Mε αφορμή τα στοιχεία που με ανατριχιαστικό τρόπο ήρθαν στην δημοσιότητα σχετικά με το προδιαγεγραμμένο έγκλημα των Τεμπών, την επιχείρηση συγκάλυψης των πραγματικών αιτιών που οδήγησαν στην τραγωδία και την ατιμωρησία των ενόχων και την κινητοποίηση που οργανώνεται την Κυριακή μπροστά από τη Βουλή επιβεβαιώνεται πως το σύνθημα «Το έγκλημα αυτό δεν θα ξεχαστεί, όλων των νεκρών θα γίνουμε φωνή», που έχουν φωνάξει εκατομμύρια άνθρωποι, δεν θα «σιγάσει»! Η υπόσχεση «Δεν Ξεχνάμε – Δεν συγχωρούμε!» έχει γίνει καθημερνή πάλη σε όλους τους χώρους δουλειάς και εκπαίδευσης, καθώς καθημερινά ο λαός έρχεται αντιμέτωπος με το αποκρουστικό πρόσωπο του αστικού κράτους όπως αποκαλύπτεται τόσο με την αντιμετώπιση της υπόθεσης της τραγωδίας δύο χρόνια μετά, όσο και με το γεγονός ότι ο λαός έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με μεγάλους κινδύνους ως αποτέλεσμα της πολιτικής που οδηγεί σε «νέα Τέμπη». Με «οδηγό» το πόρισμα του ΚΚΕ στην Εξεταστική Επιτροπή για το έγκλημα των Τεμπών (που συστήθηκε μετά από πρόταση του Κόμματος και η οποία ολοκλήρωσε «άρον – άρον» τις εργασίες της χωρίς να έχουν εξεταστεί βασικές πτυχές του εγκλήματος), επαναφέρουμε ορισμένα βασικά στοιχεία που αναδεικνύουν τη συγκάλυψη και τις ευθύνες κυβέρνησης, ΕΕ και όσων υπηρετούν την εγκληματική πολιτική του κέρδους. Το πόρισμα είχε σταθεί στις ευθύνες των εκάστοτε κυβερνήσεων, γιατί όλοι μαζί προώθησαν την πολιτική της ΕΕ για πλήρη «απελευθέρωση», τεμαχισμό, αποψίλωση προσωπικού και ιδιωτικοποίηση μεταφορών, ενώ αποδείχθηκε ότι είτε με αμιγώς κρατική ιδιοκτησία είτε με την «απελευθέρωση» οι συγκοινωνίες είναι πεδίο κερδοφορίας και ανταγωνισμού και η ασφάλεια του λαού κόστος.
Επίσης κατήγγειλε πως οι διαδικασίες της Εξεταστικής Επιτροπής ολοκληρώθηκαν χωρίς να εξεταστούν σημαντικοί μάρτυρες, χωρίς να χυθεί άπλετο φως σε ό,τι αφορά την έκρηξη και την πυρκαγιά από την οποία έχασε τη ζωή της η πλειοψηφία των 57 θυμάτων της σύγκρουσης των τρένων και κυρίως χωρίς να αναδειχθούν από τα υπόλοιπα κόμματα οι πολιτικές που δημιουργούν το έδαφος για τέτοια εγκλήματα.
Κοκορομαχία των κομμάτων του συστήματος που υπηρετούν την εγκληματική πολιτική
Κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το πόρισμα του προεδρείου και της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην Επιτροπή, στήθηκε η «γνωστή» κοκορομαχία μεταξύ ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, που κινήθηκε μακριά από την ουσία της πολύνεκρης σύγκρουσης των τρένων στα Τέμπη.
Η κυβέρνηση παρέμεινε στη λογική του «ανθρώπινου λάθους» τόσο του σταθμάρχη όσο και της «παραβίασης του κανονισμού κυκλοφορίας» από τους μηχανοδηγούς, δηλώνοντας παράλληλα ανερυθρίαστα ότι «δεν υπήρχαν πράξεις και παραλείψεις πολιτικών προσώπων», συνεχίζοντας έτσι την προσπάθεια συγκάλυψης που είχε στηθεί από την πρώτη ημέρα του εγκλήματος.
