Κλινική στην Ουκρανία που προσφέρει «υπηρεσίες» παρένθετης μητρότητας |
Οι εικόνες δεκάδων νεογέννητων μαζεμένων σε υπόγεια καταφύγια ήταν από τις πρώτες που κατέκλυσαν την επικαιρότητα με το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία, πριν από περίπου 10 μήνες.
Σύντομα βρέθηκαν στο επίκεντρο οι επιπτώσεις του πολέμου και σε μια άλλη, πιο «ειδική» κατηγορία νεογέννητων: Στα παιδιά που γεννιούνται στην Ουκρανία από παρένθετες μητέρες για λογαριασμό ζευγαριών από μια σειρά χώρες σε όλο τον κόσμο.
Με τον όρο «παρένθετη μητρότητα» ή «παρένθετη κυοφορία» περιγράφεται η διαδικασία κατά την οποία μια γυναίκα κυοφορεί και γεννά για λογαριασμό ενός άλλου ατόμου. Η κύηση είναι αποτέλεσμα εξωσωματικής γονιμοποίησης και μεταφοράς γονιμοποιημένων ωαρίων, με χρήση ωαρίου ξένου προς την γυναίκα που εγκυμονεί το έμβρυο.
Η διαδικασία της παρένθετης κυοφορίας αναγνωρίζεται ως ένα ζήτημα ιδιαίτερης ηθικής πολυπλοκότητας, το οποίο εγείρει σειρά ερωτημάτων και προβληματισμών για τα δικαιώματα των γυναικών που εμπλέκονται και των παιδιών που γεννιούνται μέσα απ' αυτή.
Η συνθετότητα του θέματος αποτυπώνεται και στα διαφορετικά νομοθετικά πλαίσια ανά τον κόσμο, με τις ρυθμίσεις να κινούνται από την πλήρη απαγόρευση της διαδικασίας μέχρι τη θεσμοθέτηση της εμπορικής παρένθετης μητρότητας. Οι όποιες νομοθετικές ρυθμίσεις δεν μπορούν να αναιρέσουν το γεγονός της εμπορευματοποίησης της αναπαραγωγικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα γυναίκες να εκτίθενται σε μια ακραία μορφή εκμετάλλευσης.
Η Ουκρανία - όπως άλλωστε και η Ρωσία - είναι από τις λίγες χώρες στις οποίες επιτρέπεται η διαδικασία της παρένθετης κύησης με οικονομικά ανταλλάγματα. Εκτιμάται μάλιστα ότι οι γεννήσεις από παρένθετες μητέρες αγγίζουν τις 2.500 ή και τις 3.000 κάθε χρόνο, καθώς η χώρα είχε μετατραπεί σε προορισμό για χιλιάδες ζευγάρια.
Τη διαδικασία αναλαμβάνουν εταιρείες, οι οποίες κάνουν «μπίζνες» με την αγωνία ζευγαριών από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, τη Νότια Αμερική και την Κίνα τα οποία θέλουν να αποκτήσουν παιδί. Η σχετική «βιομηχανία» στηρίζεται παράλληλα στη φτώχεια και την ανέχεια, που οδηγούν πολλές γυναίκες να στρέφονται στην παρένθετη μητρότητα προκειμένου να βιοποριστούν, να αντιμετωπίσουν έκτακτα έξοδα.
Χαρακτηριστικά, μια παρένθετη μητέρα δέχτηκε να κυοφορήσει το παιδί ενός ζευγαριού για να πληρώσει τα ιατρικά έξοδα μιας εγχείρησης που θα έκανε ο πατέρας της. Στο έδαφος της οικονομικής δυσχέρειας, γυναίκες κυοφορούν και γεννούν παιδιά για λογαριασμό ξένων ζευγαριών, αμειβόμενες με ποσά της τάξης των 15.000 δολαρίων για κάθε κύηση.
Η Ουκρανία διαφημίζεται ως ένας πιο «προσβάσιμος» και φτηνός προορισμός σε σχέση με τις ΗΠΑ, που αποτελεί την «ατμομηχανή» για τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας στην παγκόσμια «αγορά», με κύκλο εργασιών που φτάνει τα 5 δισ. δολάρια. Ετσι, στην Ουκρανία το κόστος κυμαίνεται από 40.000 έως 60.000 δολάρια, ενώ αντίστοιχα στις ΗΠΑ αρχίζει από 80.000 και φτάνει τα 130.000 δολάρια.
Ο πόλεμος ήταν η δεύτερη αφορμή που έθεσε στο επίκεντρο της προσοχής την «αγορά» της παρένθετης μητρότητας στην Ουκρανία. Είχε προηγηθεί το αδιέξοδο που προκάλεσαν τα μέτρα για την απαγόρευση των ταξιδιών κατά τη διάρκεια των lockdowns για την πανδημία, καθώς δεκάδες ζευγάρια δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν για να παραλάβουν τα νεογέννητα μωρά.
Παρόμοια προβλήματα, σε ακόμα πιο έντονη μορφή, έχουν προκύψει και τώρα: Εγκυμονούσες έχουν βρεθεί εγκλωβισμένες σε εμπόλεμες ζώνες, δυσκολεύονται να μεταφερθούν σε ασφαλή σημεία, τα ζευγάρια των γονιών ταξιδεύουν με δυσκολία στη χώρα για να πάρουν τα μωρά.
Οσον αφορά τη δεινή θέση στην οποία βρίσκονται οι παρένθετες μητέρες, αξίζει να σημειωθεί ότι είναι δεμένες «χειροπόδαρα» από τα συμβόλαια που υπογράφουν με τις εταιρείες που διαχειρίζονται την «αγορά» της παρένθετης κυοφορίας. Συμβόλαια που τους απαγορεύουν να εγκαταλείψουν τη χώρα για να γλιτώσουν από τον πόλεμο, ενώ τις εκβιάζουν με την καταβολή της αμοιβής τους σε δόσεις.
Στο φόντο των αντίξοων συνθηκών που έχει διαμορφώσει ο πόλεμος, ωφελημένες αναδεικνύονται οι ιδιωτικές κλινικές που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας. Σύμφωνα με δηλώσεις εκπροσώπων τους στον Τύπο, τους τελευταίους μήνες ζευγάρια από όλο τον κόσμο στρέφονται στις «υπηρεσίες» τους.
Η ζήτηση που υπήρχε στην Ουκρανία «ανακατευθύνεται» στην Ελλάδα, όπου υπάρχουν «ανταγωνιστικές τιμές» και «ευνοϊκή νομοθεσία». Εξάλλου, με το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή (ΙΥΑ), που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλη, κυβέρνηση και υπουργείο Υγείας έσπευσαν να «υποβοηθήσουν» ακόμα περισσότερο τα κέρδη των επιχειρηματικών κολοσσών που κυριαρχούν σε αυτόν τον τομέα, μέσα από μέτρα για την παραπέρα ανάπτυξη του αναπαραγωγικού ιατρικού τουρισμού.
Στη χώρα μας η παρένθετη μητρότητα επιτρέπεται, με προϋπόθεση τη χορήγηση δικαστικής άδειας και «χωρίς οικονομικά ανταλλάγματα». Ωστόσο το υπάρχον πλαίσιο δεν αναιρεί την ολοένα και εντονότερη εμπορευματοποίηση, αλλά παρουσιάζεται από τους επιχειρηματικούς ομίλους ως ένα ακόμα εργαλείο με το οποίο επιδιώκουν να προσελκύσουν ζευγάρια από όλο τον κόσμο και να αυξήσουν την πελατεία τους.
Συγκεκριμένα, για να ξεκινήσει η διαδικασία πρέπει να επιτευχθεί έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώπων που επιδιώκουν να αποκτήσουν παιδί και της γυναίκας που θα το κυοφορήσει (καθώς και του συζύγου της, αν αυτή είναι έγγαμη).
Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι - με βάση την κατάσταση της υγείας της - κατάλληλη για κυοφορία και δεν πάσχει από κάποια ψυχική ή νευρολογική νόσο.
Πλέον, με το νέο νομοθετικό πλαίσιο, η Εθνική Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής αναλαμβάνει την ανεύρεση παρένθετης μητέρας, λειτουργώντας ως ...ενδιάμεσος ανάμεσα στην υποψήφια μητέρα και στην γυναίκα που θα κυοφορήσει το έμβρυο, με στόχο προφανώς να διευκολύνει τη λειτουργία της σχετικής «αγοράς».
Παρότι στη χώρα μας τα οικονομικά ανταλλάγματα δεν επιτρέπονται, προβλέπονται ορισμένα ποσά ως αποζημίωση της παρένθετης μητέρας. Συγκεκριμένα, προβλέπεται αποζημίωση για το διάστημα της αναγκαίας αποχής από την εργασία της, ή, στην περίπτωση που είναι άνεργη, αποζημίωση που θα κάλυπτε την αμοιβή που θα εισέπραττε με βάση την επαγγελματική της κατάρτιση αν εργαζόταν.
«Σε κάθε περίπτωση, η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ», ορίζεται στη σχετική απόφαση της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής. Επίσης, καταβάλλονται στις γυναίκες «οι δαπάνες που απαιτούνται για την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία και τον τοκετό, εφόσον αυτές δεν καλύπτονται από τον ασφαλιστικό φορέα».
Και στη χώρα μας οι γυναίκες που προσφέρονται να φέρουν στον κόσμο το παιδί ενός άλλου ζευγαριού βρίσκονται - τουλάχιστον στις περισσότερες περιπτώσεις - σε καθεστώς ευαλωτότητας.
Ανεργες και εργαζόμενες με προσωρινές συμβάσεις και χαμηλούς μισθούς, οικονομικές μετανάστριες, γυναίκες Ρομά, φαίνεται να στρέφονται στην «επιλογή» της παρένθετης μητρότητας, προσβλέποντας στην επίσημη αποζημίωση, καθώς και σε άλλα τυχόν «ανταλλάγματα» που κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι συμφωνούνται κάτω από το τραπέζι.
Ετσι, στην πράξη η κατάσταση που διαμορφώνεται δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την απόφαση αλτρουισμού και προσφοράς μιας γυναίκας να κυοφορήσει και να γεννήσει το παιδί μιας άλλης, προερχόμενης κατά κανόνα από το στενό της περιβάλλον.
Ανάλογο είναι το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί γύρω από τη διαδικασία της δωρεάς ωαρίων. Μπορεί στις διατάξεις του νόμου η σχετική διαδικασία να περιγράφεται ως «αλτρουιστική πράξη», στην πράξη όμως οι δότριες είναι κυρίως γυναίκες που προβλέπουν στα χρήματα της αποζημίωσης, με σκοπό την επιβίωσή τους. Εξάλλου, οι ίδιες οι κλινικές διαφημίζουν στις υποψήφιες δότριες τα «πλεονεκτήματα» της αμοιβής, που συχνά συναρτάται με τον αριθμό και την ποιότητα των ωαρίων τους.
Από τις απαρχές της «βιομηχανίας» της παρένθετης μητρότητας, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, μέχρι τις μέρες μας, έχουν αναδειχθεί μια σειρά παθογένειες που δημιουργεί και διογκώνει η εμπορευματοποίηση της αναπαραγωγικής διαδικασίας.
Στην υπόθεση «Baby M», ενός παιδιού που γεννήθηκε το 1986 στις ΗΠΑ, η μητέρα άλλαξε γνώμη και δεν θέλησε να αποχωριστεί το μωρό (το οποίο, σημειωτέον, προερχόταν και από δικό της ωάριο). Η υπόθεση πυροδότησε μακρόχρονες δικαστικές διαμάχες, στις οποίες μια σειρά αποφάσεων αρχικά στέρησαν και στη συνέχεια περιόρισαν τα γονικά δικαιώματα της μητέρας.
Σε άλλες περιπτώσεις, μωρά που γεννήθηκαν με προβλήματα υγείας εγκαταλείφθηκαν από τους γονείς ως ...«ελαττωματικά προϊόντα», ενώ ζευγάρια που ξεκίνησαν τη διαδικασία ...άλλαξαν γνώμη, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μείνουν χωρίς γονείς. Από το «κάδρο» δεν λείπουν οι περιπτώσεις εκκεντρικών δισεκατομμυριούχων που ...παραγγέλνουν μια ντουζίνα παιδιά σε διαφορετικές κλινικές.
Οσο για τις παρένθετες μητέρες, τα συμβόλαια που καλούνται να υπογράψουν τις υποβάλλουν σε σοβαρούς περιορισμούς και υπονομεύουν βαθιά τις επιλογές τους. Για παράδειγμα, η απόφαση να διακόψουν την κύηση δεν είναι πια δική τους, αλλά των «εργοδοτών» τους. Σε πολλές περιπτώσεις τα συμβόλαια προβλέπουν περιορισμούς στις μετακινήσεις τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ενώ κατά κανόνα δεν πληρώνονται μέχρι τα παιδιά να παραληφθούν από τους γονείς.
Η συνήθης πρακτική που εφαρμόζεται είναι να μην έρχονται σε καμία επαφή με τα μωρά που γεννούν, ενώ φυσικά δεν έχουν καμία υποστήριξη και βοήθεια να αντιμετωπίσουν μια εμπειρία που για πολλές μπορεί να αποδειχθεί τραυματική.
Στα παραπάνω αποτυπώνονται οι «παρενέργειες» που προκαλεί η μετατροπή των επιστημονικών κατακτήσεων σε εμπορεύματα. Στο έδαφος της εμπορευματοποίησης της αναπαραγωγικής διαδικασίας, τα ίδια επιτεύγματα της ιατρικής επιστήμης αξιοποιούνται με βάση το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους, ακόμα και σε βάρος της υγείας των γυναικών και της ψυχοσυναισθηματικής - διανοητικής ανάπτυξης των παιδιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες