ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον Υπουργό Οικονομικών
«Η οικονομική κρίση και ο ρόλος των τραπεζών»
Οι τράπεζες κάθε χώρας, σχεδόν σε όλο τον κόσμο, έχουν το αποκλειστικό δικαίωμα και προνόμιο των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και, στους τύπους τουλάχιστον, διέπονται από σφιχτούς χρηματοπιστωτικούς κανόνες και ελέγχονται είτε από το κράτος, είτε από ανεξάρτητη τραπεζική αρχή και στη χώρα μας, υποτίθεται, από την Τράπεζα της Ελλάδος που είναι εδώ και καιρό ανεξάρτητη, και τυπικά, αρχή.
Οι τράπεζες παγκοσμίως και ιδιαίτερα οι αμερικανικές ευθύνονται εν πολλοίς ή αποκλειστικά για την παρούσα παγκόσμια οικονομική κρίση, όχι μόνο γιατί ίσως δεν την προέβλεψαν και δεν την απεσόβησαν, αλλά ουσιαστικά είτε γιατί τους «ξέφυγε», είτε γιατί ηθελημένα την άφησαν να τους «ξεφύγει».
Έτσι, σήμερα, η παγκόσμια οικονομική ζωή βρίσκεται κάτω από την μπότα των «αγορών», δηλαδή των διεθνών κερδοσκόπων, οι οποίοι κινούν τα νήματα των συμφερόντων τους, κατά το δοκούν, επιλέγοντας ως «θηράματά» τους, τους αδύναμους κρίκους της παγκοσμιοποιημένης και καλύτερα ελεγχόμενης διεθνούς οικονομικής ζούγκλας.
Στην πατρίδα μας, οι τράπεζες, δημόσιες (όσες απέμειναν) και ιδιωτικές έχουν για τους ίδιους ή παραπλήσιους λόγους την δική τους τεράστια ευθύνη για την κατάσταση που βρίσκεται η χώρα σήμερα. Και τούτο γιατί άλλοτε ανεξέλεγκτα χρηματοδότησαν με θαλασσοδάνεια άσκοπα, ανερμάτιστα και οικονομικά ανόητα καταναλωτικούς και σπάταλους στόχους, χωρίς νόημα και γυρισμό και άλλοτε ήταν πολύ φειδωλές, σφιχτές ή και αρνητικές στην χρηματοδότηση της πραγματικής και παραγωγικής οικονομίας. Έτσι, αποδείχτηκαν ανελέητες με την τοκογλυφική τους πολιτική, τα πανωτόκια και τους παράνομους και καταχρηστικούς όρους που επέβαλαν στους δανειζόμενους, και ανήμπορους να αντιδράσουν, καταναλωτές, με την Τράπεζα της Ελλάδος, απλώς παρούσα, ανήμπορη και ανίκανη να παρέμβει, ελεγκτικά και ουσιαστικά συνένοχη σε αυτήν την τακτική. Από την άλλη, οι πολιτικές ηγεσίες του τόπου αποδείχτηκαν διαχρονικά άτολμες, επιφυλακτικές και συρόμενες από τις τράπεζες, παρά τους αγώνες που άρχισαν από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 οι ενώσεις καταναλωτών αλλά και ορισμένοι βουλευτές, με αποτέλεσμα τα ημίμετρα που επιτέλους μετά από πολλές πιέσεις, έλαβαν οι κυβερνήσεις, συμμόρφωσαν κάπως τα πράγματα, φευ όμως, όχι μόνο είχε διαρραγεί αλλά είχε τσακιστεί η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας που είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι αγρότες και οι μικρομεσαίοι επαγγελματίες από την «πολιτική» των τραπεζών.
Οι κυβερνήσεις στη χώρα μας (πάντα διαχρονικά) επηρεασμένες από τις μονόπλευρες εισηγήσεις των τραπεζιτών περί προστασίας του τραπεζικού συστήματος - σωστό κατά αρχήν -, ανοίγουν κάθε φορά αφειδώς τις κάνουλες του δημόσιου χρήματος, ζεστού ή με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων, για την ενίσχυση των τραπεζών, πάντοτε με τον επικαλυπτικό μανδύα της ενίσχυσης της ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας, χωρίς όμως να ζητούν από τις τράπεζες και τους μεγαλομετόχους τους, τη δική τους πρώτα συμβολή για τη διάσωση και την ενίσχυση των δικών τους επιχειρήσεων και χωρίς να υποχρεώνουν τις τράπεζες σε εκροή ρευστότητας ή να τους ζητούν εγγυήσεις ότι τουλάχιστον τα χρήματα που παίρνουν από το Δημόσιο θα διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία και στη ρευστότητα της αγοράς. Οι τράπεζες, με τη σειρά τους δράττονται κάθε ευκαιρίας, όχι να υλοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους, αλλά να κερδοσκοπήσουν με την ανοχή της πολιτείας. Φυλάσσουν τα χρήματα που παίρνουν από την πολιτεία στην άκρη «για ώρα δικής τους ανάγκης» και αναζητούν τρόπους να περιορίσουν ακόμη περισσότερο το λειτουργικό τους κόστος και να αυξήσουν ακόμη περισσότερο την κερδοφορία τους. Συνέπεια αυτής της πάγιας και γνωστής τακτικής των τραπεζών είναι να «στεγνώνει» ακόμη περισσότερο η αγορά, να μην υπάρχει ρευστότητα, να ασφυκτιά η κοινωνία, να τελματώνεται η οικονομία που περιμένουμε να ανακάμψει και οι μόνες κερδισμένες να είναι οι τράπεζες και ιδιαίτερα οι μεγαλομέτοχοί τους, αυξάνοντας σημαντικά το μετοχικό τους κεφάλαιο και ενισχυόμενες από πάνω με δισεκατομμύρια ευρώ από το κράτος, χωρίς καμιά ανταποδοτικότητα και χωρίς κανένα κοινωνικοοικονομικό αντίκρισμα.
Κάθε συνετός πολίτης αναγνωρίζει την αναγκαιότητα ύπαρξης ισχυρών τραπεζών, όχι όμως βλαπτικών για την οικονομία τραπεζών. Όχι των τραπεζών που λειτουργούν ως κράτος εν κράτει. Το πράγμα στη χώρα μας έφτασε στο απροχώρητο. Δεν πάει άλλο!
Η κυβέρνηση εδώ και τώρα πρέπει να απαλλαγεί από την παραπληροφόρηση, από τα σύνδρομα και τις φοβίες των τραπεζιτών. Να παρέμβει άμεσα και καταλυτικά έτσι ώστε ή να αναγκαστούν οι τράπεζες να διοχετεύσουν ρευστότητα στην αγορά, πρώτα με δικά τους κεφάλαια που κρατούν ερμητικά κλειδωμένα στα θησαυροφυλάκιά τους στη χώρα μας ή αλλού, ή να παρακαμφθούν οι ιδιωτικές τράπεζες και να εισρεύσει τουλάχιστον το δημόσιο χρήμα στην αγορά, είτε απευθείας είτε μέσω των εναπομεινασών κρατικών τραπεζών. Αλλιώς, δεν πρόκειται να αναπνεύσει η αγορά και να κινηθεί η οικονομία, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης και τις θυσίες του ελληνικού λαού. Δεν πρόκειται να υπάρξει σύντομα ανάπτυξη και η χώρα μας θα βυθίζεται όλο και περισσότερο σε μεγαλύτερη ύφεση, σε μεγαλύτερη ανεργία, σε μεγαλύτερη φτώχεια και οπισθοδρόμηση.
Κατόπιν αυτών,
Ερωτάται ο Υπουργός Οικονομικών
1. Εάν η πολιτεία μέσα σε δύο μόλις χρόνια χρηματοδοτεί τις τράπεζες, ιδίως τις ιδιωτικές, με ζεστό χρήμα και εγγυήσεις ύψους εκατό δισεκατομμυρίων ευρώ, τι νόημα ύπαρξης έχουν οι ιδιωτικές τράπεζες, εκτός από το να πλουτίζουν και να κερδοσκοπούν οι τραπεζίτες;
2. Τι εγγυώνται τελικά οι ιδιωτικές τράπεζες στους καταθέτες τους και τι προσφέρουν στην οικονομία της χώρας μας; Με ποια δικά της κεφάλαια, τα τελευταία δύο κρίσιμα οικονομικά χρόνια, μετέχει η κάθε τράπεζα στους σκοπούς για τους οποίους τους έχει δοθεί από την πολιτεία άδεια λειτουργίας τραπεζικών εργασιών;
3. Ποια συμμετοχή έχουν με ίδια κεφάλαια στην αντιμετώπιση της κρίσης στην οποία τουλάχιστον με την τακτική τους συνέβαλαν καθοριστικά;
4. Πώς χειρίστηκαν το θέμα της αθρόας ανάληψης και φυγάδευσης κεφαλαίων στο εξωτερικό το τελευταίο διάστημα; Πώς διαχειρίστηκαν το διάστημα αυτό τα δικά τους κεφάλαια;
5. Τι έκανε και τι κάνει ελεγκτικά για όλα τα παραπάνω η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος και οι αρμόδιες Αρχές της Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος; Ποιες είναι οι όποιες ευθύνες τους; Πώς και πότε θα καταλογιστούν, αν όντως υπάρχουν;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Νάντια Ι. Γιαννακοπούλου
Παναγιώτης Κουρουμπλής
Γιώργος Αρβανιτίδης
Λεωνίδας Γρηγοράκος
Λάμπρος Μίχος
Χαρά Κεφαλίδου
Ιωάννης Μιχελογιαννάκης
Άγγελος Τόλκας