«Άστραψε ο νους» εκείνη την ώρα κι είπαμε στη Μνήμη του να φτιάξουμε μια μικρή βιβλιοθήκη.
Λεύτερη σαν κι αυτόν.
Φωλιά για οράματα.
Κρυψώνα για όνειρα.
στη μνήμη του Αγωνιστή Δάσκαλου
Για να μην ξεχνάμε…..
Αύγουστος του 2022.
Η πόρτα του Δημοτικού Σχολείου Κρικέλλου ολάνοιχτη…
Χώθηκαν τα παιδιά στην αγκαλιά του…
Μπήκε ο ήλιος, Διαφεντευτής, απ’ τα μεγάλα του πορτοπαράθυρα κι ακούμπησε τις αχτιδοθυγατέρες του στα κεφαλάκια τους….
Οι μορφές των Δασκάλων σεργιάνιζαν ανάμεσά τους, άλλες αυστηρές, βλοσυρές με την κρανόλουρα στο χέρι, κι άλλες ήρεμες μ’ ένα απόκοσμο φως στα μάτια τους…
Βροχή οι ερωτήσεις, έτσι που μόνο τα παιδιά ξέρουν να κάνουν….
Βρέθηκα να τους διαβάζω «Το ξεκίνημα του Αγώνα και το Κρίκελλο Ευρυτανίας» του Θανάση Ν. Τραχήλη. Στη σελίδα 136 διασώζει τις μνήμες ενός άλλου Κρικελλιώτη Δάσκαλου και Προέδρου στο Κρίκελλο, Χρήστου Ζάρρα:
«Κάθε φορά που στέκομαι μπροστά στη βιβλιοθήκη μου, το βλέμμα πέφτει στον έκτο τόμο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους Κ. Παπαρρηγόπουλου. Είναι το αρχαιότερο από τα βιβλία μου κι έχει τη δική του ιστορία. Είναι δώρο του δασκάλου μου που μ’ έμαθε γράμματα στην Γ’ και Δ’ τάξη, όταν φοιτούσα στο Δημοτικό Σχολείο Κρικέλλου τα σχολικά έτη 1936-37 και 1937-38. Αλλά το βιβλίο αυτό δεν το έχω από κείνα τα χρόνια. Το απέκτησα λίγο αργότερα, όταν στην Κατοχή διέκοψα τη φοίτησή μου στο Γυμνάσιο Καρπενησίου, γιατί το είχαν καταλάβει οι Ιταλοί. Αναγκάστηκα τότε να διαβάζω μόνος μου στο σπίτι και στο τέλος του σχολικού έτους να δίνω εξετάσεις για την άλλη τάξη. Κι αυτό έγινε δυο φορές και προβιβάστηκα «ως κατ’ οίκον διδαχθείς» από την Δ’ τάξη του 8/τάξιου Γυμνασίου προς την Ε΄ και την άλλη χρονιά από την Ε΄ προς την ΣΤ΄. Το πρόβλημά μου όμως δεν ήταν μόνο ότι δεν είχα κανένα καθηγητή. Δεν είχα και κανένα βιβλίο. Όλα τα έπαιρνα δανεικά από τον έναν και από τον άλλο.
Σε κάποια από τις δύο παραπάνω τάξεις δεν μπορούσα να εύρω Ιστορία. Εκεί που σκεπτόμουν μέσα από την αυλόπορτα του πατρικού μου σπιτικού, βλέπω ξαφνικά να περνάει στο δρόμο ο δάσκαλός μου που είχα στο Δημοτικό. Χωρίς να χάσω καιρό, ανοίγω την πόρτα και φωνάζω:
- Κύριε, μπορώ να σας πω κάτι;
- Ναι, Χρήστο, τι θέλεις;
-Θέλω να δώσω εξετάσεις τον Ιούνιο και δεν έχω Ιστορία, μπορείτε να μου δανείσετε κανένα βιβλίο;
-Ναι, Χρήστο να έλθεις το απόγευμα σπίτι μου να πάρεις.
-Ευχαριστώ πολύ, κύριε, θα έλθω.
Πράγματι πήγα στο σπίτι, πήρα έναν ογκώδη τόμο της Ιστορίας, διάβασα, πέρασα και τις εξετάσεις για την άλλη τάξη.
Κάποια μέρα απεφάσισα να επιστρέψω το βιβλίο και να ευχαριστήσω το δάσκαλό μου για την ευκολία που μου έκανε. Του έστησα, λοιπόν, καρτέρι, πάλι στην αυλόπορτα, κι όπως συνήθιζε, περνούσε ξανά τον ίδιο δρόμο.
-Κύριε, του φωνάζω, με συγχωρείτε. Πότε μπορώ να σας φέρω την Ιστορία;
Κοντοστάθηκε, αγναντεύοντας προς τον Άγιο Αθανάσιο, ψηλά… Φορούσε μια χλαίνη χακί, κάπως κοντή, κι από τα δύο κουμπιά της ζώνης έλειπε το ένα. Ξεκούμπωτη, όπως ήταν, κρεμόταν η μια άκρη. Περίμενα να μου απαντήσει, αλλ’ αυτός σκεφτόταν, κοίταζε επάνω, δεν μου μιλούσε… Σε μια στιγμή βούρκωσε. Γυρίζει και μου ψιθυρίζει βραχνά: «Χρήστο, αυτό το βιβλίο μη μου το επιστρέψεις. Να το κρατήσεις, παιδί μου, να με θυμάσαι…»
Ήταν ο Βασίλης Παπανικολάου.»
Αύγουστος ήταν και τότε, στα 1949.
Ο Άνθρωπος, ο Ιδεολόγος, ο Μαρξιστής, ο Αγωνιστής, ο Δάσκαλος, που οραματίστηκε έναν καλύτερο κόσμο, που αγάπαγε τα παιδιά, που δεν σήκωσε ποτέ χέρι πάνω τους, που ήταν δίπλα στον Άρη Βελουχιώτη, που είχε ένα όπλο με τρεις σφαίρες μαζί του, για τη στιγμή που θα ‘νοιωθε πως η Άτροπος παραμόνευε μέσα στα δάση. Εκεί, σαν τον περικύκλωσαν οι διώκτες του, το ‘βαλε στον κρόταφο και τράβηξε τη σκανδάλη.
Σαράντα χρονών Παλληκάρι! Κι ο θάνατός του έγινε μοιρολόι, τραγούδι για τους Συντρόφους. Ιαχή θριαμβική για τους φασίστες που στήσανε χορό, φωνάζοντας ότι ξεβρώμισε ο τόπος από τη ληστοσυμμορία του εγκληματία κομμουνιστή Παπανικολάου.
Διαβήκαν τα χρόνια …
Γράφτηκε ποικιλότροπα η Ιστορία…
Καθισμένοι κάτω απ’ τον γεροπλάτανο της πλατείας οι γέροντες μαθητές του σαν μιλούν γι’ αυτόν, βουρκώνουν και μας ξορκίζουν να μην τον ξεχάσουμε, να συνεχίσουμε τον αγώνα του για να πετύχουμε την πανανθρώπινη συμφιλίωση.
Γύρω μου τα παιδιά κοίταζαν τη μοναδική φωτογραφία που σώθηκε απ’ τον Δάσκαλο κι ύστερα, έστρεφαν το βλέμμα κατά το Ντουρνέσι απέναντι, στις πηγές του Κρικελλοπόταμου, στον τόπο της θυσίας.
«Άστραψε ο νους» εκείνη την ώρα κι είπαμε στη Μνήμη του να φτιάξουμε μια μικρή βιβλιοθήκη.
Λεύτερη σαν κι αυτόν.
Φωλιά για οράματα.
Κρυψώνα για όνειρα.
Γωνιά για ταξίδια άγνωρα.
Πηγή φωτός, λαμπυρίζουσα, ανάμεσα στην Εκκλησιά του Άη-Νικόλα, εκεί όπου βαφτίστηκε ο Βασίλης και στο Σχολείο, όπου φοίτησε, δίδαξε και πρωτοστάτησε στον Αγώνα κατά του Φασισμού.
Ήταν ένα κείμενο από την "Ακευσώ" του Κρίκελλου για μια αξιέπαινη πρωτοβουλία Μνήμης και Τιμής!
Από "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες