«Με απειλούσε ότι θα με σκότωνω και θεωρώ πως ήταν ικανός να το κάνει. Όλοι γνώριζαν ότι χτυπούσε και εμένα και τα παιδιά μας, αλλά κανένας δεν αντιδρούσε γιατί όλοι τον φοβούνταν», είπε η σύζυγος του αστυνομικού της Βουλής που κατηγορείται για βιασμούς και ξυλοδαρμούς των παιδιών του. «Μου έλεγε διαρκώς ότι θα με βγάλει τρελή, ότι ακόμη και αν τον καταδώσω δεν θα με πιστέψει κανένας», είπε η αστυνομικός στο MEGA. «Έλεγε ότι είχε γνωριμίες στην αστυνομία, ότι ήταν το δεξί χέρι των πιο ισχυρών, πήγαινε από τον έναν ισχυρό στον άλλον και λόγω των πολιτικών του διασυνδέσεων δεν πίστευα ότι η αστυνομία θα με προστάτευε. Γιατί και στο παρελθόν όταν εκείνος χτυπούσε συναδέλφους μέχρι και τον διοικητή του, δεν είχε καμία επίπτωση, δεν του έκαναν τίποτα», ανέφερε.
«Κάποια στιγμή αποπειράθηκα να αυτοκτονήσω, αυτός ήταν για εμένα ο μόνος δρόμος. Όμως δεν το έκανα, όχι γιατί με νοιάζει η ζωή μου, αλλά για τα παιδιά μου. Δεν ήθελα να βρεθούν στον απόλυτο έλεγχο του πατέρα τους που τα κακοποιούσε», είπε η αστυνομικός.
«Ανησυχώ για τα παιδιά μου»
Υπενθυμίζεται πως ο αστυνομικός μίλησε στο MEGA και υποστήριξε ότι είναι αθώος και πως τον «παγίδευσε» η σύζυγός του: «Ανησυχώ για τα παιδιά μου, δεν ξέρω πού είναι και σε τι κατάσταση βρίσκονται. Δεν έχω κάνει τίποτα, περιμένω την ψυχιατρική εξέταση της γυναίκας μου, η οποία με παγίδευσε σε όλο αυτό που περνάω» είπε ο αστυνομικός στο MEGA. «Στα ψηφιακά μου μέσα το μόνο που θα εντοπίσουν οι αστυνομικοί είναι ένα βίντεο ερωτικού περιεχομένου, στο οποίο απεικονίζομαι εγώ με τη γυναίκα μου και τίποτα άλλο».Οι καταθέσεις
Η σύζυγος του αστυνομικού, στην κατάθεσή της, τμήματα της οποίας είχε δημοσιεύσει το Mega, ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Ο 45χρονος με ανάγκαζε με τη χρήση σωματικής βίας και με απειλές να ασελγήσω αρχικά εις βάρος του γιου μας όταν ήταν 6 ετών. Εγώ από τον φόβο και με το ξύλο που μου έδινε αναγκαζόμουν να τον υπακούσω και να το κάνω. Στις αρχές οι πράξεις αφορούσαν μόνο τον γιο μας. Μου ζητούσε, δηλαδή, να κάνω κάποια πράγματα σε αυτόν. Όταν μου το είπε πρώτη φορά, εγώ έμεινα να τον κοιτάζω αποσβολωμένη».
Όπως ισχυρίστηκε η γυναίκα του αστυνομικού, δεν είχε περιθώρια επιλογής: «Με είχε εκφοβίσει και με απειλούσε κάθε φορά ότι αν δεν το κάνω, θα κάνει όλα αυτά τα βασανιστήρια εις βάρος μου. Αναγκαζόμουν να υποκύπτω».
Αυτό «ήταν το μαρτύριό μου. Στην αρχή γινόταν μία φορά στους τρεις μήνες ή στους πέντε μήνες. Επειδή μετά με έβλεπε να κλαίω, γιατί σιχαινόμουν τον εαυτό μου, μου έλεγε “αφού δεν σου αρέσει, δεν θα ξαναγίνει”. Αλλά με ανάγκαζε να το ξανακάνω».
Ταυτόχρονα, οι τρεις ανήλικες αδερφές της οικογένειας, 13, 12 και 9 ετών, περιέγραψαν με λεπτομέρειες τα όσα έχουν ζήσει.
Η 9χρονη είπε πως ο πατέρας ζήτησε από τα μέλη της οικογένειας να κυκλοφορούν γυμνά στο σπίτι στο χωριό και ανέφερε πως την ανάγκαζε να κάνει «πράγματα που δεν έπρεπε».
«Όταν είχαμε πάει στο άλλο μας σπίτι στο χωριό, ο πατέρας μου έλεγε να κυκλοφορούμε γυμνοί στο σπίτι. Μας ανάγκαζε να κυκλοφορούμε χωρίς ρούχα στο σαλόνι. Ήταν πολύ βίαιος, φώναζε και μας χτυπούσε με τη μεταλλική του ράβδο.
(...)
Ο μπαμπάς μού τα έκανε όλα αυτά από τότε που ήμουν 7 ετών. Ήταν βίαιος, με τραβούσε και με ανάγκαζε να κάνω πράγματα που δεν έπρεπε. Όλα αυτά γίνονταν στο σπίτι μας. Μία φορά ο μπαμπάς με είχε στο σαλόνι και η μαμά ήταν στο δωματιό της, δεν ήταν μπροστά, κοιμόταν. Συνήθως κοιμόνταν και τα αδέρφια μου στα μέσα δωμάτια, τότε έμενα μόνη μαζί του».
Την ίδια ώρα, η 12χρονη είπε πως ξεκίνησε να την κακοποιεί μόλις πήγε στο Δημοτικό.
«Μας κλωτσούσε, μας τραβούσε από τα μαλλιά. Μετά πήγε στη δουλειά και όπως πάντα μετά, όταν γύριζε ήταν σαν να μην είχε γίνει τίποτα.
(...)
Δεν θυμάμαι ποια ήταν η πρώτη φορά. Θυμάμαι αυτό που γινόταν καθημερινά. Εμένα ξεκίνησε να με κακοποιεί από την Β΄Δημοτικού , Α' Δημοτικού, κάπου εκεί. Μας έπαιρνε στην κρεβατοκάμαρα. Ήταν και άλλοι στο σπίτι, στα δωμάτιά τους όταν το έκανε αυτό. Πολλές φορές μας χτυπούσε με γκλοπ».
Από την πλευρά της η 13χρονη ανέφερε πως υπήρχε φόβος και για αυτό τον λόγο δεν μπορούσαν να μιλήσουν, ενώ είπε πως «έπαιρναν τον αδερφό μας στην κρεβατοκάμαρα» και πως «η μαμά γνώριζε».
«Δεν μπορούσαμε να τα πούμε και σε κάποιον. Φοβόμασταν. Πέρυσι εγώ είχα πάει στον ψυχολόγο του σχολείου αλλά δεν είπα κάτι γιατί φοβόμουν μην το πει στον μπαμπά και γίνει μετά χαμός. Γιατί η αδερφή μου, είχε μιλήσει στις φίλες της στο Δημοτικό, εκείνες το είπαν στις δασκάλες και οι δασκάλες στους γονείς μας και ο πατέρας μας την χτύπησε. Και εμένα με έχει χτυπήσει ο μπαμπάς.
(...)
Τότε ήμασταν όλοι, ο μπαμπάς και τα αδέρφια μου και εγώ, εκτός από τη μαμά. Κάποιες φορές έπαιρναν και τον αδερφό μας στην κρεβατοκάμαρα. Η μαμά τα γνώριζε αυτά. Τα συζητάγαμε και όλοι μαζί και δεν ήθελε καθόλου».
Η 12χρονη είπε στις Αρχές πως ο πατέρας είχε μια μαύρη κάμερα σε ένα τρίποδο και πως με μία ζώνη και ένα γκλοπ «μας τα έκανε όλα».
Μάλιστα, περιέγραψε πως μπροστά σε έναν ξυλοδαρμό ήταν και ο παππούς.
«Ο μπαμπάς είχε μια μαύρη κάμερα που έβαζε πάνω σε ένα τρίποδο. Είχε μια ζώνη και ένα γκλοπ. Με αυτά τα δύο μας τα έκανε όλα. Ίσως, αν τα έψαχναν οι αστυνομικοί, θα μπορούσαν να βρουν κάτι πάνω σε αυτά, δεν ξέρω. Τώρα τον Νοέμβριο, ο μπαμπάς ασχολούνταν πιο πολύ με τη μικρή μας αδερφή που είναι 9 χρόνων. Μια φορά που μας είχε χτυπήσει ο μπαμπάς, ο παππούς ήταν μπροστά και το είδε. Ξέρω ότι τώρα που η μαμά θα είναι με τον παππού και την γιαγιά θα είναι διαφορετικά και εμείς δεν θα πονάμε και δεν θα φοβόμαστε πια. Δεν θα φοβάμαι μην φάω ξύλο και δεν θα κρύβω τα διαγωνίσματα και τις φίλες μου. Θέλω να μένει μαζί μας ο αδερφός μας αλλά να μην μας χτυπάει και να μην βρίζει συνέχεια».
Η σύζυγος του αστυνομικού, στην κατάθεσή της, τμήματα της οποίας είχε δημοσιεύσει το Mega, ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Ο 45χρονος με ανάγκαζε με τη χρήση σωματικής βίας και με απειλές να ασελγήσω αρχικά εις βάρος του γιου μας όταν ήταν 6 ετών. Εγώ από τον φόβο και με το ξύλο που μου έδινε αναγκαζόμουν να τον υπακούσω και να το κάνω. Στις αρχές οι πράξεις αφορούσαν μόνο τον γιο μας. Μου ζητούσε, δηλαδή, να κάνω κάποια πράγματα σε αυτόν. Όταν μου το είπε πρώτη φορά, εγώ έμεινα να τον κοιτάζω αποσβολωμένη».
Όπως ισχυρίστηκε η γυναίκα του αστυνομικού, δεν είχε περιθώρια επιλογής: «Με είχε εκφοβίσει και με απειλούσε κάθε φορά ότι αν δεν το κάνω, θα κάνει όλα αυτά τα βασανιστήρια εις βάρος μου. Αναγκαζόμουν να υποκύπτω».
Αυτό «ήταν το μαρτύριό μου. Στην αρχή γινόταν μία φορά στους τρεις μήνες ή στους πέντε μήνες. Επειδή μετά με έβλεπε να κλαίω, γιατί σιχαινόμουν τον εαυτό μου, μου έλεγε “αφού δεν σου αρέσει, δεν θα ξαναγίνει”. Αλλά με ανάγκαζε να το ξανακάνω».
Ταυτόχρονα, οι τρεις ανήλικες αδερφές της οικογένειας, 13, 12 και 9 ετών, περιέγραψαν με λεπτομέρειες τα όσα έχουν ζήσει.
Η 9χρονη είπε πως ο πατέρας ζήτησε από τα μέλη της οικογένειας να κυκλοφορούν γυμνά στο σπίτι στο χωριό και ανέφερε πως την ανάγκαζε να κάνει «πράγματα που δεν έπρεπε».
«Όταν είχαμε πάει στο άλλο μας σπίτι στο χωριό, ο πατέρας μου έλεγε να κυκλοφορούμε γυμνοί στο σπίτι. Μας ανάγκαζε να κυκλοφορούμε χωρίς ρούχα στο σαλόνι. Ήταν πολύ βίαιος, φώναζε και μας χτυπούσε με τη μεταλλική του ράβδο.
(...)
Ο μπαμπάς μού τα έκανε όλα αυτά από τότε που ήμουν 7 ετών. Ήταν βίαιος, με τραβούσε και με ανάγκαζε να κάνω πράγματα που δεν έπρεπε. Όλα αυτά γίνονταν στο σπίτι μας. Μία φορά ο μπαμπάς με είχε στο σαλόνι και η μαμά ήταν στο δωματιό της, δεν ήταν μπροστά, κοιμόταν. Συνήθως κοιμόνταν και τα αδέρφια μου στα μέσα δωμάτια, τότε έμενα μόνη μαζί του».
Την ίδια ώρα, η 12χρονη είπε πως ξεκίνησε να την κακοποιεί μόλις πήγε στο Δημοτικό.
«Μας κλωτσούσε, μας τραβούσε από τα μαλλιά. Μετά πήγε στη δουλειά και όπως πάντα μετά, όταν γύριζε ήταν σαν να μην είχε γίνει τίποτα.
(...)
Δεν θυμάμαι ποια ήταν η πρώτη φορά. Θυμάμαι αυτό που γινόταν καθημερινά. Εμένα ξεκίνησε να με κακοποιεί από την Β΄Δημοτικού , Α' Δημοτικού, κάπου εκεί. Μας έπαιρνε στην κρεβατοκάμαρα. Ήταν και άλλοι στο σπίτι, στα δωμάτιά τους όταν το έκανε αυτό. Πολλές φορές μας χτυπούσε με γκλοπ».
Από την πλευρά της η 13χρονη ανέφερε πως υπήρχε φόβος και για αυτό τον λόγο δεν μπορούσαν να μιλήσουν, ενώ είπε πως «έπαιρναν τον αδερφό μας στην κρεβατοκάμαρα» και πως «η μαμά γνώριζε».
«Δεν μπορούσαμε να τα πούμε και σε κάποιον. Φοβόμασταν. Πέρυσι εγώ είχα πάει στον ψυχολόγο του σχολείου αλλά δεν είπα κάτι γιατί φοβόμουν μην το πει στον μπαμπά και γίνει μετά χαμός. Γιατί η αδερφή μου, είχε μιλήσει στις φίλες της στο Δημοτικό, εκείνες το είπαν στις δασκάλες και οι δασκάλες στους γονείς μας και ο πατέρας μας την χτύπησε. Και εμένα με έχει χτυπήσει ο μπαμπάς.
(...)
Τότε ήμασταν όλοι, ο μπαμπάς και τα αδέρφια μου και εγώ, εκτός από τη μαμά. Κάποιες φορές έπαιρναν και τον αδερφό μας στην κρεβατοκάμαρα. Η μαμά τα γνώριζε αυτά. Τα συζητάγαμε και όλοι μαζί και δεν ήθελε καθόλου».
Η 12χρονη είπε στις Αρχές πως ο πατέρας είχε μια μαύρη κάμερα σε ένα τρίποδο και πως με μία ζώνη και ένα γκλοπ «μας τα έκανε όλα».
Μάλιστα, περιέγραψε πως μπροστά σε έναν ξυλοδαρμό ήταν και ο παππούς.
«Ο μπαμπάς είχε μια μαύρη κάμερα που έβαζε πάνω σε ένα τρίποδο. Είχε μια ζώνη και ένα γκλοπ. Με αυτά τα δύο μας τα έκανε όλα. Ίσως, αν τα έψαχναν οι αστυνομικοί, θα μπορούσαν να βρουν κάτι πάνω σε αυτά, δεν ξέρω. Τώρα τον Νοέμβριο, ο μπαμπάς ασχολούνταν πιο πολύ με τη μικρή μας αδερφή που είναι 9 χρόνων. Μια φορά που μας είχε χτυπήσει ο μπαμπάς, ο παππούς ήταν μπροστά και το είδε. Ξέρω ότι τώρα που η μαμά θα είναι με τον παππού και την γιαγιά θα είναι διαφορετικά και εμείς δεν θα πονάμε και δεν θα φοβόμαστε πια. Δεν θα φοβάμαι μην φάω ξύλο και δεν θα κρύβω τα διαγωνίσματα και τις φίλες μου. Θέλω να μένει μαζί μας ο αδερφός μας αλλά να μην μας χτυπάει και να μην βρίζει συνέχεια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες