Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ: «Από την πληγή μου κοίταξα / του κόσμου την πληγή»

Όταν ο Παττακός απαίτησε από τον Ρίτσο να εκθειάσει τη δικτατορία

«Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της, και συ να λείπεις,
να ‘ρχονται οι Ανοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα, και συ να λείπεις… 
να λείπεις – δεν είναι τίποτα να λείπεις.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα που γι’ αυτά έχεις λείψει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλο τον κόσμο».

Ναι. Ο Γιάννης Ρίτσος, ο άνθρωπος που ταύτισε τη ζωή του με την ποίηση και την Επανάσταση, ο αγωνιστής ο κομμουνιστής ποιητής, που σαν σήμερα (11/11/1990) έφυγε από κοντά μας, θα είναι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα που γι’ αυτά έχει λείψει, θα είναι για πάντα μέσα σ’ όλο τον κόσμο, τον οποίο τόσο αγάπησε και άλλο τόσο ο κόσμος τον αγάπησε.
Θα είναι για πάντα δίπλα μας γιατί με το έργο του απευθύνεται στην ψυχή του λαού και γι’ αυτό θα χτυπάει πάντα στην καρδιά της Ρωμιοσύνης. Η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου είναι αλήθεια ότι ενόχλησε και δεν «παραμέρισαν» όπως προέτρεψε ο Παλαμάς για να «περάσει ο ποιητής». 
Ο Γιάννης Ρίτσος «πέρασε» παρεμποδιζόμενος, αλλά πέρασε, εκεί κυρίως που απευθυνόταν, στην ψυχή του λαού, και γι’ αυτό θα χτυπάει πάντα στην καρδιά της Ρωμιοσύνης.

Με το έργο του, ο Γιάννης Ρίτσος προσέδωσε ποιητικότητα στην καθημερινότητά μας και ανέδειξε σε «ήρωα» το λόγο που εμπνέει και εμπνέεται από τους ήρωες. 
Ο βάρδος των λαϊκών αγώνων, στα ποιήματά του κατέγραψε σαν χρονικό, τις ηρωικές στιγμές, που με τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, του Χρήστου Λεοντήτου Θάνου Μικρούτσικου μετουσιώθηκαν σε εγερτήρια άσματα, σε ύμνους ηρώων και ελεγεία. 
Πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, πολλά πεζογραφήματα (μυθιστορήματα τα ονομάζει), αρκετά θεατρικά, όπως και μελέτες για ομοτέχνους συγκροτούν το κύριο σώμα του έργου του. Πολυάριθμες μεταφράσεις, χρονογραφήματα και άλλα δημοσιεύματα συμπληρώνουν την εικόνα του δημιουργού.
Η ποίηση για τον Ρίτσο ήταν «απέραντη σαν τη ζωή, ένα διαρκές γίγνεσθαι. Στο χώρο της δεν υπάρχουν όρια, δεν υπάρχουν απαγορεύσεις». Μέσα και πάνω στις λέξεις του ποιητή αποτυπώνονται πολιτιστικές μνήμες αιώνων, αποθησαυρίζεται η παγκόσμια ιστορία.
«Το ποίημα ξεπηδάει από μιαν ανάγκη ν’ αποδοθεί η σιωπή, από μιαν εντολή της ανθρώπινης προϊστορίας, ιστορίας και μεθιστορίας. 
Μια εντολή που δίνεται στον ποιητή άθελά του κι εκφράζεται μέσα απ’ αυτόν. Γράφοντας ποίηση κάνει, χωρίς να το ξέρει, μια μάχη, σώμα με σώμα, με το θάνατο. Κι όταν λέμε θάνατο δεν εννοούμε μόνο το φυσικό, αλλά και όλες τις μορφές κοινωνικού θανάτου. 
Η καταπίεση, η σκλαβιά, οι επιθυμίες που δεν εκπληρώνονται, όλα αυτά είναι μια καθημερινή εκτέλεση, ένας θάνατος. Κι όσο θα υπάρχει ο θάνατος, θα υπάρχει και η αντίσταση στο θάνατο. 
Μια αναμέτρηση μ’ αυτήν τη μορφή του θανάτου είναι η πολιτική ποίηση (ή τουλάχιστον η δική μου πολιτική ποίηση) μια μάχη για να φτάσουμε στο «αταξικό γαλάζιο»» (Γιάννης Ρίτσος, συνέντευξη στο περιοδικό «Η λέξη», τεύχος 182).
Το 1934 είναι σημαδιακή χρονιά για τον Ρίτσο. Σε μια σχεδόν σημειολογική συγκυρία που πραγματώνει το όραμά του για την ποίηση και την Επανάσταση, εκδίδει το πρώτο του βιβλίο με τον τίτλο «Τρακτέρ» και γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ενώ αρχίζει η συνεργασία του με τον «Ριζοσπάστη».

Το 1935 εκδίδει τη συλλογή «Πυραμίδες». Το 1937 νοσηλεύεται και πάλι, ενώ γίνεται μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Μια σημαντική αναγνώριση της λογοτεχνικής του αξίας έρχεται όταν δημοσιεύεται «Το τραγούδι της αδελφής μου» (εμπνευσμένο από την αδελφή του Λούλα, η οποία είχε εισαχθεί στο Δαφνί) με τον Παλαμά να λέει το περίφημο: «Παραμερίζουμε, ποιητή, για να περάσεις». Το 1938 κυκλοφορεί η «Εαρινή Συμφωνία» και προσλαμβάνεται ως χορευτής στη Λυρική Σκηνή.
Το 1940 και η έναρξη του πολέμου για την Ελλάδα βρίσκει τον ποιητή κατάκοιτο. Λίγους μήνες πριν την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας έχει κυκλοφορήσει «Το εμβατήριο του ωκεανού». 
Οργανώνεται στο ΕΑΜ και εντάσσεται στο μορφωτικό τμήμα του.Στο σπίτι του συνεδριάζει η Κομματική Οργάνωση των Διαφωτιστών και συνεργάζεται με την Ηλέκτρα Αποστόλου. «(…) με τούτη τη στάχτη της Ηλέκτρας, με τούτη τη φλόγα της Ζόγιας, έτσι θα σας νικήσουμε (…)».
Εξακολουθεί να γράφει πυρετωδώς. Αμείωτη βαίνει η συνεργασία του με τον παράνομο αντιστασιακό Τύπο. Η «Δοκιμασία» λογοκρίνεται από τους κατακτητές.
Η υποχώρηση του ΕΛΑΣ τον Δεκέμβρη του ’44 από την Αθήνα βρίσκει μια ομάδα καλλιτεχνών, μεταξύ αυτών και τον Ρίτσο, να μεταβαίνει στην επαρχία. 
Συνάντηση με τον Αρη Βελουχιώτη στα Τρίκαλα. Οργανώνονται θίασοι και οι καλλιτέχνες χρεώνονται με το καθήκον της συγγραφής έργων. Μέσα σε μια βδομάδα ο Ρίτσος γράφει το μονόπρακτο «Η Αθήνα στ’ άρματα». 
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (Φλεβάρης 1945) επιστρέφει στην Αθήνα. Εκδίδει το ποίημα «Ο σύντροφός μας Νίκος Ζαχαριάδης». Εχει καθοδηγητικό καθήκον στο καλλιτεχνικό τμήμα της ΕΠΟΝ.
Τον Ιούλη του 1948 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στη Λήμνο. Το 1949 μεταφέρεται στο κολαστήρι της Μακρονήσου. Γράφει και ζωγραφίζει όπου και όπως μπορεί: Σε πέτρες, ξύλα, κόκαλα ζώων. 
Σύντροφοί του όπως ο Μάνος Κατράκης βοηθούν στο κρύψιμο της δημιουργίας του ποιητή. Υποτροπιάζει η φυματίωση, αναγκάζονται να τον απολύσουν βαριά άρρωστο, αλλά σύντομα τον ξαναστέλνουν στη Μακρόνησο και στη συνέχεια στον Αη-Στράτη. 
Γράφει το «Γράμμα στον Ζολιό-Κιουρί» και καταφέρνει να το στείλει στο εξωτερικό, όπου βρίσκει πλατιά απήχηση. Δημιουργοί όπως ο Αραγκόν, ο Νερούντα, ο Πικάσο κ.ά. δημιουργούν εκείνες τις συνθήκες πίεσης στο καθεστώς της Ελλάδας, ώστε το 1952 ο Ρίτσος απελευθερώνεται από τον Αη-Στράτη, χωρίς να υπογράψει δήλωση. Γράφει το «Ημερολόγιο Εξορίας» και το «Καπνισμένο Τσουκάλι», τον «Πέτρινο Χρόνο» και τις «Γειτονιές του κόσμου».

Εκλέγεται στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ. Γράφει το ποίημα «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», αμέσως μετά την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του.
Το 1954 παντρεύεται τη γιατρό Φαλίτσα Γεωργιάδου. Ενα χρόνο μετά γεννιέται η Ελευθερία (Ερη).
Το 1956 δημοσιεύεται η ποιητική σύνθεση «Η σονάτα του σεληνόφωτος», η πρώτη της «Τέταρτης Διάστασης». Αποσπά το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης και μεταφράζεται σε πολλές γλώσσες. Την ίδια χρονιά ταξιδεύει με άλλους διανοούμενους στην ΕΣΣΔ, μετά από πρόσκληση της τελευταίας.
Το 1961 στη Ρουμανία γνωρίζεται προσωπικά με τον μεγάλο Τούρκο ποιητή, Ναζίμ Χικμέτ, του οποίου την ποίηση ο Ρίτσος ήδη γνώριζε. Το 1963 θα τρέξει στη Θεσσαλονίκη, κοντά στον ετοιμοθάνατο Γρηγόρη Λαμπράκη, από τη δολοφονική επίθεση του παρακράτους. Το 1964 τον βρίσκει υποψήφιο της ΕΔΑ, ενώ το 1966 ταξιδεύει στην Κούβα.
Μέχρι τότε έχουν κυκλοφορήσει πολλά έργα του, μεταξύ αυτών: «Χρονικό», «Αποχαιρετισμός», «Μακρονησιώτικα», («Πέτρινος χρόνος»), «Οι γειτονιές του κόσμου», «Υδρία», «Χειμερινή διαύγεια» (1957), «Οταν έρχεται ο ξένος», η «Ανυπόταχτη πολιτεία», «Η αρχιτεκτονική των δέντρων», «Πέρα απ’ τον ίσκιο των κυπαρισσιών» (1958), «Οι γερόντισσες κ’ η θάλασσα», το θεατρικό «Μια γυναίκα πλάι στη θάλασσα» (1959), «Το παράθυρο», «Η γέφυρα» (1960), δύο τόμοι από τα «Ποιήματα», «Ο Μαύρος Αγιος», «Ανθολογία Ρουμάνικης Ποίησης» (1961). Την ίδια χρονιά στο «Νέο θέατρο» ανεβαίνει από τον Μίκη Θεοδωράκη ο «Επιτάφιος». 1962: «Το νεκρό σπίτι», «Κάτω απ’ τον ίσκιο του βουνού». 1963: «Το δέντρο της φυλακής και οι γυναίκες», «12 ποιήματα για τον Καβάφη», «Μαρτυρίες» (σειρά πρώτη), «Ποιήματα» του Αττίλα Γιοζέφ (μετάφραση Νικηφόρου Βρεττάκου – Γιάννη Ρίτσου). Το 1964 κυκλοφορούν τα «Ποιήματα» του Μαγιακόφσκι, με πρόλογο και απόδοση του Γιάννη Ρίτσου. Την ίδια χρονιά εκδίδεται ο τρίτος τόμος των απάντων του («Ποιήματα») και τα «Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού». 1965: «Φιλοκτήτης». 1966: «Ρωμιοσύνη», «Το δέντρο» του Ερεμπουργκ με πρόλογο και απόδοση του Γιάννη Ρίτσου, «Μαρτυρίες» (σειρά δεύτερη), «Ορέστης», «Ανθολογία Τσέχων και Σλοβάκων ποιητών», «Ο μεγάλος ζωολογικός κήπος» του Νικόλας Γκιλλιέν (σε απόδοση Γιάννη Ρίτσου). Κυκλοφορεί η «Ρωμιοσύνη» από τον Μίκη Θεοδωράκη. 1967: «Οστράβα».
Με την επιβολή της χούντας το 1967 συλλαμβάνεται από τους πρώτους και βρίσκεται μεταξύ των χιλιάδων κρατουμένων στον Ιππόδρομο. Εξορίζεται αρχικά στη Γυάρο και αργότερα στη Λέρο. 
Από την πρώτη στιγμή της σύλληψής του ξεσηκώνεται νέο κύμα συμπαράστασης από ξένους διανοούμενους. Ηδη λίγες μέρες μετά την έναρξη της χούντας και τη γνωστοποίηση της σύλληψης του ποιητή, Γάλλοι συγγραφείς δημοσιεύουν ανοιχτή επιστολή προς τους πραξικοπηματίες με αίτημα την απελευθέρωσή του.
Το 1968 μεταφέρεται στην Αθήνα, στον «Αγιο Σάββα», μετά από αιματουρία. Χειρουργείται ξαναστέλνεται στη Γυάρο και λίγο αργότερα στη Σάμο, όπου τίθεται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Στέλνει κρυφά στη Γαλλία το «Πέτρες Επαναλήψεις Κιγκλίδωμα» που μεταφράζεται και εκδίδεται. 
Αργότερα «φυγαδεύει» τα «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», τα οποία μελοποιεί ο Μίκης Θεοδωράκης και τα παρουσιάζει σε συναυλίες στο εξωτερικό. Ξεσηκώνεται νέο διεθνές κίνημα συμπαράστασης, με αποτέλεσμα να αρθεί ο περιορισμός το 1970 οπότε έρχεται στην Αθήνα και ξαναμπαίνει στο χειρουργείο. 
Τον Γενάρη τον καλούν στην Αγγλία, σε ένα ποιητικό συνέδριο. Ο Παττακός φωνάζει τον Ρίτσο και του λέει ότι μπορεί να πάει με τη δέσμευση να μην πει τίποτα εναντίον του καθεστώτος. 
Ο Ρίτσος αρνείται λέγοντας ότι είναι αδύνατο να μη μιλήσει για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα. Τον ξαναστέλνουν στη Σάμο. Το Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς ανακηρύσσεται μέλος της Ακαδημίας Λογοτεχνών και Επιστημών Μάιντς της Δ. Γερμανίας.

Το 1975 του απονέμεται στη Σόφια το βραβείο «Γκεόργκι Ντιμιτρόφ», αναγορεύεται επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του απονέμεται το Μέγα Γαλλικό Βραβείο Ποίησης «Αλφρέ ντε Βινύ» και προτείνεται για το Νόμπελ. Γράφει και δημοσιεύει συνεχώς. 
Το 1976 του απονέμονται δύο διεθνή βραβεία ποίησης στην Ιταλία. Τιμάται στην ΕΣΣΔ με το διεθνές βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη. 1978: Ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ (Αγγλία). 
1979: Αναγορεύεται επίτιμος δημότης Λευκωσίας, του απονέμεται το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης για τον Πολιτισμό, από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης και το παράσημο της «Φιλίας των Λαών» της ΕΣΣΔ.
1983: Μέλος της Επιτροπής Απονομής του βραβείου «Λένιν». 
1984: Αναγορεύεται επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου «Καρλ Μαρξ» της Λιψίας (ΓΛΔ). Το 1985 αποσπά νέες βραβεύσεις σε Ιταλία και Γιουγκοσλαβία.
Ολο αυτό το διάστημα συμμετέχει σε πλήθος εκδηλώσεων στην Ελλάδα, απαγγέλλει, συζητά με τον κόσμο, γίνεται επίτιμος δημότης πολλών πόλεων. Πάντα γράφει και δημοσιεύει. 
Το 1986 του απονέμεται το βραβείο «Ποιητής διεθνούς ειρήνης» του ΟΗΕ, μετάλλιο από το Εθνικό Νομισματοκοπείο Γαλλίας και το Διεθνές Βραβείο «Λυτές». 
1987: Αναγορεύεται επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας και του απονέμεται το χρυσό μετάλλιο του Δήμου Αθηναίων. 
1989: Του απονέμεται ο μεγάλος Αστέρας της «Φιλίας των Λαών» στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία και το μετάλλιο ειρήνης «Γρηγόρη Λαμπράκη» της ΕΕΔΥΕ. 
Το 1990 του απονέμεται το μετάλλιο «Ζολιό-Κιουρί», ανώτατη διάκριση του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης.
«Το χρέος των ποιητών» είναι… ένα. Δίπλα στο λαό, ένα με το δίκιο.
«Πολλά ποιήματα είναι ποτάμια. Αλλα είναι χαμολούλουδα σε βραδινό κάμπο. Αλλα είναι σαν πέτρες που δε χτίζουν τίποτα.
»Πολλοί στίχοι είναι σα στρατιώτες έτοιμοι για τη μάχη. Αλλοι σα λιποτάχτες κρυμμένοι πίσω απ’ τ’ ανθισμένα δέντρα. Αλλοι σαν άγνωστοι στρατιώτες που δεν έχουν πρόσωπο.
»Πολλά ποιήματα φωνάζουν δυνατά χωρίς ν’ ακούγονται. Αλλα σωπαίνουνε με σταυρωμένα χέρια. Αλλα σταυρώνονται και μιλούν σταυρωμένα.
»Πολλοί στίχοι είναι σαν εργαλεία. Εργαλεία σκουριασμένα, ριγμένα στο χώμα κι άλλα καινούργια που δουλεύουν το χώμα.
»Πολλά ποιήματα είναι σαν όπλα – όπλα πεταμένα στο χώμα κι όπλα στραμμένα στην καρδιά τού εχθρού.
»Πολλοί στίχοι στέκονται πίσω απ’ τη σιωπή σαν τα χλωμά παιδιά πίσω απ’ τα τζάμια ενός ορφανοτροφείου – κοιτάζουν μακριά, μες στη βροχή – δεν ξέρουν τι να κάνουν, πού να πάνε.
»Πολλά ποιήματα είναι σα δέντρα άλλα σαν κυπαρίσσια σ’ ένα λιόγερμα θλίψης άλλα σα δέντρα οπωροφόρα σ’ ένα κολχόζ.
»Πολλοί στίχοι είναι σαν πόρτες – πόρτες κλειστές σ’ ερημωμένα σπίτια και πόρτες ανοιχτές σε ήμερες συγυρισμένες ψυχές.
»Είναι και μαύρες πόρτες καμένες σε μια πυρκαγιά, κι άλλες τιναγμένες από μιαν έκρηξη κι άλλες που μεταφέρουν ένα σκοτωμένο σύντροφο.
»…Ενα σωστό ποίημα ποτέ δεν καθυστερεί σε μια γωνιά τού ρεμβασμού. Είναι πάντα στην ώρα του σαν τον συνειδητό, πρόθυμο εργάτη είναι ένας έτοιμος στρατιώτης που λέει παρών στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του.
»…Το νου σας, σύντροφοι ποιητές, αδέρφια μου, ας κρατάμε τ’ αυτί μας στυλωμένο στο γυαλί της σιωπής, – τα βήματα του εχθρού και του φίλου μας μοιάζουν στο θαμπόφωτο του δάσους. Πρέπει να διακρίνουμε.
»Το νου σας, σύντροφοι ποιητές, μη και βουλιάξουμε μέσα στο τραγούδι μας μη και μας εύρη ανέτοιμους η μεγάλη ώρα, – ένας ποιητής δίνει παρών στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του.»
Όταν ο Παττακός απαίτησε από τον Ρίτσο να εκθειάσει τη δικτατορία
1970. Ο Ρίτσος, εξόριστος τότε στη Σάμο, δέχεται πρόσκληση από τους Ελληνες εφοπλιστές του Λονδίνου να παρευρεθεί στο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης του Λονδίνου ως τιμώμενο πρόσωπο μαζί με τον Πάμπλο Νερούδα.

Ο Στ. Παττακός, από τους πρωτεργάτες της χούντας, τον καλεί στην Αθήνα και του ζητά, προκειμένου να του δοθεί η άδεια να μεταβεί στο Λονδίνο, να μην καταφερθεί ενάντια στη χούντα.

Η κόρη του μεγάλου ποιητή, η Ερη Ρίτσου, αφηγήθηκε το γεγονός της συνάντησης του Ρίτσου με τον αρχιπραξικοπηματία, στο Facebook της, στις 9 Οκτώβρη του 2016, με αφορμή τον θάνατο του Παττακού (8.10.2016):

«ΡΙΤΣΟΣ και ΠΑΤΤΑΚΟΣ

Το 1970 δίνεται άδεια στον Ρίτσο να ταξιδέψει από τη Σάμο, όπου βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό, στην Αθήνα.

Στο Καρλόβασι όπου ζούσαμε περνούσε τις διακοπές του και ο Μιχάλης Περατικός, που την εποχή εκείνη ήταν γραμματέας, αν δεν κάνω λάθος, του συλλόγου Ελλήνων εφοπλιστών στο Λονδίνο. Ο Περατικός ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τις τέχνες και εκτιμούσε ιδιαίτερα το έργο του πατέρα μου. Με πρωτοβουλία και ενέργειες του λοιπόν ήρθε για τον Ρίτσο μια πρόσκληση να πάρει μέρος ως τιμώμενο πρόσωπο στο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης του Λονδίνου, μαζί με τον Πάμπλο Νερούδα.

Η πρόσκληση μεταφέρθηκε στους δικτάτορες από τον Σύλλογο Ελλήνων Εφοπλιστών και φυσικά μια τέτοια πρόταση που έρχεται μέσω τέτοιας οδού δεν θα μπορούσαν να αρνηθούν να την εξετάσουν.

Έτσι, ο Ρίτσος παίρνει άδεια να ταξιδέψει στην Αθήνα, όπου ο Στυλιανός Παττακός τον καλεί στο γραφείο του για να του κάνει συστάσεις, τί πρέπει να πει στο Λονδίνο εάν ερωτηθεί για την κατάσταση στην Ελλάδα.

Ο Παττακός θεωρούσε τον εαυτό του μέγα θεωρητικό και φιλόσοφο και έπηξε τον πατέρα μου στις μπούρδες στην προσπάθειά του να τον αποτρέψει από το να καταφερθεί κατά της Χούντας. Ο Ρίτσος του είπε πως αν ερωτηθεί, θα πει απλώς την αλήθεια.

–Και ποιά είναι η αλήθεια κύριε Ρίτσο; τον ρώτησε ο Παττακός.

–Αυτή που πολύ καλά γνωρίζετε, Πως στην Ελλάδα υπάρχει μια στυγνή στρατιωτική δικτατορία.

Κατόπιν τούτου ο Ρίτσος πήρε το δρόμο για Πειραιά, τμήμα μεταγωγών, Καρλόβασι, και οι διοργανωτές στο Λονδίνο πήραν την απάντηση πως ο Ρίτσος αρνείται να ταξιδέψει.

Περιττό να πω πως ο πατέρας μου άκουγε “Παττακός” και του σηκωνόταν η τρίχα κάγκελο, ενθυμούμενος το θράσος και τις φιλοσοφικές μπούρδες του ανόητου φασιστοδικτατορίσκου».

https://www.imerodromos.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Read more: Go to TOP and Bottom