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ εστίασε στον τρόπο διορισμού του σταθμάρχη της Λάρισας, στην ηλικία του και την εκπαίδευσή του, κατηγορώντας την κυβέρνηση για «ρουσφέτι», ενώ ξεχνώντας ότι και το κόμμα του ως κυβέρνηση έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, αναφέρθηκε αρνητικά στην «απελευθέρωση» του σιδηροδρόμου.
Επίσης το ΠΑΣΟΚ, αφού μίλησε για «οργανωμένη συγκάλυψη», περιορίστηκε στο πόρισμα της Ευρωπαίας εισαγγελέως που εγκαλεί τη χώρα για την μη ολοκλήρωση της σύμβασης 717 και για την οικονομική ζημιά που υπέστη η ΕΕ, «έβγαλε λάδι» την πολιτική «απελευθέρωσης», ιδιωτικοποίησης, κατάτμησης και αποψίλωσης του σιδηροδρόμου, την οποία υπηρέτησε πιστά και το ΠΑΣΟΚ από κυβερνητικές θέσεις.
Αξίζει να σημειωθεί πως το κόμμα της Ελληνικής Λύσης, που πολλές φορές επιχειρεί να παρουσιαστεί ως «υπέρμαχο» της αλήθειας για το έγκλημα των Τεμπών, μαζί με ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ υπερψήφισε την Έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου το 2021 για τον σιδηρόδρομο, όπου κωδικοποιείται η λογική κόστους – οφέλους στα ζητήματα ασφάλειας, η πολιτική δηλαδή που οδήγησε και στο έγκλημα των Τεμπών.
Συνολικά τα κόμματα του συστήματος έχουν μεγάλες ευθύνες για το γεγονός του συνεχούς «λιβανίσματος» της εγκληματικής πολιτικής που έχει τη σφραγίδα των αποφάσεων και των Οδηγιών της ΕΕ και όσον αφορά την «απελευθέρωση» των μεταφορών και ειδικά στον σιδηρόδρομο.
Μιας πολιτικής που σε όλη την ΕΕ έχει οδηγήσει σε τραγικές ελλείψεις στα ζητήματα ασφαλείας, με αποτέλεσμα μόνο το 2021 να έχουν καταγραφεί 1.389 σημαντικά σιδηροδρομικά ατυχήματα, με συνολικά 683 νεκρούς και 513 τραυματίες, και 97 από αυτά αφορούσαν συγκρούσεις τρένων…
Τέλος, πέρα από τις ευθύνες τους στην υπεράσπιση της πολιτικής που θέτει ως προτεραιότητα την κερδοφορία των ομίλων σε βάρος ακόμα και της προστασίας της ανθρώπινης ζωής, η ιστορία έχει καταγράψει και τη βρωμερή τους επιχείρηση να καταπνίξουν την έκφραση της λαϊκής οργής με αφορμή το έγκλημα των Τεμπών.
Έτσι, ενώ στα λόγια εμφανίζονται ως «μαχητές» για να αποδοθεί δικαιοσύνη για το έγκλημα στα Τέμπη, θα είναι «στιγματισμένοι» για τη στάση που κράτησαν στην πρόταση του ΠΑΜΕ για πανελλαδική πανεργατική απεργία με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τα Τέμπη, στις 28 Φλεβάρη του 2024. Στο πλευρό της ΠΑΣΚΕ (ΠΑΣΟΚ) που απέρριψε την πρόταση στάθηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον συνδικαλιστή του μάλιστα να αναπαράγει όλη τη μοιρολατρία περί «αναποτελεσματικότητας των αγώνων» και επικαλούμενος ότι «οι εργαζόμενοι δεν συμμετέχουν, δεν κινητοποιούνται».
Το έγκλημα αυτό έχει ιστορία
Πηγή: Eurokinissi/Actionimages
Έτσι το ΚΚΕ στο δικό του πόρισμα, αντί αυτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην Επιτροπή αλλά και των άλλων κομμάτων, ανέδειξε τις ποινικές ευθύνες υπουργών που συνιστούν κακούργημα, τις ανταγωνιστικές σχέσεις που διαμόρφωσε ο διαχωρισμός του ΟΣΕ σε θυγατρικές εταιρείες, τον ρόλο της απελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης του μεταφορικού έργου με βάση τις ευρωπαϊκές οδηγίες, την έλλειψη βασικών συστημάτων για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου, τη μεθοδευμένη σταδιακή μείωση προσωπικού που οδήγησε σε ελλιπή εκπαίδευση και δημιούργησε ένα εκρηκτικό μείγμα και τις συνθήκες για το τραγικό έγκλημα, αλλά και την ανεπαρκή ελεγκτική δυνατότητα της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων.
Επίσης στάθηκε στο γεγονός πως δεν ερευνήθηκε από την Επιτροπή η έκρηξη και η πυρκαγιά που ακολούθησε της σύγκρουσης, καθώς και στην απαράδεκτη αλλοίωση του σημείου, λίγες μέρες μετά. Μέσα σε αυτά, κατήγγειλε πως δεν κλήθηκαν από το προεδρείο σημαντικοί μάρτυρες που μπορούσαν να ρίξουν «φως» στην υπόθεση. Μιλούσε ακόμα και για τη διαχρονική θέση του ΚΚΕ για «κατάργηση των ευνοϊκών συνταγματικών διατάξεων για τα μέλη της κυβέρνησης (άρθρο 86), καθώς και του νόμου περί ευθύνης υπουργών, ώστε να δικάζονται οι υπουργοί όπως όλοι οι πολίτες. Αυτή τη θέση, που επανέλαβε το ΚΚΕ και στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση, απέρριψαν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ».
Ειδικότερα, το ΚΚΕ μίλησε για σαφέστατες ποινικές ευθύνες στους υπουργούς Μεταφορών και Υποδομών της περιόδου 2009-2023, Δ. Ρέππα, Γ. Ραγκούση, Μ. Βορίδη, Κ. Χατζηδάκη, Μ. Χρυσοχοΐδη, Χρ. Σπίρτζη και Κ. Καραμανλή που έχουν ποινική ευθύνη διά της παραλείψεως για διατάραξη της ασφάλειας των μεταφορών, κάτι που συνιστά κακούργημα.
«Υπάρχουν και ποινικές ευθύνες για το κακουργηματικό αδίκημα της θανατηφόρου έκθεσης, ακριβώς επειδή ήταν σε γνώση τους, λόγω της θέσης και των σχετικών καθηκόντων τους, οι ελλείψεις και τα κενά στα ζητήματα ασφάλειας του σιδηροδρομικού δικτύου, που συνδέονται αιτιωδώς τόσο με το συγκεκριμένο δυστύχημα όσο και με πλήθος άλλων που συνέβησαν στο παρελθόν (θανατηφόρο ατύχημα στο Άδενδρο το 2017, επαναλαμβανόμενοι εκτροχιασμοί με απλές έως βαριές σωματικές βλάβες κ.ο.κ.) και παρ’ όλα αυτά όχι μόνο δεν προειδοποιούσαν αλλά αντίθετα διαβεβαίωναν για την ασφαλή χρήση του», αναφερόταν στο πόρισμα, προσθέτοντας ότι «κατ’ επέκταση θεμελιώνεται και το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος αφού οι αρμόδιοι υπουργοί Υποδομών και Μεταφορών, οι οποίοι είχαν την εποπτεία του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ, παρέλειψαν σκοπίμως να επιβλέψουν τον τρόπο ανάθεσης των έργων αυτών με σκοπό να εξυπηρετήσουν τους μεγάλους επιχειρηματικούς κολοσσούς».
Ωστόσο, «την πρώτη και βασική πολιτική ευθύνη για το συγκεκριμένο έγκλημα φέρει ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης. Και αυτή η ευθύνη δεν παραγράφεται όσο ευνοϊκά και αν διαμορφώσουν το θεσμικό πλαίσιο. Κανέναν δεν πείθουν φυσικά τα μεγάλα λόγια περί “ανάληψης της πολιτικής ευθύνης”. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός ευθύνεται ως ο επικεφαλής της κυβέρνησης στη θητεία της οποίας συνέβη το τραγικό έγκλημα», σημείωνε το πόρισμα.
Υπογράμμιζε επίσης πως «οι ελληνικές κυβερνήσεις στήριξαν την πλήρη απελευθέρωση στις σιδηροδρομικές συγκοινωνίες και παράλληλα προχώρησαν στη διάσπαση και το κομμάτιασμα του ΟΣΕ με σκοπό να προχωρήσουν στο ξεπούλημα του κερδοφόρου τμήματος των μεταφορών» με τους νόμους του ΠΑΣΟΚ το 1997 (οπότε και ξεκίνησε το σπάσιμο του ΟΣΕ σε εταιρείες), το 1998 (για τον λογιστικό διαχωρισμό υποδομής και εκμετάλλευσης) και το 2010 (οπότε και «ολοκληρώνεται η απελευθέρωση των σιδηροδρομικών μεταφορών».
Ακολούθησε η ΝΔ με ΠΔ το 2005 (με την πρώτη μεγάλη αναδιάρθρωση του εταιρικού σχήματος του ΟΣΕ και τη δημιουργία της ΤΡΑΙΝΟΣΕ) και με νόμο το 2008 οπότε και η ΤΡΑΙΝΟΣΕ ανεξαρτητοποιείται από τον ΟΣΕ.
Έτσι αναδείχθηκαν οι «ανταγωνιστικές σχέσεις που διαμόρφωσε ο προβληματικός διαχωρισμός του Οργανισμού Σιδηροδρόμων σε θυγατρικές (σ.σ. σε ΟΣΕ ΑΕ, ΕΡΓΟΣΕ ΑΕ, ΓΑΙΑΟΣΕ ΑΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ ΑΕ και ΕΕΣΣΤΥΕ ΑΕ για τα εργοστάσια και μηχανοστάσια, με την ΕΕΣΣΤΥΕ να εξαγοράζεται και να απορροφάται από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ όταν η τελευταία ιδιωτικοποιήθηκε και πριν μετονομαστεί σε “HELLENIC TRAIN”), όπως και η απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση στη συνέχεια του μεταφορικού έργου που γιγάντωσε τα αντικρουόμενα πολλές φορές συμφέροντα.
Αντίστοιχα, η επιλογή της κατάτμησης των διαφόρων συμβάσεων, προκειμένου να εξυπηρετηθούν διαφορετικά επιχειρηματικά συμφέροντα, οδήγησε σε ασυμβατότητες των διαφόρων συστημάτων αλλά και σε μεγάλες καθυστερήσεις που προέκυπταν ακριβώς από την εκδήλωση αυτών των ανταγωνιστικών συμφερόντων (προσφυγές, ενστάσεις, συνεχείς παρατάσεις).
Τα παραπάνω είχαν ως αποτέλεσμα κατά τον χρόνο του τραγικού εγκλήματος στα Τέμπη να μην έχει παραδοθεί και τεθεί ολοκληρωμένα σε λειτουργία κανένα από τα απαραίτητα συστήματα ασφαλείας, που προβλέπονταν σε τέσσερις τουλάχιστον συμβάσεις των οποίων ο συμβατικός χρόνος ολοκλήρωσης είχε παρέλθει προ πολλών ετών».
Πηγή: Eurokinissi
Το ΚΚΕ επισήμαινε πως «η κατάσταση και ο τρόπος λειτουργίας του ελληνικού σιδηροδρόμου, αποτυπώθηκε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο από τον μάρτυρα Βασίλειο Προφυλλίδη, έναν από τους τρεις πραγματογνώμονες της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που ορίστηκε από την κυβέρνηση (“Επιτροπή Γεραπετρίτη”), ο οποίος κατέθεσε: “Την ημέρα της τραγωδίας ο δικός μας σιδηρόδρομος είχε χαρακτηριστικά δεκαετίας του ’60, για να μην πω και του ’50”. Επί της ουσίας η ασφάλεια της κίνησης των αμαξοστοιχιών βασιζόταν αποκλειστικά και μόνο στη σωστή εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας από τους αρμόδιους σταθμάρχες, κλειδούχους, μηχανοδηγούς κλπ. και έλειπαν παντελώς τα σύγχρονα αυτοματοποιημένα συστήματα τα οποία συνεπικουρούν καθοριστικά τον ανθρώπινο παράγοντα και λειτουργούν αποτρεπτικά και διορθωτικά ως προς το ανθρώπινο λάθος», ενώ συμπλήρωνε ότι «παρά τις προσπάθειες διαφόρων κυβερνητικών στελεχών να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα, στον ελληνικό σιδηρόδρομο δεν υπήρχε τηλεδιοίκηση, δηλαδή αποτύπωση και έλεγχος σε ζωντανό χρόνο της θέσης και της κίνησης του κάθε τρένου σε ολόκληρο το σιδηροδρομικό δίκτυο σε απομακρυσμένο πίνακα κυκλοφορίας.
Η ύπαρξη τηλεδιοίκησης σε συνδυασμό με τα σύγχρονα συστήματα ασφαλείας (ETCS – GSM-R) είναι σε θέση να εκμηδενίσουν την πιθανότητα ανάλογων σιδηροδρομικών δυστυχημάτων». Αλλά, την ημέρα του εγκλήματος του Τεμπών «στη χώρα μας όχι μόνο δεν υπήρχε τηλεδιοίκηση και δεν λειτουργούσε κανένα από τα παραπάνω σύγχρονα συστήματα ασφαλείας (ETCS – GSM-R), αλλά ήταν εκτός λειτουργίας ακόμα και οι φωτεινοί σηματοδότες! Με ευθύνη όλων των αστικών κυβερνήσεων δεν ελήφθη κανένα μέτρο για την έγκαιρη εγκατάσταση και λειτουργία των πιο πάνω σύγχρονων τεχνολογικών επιτευγμάτων που θα μεγιστοποιούσαν την ασφάλεια των συγκοινωνιών».
Σχετικά με την έλλειψη προσωπικού, το ΚΚΕ ανέφερε ότι «σε αντίθεση με αυτό που θα επέβαλε η ανυπαρξία των σύγχρονων συστημάτων ασφαλείας, με ευθύνη και γνώση των αρμόδιων υπουργών και των αντίστοιχων κυβερνήσεων, ατόνησαν παράλληλα και οι αναγκαίες εκείνες ασφαλιστικές δικλείδες που θα μπορούσαν στοιχειωδώς να παρέχουν κάποια προστασία στις σιδηροδρομικές συγκοινωνίες» και πως «παρά το γεγονός ότι η ασφάλεια της κυκλοφορίας των σιδηροδρόμων στηριζόταν αποκλειστικά και μόνον στην τήρηση του Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας, δηλαδή επί της ουσίας στον ανθρώπινο παράγοντα, όχι μόνο δεν ελήφθησαν μέτρα για την ενίσχυση και εκπαίδευση του προσωπικού αλλά αντιθέτως ο αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε δραματικά».
Αυτή η έλλειψη εργαζομένων «όπως ήταν αναμενόμενο, οδήγησε σε ακόμη μεγαλύτερη εντατικοποίηση της εργασίας του υπάρχοντος προσωπικού, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι πιθανότητες για ανθρώπινα λάθη», ενώ «αποδυνάμωσε και μια σειρά άλλες ειδικότητες και τομείς που ήταν απαραίτητες για την ασφάλεια των συγκοινωνιών, όπως η συντήρηση των γραμμών, η φύλαξη των διαβάσεων, η συντήρηση των αμαξοστοιχιών».
Επιπλέον μιλούσε και για την παντελώς ανεπαρκή «ελεγκτική δυνατότητα και δραστηριότητα της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), σε σχέση με την πιστοποίηση της ασφάλειας των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών», με χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι «ακόμα και το κραυγαλέο έλλειμμα για παράδειγμα στην εκπαίδευση των σταθμαρχών διαπιστώθηκε μόνο μετά το έγκλημα στα Τέμπη, οπότε και συγκροτήθηκε η Ολομέλεια της ΡΑΣ για αυτεπάγγελτο έλεγχο των παραβιάσεων ασφαλείας που καταγράφηκαν στην υπ’ αριθμ. 24/16-03-2023 απόφασή της, υποχρεώνοντας τον ΟΣΕ να παύσει να απασχολεί σε θέσεις κρίσιμων καθηκόντων ασφαλείας όσους είχαν περάσει το εν λόγω πρόγραμμα εκπαίδευσης».
Επιχείρηση συγκάλυψης
Πηγή: Eurokinissi
«Σοβαρά ζητήματα και ποινικές ευθύνες εγείρονται και από την αλλοίωση του τόπου του δυστυχήματος – εγκλήματος λίγες ημέρες μόλις μετά το συμβάν κατόπιν εντολών στελεχών της κυβέρνησης και της Περιφέρειας Θεσσαλίας.
Συγκεκριμένα ειδικά συνεργεία με τη χρήση βαρέων μηχανημάτων, φορτηγών κλπ. προέβησαν στην αφαίρεση χωμάτινων όγκων από το σημείο της σύγκρουσης και στη συνέχεια προχώρησαν στην επικάλυψη του χώρου με την επίστρωση υλικών που μεταφέρθηκαν από αλλού και συγκεκριμένα τόνους χαλικιού, ασφάλτου κλπ. υπερκαλύπτοντας την έκταση όπου αναπτύχθηκε η φωτιά» τονιζόταν στο πόρισμα, προσθέτοντας πως «η ως άνω παράνομη πράξη συνιστά αλλοίωση του χώρου του πολύνεκρου δυστυχήματος καθώς τελέστηκε πριν ακόμη επισκεφτούν τον χώρο το κλιμάκιο της Χημικής Υπηρεσίας Λάρισας για δειγματοληψία υλικών που έλαβε χώρα στις 29-3-2023, πριν διοριστούν και προβούν σε αυτοψία οι τεχνικοί σύμβουλοι οικογενειών, δίχως να συντρέχει καμία περίπτωση κινδύνου για τη δημόσια υγεία ή το περιβάλλον και δίχως την έγκριση των ανακριτικών αρχών.
Απόρροια των ενεργειών αυτών ήταν να χαθεί πολύτιμο υλικό (χημικό και γενετικό) απαραίτητο για τη σύνταξη της πραγματογνωμοσύνης που θα φώτιζε τα αίτια του δυστυχήματος και δη αυτά της έκρηξης που ακολούθησε της σύγκρουσης των τρένων. Κατ’ επέκταση από τις εργασίες της Εξεταστικής προέκυψε ότι αρμόδια πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται στις ως άνω παράνομες ενέργειες είναι μεταξύ άλλων οι Κ. Αγοραστός, τέως περιφερειάρχης Θεσσαλίας και Χ. Τριαντόπουλος νυν υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Η παραπάνω εξέλιξη θεωρούμε ότι συνδέεται και με την καταγγελλόμενη -σύμφωνα με το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων των συγγενών- απώλεια βιντεοληπτικού υλικού για την εμπορική αμαξοστοιχία. Όπως καταγγέλλεται στα αιτήματα που έχουν υποβληθεί, οι απαντήσεις ήταν ότι είχε καταστραφεί το υλικό. Συνδέεται επίσης και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης με το γεγονός της ισχυρότατης έκρηξης και της πυρκαγιάς που προήλθε από τη σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών η οποία και αποτέλεσε τη βασική αιτία για τον θάνατο διά απανθρακώσεως πολλών εκ των 57 επιβατών».
Η ύπαρξη της χημικής ουσίας ξυλολίου που ανευρέθηκε στον χώρο του δυστυχήματος προκαλεί σοβαρά ερωτήματα για το φορτίο που πράγματι μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία εάν λάβει κανείς υπόψη και τις δηλώσεις του πρώην υπουργού Ρέππα περί «μαύρων βαγονιών».
Τέλος, για τη λειτουργία της Επιτροπής, υπογράμμιζε πως από τη συγκρότησή της «αποκαλύφθηκε η προσπάθεια της κυβερνητικής πλειοψηφίας να εμποδιστεί η διερεύνηση της αλήθειας, να κατευθυνθεί σε ανώδυνα για τη ΝΔ πλαίσια.
Με ευθύνη της πλειοψηφίας της Εξεταστικής Επιτροπής αρκετά ζητήματα δεν εξετάστηκαν ενδελεχώς (όπως η αιτία της έκρηξης και το μπάζωμα) και δεν κλήθηκαν κρίσιμοι μάρτυρες (όπως ο Φ. Τσαλίδης, όλοι οι πραγματογνώμονες), αποδεικνύοντας ότι γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης.
Αυτό υπηρετεί το βίαιο κλείσιμο των εργασιών της Εξεταστικής πριν ακόμα έρθει η δικογραφία και πριν εξεταστούν μια σειρά μάρτυρες που θα μπορούσαν να φωτίσουν πλευρές που δεν είχαν επαρκώς εξεταστεί. Μάλιστα, η κυβερνητική πλειοψηφία αποφάσισε να μην προχωρήσει σε νέες συνεδριάσεις και εξέταση μαρτύρων παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις του προεδρείου για κλήση νέων μαρτύρων».
https://www.imerodromos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου