνη, την εκτίμηση προς την οικογένεια, τον σεβασμό προς την πατρίδα, την πίστη στην Ορθοδοξία.
Υπηρέτησε την κανονική στρατιωτική του θητεία στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού από τον Σεπτέμβριο του 1933 έως το Νοέμβριο του 1934, με ιδιαίτερο ζήλο, και μετά την απόλυσή του επέστρεψε στο χωριό του για να δημιουργήσει την δική του οικογένεια.
Στις 22 Ιουλίου του 1940 η πατρίδα εκάλεσε και πάλι το παιδί της να την υπερασπιστεί και ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης πατέρας τριών παιδιών πλέον, κατετάγη στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού, και από εκεί στο 51ο Σύνταγμα Πεζικού για να πάρει στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1940 θέση στο Επταχώρι στην πρώτη γραμμή.
Το απόσπασμα της Πίνδου με διοικητή τον Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη, αποτελούμενο από Τρικαλινούς και Καρδιτσιώτες είχε πάρει αμυντική διάταξη στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Ο στρατιώτης Βασίλης Τσιαβαλιάρης, μαζί με λίγους ακόμα πατριώτες μας ανέλαβαν να υπερασπιστούν το 21ο φυλάκιο των Ελληνοαλβανικών Συνόρων στο ύψωμα Γκόλιο κοντά στην Πυρσόγιαννη.
Το πανεπιστήμιο Αθηνών, 60 χρόνια μετά, το 2000 έστησε τον ανδριάντα του στη γενέτειρά του, την Πιαλεία Τρικάλων, και κάθε χρόνο γίνεται τοπική εθνική γιορτή, τα «Τσιαβαλιάρεια», στην οποία και τιμάται ο πρώτος ήρωας του έπους 1940-΄41, παράλληλα τιμώνται και όλοι όσοι πολέμησαν στο έπος του ΄40.
ΑΠΕ - ΜΠΕ
Η ανάρτηση που διαβάσατε είναι από τον Οκτώβριο του 2018, στις 28/10/21 και πάλι το ΑΠΕ-ΜΠΕ παρουσιάζει την ιστορία του άγνωστου στρατιώτη Γεωργίου Μπουκουβάλα, που σκοτώθηκε στο πρώτο λεπτό της ιταλικής επίθεσης
28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 - Ο άγνωστος στρατιώτης Γεώργιος Μπουκουβάλας - Σκοτώθηκε στο πρώτο λεπτό της ιταλικής επίθεσης στη γραμμή προκαλύψεως στο Αηδονοχώρι της Κόνιτσας
Έπεσε μαχόμενος υπέρ πατρίδος, στις 5:30 το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940. Οπλίτης Μπουκουβάλας Γεώργιος του Δημητρίου. Εκείνο το ξημέρωμα, τον βρήκε μέσα στο χαράκωμα, στο ξωκλήσι του Άη Γιώργη στο Αηδονοχώρι της Κόνιτσας. Υπηρετούσε στο επιστρατευμένο 51ο Σύνταγμα Πεζικού. Μέσα από μαρτυρίες, ακολουθήσαμε μαζί με το Δημήτρη Μαλάμη από το Αηδονοχώρι, τα τελευταία βήματα του ηρωικού οπλίτη, που καταγράφεται ως ένας από τους τρεις πρώτους νεκρούς του μετώπου.
Φτάσαμε στο Μπουραζάνι και από εκεί, ακολουθήσαμε έναν δύσκολο χωματόδρομο κα ανεβήκαμε στο ξωκλήσι του Άη -Γιώργη, όπου ήταν τα χαρακώματα. Σήμερα, η πυκνή βλάστηση έχει καλύψει τα λίγα απομεινάρια από τα ορύγματα.
Ωστόσο ένα προσκυνητάρι με ένα αναμμένο καντήλι, στο σημείο όπου τραυματίστηκε θανάσιμα ο Γεώργιος Μπουκουβάλας αποδίδει ευγνωμοσύνη και τιμή στους άγνωστους ήρωες του Έπους του 1940.
Από την Καρίτσα στην πρώτη γραμμή
Ο συγχωριανός του κ. Σάββας Σιάτρας, μάς μεταφέρει τα τελευταία του λόγια στο χωριό.
«Όπως μου έλεγε και μολογούσε η μητέρα μου, στις 27 Οκτώβρη, γυρίζοντας από το αμπέλι με τα σταφύλια φορτωμένα στο γαϊδούρι ,συνάντησε τον Γιώργο, ήταν βιαστικός και του είπε.
“ -Τι γίνεται Γιώργο;
-Τι να γίνει Πανάγιω ,με το πρώτο μπαμ”.
Πήγαινε ολοταχώς για την μονάδα του. Επί της παραμεθορίου στην Κόνιτσα, στο Αηδονοχώρι. Ο Γιώργος Μπουκουβάλας ήταν ήδη από το καλοκαίρι του 1940 επιστρατευμένος και είχε πάρει άδεια για να γιορτάσει του Αγίου Δημητρίου τον πατέρα του, αλλά και τον ένα χρόνο γάμου του με την σύζυγό του».
Τα λόγια του οπλίτη, αποδείχτηκαν προφητικά.
Στην γραμμή προκαλύψεως στο Αηδονοχώρι
Φτάνοντας στην Κόνιτσα, η θέση του, είναι στα ορύγματα στο ξωκλήσι του Αη Γιώργη στο Αηδονοχώρι. Εκεί έπεσαν οι πρώτες οβίδες των Ιταλών. Ο Γιώργος Μπουκουβάλας τραυματίστηκε θανάσιμα. στο χαράκωμα. Η μαρτύρια του υπερήλικα Δημήτρης Μπόνιου συνταξιούχου στρατιωτικού, για εκείνο το πρωινό στο Αηδονοχώρι είναι αποκαλυπτική: «Το ξημέρωμα εκείνο μας βρήκε κάτω από τις Λακιές, το ύψωμα όπου είχε στηθεί γραμμή άμυνας στου στρατού. Κάποιοι από το χωριό μαζί η οικογένεια μου βρεθήκαμε εκεί για προστασία. Βομβάρδιζαν τα ιταλικά κανόνια από το αλβανικό έδαφος. Περνούσαν οι οβίδες πάνω από τα κεφάλια. Φώναζαν όλοι να γίνει συσκότιση στο χωριό για να μην βλέπουν. Σβήστε τους φανούς. Το χωριό οργανώθηκε.
Φτάνοντας στην Κόνιτσα, η θέση του, είναι στα ορύγματα στο ξωκλήσι του Αη Γιώργη στο Αηδονοχώρι. Εκεί έπεσαν οι πρώτες οβίδες των Ιταλών. Ο Γιώργος Μπουκουβάλας τραυματίστηκε θανάσιμα. στο χαράκωμα. Η μαρτύρια του υπερήλικα Δημήτρης Μπόνιου συνταξιούχου στρατιωτικού, για εκείνο το πρωινό στο Αηδονοχώρι είναι αποκαλυπτική: «Το ξημέρωμα εκείνο μας βρήκε κάτω από τις Λακιές, το ύψωμα όπου είχε στηθεί γραμμή άμυνας στου στρατού. Κάποιοι από το χωριό μαζί η οικογένεια μου βρεθήκαμε εκεί για προστασία. Βομβάρδιζαν τα ιταλικά κανόνια από το αλβανικό έδαφος. Περνούσαν οι οβίδες πάνω από τα κεφάλια. Φώναζαν όλοι να γίνει συσκότιση στο χωριό για να μην βλέπουν. Σβήστε τους φανούς. Το χωριό οργανώθηκε.
Η μάνα μου είχε τα ζώα στο δάσος. Πήγαμε σπίτι και πήραμε ό,τι μπορούσαμε για να φύγουμε Δύσκολη πορεία. Στην ανηφόρα του Αη- Λιά πέταξε τον μπόγο που ήταν φορτωμένη. Τον έκρυψε μέσα στο δάσος σε ένα δένδρο. Με 4 παιδιά στα χέρια δεν μπορούσε να περπατήσει. Συνεχίσαμε μέσα από μονοπάτια και την 3η μέρα φτάσαμε στα Ζαγοροχώρια.
Στη Δοβρά, συναντήσαμε το τάγμα που ήταν στο χωριό. Είχε δοθεί εντολή οι δυνάμεις να συμπτυχτούν στα μετόπισθεν στην αμυντική γραμμή Κατσιμήτρου»
Ο οπλίτης Γεώργιος Μπουκουβάλας έμεινε στο χαράκωμα νεκρός
Στο Αηδονοχώρι Κόνιτσας μπήκε νωρίς το πρωί ο Ιταλός κατακτητής.
Σύμφωνα με προφορική μαρτυρία του Απόστολου Νάτση στον Γεώργιο Δονόπουλο, ο οποίος μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο στρατιώτης χτυπήθηκε ΒΔ του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου στην θέση Μέγα Λόγγος, σε δύσβατο πλέον σήμερα σημείο.
«Ο 10χρονος τότε Απόστολος Νάτσης, κατέβαινε από το βουνό όπου βρίσκονταν μαζί με άλλους συγχωριανούς για να πάρει λίγο αλεύρι και σκεπάσματα από το σπίτι.
Ένας Ιταλός στρατιώτης, μπαίνοντας στο χωριό τον συνάντησε και του είπε: “ Εκεί, στην μικρή εκκλησία έχετε έναν νεκρό δικό σας”. Το αγόρι γύρισε πίσω και τον βρήκε. Μαζί με την μητέρα του τον έθαψαν στο χαράκωμα. Στο σημείο βρίσκεται ένα μικρό προσκυνητάρι. Όλοι ανάβουν ακόμη και σήμερα εκεί, ένα κεράκι στην μνήμη του ».
Η επιστροφή στην Καρίτσα
Ο οπλίτης Μπουκουβάλας, έμεινε για 7 χρόνια θαμμένος στο Αηδονοχώρι. Για τους κατοίκους του χωριού όπως μας λένε ήταν «το δικό τους παλικάρι».
Το 1947 η οικογένεια μετέφερε τα οστά του στην Καρίτσα.
«Οι καμπάνες, κτυπούσαν πένθιμα όλη την ημέρα. Δεν μπορώ να ξεχάσω τον θρήνο και το μοιρολόι εκείνη την ημέρα», θυμάται η κόρη της αδελφής του, Διονυσία Τσιούρη που ήταν τότε κοριτσάκι.
Ο πατέρας του ήρωα, Δημήτριος Μπουκουβάλας τιμώντας την μνήμη του, πρόσθεσε μια καμάρα στο καμπαναριό της εκκλησίας στην Καρίτσα.
Η ανιψιά του Διονυσία Τσιούρη αναθέτει στον γλύπτη Θόδωρο Παπαγιάννη να φιλοτεχνήσει το ορειχάλκινο άγαλμα του πεσόντα στο μέτωπο. Το 1998 τοποθετείται στην πλατεία της Καρίτσας και γίνονται τα αποκαλυπτήρια με όλες τις τιμές.
Ο Γιώργος Μπουκουβάλας, ήταν δικηγόρος και γεννήθηκε το 1906 στην Kαρίτσα Ιωαννίνων.
Φοίτησε στο σχολείο του χωριού του. Παρά τις δυσκολίες και την φτώχεια της οικογένειας του, κατάφερε και σπούδασε στην Νομική Αθηνών. Για να τα βγάλει πέρα με τις σπουδές, το πρωί δούλευε σε τεχνικό γραφείο και το απόγευμα σε καφενείο. Άσκησε το επάγγελμα του στο Ειρηνοδικείο Ζίτσας. Τον Αύγουστο του 1940, επιστρατεύτηκε λόγω των γεγονότων της περιόδου.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου