Κυριακή 21 Μαΐου 2023

Εκλογές 2023 - Απλή αναλογική: Η χαμένη ευκαιρία ενός εκλογικού συστήματος που την άξιζε


Κάθε εκλογικό σύστημα είναι υπό μια έννοια καταδικασμένο να αποτύχει. Κι αυτό γιατί η αποστολή του μοιάζει εξ’ ορισμού αδύνατη: πρέπει να υπηρετήσει ταυτόχρονα δυο στόχους, ανταγωνιστικούς μεταξύ τους.

Γράφει ο Ηλίας Ντίνας

Από τη μία πρέπει να εξασφαλίσει αντιπροσωπευτικότητα, ώστε το κοινοβούλιο να αντανακλά την λαϊκή βούληση, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την εκλογική διαδικασία.

Από την άλλη πρέπει να διασφαλίσει βιώσιμη κυβερνησιμότητα και δυνατότητα λογοδοσίας, δηλαδή την ευδιάκριτη ανάληψη ευθύνης του έργου της εκτελεστικής εξουσίας (accountability).

Έτσι όσο πιο κοντά είμαστε σ’ ένα σύστημα απλής αναλογικής (π.χ. Ολλανδία, όπου ολόκληρη η χώρα είναι μια ενιαία εκλογική περιφέρεια), τόσο περισσότερο επιτυγχάνεται ο πρώτος στόχος: για να μείνεις εκτός Βουλής πρέπει να έχεις λιγότερο από 0.67% της έγκυρης ψήφου.

Όσο περισσότερο περνάμε σ’ ένα πλειοψηφικό σύστημα (π.χ. Μεγάλη Βρετανία, όπου η χώρα διαιρείται σε μονοεδρικές περιφέρειες) τόσο διασφαλίζεται η κοινοβουλευτική μακροζωία καθώς και η δυνατότητα των πολιτών να «διώξουν τους κατεργάρηδες», κατά την προσφιλή αγγλική έκφραση (throw the rascals out).

Υπάρχει τρόπος να συνδυαστούν με κάποιο τρόπο οι δυο αυτοί κόσμοι; Η συνήθης απάντηση είναι πως όχι. Κάθε πολιτεία πρέπει να διαλέξει που δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα: στην αντιπροσώπευση ή στην ευδιάκριτη ανάληψη κυβερνητικής ευθύνης. Ακριβώς επειδή δεν υπάρχει μαγική συνταγή, η δουλειά των εκλογικών συντακτών είναι να βρουν τον τρόπο να συνδυάσουν αυτούς τους δύο κόσμους όσο καλύτερα γίνεται. 

Και η ερώτηση που ακολουθεί έρχεται σχεδόν αναπόφευκτα: ανάμεσα σ’ όλες τις παραλλαγές που έχουν κατά καιρούς δοκιμαστεί, σ’ όλα τα εκλογικά συστήματα που έχουν εφαρμοστεί, υπάρχει κάποιο που θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα πηγαίνει καλύτερα; Που κατορθώνει να συνδυάζει τα καλά των δύο συστημάτων χωρίς να υποφέρει από τα κακά τους; Που συνδυάζει αντιπροσωπευτικότητα χωρίς να δημιουργεί αδιέξοδο κομματικό κατακερματισμό; Που επιτυγχάνει να αποτυπώσει τον πλουραλισμό των απόψεων της κοινωνίας χωρίς να καταστήσει δύσκολη την απόδοση ευθυνών στην εκτελεστική εξουσία;

Η απάντηση σ’ αυτές τις ερωτήσεις είναι πως υπάρχει: το ελληνικό εκλογικό σύστημα, ή μάλλον αυτό που εφαρμόζεται στις εκλογές του Μαΐου. Σε ένα σημαντικό τους άρθρο, δυο σπουδαίοι συγκριτικοί μελετητές των εκλογικών συστημάτων, o Simon Hix kai o John Carey, συνέκριναν όλα τα εκλογικά συστήματα που έχουν χρησιμοποιηθεί σε ευρεία κλίμακα ως προς τα πολιτικά τους αποτελέσματα. 

Η μελέτη τους κατέληξε στο συμπέρασμα πως απ’ όλα τα συστήματα, η απλή αναλογική με σχετικά μικρό μέσο αριθμό εδρών ανά περιφέρεια και “ανοιχτό ψηφοδέλτιο” (εκλογή του βουλευτή μέσω σταυρού και όχι μέσω λίστας), είναι το σύστημα που συνδυάζει περισσότερο τα καλά των δύο κόσμων. 

Ενισχύει την πολυφωνία χωρίς να δημιουργεί κεντρόφυγες τάσεις στο πολιτικό σύστημα· θωρακίζει την αντιπροσωπευτικότητα χωρίς να διευκολύνει τα άκρα· προωθεί κυβερνήσεις συνεργασίας, που είναι πιο αντιπροσωπευτικές καθώς συμπεριλαμβάνουν τον ενδιάμεσο ψηφοφόρο, χωρίς να αυξάνει τον κίνδυνο της ακυβερνησίας.​

Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται και το πρόβλημα. Έχουμε ένα εκλογικό σύστημα που δεν το στήριξαν αρχικά ούτε αυτοί που το ψήφισαν. Που από νωρίς έγινε αντί για αντίβαρο της πόλωσης, πετραδάκι στο παπούτσι του καλπάζοντος νεοσύστατου δικομματισμού. Μπήκε στο τσουβάλι της απλής αναλογικής, λες και η αναλογικότητα των εκλογικών συστημάτων δεν είναι ένα συνεχές αλλά ένα δίπολο-μαύρο ή άσπρο.

Και έτσι ετοιμαζόμαστε να το αποχαιρετίσουμε ως μια κακή παρένθεση, ακατάλληλη του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Λες και το σύστημα του μπόνους, για παράδειγμα -που έδωσε το Μάιο του 2012- 40 επιπλέον έδρες στο πρώτο κόμμα, αν και αυτό δεν είχε πάνω από 20% της ψήφου ήταν κατάλληλο των περιστάσεων.

Άραγε έχουμε αναρωτηθεί ποτέ τι συμβιβασμός είναι αυτός που κάνουμε ως εκλογικό σώμα με το μπόνους; Πόσο θυσιάζουμε την ποιότητα των βουλευτών στο βωμό της κυβερνησιμότητας; Σκεφτείτε μόνο τι σημαίνει να εκλέγεται ο υποψήφιος με μπόνους σε μια τετραεδρική περιφέρεια αντί γι’ αυτόν ή αυτήν που θα δικαιούνταν να εκλεγεί βάσει των σταυρών προτίμησης. 

Κάποιος ή κάποια ίσως θα έπρεπε να κάνει αυτή ακριβώς τη δουλειά, να συγκρίνει τα βιογραφικά των βουλευτών μπόνους με αυτούς ή αυτές που θα εκλέγονταν χωρίς το μπόνους για να καταλάβουμε καλύτερα τι ακριβώς διακυβεύεται μέσα από το εκάστοτε εκλογικό σύστημα.

Αν είναι τόσο καλό αυτό το εκλογικό σύστημα, γιατί δεν τον υιοθέτησαν και τα κράτη που έχουν παραμείνει με διαφορετικά συστήματα; Η απάντηση είναι γιατί είναι όντως δύσκολο και σχετικά σπάνιο να αλλάζουν τα εκλογικά συστήματα. Είτε γιατί «οι νικητές του παιχνιδιού» δεν έχουν κίνητρο να αλλάξουν τους κανόνες του, είτε γιατί απλά υπάρχει αυτό που λέμε η δύναμη της αδράνειας, γνωστή σε θέματα θεσμών με τον όρο path dependency: οι δομές και οι θεσμοί που φτιάχνονται παραμένουν ακόμη και όταν οι αιτίες που τα δημιούργησαν έχουν αλλάξει. 

Αυτό όμως το επιχείρημα δείχνει και την αδυναμία του στην ελληνική περίπτωση. Γιατί μπορεί το εκλογικό σύστημα στην Μεγ. Βρετανία η την Γερμανία να είναι μια σταθερά, δεν είναι όμως το ίδιο και στην Ελλάδα, όπου η αλλαγή είναι περισσότερο ο κανόνας παρά η εξαίρεση.

Και υπάρχει φυσικά και το χειρότερο, το αποτύπωμα που αφήνει η ρητορική δαιμονοποίησης της προσπάθειας εκλογίκευσης του εκλογικού συστήματος ώστε να αυξήσει την αντιπροσωπευτικότητά του χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την κυβερνησιμότητα στην κοινή γνώμη. Φτάσαμε να θεωρούμε πως στις εκλογές δεν εκλέγουμε τους ή τις αιρετούς αντιπροσώπους μας αλλά τον (ακόμη όχι την) αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας-λες και έχουμε προεδρικό σύστημα.

Σημαίνει, επίσης, πως οι εκλογές οφείλουν να είναι συνυφασμένες με ένα διαζευκτικό «η», να μας θυμίζει μια παλιά γελοιογραφία του Κυρ, που άρχιζε από το ελευθερία ή θάνατος και έφτανε στο Αμστελ ή Κάιζερ. 

Σε μια εκλογική μάχη μεταξύ ενός νυν και ενός πρώην πρωθυπουργού, οι δυνατότητες σύνθεσης και επικοινωνίας που έδινε το υπάρχον εκλογικό σύστημα στα κόμματα φάνταζαν η μόνη πηγή φρέσκιας πολιτικής αντιπαράθεσης και ιδεών. Η υποβάθμισή της ουσιαστικά έκλεισε και την πόρτα για μια πιο ουσιώδη και εντέλει ενδιαφέρουσα προεκλογική αντιπαράθεση.

* καθηγητής πολιτικής επιστήμης, Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο, Φλωρεντία

https://www.kathimerini.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες