Γυρνώντας -με χαμόγελο- το ρολόι του χρόνου πίσω... Ήμασταν νεαροί φοιτητές τότε που μαζευόμασταν σε ένα υπογειάκι στην Αθήνα, κάτω από το πατρικό μου σπίτι, όπου με μπουζούκι, κιθάρα και κρασάκι περνάγαμε όμορφες παρεΐστικες βραδιές παρά την αφραγκία μας.
Ακριβώς από πάνω κατοικούσε η οικογένειά μου με... προεξάρχων πρόσωπο τη γιαγιά μας που ως την ύστατη ώρα της ζωής της έμενε μαζί μας περιβαλλόμενη από τη βαθιά αγάπη όλων μας που άλλωστε την άξιζε και με το παραπάνω για τη λατρεία και την προσφορά της προς όλους μας.
Κάποτε ένα απόγευμα μετά από μια φοιτητική διαδήλωση στην οποία... φιλοδωρηθήκαμε με κάμποσα χημικά, τρεις φίλοι μαζί με τα κορίτσια μας καταλήξαμε στο υπογειάκι να τα πούμε και να τα... πιούμε.
Προτού κατεβούμε είπα να χαιρετήσω τη γιαγιά όπως συνήθως.
-Κι εμείς θέλουμε να τη χαιρετήσουμε, είπαν και τ' άλλα παιδιά που γνώριζαν από εμένα για τη βασανισμένη ζωή που είχε περάσει η γιαγιά στα νιάτα της.
Η ευρυτάνισσα γιαγιά καθιστή στην πολυθρόνα της, με τη μαντίλα και το μαύρο φορεματάκι της, που ποτέ δεν τα έβγαλε από τότε που έχασε τον αγαπημένο της άντρα σε εκείνα τα πέτρινα χρόνια, έλαμψε από χαρά μόλις μας είδε.
-Γεια σου γιαγιάκα είπαμε όλοι μαζί. Ήρθαμε να σου πούμε ένα γεια!
Σηκώθηκε με κόπο, στηρίχτηκε στο μπαστουνάκι της και με ένα πλατύ χαμόγελο...
-Καλώς τα παιδιά.
-Καλώς σε βρήκαμε γιαγιά.
Τα παιδιά έσκυψαν και της φίλησαν με σεβασμό το χέρι.
-Πούθε έρχεστε;
-Από μία διαδήλωση γιαγιά. Άστα είχε αστυνομία, μας κυνηγήσανε κιόλας, είπε ο ένας φίλος.
-Γεια σας ωρέ... πουτσαράδες, γυρνάει και λέει τότε η γιαγιά στους φίλους μου.
-Γεια σας κι εσάς πουτσαρίνες, είπε απευθυνόμενη και προς τις κοπέλες της παρέας.
Κόκκαλο όλοι.
Αφήσαμε τη χαμογελαστή γιαγιά και κατεβήκαμε στο υπογειάκι.
Εκεί καθώς ετοιμάζαμε τα μεζεδάκια και το κρασί, παρατήρησα μια περίεργη σιωπή και κάτι αλληλοκοιτάγματα, κάτι γελάκια μεταξύ των παιδιών.
-Τι έγινε ρε παιδιά;;;
Ώσπου η μία κοπέλα δεν άντεξε και απευθυνόμενη προς εμένα...
-Συγνώμη που στο λέω κιόλας αλλά η γιαγιά σαν πολύ τολμηρή κι αθυρόστομη μας φάνηκε.
-Τι εννοεις; έκανα εγώ τάχα τον ανήξερο.
-Ε να, έτσι όπως μας υποδέχτηκε. Πουτσαράδες εσάς τα αγόρια και πουτσαρίνες εμάς τα κορίτσια, είπε σκασμένο στα γέλια το κορίτσι. Όχι ότι έχω δα και καμιά σεμνοτυφία, αλλά όπως και να το κάνεις σοκάρεσαι κάπως όταν ακούς μια γιαγιά 90 και βάλε να τα λέει έτσι... χύμα!
-Ε ναι κουφό, συμφώνησαν γελώντας και οι υπόλοιποι.
Τότε πήρα κι εγώ το λόγο...
-Λοιπόν παιδιά κοιτάξτε. Εμείς στην Ευρυτανία όταν χρησιμοποιούμε αυτή την έκφραση τής αποδίδουμε ένα διαφορετικό περιεχόμενο από αυτό που καταλαβαίνει κάποιος όταν την πρωτακούει. Εννοούμε τη λεβεντοσύνη, την παλικαριά, το δυναμισμό και θεωρείται λόγος επαινετικός όταν κάποιος αποκαλεί τον άλλον ή την άλλη κατ' αυτό τον τρόπο.
Είναι βέβαιο ότι τα γέλια ακούστηκαν σε όλη τη γειτονιά και σίγουρα η γιαγιάκα δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι αιτία ήταν ο δικός της χαιρετισμός.
Ασφαλώς και δεν υπάρχουν χυδαίες λέξεις αλλά χυδαίοι άνθρωποι. Όπως και αγνές λαϊκές ψυχές που με ένα μαγικό τρόπο αποενοχοποιούν τις... λεγόμενες "κακές" λέξεις!
κάντε "κλικ" στο blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" και διαβάστε μία υπέροχη ιστορία
Πάντα αυτές οι ιστορίες έχουν το άρωμα της λαϊκής ψυχής των απλών ανθρώπων της ζωής του μόχθου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην καλησπέρα μου, φίλε μου.
Καλησπέρα αγαπητέ Γιάννη! Πράγματι έτσι είναι, άλλη εποχή τότε που εμείς η άνω των 60 έχουμε μνήμες από τις αφηγήσεις των μεγαλύτερων... Να είναι καλά ο κοινός μας φίλος Ευρυτάνας Ιχνηλάτης που μας τις θυμίζει.
ΑπάντησηΔιαγραφή